Η Ισλανδία ξεχωρίζει γιατί σε αντίθεση με άλλες χώρες χρησιμοποίησε μια τεχνοτροπία για μεγάλο χρονικό διάστημα σε όλα της τα κτίσματα από κατοικίες και εκκλησίες μέχρι στάβλους. Αυτό το νησί αποτελεί ένα από τα πλέον άγονα και ηφαιστειακά ενεργά μέρη στην Γη, συνεπώς οι συνθήκες διαβίωσης εκεί είναι εξαιρετικά δύσκολες. Αυτό, οδήγησε τους ανθρώπους στο να βρουν νέους τρόπους για να επιβιώσουν.
Με θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν οι σκληραγωγημένοι Σκανδιναβοί έπρεπε να αντιμετωπίσουν αντίξοες συνθήκες διαβίωσης. Το βραχώδες έδαφος ήταν πάντα πιο άγονο σε αντίθεση με τα υπόλοιπα Ευρωπαϊκά εδάφη. Ενδεικτικό είναι ότι μόλις το 1/5 των εκτάσεων είναι καλλιεργήσιμα. Όταν οι Σκανδιναβοί ναυτικοί εντόπισαν για πρώτη φορά το νησί, η Ισλανδία ήταν κατά προσέγγιση 30% δασική, μια χαμηλή κάλυψη σε σύγκριση με την υπόλοιπη Σκανδιναβία. Η περιορισμένη ξυλεία καθιστούσε δύσκολη την ανεύρεση υλικών για τις κατασκευές των σπιτιών και των υπόλοιπων εγκαταστάσεων.
Ωστόσο τα σπίτια με χλοοτάπητα χρησιμοποιήθηκαν σαν καταφύγια μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα. Μεγάλοι όγκοι του φυτού, περιέβαλαν τα κτίρια λειτουργώντας ως μονωτικό υλικό, προστατεύοντας τα από το κρύο και τις αντίξοες καιρικές συνθήκες. Η βάση ήταν ξύλινα κουφώματα τα οποία καλύπτονταν από γρασίδι πάχους έως ενός μέτρου το οποίο έφτανε μέχρι και την στέγη. Σήμερα, μπορείτε να συναντήσετε τέτοια παραδείγματα στο Glaumbær στα βορειοδυτικά, στο Laufás στα βόρεια και στο Keldur στο νότο.
Συγκεκριμένα, στο Glaumbær θα συναντήσετε ένα κτίριο χτισμένο από τον 18ο αιώνα το οποίο σήμερα χρησιμοποιείται ως σπίτι από τον ιερέα της περιοχής και είναι το πιο καλοδιατηρημένο οίκημα της περιοχής και το πλέον αντιπροσωπευτικό της συγκεκριμένης τεχνικής. Τα 13 κτίρια που αποτελούν το οίκημα είναι χτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο με τους τοίχους του ενός σχεδόν να εφάπτονται του άλλου. Όλη η εξωτερική κατασκευή είναι καλυμμένη από χλοοτάπητα και οι στέγες έχουν μεγάλη κλίση για τα χιόνια του χειμώνα.
Για τους Ισλανδούς τα σπίτια αυτά είναι περισσότερο κομμάτι της ιστορίας τους παρά της καθημερινότητας τους. Τα περισσότερα λειτουργούν ως βοηθητικοί χώροι και σπάνια είναι κατοικήσιμα. Ωστόσο, πολλές κατοικίες με χλοοτάπητα έχουν τροποποιηθεί για τουριστικούς σκοπούς ανακατασκευάζοντας με βάση τις αρχικές τεχνικές.
«Είναι αρκετοί απλοί για να αποκατασταθούν λανθασμένα αλλά πιο δύσκολο να γίνουν με την ιστορική ακρίβεια. Αυτό που φαίνεται απλό να χτιστεί τώρα ήταν μια εξειδικευμένη τέχνη, βελτιωμένη σε αιώνες. Δεν υπάρχει εγχειρίδιο. Όταν άρχισαν να αναπαλαιώνονται αυτά τα κτίρια οι μόνοι που ήξεραν πως να το κάνουν ήταν οι ντόπιοι αγρότες» λέει ο Sigurdson ο οποίος ασχολήθηκε με την ανακατασκευή τους.
Κάθε δομή με χλοοτάπητα κατασκευαζόταν ξεχωριστά και τοποθετούνταν δίπλα στην επόμενη, μειώνοντας έτσι το κόστος και αυξάνοντας την θερμοκρασία των εσωτερικών χώρων. «Ακόμη και με μικρότερες λεπτομέρειες, σκέφτηκαν αξιόλογες λύσεις στα προβλήματα που δημιουργούσε η απουσία άλλων υλικών», είπε ο Sigurdadottir. «Για παράδειγμα, οι σκοτεινοί εσωτερικοί χώροι και ο καπνός στην κουζίνα βοήθησαν στη διατήρηση τόσο των τροφίμων όσο και του ξύλινου σκελετού.»
Αναφορικά με τα παράθυρα μιας και πίσω στο 1800 η τέχνη του γυαλιού δεν ήταν ακόμη τόσο εξελιγμένη, καλύπτονταν με τεντωμένα στομάχια προβάτων. Ναι, ακούγεται αποκρουστικό, όμως τότε αποτελούσε μέρος της κατασκευής.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι Ισλανδοί κατάλαβαν ότι πρέπει να αρχίσουν να χρησιμοποιούν άλλα υλικά όπως ξυλεία, πέτρα και σκυρόδεμα και να αντικαταστήσουν τον χλοοτάπητα.
Μπορεί η μετάβαση να μην ήταν εύκολη ήταν όμως αναγκαία και πλέον τα σπίτια με χλοοτάπητα χρησιμοποιούνται κυρίως ως τουριστικά αξιοθέατα για τους επισκέπτες και ως σημεία της ιστορίας για τους ντόπιους.
Διαβάστε ακόμα στο intronews.gr
Tusheti: Ένα χωριό που αποκαλείται «ο κρυμμένος θησαυρός» της Ευρώπης