Περιεχόμενα
Ο ΠΟΥ και το ECDC προειδοποιούν για αύξηση του πληθυσμού των κουνουπιών ως συνέπεια της κλιματικής κρίσης, ενώ σε επιφυλακή βρίσκεται ο ΕΟΔΥ, αφού επισημαίνονται ορισμένα είδη που μεταδίδουν ασθένειες όπως ο δάγκειος πυρετός.
Με την κλιματική κρίση παρούσα σε οτιδήποτε σχετίζεται με τα τετκτενόμενα στη νότια Ευρώπη, πρόδηλος παρουσιάζεται και ο κίνδυνος μετάδοσης ασθενειών, όπως ο του Δυτικού Νείλου που ξεκίνησε από την Ελλάδα, και παρόλο που ακόμη ο αριθμός των κρουσμάτων δεν εμπνέει ανησυχία (συνολικά τρία περιστατικά), οι αρχές παραμένουν σε εγρήγορση, ειδικά μετά τις προειδοποιήσεις τόσο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) όσο και του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC).
Σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα τη χώρα μας, και οι πέντε περιοχές που δείχνουν περισσότερο επίφοβες, καθώς συγκεντρώνουν τον υψηλότερο εκτιμώμενο κίνδυνο για κρούσματα λοίμωξης με τον ιό του Δυτικού Νείλου, αφορούν τη Βόρεια Ελλάδα. Πρόκειται για την Πέλλα, την Ηρακλεία Σερρών, το Κιλκίς, την Κατερίνη και τον δήμο Θερμαϊκού. Αυτό έδειξαν τα μοντέλα που επεξεργάζεται η Επιχειρησιακή Μονάδα BEYOND του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών για το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιουλίου.
Διεθνείς ανησυχίες
Πριν ένα μήνα, το ECDC εξέπεμψε σήμα κινδύνου για το κουνούπι «τίγρης» και το Αιγυπτιακό κουνούπι, επισημαίνοντας ότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος στην Ευρώπη για εξάπλωση ασθενειών που μεταδίδονται από τα γνωστά έντομα, ως συνέπεια της κλιματικής αλλαγής. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2022, αναφέρθηκαν 1.133 κρούσματα και 92 θάνατοι εξαιτίας λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καταρρίπτοντας το «ρεκόρ» από το 2018, χρονιά που η νόσος ήταν σε επιδημική έξαρση.
Παράλληλα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προειδοποιεί ότι τα κρούσματα του Δάγκειου πυρετού ενδέχεται να φτάσουν σε υψηλό επίπεδο εφέτος, με έναν από τους λόγους να αποδίδεται στην υπερθέρμανση του πλανήτη, που ευνοεί την κυκλοφορία των κουνουπιών. Είναι χαρακτηριστικό ότι η επίδραση του Δάγκειου πυρετού αυξάνεται παγκοσμίως. Από το 2000, τα εντοπισμένα κρούσματα έχουν οκταπλασιαστεί, φθάνοντας τα 4,2 εκατομμύρια μέσα στο 2022.
Το είδος κουνουπιού Aedes aegypti (κουνούπι «τίγρης»), γνωστός φορέας των ιών τσικουνγκούνια και Δάγκειου πυρετού, εγκαθίσταται πιο βόρεια και δυτικά στην Ευρώπη, σύμφωνα με το ECDC. Επίσης, το Aedes aegypti, γνωστό ότι μεταδίδει τους ιούς του δάγκειου πυρετού, του κίτρινου πυρετού, του τσικουνγκούνια, του Ζίκα και του Δυτικού Νείλου, έχει εγκατασταθεί στην Κύπρο από το 2022 και ενδέχεται να συνεχίσει να εξαπλώνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Τι γίνεται στην Ελλάδα
Στη χώρα μας πάντως, ο ιός του Δυτικού Νείλου απασχολεί κάθε καλοκαίρι τις υγειονομικές αρχές. Η κυκλοφορία του εφέτος έχει ξεκινήσει εδώ και δύο εβδομάδες και έχουν καταγραφεί συνολικά τρία περιστατικά, εκ των οποίων τα δύο με εκδηλώσεις στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα, ενώ και τα τρία νοσηλεύτηκαν σε νοσοκομείο. Προς το παρόν δεν έχει καταγραφεί κανένας θάνατος εξαιτίας του ιού. Ο αριθμός των κρουσμάτων είναι μικρός για την ώρα, οι υγειονομικές αρχές, όμως, είναι σε επιφυλακή. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα αποτελέσματα οροεπιδημιολογικής μελέτης που είχε διεξαχθεί το 2010, σε κάθε ένα κρούσμα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου με προσβολή του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, αντιστοιχούν περίπου 140 μολυνθέντες από τον ιό.
To 2022, στην Ελλάδα διαγνώσθηκαν και δηλώθηκαν 286 εγχώρια κρούσματα λοίμωξης από τον ιό του Δυτικού Νείλου, εκ των οποίων τα 184 παρουσίασαν εκδηλώσεις από το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα. Επίσης, καταγράφηκαν συνολικά 33 θάνατοι σε ασθενείς με λοίμωξη από τον ιό και με εκδηλώσεις από το ΚΝΣ, κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους. Όσοι έχασαν τη ζωή τους είχαν ηλικία άνω των 58 ετών.
Όσον αφορά στο δάγκειο πυρετό, ο ΕΟΔΥ κατέγραψε το 2022 πέντε εισαγόμενα κρούσματα. Με πρόσφατη ενημέρωσή του προς τους επαγγελματίες υγείας, ο Οργανισμός εφιστά την προσοχή, καθώς, όπως λέει, η παρουσία του είδους κουνουπιού Aedes aegypti (του βασικού ικανού διαβιβαστή του δάγκειου πυρετού) στις ανατολικές παράκτιες περιοχές του Ευξείνου Πόντου/ Μαύρης Θάλασσας (περιοχές Τουρκίας, Γεωργίας και Ρωσίας), καθώς και η πρόσφατη καταγραφή του συγκεκριμένου είδους στην Κύπρο, καταδεικνύει τον κίνδυνο εισαγωγής αυτού του χωροκατακτητικού είδους και στη χώρα μας.