Η σπατάλη των τροφίμων ολοένα και αυξάνεται, όσο μεγαλώνει η παγκόσμια βιομηχανία παραγωγής τους. Την ώρα που περίπου το 10% του παγκόσμιου πληθυσμού πεινάει και δεν έχει τα προς το ζην, το 40% των τροφίμων πετιέται. Αυτά τα βρώσιμα απόβλητα συμβάλλουν επίσης στην κλιματική αλλαγή, αυξάνοντας τον κίνδυνο του επισιτισμού.

Η γεωργική γη καταλαμβάνει ήδη το 38% του συνόλου της γης, καταλαμβάνοντας περίπου 19 εκατομμύρια τετραγωνικά μίλια. Ωστόσο, για να καλυφθούν οι ανάγκες των αυξανόμενων πληθυσμών, οι γεωργικές περιοχές θα πρέπει να επεκταθούν. Στην ανάγκη για παραγωγή περισσότερων τροφίμων, ορισμένες μέθοδοι καλλιέργειας αφαιρούν θρεπτικά συστατικά από το έδαφος, τροφοδοτούν την κλιματική αλλαγή και οδηγούν στην απώλεια βιοποικιλότητας. Μπορεί επίσης να υπονομευτούν τοι ευκαιρίες των μελλοντικών γενεών να καλλιεργήσουν τρόφιμα.

Ο μόνος τρόπος για να αποφύγουμε τους κινδύνους που εγκυμονούν και να παράγουμε περισσότερη τροφή, είναι να αξιοποιήσουμε τα απόβλητα. Τεράστιες ποσότητες βρώσιμων τροφίμων που πετιούνται καθημερινά από αγρότες, προμηθευτές, κατασκευαστές, λιανοπωλητές και τελικά καταναλωτές είναι η λύση.

Εκτιμάται ότι σπαταλούνται 1,2 δισεκατομμύρια τόνοι φαγητού, που ισοδυναμεί με το βάρος 10 εκατομμυρίων γαλάζιων φαλαινών, πριν καν φτάσουν στα καταστήματα. Χάνονται σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού, η οποία γίνεται πιο περίπλοκη λόγω των εμπορικών δικτύων, προσθέτοντας κρίκους από το χωράφι μέχρι τη συγκομιδή, κατά την επεξεργασία και τη μεταφορά.

Κατά μέσο όρο, το 14% των τροφίμων χάνεται μεταξύ της συγκομιδής και της διανομής, με τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη (όπου χάνεται το 16% των τροφίμων) να είναι πιο σπάταλες από λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές, όπως η Ωκεανία (όπου χάνεται το 8% των τροφίμων) και η Λατινική Αμερική και την Καραϊβική. Μέχρι το 2050, περίπου το 80% όλων των τροφίμων θα καταναλώνεται στις πόλεις.

Η απώλειά του, οφείλεται πρώτον στην έλλειψη εργατικού δυναμικού και υποδομών για την κατάλληλη μεταφορά κι αποθήκευση στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στις βιομηχανικές χώρες από την άλλη, ο καπιταλισμός και  οι τιμές της αγοράς για τις καλλιέργειες, ωθούν στην σπατάλη. Οι αγρότες μπορεί να επιλέξουν να μην ελέγξουν πλήρως τα χωράφια τους, αν οι τιμές είναι χαμηλές. Τα προϊόντα που δεν είναι τέλεια και δεν αξίζει να τα μαζέψουν καθώς οι καταναλωτές τα αποφεύγουν, χάνονται. Τα υπερβολικά ώριμα φρούτα, τα λαχανικά ή τα προϊόντα χαμηλής ποιότητας καταλήγουν σε χωματερές ή απλώς αφήνονται στο έδαφος.

Παρότι η διατήρηση των βρώσιμων αποβλήτων μπορεί να λύσει την επισιτική ανασφάλεια και την κλιματική κρίση, δεν είναι κάτι εύκολο να συμβεί. Πόσο μάλλον με τον ρυθμό που επιτάσσουν οι ανάγκες. Οι γεωπόνοι επιστήμονες για πιο άμεσα αποτελέσματα, αναγκάζονται να βρουν μερικές καινοτόμες ιδέες.

Πώς θα προλάβουμε την σπατάλη των τροφίμων

Ένας τρόπος θα μπορούσε να είναι η χρήση ρομπότ για την συγκομιδή, που σημαίνει ότι οι καλλιέργειες επιλέγονται με μεγαλύτερη ακρίβεια. Μπορεί όμως τα μηχανήματα να έχουν ελαττώματα όταν πρόκειται για τον εντοπισμό ώριμων καλλιεργειών. Έτσι, η Stephanie Walker, επιστήμονας καλλιεργειών στο New Mexico State University, πειραματίζεται με την προσαρμογή των καλλιεργειών στις ανάγκες των ρομπότ.

Χρησιμοποιεί επιλεκτική αναπαραγωγή για να παράγει τσίλι που λειτουργούν καλύτερα με μηχανήματα συγκομιδής, καθώς οι πιπεριές είναι δύσκολο να μαζευτούν. Τα φυτά είναι θαμνώδη και ο καρπός βρίσκεται κοντά στο κοτσάνι. Τα πράσινα τσίλι είναι τα πιο σκληρά από όλα, καθώς δεν είναι ακόμη ώριμα, επομένως δεν αποσπώνται από το φυτό. Έτσι, έφτιαξε το NuMex Odyssey, ένα μονόκλωνο τσίλι με καρπό που κάθεται ψηλότερα στο φυτό, ειδικά σχεδιασμένο για μηχανική συγκομιδή.

Μετά την συγκομιδή, το φυτό μπορεί να έχει μικρή αξία για έναν αγρότη. Ορισμένοι χρησιμοποιούν αυτά τα γεωργικά υποπροϊόντα, που διαφορετικά θα πήγαιναν χαμένα, σε προϊόντα περιποίησης δέρματος έως υφάσματα που παρασκευάζονται από άμυλο. Επίσης, τα έντομα που τρέφονται με φυτικά απόβλητα γίνονται τροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες για ζώα και ανθρώπους. Στις ΗΠΑ, η σόγια που απομένει από την παραγωγή τόφου, μετατρέπεται σε αλεύρι χωρίς γλουτένη.

Η αγορά ανακυκλωμένων προϊόντων διατροφής, φτάνει τα 46 δισεκατομμύρια δολάρια. Για παράδειγμα, για κάθε τόνο ρυζιού που παράγεται, καλλιεργείται ένας τόνος άχυρου, που μπορεί να υποστεί επεξεργασία για την παραγωγή βιοαερίου, παρέχοντας ενέργεια τόσο για οικιακές όσο και για εμπορικές χρήσεις. Η Emma Chow, η οποία ηγείται του Ellen MacArthur Foundation Food Initiative επισημαίνει: «Μπορούμε να μετατρέψουμε τα γεωργικά απόβλητα και τα υποπροϊόντα σε νέα συστατικά, αξιοποιώντας στο έπακρο αυτό που ήδη παράγουμε».

Ακόμα κι αυτό που προτείνει δεν είναι εύκολο για όλες τις χώρες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, όμως, το 84% των φρούτων και το 46% των λαχανικών εισάγονται. Η κλιματική αλλαγή, η λειψυδρία , η έλλειψη εργατικού δυναμικού και ο Covid-19 απειλούν. Η καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών πιο κοντά στο σπίτι θα μπορούσε να μας προστατεύσει μελλοντικά. Για παράδειγμα ευπαθή λαχανικά, όπως τα μαρούλια, που χαλάνε κατά τη μεταφορά, ενδείκνυνται για αστική καλλιέργεια.

Επί του παρόντος, δημιουργούνται 2,8 δισεκατομμύρια τόνοι οργανικών αποβλήτων στα αστικά κέντρα, αλλά λιγότερο από το 2% αυτών χρησιμοποιείται ξανά. Τα απορριπτόμενα προϊόντα, τα υποπροϊόντα και τα λύματα είναι όλα γεμάτα θρεπτικά συστατικά που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την καλλιέργεια νέων τροφίμων ή τη δημιουργία βιοϋλικών.

Συχνά, τα υποπροϊόντα περιλαμβάνουν  πίτουρο που έχει απομείνει από την παραγωγή ζυμαρικών, το οποίο μπορεί να γίνει χαρτί, έχουν φλούδα πορτοκαλιού και ίνες ξύλου που μετατρέπονται σε βιώσιμα υφάσματα και υπολείμματα αμύλου και ζυθοποιίας που χρησιμοποιούνται αντί των πλαστικών συσκευασιών. Η επαναχρησιμοποίηση πόρων μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της σπατάλης, αλλά τι θα γινόταν αν αυτή η ιδέα φτάσει στα άκρα;

Παράλληλα, ορισμένες φάρμες αφήνουν μεγάλες ποσότητες αγροχημικών, οργανικής ύλης και υπολειμμάτων φαρμάκων στο περιβάλλον. Η γεωργική απορροή μολύνει τα υδάτινα οικοσυστήματα, θέτοντας ακόμα και την ανθρώπινη υγεία. Η ρύπανση από θρεπτικά συστατικά μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ευτροφισμό, δηλαδή όταν το νερό εμπλουτίζεται τόσο με θρεπτικά συστατικά που τα φύκια και τα φυτά αναπτύσσονται σε αφθονία. Αυτές οι ανθίσεις φυκιών δημιουργούν νεκρές ζώνες, όπου η υδρόβια ζωή δεν μπορεί να επιβιώσει.

Θα μπορούσε, όμως, μια κλειστή φάρμα να ανακυκλώσει όλα τα απόβλητά της και να μην αφήσει αποτύπωμα στο περιβάλλον; Η παραγωγή τροφίμων σε θερμοκήπια, πολυσήραγγα ή αποθήκες με συστήματα όπως κάθετη γεωργία, υδροπονία, αεροπονία και υδροπονία, είναι αρκετά διαδεδομένη.

Το Aquaponics χρησιμοποιεί ανακύκλωση θρεπτικών ουσιών και ανακύκλωση νερού και μπορεί να λειτουργήσει με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Είναι ένας συνδυασμός υδατοκαλλιέργειας και υδροπονίας, δεν χρειάζεται λιπάσματα, φυτοφάρμακα ή ζιζανιοκτόνα και τίποτα δεν αφήνεται στο περιβάλλον. Δεν χάνονται θρεπτικά συστατικά και το νερό ανακυκλώνεται συνεχώς. Αυτή η τεχνική καλλιέργειας θα μπορούσε να επιτρέψει στους αστικούς πληθυσμούς να παράγουν φρέσκα τοπικά προϊόντα με μικρή ή καθόλου αλυσίδα εφοδιασμού τροφίμων ή ρύπανση.

Φαίνεται κάτι πολύ χρήσιμο, αφού κάθε χρόνο, το 70% του προσβάσιμου γλυκού νερού στον κόσμο χρησιμοποιείται για τη γεωργία, αλλά σχεδόν το μισό από αυτό χάνεται στο περιβάλλον.