Κάθε χειμώνα ο τοξικός αέρας της πρωτεύουσας της Ινδίας επιβαρύνεται με καπνούς από τις φωτιές που βάζουν οι αγρότες. Ωστόσο, οι φωτιές δεν σταματούν με το φαινόμενο να επαναλαμβάνεται διαρκώς κάτι που σύμφωνα με τον ειδικό σε θέματα περιβάλλοντος, Mridula Ramesh οφείλεται στο νερό.

Η μόλυνση της ατμόσφαιρας κοστίζει κάθε χρόνο στην Ινδία 95 δις δολάρια. Από τα μέσα Μαΐου μέχρι τα μέσα Οκτώβρη  η ποιότητα της ατμόσφαιρας γίνεται από μέτρια μέχρι ανθυγιεινή για ευάλωτες ομάδες με προβλήματα υγείας.

Όμως, τον χειμώνα η κατάσταση γίνεται χειρότερη αφού, η ατμοσφαιρική μόλυνση κατεβαίνει πολύ χαμηλότερα, περίπου στο μισό, κάνοντας την πιο αισθητή. Σε αυτό το ήδη αποπνικτικό μείγμα, προστίθενται καπνοί από δύο εστίες, τις φωτιές που βάζουν οι αγρότες και  τις κροτίδες που ανάβουν στο φεστιβάλ Diwali αυξάνοντας δραματικά τα επίπεδα της ρύπανσης,

https://www.intronews.gr/10071-2-mikroorganismoi-rypansi-trone-plastiko/tech/perivallon/

 

Την πρώτη εβδομάδα του Νοεμβρίου του 2021 τα επίπεδα μόλυνσης ξεπέρασαν τα φυσιολογικά γεγονός που οφειλόταν κυρίως στην καύση καλαμιών η οποία αντιπροσώπευε το 42% των επιπέδων των PM2,5 τα οποία είναι μικροσκοπικά σωματίδια που εισέρχονται στους πνεύμονες.

Κάθε ένα από τα χωράφια που καίγεται δέχεται περίπου 500-700 χιλιοστά βροχόπτωσης τον χρόνο κάτι που σημαίνει ότι είναι αδύνατον να καλυφθούν οι ανάγκες για νερό που έχουν οι καλλιέργειες ρυζιού και σιταριού. Στην προσπάθεια τους να καλύψουν τις ανάγκες τους οι αγρότες τραβάνε νερό από τα υπόγεια αποθέματα αφαιρώντας 48 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα υπόγειων υδάτων ετησίως, όσο περίπου είναι η συνολική ετήσια δημοτική απαίτηση σε νερό της Ινδίας.

Πως ξεκίνησε αυτό;

Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, οι Ινδοί καλλιεργούσαν σύμφωνα με το νερό που είχαν από την βροχή όμως οι συνθήκες άρχισαν να αλλάζουν όταν οι Βρετανοί αποφάσισαν να οχυρώσουν τα βορειοδυτικά σύνορα της Ινδίας έναντι πιθανής ρωσικής εισβολής. Κατασκεύασαν κανάλια που συνδέουν τα ποτάμια του Παντζάμπ, φέρνοντας νερό και έκοψαν δάση, για να τροφοδοτήσουν με ξύλα τους σιδηροδρόμους που θα μετέφεραν τα προϊόντα επιβάλοντας σταθερό φόρο πληρωτέο σε μετρητά.

Αυτές οι αλλαγές έκαναν τους αγρότες να πιστέψουν ότι πλέον θα υπάρχει αφθονία στην παροχή νερού και επέλεξαν καλλιεργήσιμα είδη ευπώλητα που θα τους επέτρεπαν να πληρώσουν τους φόρους τους. Η κατανάλωση υπόγειων υδάτων είναι τόσο μεγάλη που υπολογίζεται ότι  μέσα στα επόμενα 20-25 χρόνια οι πηγές θα στερέψουν.

Για πολιτικούς λόγους, η τιμολόγηση του νερού δεν μπαίνει σε ισχύ και στον αντίποδα θεσπίστηκε νόμος το 2009 ο οποίος απαγορεύει στους αγρότες την σπορά ορυζώνων πριν από μια συγκεκριμένη ημερομηνία. Ο στόχος ήταν να μειωθούν σημαντικά οι γεωτρήσεις και να περιορίζονται μόνο τους μήνες του καλοκαιριού.

Η καθυστέρηση στη φύτευση του ορυζώνα μείωσε το διάστημα μεταξύ της συγκομιδής των ορυζώνων και της σποράς του σιταριού και ο πιο γρήγορος τρόπος για να καθαρίσουν τα χωράφια ήταν να καούν. Μια λύση τρομερά επιβλαβή για το περιβάλλον που όμως οι αγρότες δεν είναι πρόθυμοι να εγκαταλείψουν.

Η μόνη βιώσιμη λύση λοιπόν, είναι να σεβαστούν οι Ινδοί το νερό τους, αλλάζοντας παράλληλα τις διατροφικές τους συνήθειες και κατ΄ επέκταση τις καλλιέργειες τους σε είδη που δεν απαιτούν τόσο μεγάλες ποσότητες νερού αντικαθιστώντας για παράδειγμα το σιτάρι με το κεχρί.

Διάβασε ακόμα : “Ένας σύμμαχος για τη σωτηρία: Γιατί οι μύκητες αποτελούν τα «θεμέλια» του φυσικού περιβάλλοντος”