Ουραγός στην αποτελεσματική διαχείριση στα σκουπίδια, παραμένει η χώρα μας, παραδοχή στην οποία καταλήγουν άπαντες, πολιτικοί και πολίτες, παρά τις συνεχείς νομοθετικές παρεμβάσεις και δεσμεύσεις για οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος.

Στην Ελλάδα σήμερα έχουν αλλάξει οι όροι συζήτησης του θέματος της αποτελεσματικής διαχείρισης στα σκουπίδια και κυρίως επικεντρώνεται γύρω από την ιδιωτικοποίηση υπηρεσιών της καθαριότητας αλλά και της καύσης.

Είναι τέτοιος ο ζήλος της κυβέρνησης για την καύση των σκουπιδιών που αν και η Ε.Ε. όρισε ως στόχο για την Ελλάδα να μην θάβει πάνω από το 10% των αστικών αποβλήτων ως το 2040, η κυβέρνηση έβαλε μικρότερο ορίζοντα, ως το 2030, ώστε να παρουσιάσει ως ακόμα πιο αναγκαία την καύση.

Η καύση απορριμμάτων είναι ασύμβατη με τους στόχους μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για την καταπολέμηση της κλιματικής κρίσης και προκαλεί την έκλυση τοξικών αέριων ρύπων, όπως διοξίνες, πτητικά βαρέα μέταλλα, ακόμα και υπερφθοριωμένα χημικά.

Έχει εκτιμηθεί πως η ανακύκλωση φέρνει καθαρά κλιματικά οφέλη σε σχέση με την καύση, της τάξης των 0,75 τόνων CO2 ανά τόνο αποβλήτων. Αν δηλαδή η καύση ενός τόνου αποβλήτων οδηγεί στην έκλυση ενός τόνου CO2, η ανακύκλωση οδηγεί στην έκλυση 0,25 τόνων CO2.

Σε χώρες όπως η Αυστρία, η Νορβηγία, η Δανία, η Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, η στροφή προς την καύση συνοδεύτηκε με χαμηλές επιδόσεις στη βελτίωση των επιδόσεων ανακύκλωσης.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει καλέσει τα κράτη μέλη να μην επενδύσουν στην καύση, αλλά στην ανάπτυξη συστημάτων στα ανώτερα στάδια της ιεραρχίας, όμως στην Ελλάδα η κυβέρνηση αγνοεί αυτή την κατεύθυνση.

Ο Αχιλλέας Πληθάρας, υπεύθυνος αποτυπώματος του WWF Ελλάς αναφέρει ότι η Κομισιόν θεωρεί πως κάθε νέος αποτεφρωτήρας έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της μη-πρόκλησης σημαντικής βλάβης.

Σκουπίδια: Η ελληνική κυβέρνηση παίρνει μια καταστροφική επιλογή, αγνοεί την Ε.Ε. και «φορτώνει» με πρόστιμα το ταμείο

Στην πρότασή της, η WWF Ελλάς αποδεικνύει την επικινδυνότητα της στροφής της Ελλάδας προς τη μαζική καύση σκουπιδιών. Πιο συγκεκριμένα, «η καύση συντελεί στην παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων αερίων θερμοκηπίου (η καύση ενός τόνου αποβλήτων οδηγεί στην έκλυση περίπου 1-1,2 τόνων CO2), ενώ προκαλεί την έκλυση τοξικών αέριων ρύπων (π.χ. διοξίνες, πτητικά βαρέα μέταλλα), με ό,τι αυτό σημαίνει για τη δημόσια υγεία και την υγεία του περιβάλλοντος».

Ακόμα, δεδομένου του τεράστιου κόστους δημιουργίας και λειτουργίας μονάδων καύσης που θα «παγιδεύσει» το σύστημα διαχείρισης για τα επόμενα 30-40 χρόνια, η ανακύκλωση και η πρόληψη θα καθηλωθούν, κι ενώ είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο πως η ανακύκλωση έχει 75-80% λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου σε σχέση με την καύση.

«Η Ελλάδα βρίσκεται απελπιστικά πίσω στη διαχείριση των αστικών αποβλήτων και η σημειακή βελτίωση δεν μπορεί να αποτελεί επιλογή», υπογραμμίζει ο υπεύθυνος αποτυπώματος της WWF. «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ο Συνήγορος του Πολίτη έχουν εντοπίσει εδώ και καιρό τα πολλά προβλήματα που έχουν συσσωρευτεί στον τομέα αυτό και καλούν σε σειρά διαρθρωτικών αλλαγών, χωρίς όμως να βρίσκουν ανταπόκριση από την ελληνική πολιτεία.

Η διαχείριση των αστικών αποβλήτων θα πρέπει να αποτελέσει σημείο σύγκλισης για όλες τις υγιείς πολιτικές δυνάμεις, καθώς η προβληματική διαχείριση μπορεί να φέρνει πολλά κέρδη σε λίγους, αλλά προκαλεί πολλαπλάσια βλάβη στα δημόσια οικονομικά, το περιβάλλον και στην υγεία των πολιτών».

Παράνομες χωματερές

Η Ελλάδα ακόμη καταβάλλει πρόστιμα για τη λειτουργία παράνομων χωματερών, μια άλλη υπόθεση για την οποία είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το 2005 και της είχε επιβληθεί πρόστιμο το 2014, καθώς λειτουργούσαν ακόμα στην επικράτειά της 1.125 χώροι ανεξέλεγκτης διαθέσεως αποβλήτων. Η χρηματική κύρωση ήταν τότε 10 εκατ. ευρώ εφάπαξ και 80.000 ευρώ ανά χωματερή για κάθε χρόνο που παραμένει ανοιχτή.

Σήμερα, σχεδόν μια δεκαετία μετά, η Ελλάδα εξακολουθεί να καταβάλλει το ποσό των 80.000 ευρώ, σε ετήσια βάση, για καθεμία από τις 23 χωματερές που παραμένουν ανοιχτές. Στόχος του ΥΠΕΝ, σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του Γενικού Γραμματέα Αποβλήτων κ. Μανώλη Γραφάκου είναι έως τέλος του 2024, τα πρόστιμα να έχουν μηδενιστεί.

Για να συμβεί ωστόσο αυτό, θα πρέπει αφενός να έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή όλων των υποδομών διαχείρισης απορριμμάτων στη χώρα, αλλά και να προχωρήσει η ανακύκλωση, η οποία παραμένει κάτω από 20%.

Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν προ ημερών στη 15η Πανελλήνια Σύνοδο ΦΟΔΣΑ (Φορείς Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων) η ανακύκλωση και η ανάπτυξη διαλογής στην πηγή διακριτών ρευμάτων σκουπιδιών, βρίσκονται σε στασιμότητα, ιδίως σε σχέση με τους στόχους του Εθνικού Σχεδίου Διαχείρισης Αποβλήτων (ΕΣΔΑ) 2020 – 2030 και την ενδιάμεση χρονολογία του 2025.

Το γεγονός αυτό, όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της Συνόδου, οδηγεί στην ανάγκη υποβολής πρότασης από τη χώρα στην Κομισιόν, για αναθεώρηση και χρονική μετατόπισή από το 2025 στο 2030 ως προς την επίτευξη των στόχων της ανακύκλωσης. Επίσης, ο στόχος μείωσης του ποσοστού ταφής απορριμμάτων στο 10% πρέπει να μετατοπιστεί από το 2030 στο 2035.

Επιπλέον, η Ελλάδα βρίσκεται υπόλογη στην Ε.Ε. και για άλλες υποθέσεις διαχείρισης αποβλήτων. Καταβάλλει, επί του παρόντος, πρόστιμα και για τη μη ορθή διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων σε ολόκληρη τη χώρα.