Το μότο των επόμενων εκλογών, ούτε ένα μήνα μετά τις προηγούμενες, το έδωσε ξεκάθαρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης με μια, βαρύνουσας σημασίας, ατάκα: «Η κάλπη είναι ξανά άδεια». Και όντως, τίποτε δεν θα είναι ίδιο με την 21η Μαΐου. Ούτε για τη Νέα Δημοκρατία, ούτε για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ποιος άραγε φοβάται περισσότερο την επόμενη κάλπη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή ο Αλέξης Τσίπρας;

Εκ διαμέτρου αντίθετη λογική

Προεκλογικά η ΝΔ επέλεξε συχνά να συγκρουστεί με τα κοινωνικά στρώματα που ούτως ή άλλως δεν θα τη στήριζαν – ουδέποτε επένδυσε στο να είναι πλειοψηφική δύναμη π.χ. στη νεολαία των πανεπιστημίων ή σε όσους νιώθουν αλληλεγγύη για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Αντιθέτως, στο δικό της κοινό μπορούσε να προβάλλει τον φράχτη στον Έβρο ως ένα από τα κορυφαία κυβερνητικά έργα. Απέδωσε, προφανώς, μαζί με την πολιτική παροχών εν μέσω πανδημίας και ακρίβειας που ευνόησαν τη μεσαία και τη μικρή τάξη.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προέταξε ένα θέμα που δεν ήταν καν δικό του, μιας και οι υποκλοπές αφορούσαν καθαρά στο ΠΑΣΟΚ. Κι ενώ όλες οι έρευνες έδειχναν ότι επ’ ουδενί απασχολούσε τους ψηφοφόρους αν ο Μητσοτάκης παρακολουθούσε τον Ανδρουλάκη (ή / και άλλους), συνεχίστηκε η εν λόγω ρητορική παράλληλα με την προοδευτική διακυβέρνηση – κάλεσμα προς ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ25 για μετεκλογική συνεργασία. Ένα αφήγημα που κατέληξε να σε «κυβέρνηση ανοχής» και σε κάλεσμα χρυσαυγίτικων ψηφοφόρων.

Mητσοτάκης – Οι προτεραιότητες της νέας τετραετίας

Στο μικροσκόπιο του επιτελείου του Μητσοτάκη έχει ήδη μπει ο εκλογικός χάρτης και τα ποιοτικά δεδομένα της κάλπης, ώστε να χαραχτεί στα επόμενα 24ωρα η ανανεωμένη προεκλογική στρατηγική. Στοχευμένη για να διατηρηθεί υψηλά το ποσοστό της τάξεως του 40,79% που έλαβε η ΝΔ στις κυριακάτικες εκλογές.

Η δυναμική των προσώπων, όπως αποτυπώθηκε στην ιδιαίτερη συνθήκη της κάλπης της απλής αναλογικής, μπορεί να αποδειχθεί άλλωστε καθοριστική για την επόμενη μέρα: όχι μόνο για τον (ενισχυμένο) ρόλο τους για την προώθηση των γαλάζιων μηνυμάτων ενόψει της 25ης Ιουνίου αλλά πιθανώς και για τη… μεθεπόμενη μέρα, εφόσον η ΝΔ κερδίσει τις εκλογές και σχηματίσει νέα κυβέρνηση.

Ως τότε όμως, ως προειδοποίησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης απαγορεύεται ο εφησυχασμός. Ναι μεν η Νέα Δημοκρατία δεν κινδυνεύει να απωλέσει την προδιαγραφόμενη αυτοδυναμία στις προσεχείς αρχαιρεσίες, πλην όμως αν τυχόν μειωθούν τα ποσοστά της και ενισχυθούν των άλλων κομμάτων τότε είναι υπαρκτό το σενάριο να μην έχει 151 έδρες.

Κομβικός θα είναι ο ρόλος του Παύλου Μαρινάκη, που ανέλαβε να «τσεκάρει» τους πάντες και τα πάντα ούτως ώστε να υπάρχει μία κοινή γραμμή πλεύσης. Αφορμή για τούτο ήταν η ατάκα του Άδωνη Γεωργιάδη για τις 180 έδρες και την αναθεώρηση του Συντάγματος, τον οποίο «άδειασε» άμεσα ο Νίκος Δένδιας.

Επίσης, αναμένεται στη νέα προεκλογική περίοδο να βγουν μπροστά σε πάνελ, εκπομπές και ομιλίες τα είκοσι πρωτοκλασάτα στελέχη της παράταξης.

Στην Πειραιώς φοβούνται περισσότερο τη λεγόμενη «χαλαρή ψήφο». Είτε κάποιους που δεν θα ξαναπάνε στην κάλπη, είτε άλλους που θα επιλέξουν μικρότερα κόμμα σκεπτόμενοι πως η πρωτιά και η αυτοδυναμία της ΝΔ είναι «σιγουράκι» και δεν χρειάζεται την ψήφο τους. Το εν λόγω μήνυμα θα κληθούν να περάσουν όλοι οι υποψήφιοι, ασχέτως αν οι προσεχείς εκλογές είναι με λίστα και όχι με σταυρό.

Ήδη από τη συνομιλία που είχε με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, έδωσε το περίγραμμα του περιεχομένου που θέλει να δώσει στην ατζέντα της δεύτερης προεκλογικής περιόδου και έθεσε δε δύο σημαντικές προτεραιότητες της νέας τετραετίας, εφόσον η ΝΔ επανεκλεγεί στην εξουσία. Η μία είναι η αύξηση των μισθών και η άλλη, οι υψηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης, με παράλληλη μείωση των ανισοτήτων. «Τα τελευταία δύο χρόνια», είπε ο κ. Μητσοτάκης, «μειώσαμε πράγματι τις ανισότητες, επειδή προσφέραμε στοχευμένη βοήθεια σε όσους είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της κρίσης που επηρέασε το κόστος ζωής».

Τσίπρας – Σε κίνδυνο το ψυχολογικό όριο των 20 μονάδων

Στην Κουμουνδούρου επικρατεί, ευλόγως, κατήφεια για το «βαρύ» εκλογικό αποτέλεσμα, ωστόσο πρωταρχικός στόχος αυτή τη στιγμή είναι να διασφαλιστεί η ενότητα  και να γίνουν άμεσα όλες οι απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις ώστε η συμμετοχή στον δεύτερο γύρο των εκλογών να γίνει με τους καλύτερους δυνατούς όρους και για το κόμμα. Η πρώτη συζήτηση επικεντρώθηκε στη χαμένη ευκαιρία της απλής αναλογικής, με τον ΣΥΡΙΖΑ να στρέφει τα «πυρά» του στα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης και όχι, αυτή τη φορά, προς τη ΝΔ, κατηγορώντας με τη στάση τους την απαξίωσαν κι άνοιξαν το δρόμο για ευρεία επικράτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Με δεδομένο ότι κάθε πιθανή συζήτηση σχετικά με την ηγεσία του κόμματος να μετατίθεται για μετά τις δεύτερες κάλπες, πιθανώς στο συνέδριο του Σεπτεμβρίου, στον ΣΥΡΙΖΑ ρίχνουν το βάρος στον ανασχεδιασμό της στρατηγικής ενόψει των νέων εθνικών εκλογών. Το έργο, βουνό μιας και στον ΣΥΡΙΖΑ, σε σχέση με τις προηγούμενες εθνικές εκλογές, έχασαν 11 ποσοστιαίες μονάδες και συνολικά σχεδόν 600.000 ψήφους.

Φαίνεται πως τα όργανα του κόμματος επικεντρώθηκαν στο τι πρέπει να αλλάξει εφεξής και ποιο μήνυμα πρέπει να εκπέμψουν στους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να επιστρέψουν στη «δεξαμενή» του κόμματος.

Ειδάλλως για τον ΣΥΡΙΖΑ ελλοχεύει ο κίνδυνος να βρεθεί ακόμη και κάτω από το, ψυχολογικό πια, όριο του 20% και η νομοτέλεια να τον οδηγήσει, αργά ή γρήγορα, μακριά από την αξιωματική αντιπολίτευση την οποία, επί δικαίω, εποφθαλμιά το ΠΑΣΟΚ. Μόνο αν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι συσπείρωση των ψηφοφόρων του κόμματος έφτασε μόλις στο 66,8% ενώ ένα 9,1% έφυγε προς τη Νέα Δημοκρατία, ομοίως άλλο ένα 9,1% ενίσχυσε τις τάξεις του ΠΑΣΟΚ, είναι δείγμα της αποσύνθεσης των ψηφοφόρων του.

Κάθε πόδι σε μία βάρκα

Αν εμμέναμε στο θέμα του φόβου, εννοείται πως στην Κουμουνδούρου είναι μεγαλύτερος. Ο Αλέξης Τσίπρας έχει κάθε πόδι σε μία βάρκα: από τη μια να ροκανίσει τη διαφορά από τη ΝΔ κι από την άλλη να μην πλησιάσει το ΠΑΣΟΚ με παράλληλη απώλεια της δεξαμενής των ψηφοφόρων του.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης οδήγησε μεν τη ΝΔ σε περήφανο εκλογικό θρίαμβο με υψηλότατο ποσοστό, δίχως καμία φθορά (αλλά με κέρδη) μετά από μια 4ετία, κάτι πρωτοφανές, ωστόσο θα ξεχαστεί γρήγορα αν τυχόν δεν κρατηθεί στα επίπεδα του 40%+ στις κάλπες της 21ης Ιουνίου. Τον δρόμο τον ξέρει, τον διένυσε στην προηγούμενη προεκλογική περίοδο.