Στο φως της δημοσιότητας ήρθε, τη Δευτέρα (10/04), το σκεπτικό για την καταδικαστική απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου σε βάρος του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών & Ενημέρωσης, Νίκου Παππά, σχετικά με την υπόθεση του λεγόμενου «ΣΥΡΙΖΑ Channel».

Ειδικότερα, σύμφωνα με τους δικαστές ο Νίκος Παππάς «διακατέχομενος από αίσθημα υπεροχής και κυριαρχίας χωρίς επίγνωση των σοβαρών επιπτώσεων των ενεργειών του στο δημόσιο συμφέρον το οποίο υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε ως κρατικός λειτουργός κατέχοντας το ύψιστο αξίωμα του υπουργού υπό την επίφαση της τήρησης του νόμου και της δι’ αυτού επιβολής νομιμότητας στον τηλεοπτικό χώρο ενεργούσε με μοναδικό σκοπό την απόκτηση μέσω του δεύτερου κατηγορουμένου (σ.σ. Χρήστο Καλογρίτσα), τον οποίον αυτός καθοδηγούσε σε κάθε ενέργεια του τηλεοπτικού σταθμού φερέφωνου των πολιτικών ιδεών και δράσεων της τότε κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου».

Πάντως, στις 24 Φεβρουαρίου, την ανώτατη προβλεπόμενη ποινή επέβαλε το Ειδικό Δικαστήριο στον Νίκο Παππά, καταδικάζοντάς τον σε δύο έτη φυλάκιση. Ακόμα, στον Χρήστο Καλογρίτσα επέβαλε χρηματική ποινή 5.000 ευρώ.

Ολόκληρο το σκεπτικό της καταδικαστικής απόφασης για τον Παππά

«Ο Νίκος Παππας είχε επωμιστεί, υποκαθιστώντας το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ), την υπηρεσιακή αρμοδιότητα της όλης διαγωνιστικής διαδικασίας, που θα κατέληγε στη χορήγηση τηλεοπτικών αδειών, κατά τρόπο που θα διασφάλιζε απολύτως τις αρχές της νομιμότητας, της αντικειμενικότητας, της πολυφωνίας, της διαφάνειας και του υγιούς ανταγωνισμού και θα επέτρεπε οποιαδήποτε κυβερνητική η κομματική επιρροή ή παρέμβαση ώστε να εξασφαλιστούν όλες οι ρυθμιστικές συνθήκες, οι οποίες ήταν απαραίτητες προκειμένου να λειτουργήσει με τον πλέον αντικειμενικό, διαφανή και αποτελεσματικό τρόπο η αγορά των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα.

Όφειλε, λοιπόν, ως όργανο του κράτους που η εξουσία του απέρρεε από τον λαό, και προς όφελος του οποίου έπρεπε να την ασκεί, να τηρεί κατά γράμμα τις συνταγματικές επιταγές και να  απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία θα ήταν αντίθετη στις υπηρεσιακές του υποχρεώσεις. Επιπροσθέτως, δε, να περιφρουρεί και να ελέγχει τις ενέργειες των οργάνων, στα οποία ο ίδιος είχε αναθέσει την τήρηση των διαδικασιών της διενέργειας της δημοπρασίας ήτοι τα στελέχη και τους υπαλλήλους της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας που αποτελεί δημόσια υπηρεσία, της οποίας προΐσταται.

Παρά ταύτα, ο Νίκος Παππας με εξακολουθητικές ενέργειες (πράξεις ή παραλείψεις) αντίθετες στα υπηρεσιακά του καθήκοντα και αντιβαίνουσες στις υπηρεσιακές του υποχρεώσεις που απέβαλαν την τήρηση των αρχών της νομιμότητας και της αμεροληψίας και οι οποίες απέρρεαν από την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, επιδίωξε να υλοποιήσει τον σχεδιασμό  που είχε καταστρωθεί από τον ίδιο, αλλά και από άλλα ηγετικά στελέχη του – τότε – κυβερνώντος κόμματος (σ.σ. ΣΥΡΙΖΑ), τα στοιχεία των οποίων δεν έχουν εξακριβωθεί, με σκοπό – κατά παράβαση των συνταγματικών αρχών – την απόκτηση μέσων μαζικής ενημέρωσης, τα οποία να τελούν υπό τον έλεγχο τους και να προωθούν τις πολιτικές θέσεις και ενέργειες της – τότε – κυβέρνησης (ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ), του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου του κατηγορούμενου.

Συγκεκριμένα, σχεδίασε την απόκτηση ενός τηλεοπτικού σταθμού πανελλήνιας εμβέλειας μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας και μιας πολιτικής εφημερίδας, πανελλήνιας κυκλοφορίας, ώστε εκμεταλλευόμενος αθεμίτως τη μεγάλη εμβέλεια, τη χρονική αμεσότητα και την ιδιαίτερη δύναμη επιρροής των μέσων αυτών να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη υπέρ αυτών, με το επιχείρημα ότι οι όλοι τότε λειτουργούντες μεγάλοι τηλεοπτικοί σταθμοί διάκειντο εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ».

Το χρονικό της υπόθεσης

Οι δικαστές αναφέρονται, επίσης, λεπτομερώς στο χρονικό του σχεδίου να αποκτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τηλεοπτικό σταθμό μέσω του Χρήστου Καλογρίτσα.

Αναλυτικά, οι δικαστές τονίζουν: «Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2016, ο Νίκος Παππάς ενεργώντας για τον εαυτό του αλλά και για λογαριασμό της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, εκμεταλλευόμενος τις ιδιαίτερα στενές σχέσεις που διατηρούσε με τον συγκατηγορούμενο του, συνεπικουρούμενος από ομάδα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να ενισχύσει της αναγκαιότητα του εγχειρήματος, έχοντας πλήρη γνώση της αφοσίωσης του Χρήστου Καλογρίτσα στην Αριστερά, ύστερα από επανειλημμένες συζητήσεις, οι οποίες έγιναν, κυρίως στα επαγγελματικά γραφεία του δεύτερου κατηγορούμενου, αλλά και στο Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο αυτός συχνά επισκεπτόταν, του ζήτησε να βοηθήσει στη δημιουργία τηλεοπτικού σταθμού και την έκδοση πολιτικής εφημερίδας.

Συγκεκριμένα, ο πρώτος κατηγορούμενος (σ.σ. Νίκος Παππάς) ζήτησε από τον Χρήστο Καλογρίτσα να «δανείσει» το όνομά του, δηλαδή να υποβάλει ο ίδιος αίτηση συμμετοχής στη δημοπρασία για την απόκτηση μιας εκ των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών και ίδρυση τηλεοπτικού σταθμού ενεργώντας, όμως, εν τοις πράγμασι για λογαριασμό του πρώτου κατηγορουμένου Νίκου Παππά ως δικό του παρένθετο πρόσωπο, σύμφωνα με τις οδηγίες και τις εντολές του.

Και τούτο, διότι ο πρώτος κατηγορούμενος λόγω της υπουργικής ιδιότητάς του δεν είχε το δικαίωμα να ασκήσει οποιαδήποτε επαγγελματική δραστηριότητα, πολλώ δε μάλλον να μετάσχει σε επιχείρηση που θα διεκδικούσε μία εκ των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών. Ο ανωτέρω σχεδιασμός του πρώτου κατηγορουμένου, που τελούσε υπό την έγκριση του κομματικού μηχανισμού, απέβλεπε στην ίδρυση τηλεοπτικού σταθμού πανελλήνιας εμβέλειας, ο οποίος θα ελεγχόταν από τον πρώτο κατηγορούμενο και τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ και θα προωθούσε τις πολιτικές θέσεις και δράσεις του κόμματος και της – τότε – κυβέρνησης, αλλά και του ίδιου ως υπουργού αυτής με σκοπό την υπέρ αυτόν άσκηση επιρροής στον πολιτικό προσανατολισμό της κοινής γνώμης.

Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι ο πρώτος κατηγορούμενος ανέλαβε να υλοποιήσει τον σχεδιασμό του ίδιου και της κυβερνητικής ηγεσίας για την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού και εφημερίδας, παραβιάζοντας τα υπηρεσιακά του καθήκοντα και τις υποχρεώσεις του για τήρηση του Συντάγματος και του νόμου πείθοντας τον δεύτερο κατηγορούμενο να υπακούσει στις εντολές τους ως “πειθήνιο όργανό του”, ως “παρένθετος” τούτου, που θα εξασφάλιζε την νομιμοφάνεια στις παράνομες και εξωθεσμικές ενέργειές του, ενώ ο ίδιος θα παρέμενε στο απυρόβλητο».

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στον τρόπο εξεύρεσης των χρημάτων που απαιτούνταν για τη συμμετοχή στον διαγωνισμό των τηλεοπτικών αδειών μέσω της «εικονικής σύμβασης» με την κατασκευαστική εταιρεία CCC της οικογένειας Χούρι.

«Με βάση τα πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι ο πρώτος των κατηγορουμένων, Νίκος Παππάς, παρότι είχε πλήρη επίγνωση του ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος, Χρήστος Καλογρίτσας, δεν είχε την οικονομική επάρκεια και δεν διέρχεται από την αρχή τα οικονομικά εκείνα μέσα δια των οποίων θα μπορούσε να αντεπεξέλθει στις δαπάνες που απαιτούνται για την επίτευξη του εγχειρήματος της λήψης άδειας και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού, έχοντας ήδη χρησιμοποιήσει χρήματα προερχόμενα από την εταιρεία CCC δια της καταρτίσεως της οικονομικής συμφωνίας με τη μεσολάβηση του ίδιου του Νίκου Παππά, προκειμένου να εκδοθεί η απαιτούμενη για τη συμμετοχή στη δημοπρασία εγγυητική επιστολή των τριών εκατομμυρίων ευρώ, σκοπίμως παρέλειψε να ασκήσει τον οφειλόμενο δέοντα έλεγχο και την εποπτεία επί των υπηρεσιών στελεχών και υπαλλήλων που υπάγονταν στον έλεγχο του Υπουργείου, το οποίο αυτός προΐστατο ως προς την επιμελή εκτέλεση των καθηκόντων τους υποδεικνύοντάς τους ότι όφειλαν να προβούν σε ενδελεχή έλεγχο των δικαιολογητικών που είχε υποβάλει η εταιρεία του γιου του δεύτερου κατηγορουμένου σχετικά με την επάρκεια των οικονομικών μέσων που διέθετε για τη συμμετοχή της στον διαγωνισμό.

Επιπροσθέτως, δε, και ως προς τα πρόσθετα δικαιολογητικά σχετικά με την επάρκεια την προέλευση και τον τρόπο απόκτησης των οικονομικών μέσων που θα διέθετε για την απόκτηση της άδειας και την οργάνωση του τηλεοπτικού σταθμού προκειμένου, έτσι, με την ως άνω παράλειψη των εν λόγω υπουργικών του καθηκόντων να διαλάθει της προσοχής τους η ανεπάρκεια των σχετικών δικαιολογητικών που η εταιρεία προσκόμισε με επιμέλεια του δεύτερου κατηγορουμένου τόσο με το φάκελο συμμετοχής στη δημοπρασία όσο και εκ των υστέρων κατά τον πρόσθετο έλεγχο και να επιτευχθεί αρχικά μεν η αποδοχή της συμμετοχής της στη δημοπρασία και τελικά η ανακήρυξη της ως οριστικής υπερθεματίστριας, ώστε να αποκτηθεί ο τηλεοπτικός σταθμός όπως είχε σχεδιάσει προς βλάβη άλλων υποψηφίων οι οποίοι διέθεταν πράγματι τις νόμιμες προϋποθέσεις και ακόμη προς βλάβη του υγιούς ανταγωνισμού».

Σε άλλο σημείο του πολυσέλιδου σκεπτικού, οι δικαστές σημειώνουν για τον Νίκο Παππά: «Η πρακτική αυτή του κατηγορουμένου όπως αποτυπώνεται από τα περιστατικά, τα οποία αποδεικνύονται από το σύνολο του υλικού, δεν αποδίδεται σε απλή προσπάθεια ενίσχυσης του εγχειρήματος ενός φιλικού σε αυτόν προσώπου, όπως υποστήριξε μέσω των συνηγόρων.

Αντίθετα, πρόκειται για ένα σύνολο επανειλημμένων εκ μέρους του παράνομων ενεργειών δηλαδή πράξεων και παραλείψεων στις οποίες προέβη προκειμένου να υλοποιήσει τον σχεδιασμό του ίδιου και του κόμματος στο οποίο ανήκε για την απόκτηση μέσω του δεύτερου του κατηγορουμένου ως παρένθετο προσώπου τηλεοπτικού σταθμού πραγματικός ιδιοκτήτης του οποίου θα ήταν αυτός και το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, που θα καθόριζαν τις τηλεοπτικές πολιτικές εκπομπές και τα δελτία ειδήσεων.

Με σκοπό μέσω αυτών να προωθηθούν οι πολιτικές θέσεις και τα έργα του κόμματος και της – τότε – κυβέρνησης επεμβαίνοντας καθοριστικά στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, απασχολώντας δημοσιογράφους ενταγμένους στο κόμμα οι οποίοι θα εξυπηρετούσαν τους στόχους αυτούς βλάπτοντας τους λοιπούς συμμετέχοντες στον επίμαχο διαγωνισμό κατά παράβαση της αρχής του υγιούς ανταγωνισμού την οποία ο ίδιος ο πρώτος κατηγορούμενος μέσω του νόμου και της προκήρυξης είχε υποχρέωση να διαφυλάξει.

Εν κατακλείδι, ο Νίκος Παππάς όφειλε ως εκπρόσωπος της εκτελεστικής εξουσίας κατά την ενάσκηση των υπουργικών του καθηκόντων και αρμοδιοτήτων που αφορούσαν στη διαδικασία χορήγησης αδειών λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών με ιδιαίτερη δύναμη επιρροής να απέχει από επεμβάσεις στο ιδιοκτησιακό καθεστώς και στο περιεχόμενο των εκπομπών ώστε να διασφαλίζεται η καθολική παροχή της ραδιοτηλεοπτικής υπηρεσίας στην Εθνική επικράτεια με πλήρη σεβασμό των συνταγματικών αξιών με διαφάνεια ως προς το ιδιοκτησιακό καθεστώς την οικονομική κατάσταση και τη χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης, καθώς να αποτρέπει τη συγκέντρωση του ελέγχου των μέσων αυτών προκειμένου να διασφαλίζει την εξυπηρέτηση των ως άνω σκοπών δημοσίου συμφέροντος.

Παρά ταύτα, ο Νίκος Παππάς κατά το χρονικό διάστημα από τα τέλη του 2015 μέχρι και τις 9 Σεπτεμβρίου 2016 εξακολουθητικά συνειδητά έχοντας πλήρη επίγνωση των παραπάνω θεσμικών υποχρεώσεων του προέβη με πρόθεση στις πράξεις δηλαδή ενέργειες και παραλείψεις με τη συνδρομή του συγκατηγορουμένου του Χρήστου Καλογρίτσα κατά την τέλεση των αξιοποίνων πράξεων.

Αποδείχθηκε, δηλαδή, χωρίς να καταλείπεται η ελάχιστη αμφιβολία περί του αντιθέτου ότι με αφετηρία τη διενέργεια της δημοπρασίας για τη χορήγηση τεσσάρων αδειών σε ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς προκειμένου να επιβληθεί ο έλεγχος του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου και η αξιοποίηση των συχνοτήτων που αποτελούν περιουσιακό στοιχείο του ελληνικού λαού προς όφελος του του δύναμη του νόμου 4337 2015 όπως συμπληρώθηκε με τον νόμο 4357 του 2016 και της υπ. αριθ’. 1 2016 προκηρύξεις, που ο εν λόγω κατηγορούμενος εξέδωσε χωρίς να ενδιαφέρει το παρόν ποινικό δικαστήριο, η ορθότητα, η νομιμότητα, η σκοπιμότητα του νόμου αυτού – πολλώ δε μάλλον οι πολιτικές αντιπαραθέσεις που εκδηλώθηκαν κατά την ψήφιση του ή μετά την ισχύ του οι οποίες ουδόλως  απασχόλησαν την αποδεικτική διαδικασία ή επηρέασαν την κρίση του δικαστηρίου τούτου που περιορίστηκε αποκλειστικά και μόνο στο στενό πλαίσιο της ενδελεχούς έρευνας και της βασιμότητας ή μη της κατηγορίας που αποδόθηκε στους δύο κατηγορούμενου, καθώς και η αντισυνταγματικότητα διατάξεων αυτού που ελέγχθηκαν αρμοδίως από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με σειρά αποφάσεων του ο ανωτέρω ως κορυφαίος υπουργός, ο οποίος αναφερόταν απευθείας στον – τότε – πρωθυπουργό της χώρας και συνεννοήθηκε με την ηγεσία της κυβέρνησης υπό το κράτος της ισχύος της επιρροής και των διασυνδέσεων που διέθετε, ενεργώντας εξακολουθητικά με πράξεις και παραλείψεις με πρόθεση παρέβη τα υπηρεσιακά απολύτως συνυφασμένα με την υπουργική του ιδιότητα καθήκοντα σχεδιάζοντας και υλοποιώντας με αδιαφανείς διαδικασίες και αδιαφανές ιδιοκτησιακό καθεστώς την απόκτηση μέσω της δημοπρασίας και υπό το μανδύα της νομιμότητας την απόκτηση τηλεοπτικού σταθμού ο οποίος τυπικά μεν θα λειτουργούσε από τον συγκατηγορούμενό του Χρήστου Καλογρίτσα.

Στην πραγματικότητα, όμως, θα τελούσε υπό τις εντολές του την καθοδήγηση και τον έλεγχο αυτού και του κόμματός του με σκοπό να περιποίηση στον ίδιο ως κυβερνητικό στέλεχος παράνομη και θίγουσα την υπηρεσιακή χρηστότητα και καθαρότητα δύναμη επιρροής στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης ώστε να αποκτήσει αυτός και το κόμμα του με αυτόν τον τρόπο η περιοχή στον τομέα της επικοινωνίας και της ενημέρωσης του κοινού βλάπτουν τα στέλνει τους επιχειρηματίες που διεκδικούσαν άδεια για τηλεοπτικό σταθμό αλλά και το κράτος ως εγγυητή της διαφάνειας της νομιμότητας του άνωθεν των σχετικών διαδικασιών και της πολυφωνίας».

Πώς απαντά ο Παππάς

Μετά τη δημοσιοποίηση του σκεπτικού για την καταδικαστική απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου εις βάρος του, ο Νίκος Παππάς υποστήριξε πως «η χρησιμότητα του σκεπτικού της κυρίας Κλάπα είναι αυτή του προεκλογικού φυλλαδίου της Ν.Δ.».

Συγκεκριμένα, σε σχετική ανακοίνωσή του, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και πρώην υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών & Ενημέρωσης σημειώνει: «Το σκεπτικό δια χειρός της κυρίας Κλάπα δεν κομίζει τίποτα καινούργιο. Έχει, όμως, ορισμένες πρωτοτυπίες. Αγνοεί παντελώς όσα έγιναν στο ακροατήριο, όπου οι μάρτυρες, ο ένας μετά τον άλλον, έλεγαν πως “δεν ξέρουν”, “δεν είδαν”, “δεν άκουσαν”. Παρακάμπτει την εμπεριστατωμένη αθωωτική πρόταση της εισαγγελέως του Ειδικού Δικαστηρίου, καθώς και την αθωωτική απόφαση για τον Λευτέρη Κρέτσο για την ίδια υπόθεση».

Επίσης, ο Νίκος Παππάς πρόσθεσε: «Η μόνη χρησιμότητα του σκεπτικού είναι αυτή του προεκλογικού φυλλαδίου της Νέας Δημοκρατίας. Έχει όση αξία έχουν και οι δεσμεύσεις Μητσοτάκη. Αναρωτιόμαστε, δε, αν οι συναντήσεις με τον Αρεοπαγίτη Τζανερίκο είναι οι μόνες που έχουν συμβεί. Εμείς επιμένουμε. Το αν οι εύποροι συμπολίτες μας θα πληρώνουν φόρους και θα τηρούν το Σύνταγμα δεν θα το αποφασίσει ούτε ο απερχόμενος κ. Μητσοτάκης ούτε η κυρία Κλάπα από όποια θέση και αν φιλοδοξεί να βρίσκεται. Θα το αποφασίσει ο ελληνικός λαός σε λίγες ημέρες που θα φέρει δικαιοσύνη και στη Δικαιοσύνη».

Ν.Δ.: «Ο Τσίπρας οφείλει να αποπέμψει τον Παππά από τα ψηφοδέλτια»

«Ο κ. Τσίπρας οφείλει άμεσα να δώσει εξηγήσεις και να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις που δεν προσβάλλουν τη νοημοσύνη των πολιτών» τονίζει η Ν.Δ. σε ανακοίνωση της, με αφορμή την δημοσίευση της απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου για το Νίκο Παππά.

Παράλληλα, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, η Ν.Δ. καλεί τον κ. Τσίπρα να αποπέμψει τον κ. Παππά από τα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ και αναρωτιέται «πως είναι δυνατόν μετά από τέτοια απόφαση -κόλαφο ο κ. Τσίπρας να εξακολουθεί να στηρίζει τον κ. Παππά».

«Η δημοσίευση της απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου για την ομόφωνη και αμετάκλητη καταδίκη του πρώην υπουργού, κ. Νίκου Παππά, εκθέτουν ανεπανόρθωτα όχι μόνο τον κ. Παππά αλλά τον ίδιο τον κ. Τσίπρα, ο οποίος συμπεριέλαβε προκλητικά τον πρώην Υπουργό Επικρατείας του στα ψηφοδέλτια του ΣΥΡΙΖΑ, που χθες ανακοίνωσε. Από την ανάγνωση της δικαστικής απόφασης δεν υπάρχουν περιθώρια παρερμηνειών» τονίζει η Νέα Δημοκρατία.

Μάλιστα, η κυβερνώσα παράταξη σημειώνει: «Η απόφαση αναφέρει ότι ο κ. Νίκος Παππάς επιχείρησε «με αδιαφανείς διαδικασίες να υλοποιήσει τον σχεδιασμό που είχε καταστρωθεί από τον ίδιο, αλλά και από άλλα ηγετικά στελέχη του τότε κυβερνώντος κόμματος (ΣΥΡΙΖΑ)».

Γράφει, επίσης, ότι οι ενέργειες του απέβλεπαν «στην ίδρυση τηλεοπτικού σταθμού πανελλήνιας εμβέλειας, που θα ελεγχόταν από τον πρώτο κατηγορούμενο και τον κομματικό μηχανισμό του ΣΥΡΙΖΑ και θα προωθούσε τις πολιτικές θέσεις και δράσεις του κόμματος και της τότε κυβέρνησης αλλά και του ίδιου ως Υπουργού αυτής με σκοπό την υπέρ αυτών άσκηση επιρροής στον πολιτικό προσανατολισμό της κοινής γνώμης».

Η Ν.Δ. σημειώνει ότι ο Νίκος Παππάς «διακατεχόταν από αίσθημα υπεροχής και κυριαρχίας χωρίς επίγνωση των σοβαρών επιπτώσεων των ενεργειών του στο δημόσιο συμφέρον, το οποίο υποτίθεται ότι εξυπηρετούσε ως κρατικός λειτουργός κατέχοντας το ύψιστο αξίωμα του υπουργού υπό την επίφαση της τήρησης του νόμου και της δι’ αυτού επιβολής νομιμότητας στον τηλεοπτικό χώρο, ενεργούσε με μοναδικό σκοπό την απόκτηση μέσω του δεύτερου κατηγορουμένου τον οποίο αυτός καθοδηγούσε, σε κάθε ενέργεια του τηλεοπτικού σταθμού φερέφωνου των πολιτικών ιδεών και δράσεων της τότε κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και του ίδιου».

Η Ν.Δ. επισημαίνει ότι «κάθε λογικός πολίτης σήμερα δεν μπορεί παρά να αναρωτιέται» και συμπληρώνει: «Τι είναι αυτό που συνδέει τόσο δυνατά τους κυρίους Τσίπρα και Παππά; Πώς είναι δυνατόν μετά από τέτοια απόφαση-κόλαφο ο κ. Τσίπρας να εξακολουθεί να στηρίζει τον κ. Παππά, όταν ο τελευταίος έχει καταδικαστεί ομόφωνα και αμετάκλητα για μια συμπεριφορά με ειδική ηθική απαξία που προσβάλλει συνολικά τη δημοκρατική λειτουργία;».

Πάντως, η Ν.Δ. καταλήγει στην ανακοίνωσή της: «Ο κ. Τσίπρας οφείλει άμεσα να δώσει εξηγήσεις και να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις που δεν προσβάλλουν τη νοημοσύνη των πολιτών. Μια πρώτη επιβαλλόμενη κίνηση είναι η αποπομπή του κ. Παππά από τα ψηφοδέλτια του κόμματός του».

Photo credits: Eurokinissi