Περιεχόμενα
Το Netflix φαίνεται πως το έχει βάλει σκοπό να βγάζει κάθε φορά όλο και πιο αρρωστημένες σειρές, σειρές που υπερβαίνουν την ανθρώπινη ηθική αντοχή και ανακατεύουν το στομάχι. Η νέα σειρά του Netflix, το Eric, που βγήκε στην πλατφόρμα την περασμένη Πέμπτη, συνεχίζει στο μονοπάτι που ξεκίνησε το Baby Reindeer.
Σε κάποιες αναρτήσεις στα social media ή στην τηλεόραση, όπου το περιεχόμενο μπορεί να είναι πολύ βίαιο και απάνθρωπο, η εικόνα θολώνει και μπαίνει ειδική σήμανση που σε ρωτάει αν θες να δεις κανονικά τη φωτογραφία. Αλλού υπάρχει η προειδοποίηση πως «you may find disturbing». Αυτό το «may», δηλαδή το «μπορεί να…» είναι ίσως το πιο ανησυχητικό. Γιατί, βλέποντας τελικά τη φωτογραφία ή το βίντεο, δε μπορείς με τίποτα να φανταστείς ότι υπάρχει άνθρωπος που δεν θα το θεωρήσει disturbing.
Αυτό ακριβώς ισχύει και για τη σειρά του Netflix, το Eric, όπου πρωταγωνιστεί ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, σε ακόμα έναν ρόλο γεμάτο ψυχικές ασθένειες, μετά τη σειρά Patrick Melrose.
Το Eric μας συστήνεται ως μια σειρά στην οποία ένα μικρό αγόρι απάγεται από κάποιον/κάποιους και οι γονείς του καλούνται να διαχειριστούν το τραύμα τους, να μην σκεφτούν ότι το παιδί τους μπορεί να πέθανε και να κινήσουν γη και ουρανό για να το βρουν. Αμ δε που είναι έτσι.
Μέχρι το τέλος του 2ου επεισοδίου σε κάνει να πιστεύεις πως πρόκειται για κάτι τόσο «απλό», κι ότι υπάρχει ένα μονοπάτι εξέλιξης: να βρεθεί το παιδί μέσα από μια αγωνιώδη διαδικασία και αναζήτηση και να ζήσουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Ή, στη χειρότερη, να μη βρεθεί το παιδί ζωντανό και οι γονείς να χάσουν μια για πάντα τον κόσμο τους. Σε σχέση με τον τρόπο που εξελίσσεται η σειρά του Netflix, ακόμα κι αυτό το κακό σενάριο, θα σου φανεί μια χαρά. Αμ δε επί 2 όμως!
Τι βλέπουμε στη σειρά του Netflix
Πρωταγωνιστές είναι ο Βίνσεντ, ο μπαμπάς, και ο Έντγκαρ, ο γιος του. Και η μαμά σαφώς, αλλά σε σχέση με τον μπαμπά περισσότερο και λιγότερο ως αυτόνομος χαρακτήρας. Κι ο λόγος είναι, όπως αποκαλύπτεται αργότερα, ότι ο Βίνσεντ είναι ένας ψυχικά διαταραγμένος άνθρωπος, που βίωσε την απόρριψη των γονιών του επειδή ήταν ένα παιδί που μιλούσε πολύ μόνο του, με φανταστικούς φίλους, που το πήγαιναν σωρηδόν σε ψυχιάτρους και δεν του έδειξαν ποτέ στοργική αγάπη. Μόνο σκληρή αγάπη. Κι αυτό τον αποπροσανατόλισε.
Ο Βίνσεντ είναι επικεφαλής σε μια εκπομπή παιδικού κουκλοθέατρου στη Νέα Υόρκη των 80s και είναι το μόνο κομμάτι που τον συνδέει με τον γιο του, ο οποίος περνάει ώρες ζωγραφίζοντας. Ο Βίνσεντ και η μητέρα του παιδιού, η γυναίκα του, η Κάσι, έχουν μια σχέση προβληματική, που απορρέει από την κατάχρηση αλκοόλ και ναρκωτικών που κάνει ο Βίνσεντ. Αυτό τον έχει κάνει τρομακτικό στα μάτια του γιου του, ο οποίος εξαιτίας αυτού φτάνει να φτιάξει ένα φανταστικό τέρας, τον Έρικ.
Μια μέρα, ο Βίνσεντ αναλαμβάνει να πάει τον γιο του στο σχολείο, αλλά τον αφήνει να προπορευτεί αρκετά. Ο Έντγκαρ εξαφανίζεται, δεν έχει πάει σχολείο και μέσα σε λίγες ώρες αντιλαμβάνονται πως αγνοείται, πως κάποιος ή κάποιοι τον πήραν. Η αστυνομική έρευνα αρχίζει, η προβληματική συμπεριφορά του Βίνσεντ ενισχύεται κι εκεί, μέσα στην ψυχική του κατηφόρα, τρώει μια φλασιά. Και αποφασίζει να βάλει στην εκπομπή του τον Έρικ, το μεγάλο μπλε τέρας που έφτιαξε ο γιος του, πιστεύοντας ότι θα το δει ο Έντγκαρ και θα επιστρέψει στο σπίτι.
Σε αυτό το σημείο είναι που η σειρά του Netflix ανοίγει τα κλαδιά της και βάζει στο κάδρο και τα υπόλοιπα θέματα. Τον ρατσισμό της αστυνομίας στη Νέα Υόρκη (το τμήμα της έχει τη φήμη του πιο ρατσιστικού σε όλες τις ΗΠΑ), την περιθωριοποίηση των αστέγων που έχουν χτίσει μια μικρή κοινωνία στους υπονόμους και βγαίνουν στην επιφάνεια από τις σήραγγες του μετρό, την κουλτούρα των ναρκωτικών στα κλαμπ, αλλά και το εμπόριο ανήλικων παιδιών για να ικανοποιηθούν οι σεξουαλικές ορέξεις ενηλίκων.
Εκτός του Έντγκαρ, υπάρχει και ένα άλλο αγόρι που αγνοείται, ένας 14χρονος μαύρος, για τον οποίο οι ελπίδες να είναι ζωντανός έχουν εκμηδενιστεί. Και οι δύο υποθέσεις, με κάποιον τρόπο συνδέονται.
Αυτή η σειρά του Netflix θα σε εκπλήξει μέχρι το τελευταίο της δευτερόλεπτο
Γενικώς, η πλοκή στη σειρά του Netflix έχει πολλές οπτικές και καταφέρνει να τις συνδέσει πολύ καλά, με αφηγηματικό άρμα μια κασέτα. Μια κασέτα που αποκαλύπτει την διαστροφή και την ηθική κατάπτωση μιας ολόκληρης κοινωνίας όπου αν είσαι μαύρος, εύκολα γίνεσαι ένοχος, ενώ αν είσαι λευκός, έχεις κάποιο αξίωμα, άρα και τις άκρες για να καλύψεις τα νώτα σου στις επαίσχυντες πράξεις σου.
Στη σειρά του Netflix δεν βλέπουμε τελικά την απαγωγή ενός παιδιού, αλλά πώς ένα παιδί δε νιώθει ασφαλές στο σπίτι του, λόγω του ότι ένας γονιός του είναι βαθιά τραυματισμένος και αυτό το βγάζει με οργή, πουλώντας το αφήγημα πως είναι αυτός που τον πολεμούν όλοι και πάει κόντρα στο κατεστημένο, πώς η ελίτ της κοινωνίας εμπλέκεται σε κυκλώματα και υποκινεί με lobbying την ανάδυση πολιτικών προσώπων που θα εξυπηρετούν τα θελήματά της, την αστυνομική σήψη και κάμποσα ακόμα «καυτά» ζητήματα.
Το ενδιαφέρον με αυτή τη σειρά του Netflix είναι πως δε σε προδιαθέτει για τέτοια εξέλιξη, ίσως μέχρι τα μισά να έχεις ως και βαρεθεί με την αφήγηση, αλλά σε ανταμείβει για την υπομονή σου με τα 3 επεισοδία του δεύτερου μισού της.
Και μπροστάρης σε όλο αυτό, ο Μπένεντικτ Κάμπερμπατς που υποδύεται τόσο καλά τον ρόλο του, σε βαθμό που νιώθεις την ανάγκη ως θεατής να τον χτυπήσεις, να τον μισήσεις, να τον βρίσεις για αυτό που κάνει, τόσο στο παιδί και τη γυναίκα του, όσο και στους γύρω του που συνεργάζονται μαζί του, που δε φταίνε σε τίποτα να αποδέχονται την τοξικότητα του, επειδή οι γονείς του τον γέμισαν με ψυχικά τραύματα. Αν κάτι δηλαδή θέλω να κρατήσω από τη σειρά του Netflix, είναι αυτό: ό,τι και να σου συνέβη στην παιδική σου ηλικία, ό,τι και να βιώνεις στη ζωή σου, δε σου φταίει κανείς να του τα φορτώνεις, εκτός κι αν είναι ο θύτης σου.
Και κάπως έτσι, αυτή η σειρά του Netflix, μέσα από την αρρωστημένη της εξέλιξη, οδηγεί σε ένα happy end πιο αληθινό, πιο κοντά στην πραγματικότητα.