Όταν είδαμε την πρώτη σεζόν του Maestro, από την πρώτη στιγμή καταλάβαμε ότι είναι κάτι άλλο. Όχι μόνο για την ελληνική μυθοπλασία, αλλά και για τον ίδιο τον Παπακαλιάτη. Με τις μικροαστοχίες, με τις απότομες σεναριακές του μεταβάσεις, αυτή η σειρά έδινε στο κοινό του σήμερα αυτό που του αρέσει περισσότερο, ξέφευγε από την πλειοψηφία των σειρών. Λίγα επεισόδια, πολλή δουλειά πάνω στην κάθε σκηνή, τρομερά δουλεμένες ερμηνείες και προσέγγιση του ρόλου, περιθώριο για reshooting για να γίνει το απλά καλό ακόμα καλύτερο.
Η τέχνη θέλει χρόνο, δεν θέλει πίεση. Οι περισσότερες σειρές που είδαμε τη σεζόν που ολοκληρώνεται, σε συντριπτικό βαθμό, είναι από το πανέρι, είναι mass production. Το Maestro είναι χειροποίητο, είναι custom, είναι κατόπιν παραγγελίας, είναι περίτεχνο, είναι ο ζήλος ανθρώπων που αγαπούν αυτό που κάνουν και, παρόλο που το κοινό τους είναι πια τεράστιο λόγω Netflix, το φιλοτεχνούν σαν να πρόκειται να απευθυνθούν σε ένα άτομο. Σαν ένα κόσμημα ή ρούχο που έγινε ειδική παραγγελία. Αυτό είναι το Maestro.
Στην 2η σεζόν του μοιάζει να είναι ακόμα περισσότερο, καθότι διέκρινα στα 3 από τα 6 επεισόδια που πρόλαβα να δω, μια εξέλιξη στην αφήγηση του Παπακαλιάτη. Έχει πάντα κάποια σημεία που εμένα μου χτυπάνε, όπως ο διάλογος στην ψυχολόγο στο πρώτο επεισόδιο, αλλά πάντοτε, όταν κρίνουμε, πρέπει να μπαίνουμε στην διαδικασία να σκεφτούμε «τι έχω να αντιπροτείνω». Γιατί κριτική απλά για την κριτική είναι εύκολο. Να μπορείς να επιχειρηματολογήσεις γιατί δεν σου αρέσει αυτό που βλέπεις, είναι το στοίχημα.
Και η αλήθεια είναι πως με το Maestro, ακόμα και τα 3-4 στοιχεία που εγώ προσωπικά θα τα ήθελα διαφορετικά, δεν μπορώ να εκφράσω το πώς θα τα ήθελα, ούτε μπορώ να πω ότι είναι τέτοια που να μου χαλάνε την συνολική εμπειρία. Ίσα ίσα που η συνολική εμπειρία είναι τέτοια ώστε να με κάνει να μη θέλω να μπω σε ιδιαίτερη συζήτηση για αυτά που κάπως μου τσινίζουν.
Δεν ξέρω αν φταίει που δεν είχα δώσει τόση προσοχή στην πρώτη σεζόν ή αν φταίει ότι τώρα είναι όλα τα επεισόδια στο Netflix και δεν μπαίνω στη διαδικασία να περιμένω μια εβδομάδα όπως πριν από 1.5 χρόνο, αλλά η 2η σεζόν με κέρδισε με ευκολία.
Οι 3 γυναικείες ερμηνείες του Maestro που αξίζουν Χρυσή Σφαίρα
Με κέρδισαν οι σκηνές παραισθήσεων του Αντώνη και του Σπύρου με το φάντασμα του Χαράλαμπου, λίγες εβδομάδες μετά τη δολοφονία του και που τον έθαψαν. Είναι τρομερή η κινηματογράφιση και τα πλάνα σε αυτές τις σκηνές από τον Παπακαλιάτη, σε κάνουν να ξεχνάς το τι λέει το φάντασμα στους δυο τους και απολαμβάνεις αυτόν τον χορό της αφήγησης. Ο Παπακαλιάτης έχει φτάσει σχεδόν στο τέλειο αυτή την καταγραφή της κάθε σκηνής στο Maestro, τα πλάνα του είναι σαγηνευτικά.
Οι ερμηνείες παραμένουν σε πολύ υψηλό επίπεδο από όλους, αλλά να με συγχωρήσουν οι υπόλοιποι στο καστ, η Μαρία Καβογιάννη, η Στεφανία Γουλιώτη και η Κλέλια Ανδριολάτου κρατάνε τη μπαγκέτα που έχει στα χέρια του ο Maestro Ορέστης. Δεν υπάρχουν οι ερμηνείες τους. Αν τα Emmy ή οι Χρυσές Σφαίρες είχαν κατηγορία για ξενόγλωσσες σειρές, δεν βλέπω κανέναν λόγο να μην διεκδικούσαν υποψηφιότητα. Ειδικά η Ανδριολάτου, σε κάθε σκηνή καταφέρνει να σκάψει όλο και πιο βαθιά. Έχει και έναν τρόπο εκφοράς των πραγμάτων που ίσως να της κάνει και πιο εύκολο να ερμηνεύσει αυτόν τον ρόλο. Δεν μπορώ καν να βρω λέξεις να την περιγράψω και δε χρειάζεται. Απλά την χάσκω.
Συνολικά το Maestro αν ήταν κάποια σκανδιναβικού τύπου σειρά από αυτές που έχουν σαρώσει στο Netflix, δε θα προλαβαίναμε να μετράμε τις αναρτήσεις σε ξένα media, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, τόσο για την πλοκή όσο και για τα πλάνα, τα κάδρα που στήνει ο Παπακαλιάτης.
Η σκηνή για παράδειγμα της Αλεξάνδρας (Γουλιώτη) στην ψυχολόγο, είναι ένας σκηνοθετικός καμβάς, ένας παιάνας για τις δυνατότητες της διαφορετικής οπτικής, με την Γουλιώτη να υποστηρίζει μαεστρικά το σκηνοθετικό όραμα.
Το Maestro είναι η αποθέωση των, αμερικανιστί, fundamentals της μυθοπλασίας. Δώσε χρόνο σε όλους να δουλέψουν, να πειραματιστούν, να μετρήσουν το αντικείμενο της δουλειάς τους στους γύρω τους, να προσαρμόσουν, να αφουγκραστούν και στο τέλος θα έχεις έναν θησαυρό στα χέρια σου. Και το Maestro είναι αυτό ακριβώς.
Αυτό και το Milky Way είναι δύο «θησαυροί εθνικής μυθοπλασίας» στο κομμάτι των σειρών. Και όλα αυτά τα γράφω εγώ που δεν είμαι κανένας αφισιονάδο του Παπακαλιάτη. Περισσότερο τον αντιμετωπίσω με αυστηρή κριτική ματιά και δεν είμαι ποτέ a priori θετικά διακείμενος στην τέχνη του. Κι αυτό είναι που με συναρπάζει περισσότερο με το Maestro. Ότι εγώ, ένας σκεπτικός ως προς τον Παπακαλιάτη, παρασύρομαι τόσο εύκολα στην αφηγηματική ροή και αγνοώ εκείνα που σε οποιαδήποτε άλλη ελληνική σειρά θα με έκαναν γκρινιάρη, μίζερο, γεροξούρα.
Maestro In Blue το λοιπόν, για μια νέα εποχή στη μυθοπλασία. Αν κατέβει σε εκλογές η σειρά, την ψηφίζω για να με εκπροσωπήσει!
ΥΓ. Κυρία Καβογιάννη φρόντισα να ακούσω τις επιθυμίες σας.