Το είχαμε γράψει και στο κείμενο για το Black Doves ότι μάλλον το 100 Χρόνια Μοναξιάς, η σειρά του Netflix που ετοιμαζόταν για χρόνια και υπήρχε αυτή η φημολογία πως θα είναι μεγαλειώδης, μάλλον θα είναι τελικά αυτή που θα πάρει τον τίτλο της κορυφαίας στην πλατφόρμα για το 2024. Και, καθώς δεν βλέπουμε κάτι άλλο πιο σπουδαίο να έρχεται ως το τέλος του χρόνου, σε αυτήν θα καταλήξει ο τίτλος.
Το 100 Χρόνια Μοναξιάς ανέβηκε την Τετάρτη στο Netflix και η θέασή του είναι ακριβώς όπως ο τίτλος. Κάθε επεισόδιο διαρκεί μια ώρα, αλλά η αίσθηση είναι πως διαρκεί ώρες, ίσως και μέρες.
Πριν ειπεισέλθω στα της σειράς του Netflix, θέλω λίγο να σας περιγράψω τη σχέση μου με το βιβλίο, με την ιστορία του Μαρκές. Είναι το πρώτο εξωσχολικό βιβλίο που διάβασα στη ζωή μου, επέλεξα να κάνω γι’ αυτό και μια εργασία στη σχολή που περιείχε πολύ μεγάλη ανάλυση για ζητήματα με τα οποία καταπιάνεται, όπως η φθορά, ο έρωτας ως τελευταίο σημείο πριν τον θάνατο ή ο δονκιχωτισμός του αρσενικού σε αντίστιξη με τη στιβαρότητα της γυναικείας παρουσίας που δημιουργεί τις ρίζες στον τόπο, στον χώρο, στο σπίτι και αποτελεί τα θεμέλια.
Τι είναι τα 100 Χρόνια Μοναξιάς;
Στην ιστορία του Μαρκές, οι άνδρες των Μπουενδία φεύγουν για να ξαναγυρίσουν. Ο προπάτορας, ο Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία φεύγει πνευματικά και ψυχικά, όχι σωματικά. Περνά τη ζωή του παλεύοντας με πνευματικές χίμαιρες, έχει στ’ αυτιά του τον γητευτή Μελκίαδες και εξερευνά, εφευρίσκει, ωθεί τον άνθρωπο στην τεχνολογία. Οι γιοι του και όσοι τον ακολουθούν, φεύγουν από τον τόπο, γιατί το πρωτόγονο ένστικτο του ενός αρσενικού που κυριαρχεί και διώχνει τα άλλα για να ξεκινήσουν δικές τους αγέλες, πάντα θα υπάρχει στον άντρα.
Δεν μπορούν να σκοτώσουν την πατρογονική σκιά, γι’ αυτό τρέχουν μακριά της και επιστρέφουν όταν πιστεύουν ότι υπάρχει χώρος για την δική τους εποχή κυριαρχίας. Ο Αουρελιανό και ο Χοσέ Αρκάδιο ΙΙ ο 2ος, ορθώνουν το ανάστημά τους, όταν πια ο πατέρας τους έχει αποχωρήσει πνευματικά και σκαλίζει τον θάνατο. Δεμένος σε ένα δέντρο, είναι παραδομένος στο απόκοσμο, στο επέκεινα. Η ζωή είναι πια ελεύθερη για να την κατακτήσουν οι γιοι τους μέσα στον οίκο των Μπουενδία. Εκεί όπου τα υλικά έχουν απορροφήσει τις ψυχές τους, κάθε τους συναίσθημα.
Οι γυναίκες, η Μητέρα Ούρσουλα Ιγουαράν, είναι το υλικό των αιώνων και οι κόρες της γίνονται τα κλαδιά της. Όλες μένουν εκεί και γεννούν, διαιωνίζουν τον σπόρο των Μπουενδία, ποτίζουν το έδαφος όσο οι άντρες κυνηγούν ανεμόμυλους ωσάν Δον Κιχώτες.
Τα 100 Χρόνια Μοναξιάς, αυτό το υπέρτατο δείγμα μαγικού ρεαλισμού στην παγκόσμια λογοτεχνία, είναι για μένα το βιβλίο που ερωτεύτηκα περισσότερο από όλα, το εξιδανίκευσα, συγκρίνω κάθε επόμενο με αυτό. Κάπως σαν να με πήγε στο απόγειο των συναισθημάτων και μετά με νέκρωσε.
Πέτυχε το ακατόρθωτο το Netflix
Η σειρά του Netflix είναι από αυτές που περίμενα με μεγάλη ανυπομονησία, γνωρίζοντας όμως ταυτόχρονα πως είναι τρομακτικά δύσκολο να σεβαστεί όσο απαιτείται το βιβλίο. Πάνω από 100 χαρακτήρες, ιδιαίτερες περιγραφές στους τόπους, στο Μακόντο, πόλεμοι, εμφύλιοι, τεχνολογία, όλα αυτά πώς μπαίνουν σε μια τάξη και προσφέρουν μια αφήγηση με νόημα;
Ε, όπως φαίνεται, υπάρχω εγώ που απλά ρωτάω και υπάρχουν αυτοί που πράττουν, που δεν αναρωτιούνται, δε βασανίζονται από την αιώνια απορία. Γράφουν, δοκιμάζουν, διορθώνουν και φτάνουμε στη σειρά του Netflix που είναι μια εποποιία. Τέτοια όμως που δεν μπορεί να εκτιμηθεί από κάποιον που δεν έχει διαβάσει το βιβλίο.
Μακάρι να μην ισχύσει αυτό. Η σειρά έχει 100% βαθμολογία στο Rotten Tomatoes, αλλά κατανοώ πως η αργή αφήγηση, οι τόσες αλληγορίες και συμβολισμοί, μπορούν να κουράσουν κάποιον που δεν έχει ιδέα τι είναι τα 100 Χρόνια Μοναξιάς.
Η σύνδεση φύσης και ανθρώπου, άρρηκτη. Η καταστολή του ανθρώπου από τα πάθη του, αδυσώπητη. Οι Μπουενδία είναι ο κάθε ένας από εμάς. Θα το συγκεκριμενοποιήσω πάλι στον άνδρα, διότι ο Μαρκές έγραψε αυτό το βιβλίο, την ιστορία, ως Κολομβιανός, που έζησε μια εποχή στην Κολομβία όπου οι παράφρονες για εξουσία, για κατακτήσεις άνδρες, οι μολυσμένοι από το σύνδρομο του κονκισταδορισμού, έβγαζαν από το κεφάλι τους εχθρούς και τέρατα.
Οι γυναίκες εδώ είναι υπεράνω των παθών, τα χαλιναγωγούν, κρατάνε τα γκέμια και δείχνουν στα πάθη ότι αυτές κάνουν κουμάντο, όπως τα αφεντικά στα σκυλιά τους. Οι άνδρες είναι παιδιά που σκαλίζουν τον πυρήνα της Γης και, συνήθως, προκαλούν καταστροφές που καλούνται οι γυναίκες να νικήσουν.
Τα 100 Χρόνια Μοναξιάς στο Netflix, εγκολπώνουν πλήρως αυτό που λέμε Χρόνος-Άχρονος, όλα όσα συμβαίνουν μπορεί να είναι και ένα όνειρο δευτερολέπτων στο μυαλό του Μπουενδία. Μπορεί να είναι και 1000 χρόνια. Μπορεί οι άνθρωποι να μεταφέρονται στον κόσμο των φαντασμάτων και να μπορούν οι ζωντανοί να τους δουν. Μόνο στο Μακόντο όμως. Ίσως το Μακόντο να είναι ένας προθάλαμος της αιωνιότητας μετά τον θάνατο.
Δεν είναι καν εύκολο να μιλήσουμε για πλοκή στη σειρά του Netflix που καταφέρνει να αξιοποιήσει τα περισσότερα που της δίνει το βιβλίο, να το τιμήσει και να ακουμπήσει άψογα την ιστορία και την εξέλιξή της ανά τις δεκαετίες.
Το πιο σπουδαίο για μένα, είναι ότι η σειρά του Netflix καταφέρνει ακριβώς όπως το βιβλίο να δώσει στον τόπο, το Μακόντο, και το σπίτι των Μπουενδία, τη διάσταση του Θεού. Ο Χοσέ Αρκάδιο τον ψάχνει με τα πειράματά του και τη βοήθεια του Μελκίαδες κάπου στο άυλο. Όχι. Ο Θεός είναι το σπίτι που βογγάει τις οδύνες και τις ωδίνες.
Χοσέ Ριβέρα, Ναταλία Σάντα, Καμίλα Μπριχέ, Αλμπατρός Γκονζάλες, Μαρία Καμίλα Αρίας. Οι άνθρωποι που γράφουν το σενάριο της σειράς του Netflix. Άλεξ Γκαρσία Λόπεζ και Λάουρα Μόρα, οι σκηνοθέτες της σειράς του Netflix. Τεράστιο το μερίδιό τους σε αυτή την εποποιία, υπερβατικό επίτευγμα, υπεράνθρωποι.
Σε αυτά τα 8 επεισόδια που είναι διαθέσιμα στο Netflix (θα ακολουθήσουν άλλα 8) μπορεί κάποιος να αντιληφθεί την αφηγηματική υπεροχή της ισπανικής γλώσσας, όπως αυτή αναμειγνύεται με την ψυχή της Λατινικής Αμερικής. Εκεί όπου οι Ευρωπαίοι πήγαν και έκοψαν αυτές τις ρίζες από κάθε Μακόντο και σκότωσαν τη μαγεία που κρατούσαν ζωντανοί οι ιθαγενείς.
Ο πόνος αυτού του θανάτου, μεταλαμπαδεύεται στην ψυχή κάθε Λατίνου που πατά αυτά τα χώματα. Κάθε γουλιά νερό που πίνει από κει, φέρνει μέσα της αυτό το στοιχείο. Κάθε καρπός της γης, είναι καρπός του παρελθόντος του ξεριζωμού.
Λέει κάποια στιγμή στο 4ο επεισόδιο ο Μπουενδία ότι γεννιόμαστε για να πεθάνουμε, γεννιόμαστε για να γίνουμε μνήμη και λήθη για τους άλλους ανθρώπους. Κι αφού αυτό ισχύει, τότε είναι όλοι μνήμες για τους άλλους και δεν υπάρχουν άνθρωποι, μόνο φαντάσματα που τα πέταξε ένας Πλάτωνας σε μια σπηλιά και γίνονται αρλεκίνοι μιας άγνωστης πραγματικότητας στο υπερπέραν.
Ο καθένας μας, όταν γεννιέται, παίρνει τη σκυτάλη από έναν που μόλις πέθανε. Συναντιούνται σε έναν διάδρομο, δεν έχουν δικαίωμα να μιλήσουν, ο ζωντανός έχει πλυθεί στο ποτάμι της Λήθης, παίρνει τη σκυτάλη και βγαίνει από την Ιερή Μήτρα για να γίνει κι αυτός Μνήμη, μέχρι να έρθει η στιγμή που θα γίνει Λήθη και θα παραδώσει τη σκυτάλη στον επόμενο. Κι απλώς ελπίζουμε, κάτι από τη Μνήμη να αντέξει λίγο παραπάνω μετά τον θάνατό μας, κάτι να σωθεί μέσα στους επόμενους.
Αν, λοιπόν, δεν έχεις διαβάσει το βιβλίο, ίσως δεν μπορέσεις να εκτιμήσεις τη σειρά του Netflix. Αν την δεις, προσπάθησε να ξεφύγεις από τις νόρμες της συμβατικής αφήγησης και από όσα περιμένεις συνήθως από μια σειρά. Εδώ δεν τελειώνει κάτι, δεν υπάρχει ολοκλήρωση. Υπάρχει το αέναο.