Η Εθνική Ελλάδας στάθηκε αξιοπρεπέστατα μέσα στο Παρίσι, κόντρα στην – κατά τεκμήριον – καλύτερη ομάδα της Ευρώπης και μια από τις καλύτερες του κόσμου, τη φιναλίστ Γαλλία στο πρόσφατο Μουντιάλ του Κατάρ. Έχασε 1-0, με πέναλτι που εκτελέστηκε δυο φορές, παίζοντας με 10 παίκτες, απέναντι σε ένα σύνολο που ξεχειλίζει από ποιότητα, από εμπειρία, έχει παραστάσεις υψηλότατου επιπέδου και αξία στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο περίπου όση το χρέος της Ελλάδας…
Η Εθνική προσπάθησε, έκανε μια – δυο ευκαιρίες, κέρδισε μερικά κόρνερ ακόμα κι όταν έπαιζε με δέκα παίκτες, δεν πανικοβλήθηκε, δεν «έγειρε το γήπεδο», δεν πέταγε τη μπάλα στον Πύργο του Άιφελ για να κερδίσει χρόνο, δεν έπεφταν κάτω οι παίκτες μας για να φάνε χρόνο και να σπάσουν τα νεύρα των αντιπάλων. Χάσαμε, αλλά χάσαμε αξιοπρεπώς, στο πιο δύσκολο παιχνίδι που έχουμε να δώσουμε στον όμιλο.
Κι όμως, κάποιοι ξινίζουν και αναθεματίζουν και βρίζουν και «δεν αντέχουν». Και αναρωτιέμαι, τι ακριβώς δεν αντέχουν; Ότι δεν είμαστε στο ίδιο επίπεδο με τους δυο φορές Παγκόσμιους Πρωταθλητές Γάλλους; Ότι εκείνοι έχουν μια τεράστια δεξαμενή ταλέντων για να αντλήσουν παίκτες κι εμείς ένα… ενυδρείο; Ότι ένα σωρό Γάλλοι παίκτες παίζουν στις κορυφαίες ομάδες του κόσμου κι εμείς πανηγυρίζουμε όταν κάποιος Έλληνας παίκτης καταφέρνει απλά να πάρει μεταγραφή στην Αγγλία ή την Ιταλία; Ή μήπως αυτοί που γκρινιάζουν σήμερα, ξέχασαν πόσο ξέφρενα πανηγυρίζαμε όλοι το 2004, παίζοντας αυτό το ποδόσφαιρο; Τότε ήταν καλό αλλά τώρα μίζερο; Τότε μας έφερε επιτυχίες αλλά τώρα μας φέρνει θλίψη;
Αυτή η στάνη/ αυτό το γάλα βγάνει
Το ότι η Εθνική κατέκτησε το Euro 2004, ήταν μια ευτυχής συγκυρία, μια τυχαιότητα, ένα χάδι της θεάς Τύχης, ένα αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς, αποτελεσματικότητας και «φιλότιμου», μιας λέξης που – ως γνωστόν – δεν υπάρχει σε καμία άλλη χώρα του κόσμου… Δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας δραστικής προόδου του ελληνικού ποδοσφαίρου, της οργάνωσης, της βελτίωσης των εγκαταστάσεων ή της Παιδείας μας.
Ο Έλληνας ποδοσφαιριστής, έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: είναι επίμονος αλλά όχι τεχνίτης. Είναι πεισματάρης, αλλά δεν τον λες και «δαντελένιο». Έχει αντοχές, πειθαρχεί (όταν πρέπει), δουλεύει σκληρά (ειδικά όταν είναι στο εξωτερικό, που δεν υπάρχουν μπουζούκια…), αλλά δεν είναι «αρτίστας της μπάλας». Αν μπορέσεις να βρεις το κουμπί του, θα σκιστεί για τον προπονητή, την ομάδα και τον κόσμο της. Αν τον απαξιώσεις, τον έχασες…
Για να φτιάξεις ομελέτα, χρειάζεσαι αυγά και για να φτιάξεις κοκκινιστό, χρειάζεσαι μοσχαράκι. Με άλλα λόγια, με τα υλικά που διαθέτει το ελληνικό ποδόσφαιρο, μπορείς να φτιάξεις συγκεκριμένες συνταγές, συγκεκριμένου τύπου ομάδα: μπορείς να φτιάξεις φασολάδα ή μουσακά ή γιουβαρλάκια, αλλά δεν μπορείς να φτιάξεις ούτε γαλλικό φουά – γκρα, ούτε γερμανικό λουκάνικο, ούτε ισπανική παέγια. Οπότε ας αρκεστούμε σε αυτό που έχουμε κι ας προσπαθήσουμε να αρκεστούμε στον τύπο ομάδας που μπορούμε να φτιάξουμε, για να έχουμε μια ανταγωνιστική Εθνική ομάδα.
Με συνταγή 2004
Ότι και να δοκιμάσαμε μέσα στα χρόνια, η μόνη αποτελεσματική συνταγή, ήταν αυτή του 2004. Με αυτή κατακτήσαμε το Euro, με αυτή ξαναπήγαμε σε Euro και Μουντιάλ και βρεθήκαμε ένα πέναλτι μακριά από τους «8», χάνοντας την πρόκριση από την Κόστα Ρίκα. Όποτε η Εθνική ήταν «σφιχτή» στο κέντρο, με έμφαση στην άμυνα, με διάθεση να κλέψει την μπάλα και να βρει την αντίπαλη άμυνα «μπόσικη», όποτε επένδυσε στις στατικές φάσεις, κατάφερε όσα κατάφερε.
Αντιθέτως, όποτε τολμήσαμε να λανσάρουμε έναν διαφορετικό τύπο ποδοσφαίρου, πιο ελκυστικό, με κατοχή μπάλας, με προσπάθεια για δημιουργία και ανάπτυξη, αποτύχαμε παταγωδώς. Δεν «μας πάει», δεν μας ταιριάζει, δεν έχουμε το υλικό, τους παίκτες, για να το υπηρετήσουμε και να το εφαρμόσουμε. Και πολύ σωστά κατά την ταπεινή μου άποψη ο Γκουστάβο Πογέτ, προσπαθεί να βαδίσει πάνω στις πατημασιές του «ένδοξου παρελθόντος», να φτιάξει μια Εθνική ομάδα σφιχτή και «τσαμπουκαλεμένη», να περιορίζει τις ευκαιρίες που κάνουν οι αντίπαλοι στην περιοχή μας και να προσπαθεί να εκμεταλλεύεται τις – όποιες – ευκαιρίες δημιουργούμε.
Εθνική: Μπορεί λίγο καλύτερα;
Ίσως και να μπορεί. Όχι να παίξουμε θεαματικό ή «διαστημικό» ποδόσφαιρο, όχι να παρουσιάσουμε «jogo bonito αλά Ελληνικά», αλλά να εμφανίσουμε ένα κάπως καλύτερο πρόσωπο στα παιχνίδια μας. Σίγουρα όχι όμως με τη Γαλλία, στο Παρίσι ή εδώ, προφανώς όχι με την Ολλανδία εντός ή εκτός έδρας – σε τέτοια ματς, πρυτανεύει η λογική, προέχει το «συμφέρον» και η ανάγκη για αποτέλεσμα. Αυτό είναι κάτι που μπορούμε να το προσπαθήσουμε με αντιπάλους χαμηλότερης δυναμικότητας, εκεί όπου οι τεχνικές μας αρετές μπορούν να υπερισχύσουν των αντιπάλων μας.
Αλλά το να φτάσει η Εθνική σε ένα επίπεδο, όπου με όποιον και να παίζει, εντός ή εκτός έδρας, θα εφαρμόζει το ίδιο εντυπωσιακό πλάνο, με θέαμα και ουσία μαζί, είναι μάλλον ένα σενάριο απίθανο. Ειδικά αν σκεφτούμε ότι μια τέτοια αγωνιστική εικόνα, έχουν ελάχιστες ομάδες σε όλο τον κόσμο Εθνικές ομάδες αλλά και σύλλογοι: η Γαλλία, η Αργεντινή, η Αγγλία ίσως, η Μάντσεστερ Σίτι, η Ρεάλ, η Μπαρσελόνα, ενδεχομένως η Μπάγερν…Και μέχρι εκεί.
Φωτογραφίες: Instagram/ ethnikiomada