Περιεχόμενα
Πόσοι περίμεναν τόσο καλή ΑΕΚ, λίγες μέρες μετά από την τόσο καλή ΑΕΚ που είδαμε κόντρα στη Μπράιτον; Προφανώς ο Αλμέιδα, ο άνθρωπος που δουλεύει συνέχεια με την ομάδα, που της έχει δώσει μια πολύ συγκεκριμένη ταυτότητα, που ξέρει ανά πάσα στιγμή τι μπορεί να πάρει από κάθε παίκτη του, ακόμα κι αν πρέπει να τον «τοποθετήσει» σε κάποια άλλη θέση και όχι στην «κανονική» του.
Κι αν κάποιος είχε αμφιβολίες για το ποια ομάδα είναι το φαβορί και τη φετινή χρονιά, ποια ομάδα έχει την ποιότητα, τη φόρα, το ρόστερ και τη δυναμική να τερματίσει και πάλι πρώτη, μετά το ντέρμπι της «Λεωφόρου» νομίζω ότι πήρε τις απαντήσεις του: παρά τις δυο απώλειες βαθμών στο ξεκίνημα της σεζόν, η ΑΕΚ δείχνει η πιο έτοιμη από όλες.
ΑΕΚ: Οι παίκτες του Αλμέιδα ακόμα τρέχουν
Λένε ότι «η αρχή είναι το ήμισυ του παντός». Όχι πάντα: αν ήταν έτσι, ο Παναθηναϊκός – που προηγήθηκε μόλις στο 10ο λεπτό – θα «έπρεπε» να είναι αυτός που θα αποκτούσε την ψυχολογία, την ορμή, το μομέντουμ, παίζοντας μάλιστα μέσα στο σπίτι του.
Κι όμως, από εκείνο ακριβώς το χρονικό σημείο και μετά, έμοιαζε λες και οι παίκτες της ΑΕΚ γύρισαν το διακόπτη, πάτησαν το «τούρμπο» και δεν σταμάτησαν ως το τέλος: έφτιαξαν και έχασαν δυο μεγάλες ευκαιρίες και πέτυχαν το γκολ της ισοφάρισης ως το τέλος του ημιχρόνου, βραχυκυκλώνοντας τον Παναθηναϊκό και μην αφήνοντάς τον να πάρει ανάσα.
Το πρέσινγκ ξεκινούσε από τον Μπρινιόλι, αναγκάζοντας τους «πράσινους» να ψάχνουν τον Ιωαννίδη με μπαλιές 40 και 50 μέτρων. Ο Ρούμπεν «υπέφερε» στη μεσαία γραμμή από την πίεση των μέσων της ΑΕΚ, τα μπακ της ΑΕΚ δεν άφησαν Τζούριτσιτς και Μαντσίνι να πλαγιοκοπήσουν.
Θα περίμενε κανείς ότι στο δεύτερο ημίχρονο ο ρυθμός της ΑΕΚ θα έπεφτε. Ότι δεν θα μπορούσε να συνεχίσει την ίδια πίεση, στον ίδιο ρυθμό, μετά από ένα απαιτητικό πρώτο 45λεπτο και μετά από ένα κουραστικό παιχνίδι στην Αγγλία λίγες μέρες πριν. Κι όμως, η ΑΕΚ συνέχισε να σφίγγει την «τανάλια», οι αλλαγές του Αλμέιδα την φρεσκάρισαν, ο Πισάρο ήταν μόνιμη πηγή κινδύνου από αριστερά και ο πολυθεσίτης Πινέδα έβαλε το νικητήριο γκολ, εκμεταλλευόμενος την ασίστ του MVP Τσούμπερ.
Ακόμα και μετά το 1-2, οι σημαντικότερες ευκαιρίες του Παναθηναϊκού ήρθαν από στατικές φάσεις (με Ιωαννίδη και Αράο),φανερώνοντας την αδυναμία του Παναθηναϊκού να απειλήσει σε open-play ή αν θέλετε τον τρόπο που έκλεισε η ΑΕΚ τους διαδρόμους.
Κατώτερος του αναμενομένου ο Παναθηναϊκός
Υπήρχαν μεγαλύτερες προσδοκίες από τον Παναθηναϊκό, ειδικά με το 2-0 με τη Βιγιαρεάλ – κυρίως για τον επιβλητικό τρόπο με τον οποίον ήρθε εκείνο το 2-0. Κι όμως, οι «πράσινοι» δεν είχαν ανάλογη συνέχεια στο χορτάρι της «Λεωφόρου», μετά τα όσα έκαναν την Πέμπτη στο ΟΑΚΑ. Τους έλειψαν οι δυνάμεις;
Δεν θα το έλεγα – φάνηκε να τους λείπει το πάθος: με εξαίρεση τον Ιωαννίδη, κέρδισαν ελάχιστες μονομαχίες στα περίπου 95 λεπτά, πήγαιναν δεύτεροι σε κάθε μπάλα, έδειχναν να εκνευρίζονται εύκολα, να μην έχουν σιγουριά στις μεταβιβάσεις τους και να καταφεύγουν σε μακρινές – και μάλλον «καταδικασμένες» – μεταβιβάσεις, βλέποντας ότι δεν μπορούσαν να αναπτυχθούν όπως ήθελαν, με build – up δηλαδή από τη δική τους περιοχή.
Στη φάση του πρώτου γκολ της ΑΕΚ, όλοι σχεδόν «μαρμάρωσαν», πιστεύοντας (λανθασμένα) ότι υπήρχε επιθετικό φάουλ του Λιβάι στον Χουάνκαρ. Στο δεύτερο γκολ της ΑΕΚ, πίστεψαν (λανθασμένα κι εκείνοι, όπως κι ο επόπτης) ότι υπήρχε οφσάιντ του Τσούμπερ.
Και σε ένα ματς που ξεκάθαρα «δεν τους βγήκε» αγωνιστικά, είδαν και τον διαιτητή να κάνει όλα τα λάθη του ματς εις βάρος τους: στις τρεις κίτρινες του Γαλανόπουλου έδωσε μόνο τη μια, αφήνοντας την ΑΕΚ με 11 και δίνοντας την ευκαιρία στον Αλμέιδα να τον αντικαταστήσει. Και σε φάουλ που μπορούσε να αφήσει πλεονέκτημα, αφού οι «πράσινοι» είχαν μια πολλά υποσχόμενη επίθεση, επέλεξε να διακόψει το παιχνίδι και να δώσει φάουλ.
Δεν έκριναν αυτές οι φάσεις το ματς – αν και θα είχε ενδιαφέρον να δούμε πώς θα αντιμετώπιζε το ματς η ΑΕΚ αν υποχρεωνόταν να αγωνιστεί με δέκα παίκτες όταν ακόμα ήταν 1-1. Το ματς το έκρινε η προσωπικότητα των παικτών και το πλάνο των προπονητών: του Αλμέιδα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό, κυριαρχικό και ξεκάθαρο και του «βγήκε», του Γιοβάνοβιτς προφανώς λειτούργησε μόλις για λίγα λεπτά και στη συνέχεια «έμπασε νερά».
Γενικά, όπως βρέθηκαν σε μέτρια βραδιά οι παίκτες του Παναθηναϊκού, βρέθηκε και ο προπονητής του: παρότι ο Αλμέιδα τον «έδεσε κόμπο» σχεδόν σε όλο το πρώτο ημίχρονο, ο Ιβάν δεν άλλαξε πράγματα με το ξεκίνημα της επανάληψης. Κι όταν τελικά προχώρησε σε αλλαγές προσώπων και διάταξης, παίζοντας ακόμα και με τους δυο φορ ταυτόχρονα στο χορτάρι, δεν υπήρχαν πλέον ούτε φρέσκιες ιδέες, ούτε φρέσκα πόδια για να αλλάξουν ριζικά τα πράγματα.
Το «πανό της ντροπής»
Ανέβηκε (και ευτυχώς κατέβηκε γρήγορα) ένα πανό που δεν θα έπρεπε ούτε καν να μπει στις εξέδρες. Μόνο που αυτό το πανό, όπως και γενικά τα υβριστικά ή προσβλητικά ή κατάπτυστα πανό σε όλα τα γήπεδα, δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο των οπαδών μιας ομάδας, αλλά αυτούς που το φέρνουν, το ανοίγουν και το μοστράρουν.
Με άλλα λόγια, «ναζιστές» ή «αναίσθητοι» ή οτιδήποτε άλλο είναι οι συγκεκριμένοι τύποι, που φορώντας τον οπαδικό μανδύα και κάνοντας λόγο για «αδελφοποιήσεις» με οπαδούς άλλων ομάδων, προσπαθούν να καλύψουν την παραβατική τους φύση και τα ζωώδη ένστικτά τους.
Δεν ανήκουν οι υπόλοιπο οπαδοί σε αυτή τη συνομοταξία. Δεν είναι συνένοχοι των ανθρώπων αυτών.
Δεν έχουν να χωρίσουν κάτι με τους «απέναντι», πέρα από τα 90 λεπτά που κρατά ένα παιχνίδι. Δεν είναι «αδελφοποιημένοι» με κανέναν αλλοδαπό ποινικό ή δολοφόνο, δεν πάνε στο γήπεδο με μαχαίρια, δεν κυνηγάνε «αλλόθρησκους» στους δρόμους για να του σπάσουν το κεφάλι.
Και φυσικά, πέρα από την αποδοκιμασία τους, δεν έχουν τη δύναμη να πάνε στους 100, 200 ή 300 που ανεβάζουν ένα τέτοιο πανό και να τους αναγκάσουν να το κατεβάσουν, ρισκάροντας και τη δική τους σωματική ακεραιότητα. Οπότε ας είμαστε γενικά πιο προσεκτικοί κι ας μην τους βάζουμε όλους στο ίδιο τσουβάλι.
Φωτογραφίες: EUROKINISSI