Όποιος έχει παίξει ποτέ κάποιο ομαδικό άθλημα σε επίπεδο επαγγελματικό, έστω και σε χαμηλές κατηγορίες, γνωρίζει ότι δεν υπάρχει ούτε ένας αθλητής που δεν θέλει να παίζει συνέχεια και που δεν θα γκρινιάζει περισσότερο όσο δεν παίζει. Ένας προπονητής που μπορεί αυτό να το κατεβάζει στο ελάχιστο και να διατηρεί ηρεμία σε ένα γκρουπ 22-23 ποδοσφαιριστών, έχει θέσει τις βάσεις για την επιτυχία. Κι ο Ματίας Αλμέιδα έδειξε στο χθεσινό παιχνίδι της ΑΕΚ με τον Ολυμπιακό, πως έχει το ισχυρότερο πράγμα: την απόλυτη εμπιστοσύνη.
Μέσα σε μια πολύ δύσκολη διαχείριση μιας περιρρέουσας ατμόσφαιρας που στοχοποιεί την ΑΕΚ για την υπόθεση των δοκαριών – δεν κρίνουμε αν είναι δίκαιο ή άδικο, απλώς αποτυπώνουμε το βίωμα της κατάστασης εντός ΑΕΚ – ο Ματίας Αλμέιδα είχε να διαχειριστεί και την έξτρα πίεση που είχε θέσει ο Ολυμπιακός πως αν συμβεί το παραμικρό, έχει πάρει την ομάδα και έχει φύγει από το γήπεδο. Άρα έπρεπε να περάσει στους ποδοσφαιριστές του να είναι προσεκτικοί στις αντιδράσεις τους για να μην ξεσηκώσουν το κοινό και γίνουν έκτροπα που θα δώσουν δικαιώματα.
Όλο αυτό είναι ένα ιδιαίτερο ψυχολογικό blend που έχουμε συνηθίσει να το πετυχαίνουν προπονητές που έχουν δημιουργήσει ένα δέσιμο με την ομάδα μέσα από τις επιτυχίες, που έχουν έστω μια ολοκληρωμένη σεζόν στον πάγκο.
Ο Ματίας Αλμέιδα το πέτυχε αυτό με 8 μήνες παρουσίας στον πάγκο της ΑΕΚ. Και με 10 νέους παίκτες, εκ των οποίων οι 6 είναι στη βασική εντεκάδα. Και με αλλαγές θέσεων στους δύο που ήταν από πέρσι, τον Λιβάι και τον Αραούχο.
Απέναντι στον Ολυμπιακό, στη βασική εντεκάδα δεν υπήρχαν ούτε ο Αραούχο, ούτε ο Πινέδα, ούτε ο Γιόνσον με τον Σιμάνσκι, ούτε ο Αθανασιάδης στο τέρμα, ούτε οι Βίντα Μουκουντί. Ήταν κατά βάση το second unit. Και δεν έπαιξε δευτερόλεπτο ο Φερνάντες που είναι σταθερά στις 4-5 αλλαγές που κάνει σε κάθε ματς ο Αλμέιδα.
Κι όμως, αυτό δεν άλλαξε την ένταση που εκδηλώθηκε ο αγωνιστικός προσανατολισμός που έχει η ΑΕΚ σε όλη τη χρονιά. Πίεση ψηλά, μαζικά, οργανωμένα, όχι στα κουτουρού, άμεσες επιθέσεις χωρίς πολλές πασούλες δεξιά κι αριστερά, εφόρμηση. Με πολιορκητικό κριό τον ασταμάτητο Λιβάι Γκαρσία που ο άνθρωπος είναι ένα τεράστιο cheat. Δεν πιάνεται στο τρέξιμο, δεν μαρκάρεται όταν παίζει με πλάτη, δεν τον κόβεις στην ντρίμπλα, πηδάει στον θεό για κεφαλιά, είναι τρομακτικός για τον αντίπαλο αμυντικό.
Η δική του δράση, μαζί με αυτή του Γκατσίνοβιτς, στο πρώτο μισάωρο του ημιτελικού, είναι κι ο λόγος που η ΑΕΚ μας βγάζει έντονα κάτι από μπασκετικό Ολυμπιακό. Λιβάι και Γκατσίνοβιτς είναι σαν τους Ουόκαπ-Βεζένκοφ-Παπανικολάου που αποτελούν την τριάδα η οποία έχει τον υψηλότερο δείκτη πείνας και δίψας για να πάρει τη μπάλα και να την στείλει στο καλάθι.
Έτσι και στην ΑΕΚ. Οι δύο παίκτες αυτοί, από κοινού με Πινέδα, Σιμάνσκι, Ελίασον και φυσικά Αραούχο, συνθέτουν μια αγέλη πεινασμένων λύκων που έχει τα μάτια στον στόχο και πουθενά αλλού.
Το τέλος της διαδρομής είναι άσχετο από την ίδια την διαδρομή
Αυτή θαρρώ είναι και η μεγάλη διαφορά με τον Παναθηναϊκό που ξεκίνησε με όνειρα τη σεζόν και τώρα υποχωρεί. Στον Παναθηναϊκό δεν έβγαλαν σε μεγάλη διάρκεια την επιθυμία να καταπιούν τον αντίπαλο. Το έκαναν με τον Άρη στη Λεωφόρο και με τον Βόλο εκτός, επειδή τους παρέσυρε η εκδρομή 15.000 οπαδών. Σε όλα τα υπόλοιπα ματς, ιδίως στα ντέρμπι, ο Παναθηναϊκός δεν έχει δείξει δίψα. Γι΄αυτό και όλοι οι δείκτες των 4 μεγάλων ομάδων στα ντέρμπι σε σχέση με τα άλλα ματς, φέρνουν τον Παναθηναϊκό πίσω από την ΑΕΚ και τον ΠΑΟΚ.
Η απόδοση του στην άμυνα, στην επίθεση, στο transition, στην αποτελεσματικότητα, πέφτει αισθητά όταν αντιμετωπίζει τους άλλους τρεις. Αντιθέτως, η ΑΕΚ κατά κύριο λόγο και μετά ο ΠΑΟΚ, έχουν τη μικρότερη δυνατή πτώση. Κάθε ομάδα είναι καθρέφτης και του χαρακτήρα που έχει ο προπονητής, της δίψας που βγάζει. Ο Γιοβάνοβιτς βγάζει μετριοπάθεια, όχι δίψα. Ο Αλμέιδα βγάζει δίψα. Και το μεταδίδει σε όλον τον οργανισμό.
Δεν είναι το σκορ που λέει πολλά για την ΑΕΚ. Δηλαδή ναι, είναι σκορ πρόκρισης. Αλλά δεν είναι ενδεικτικό των ευκαιριών στο ματς. Είναι η εικόνα αυτή στο πρώτο μισάωρο που η πίεση καταπίνει τον αντίπαλο. Και μετά κατεβαίνουν οι μηχανές γιατί υπάρχουν κι άλλα παιχνίδια στη συνέχεια και πρέπει να γίνει μια κατανομή των δυνάμεων.
Θα πει κάποιος: αν η ΑΕΚ στο τέλος της χρονιάς δεν έχει πάρει τίτλο, καθίστε να λέτε εσείς για πίεση και όλες αυτές τις μπούρδες. Μπορεί να χει δίκιο. Ή και όχι.
Αν η εικόνα της ΑΕΚ ως τον Μάιο είναι αυτή που βλέπουμε και τώρα, θα διεκδικεί το πρωτάθλημα ως το φινάλε. Είναι αυτό εχέγγυο πως θα το πάρει; Μπορεί όχι. Μπορεί να κάτσει έτσι η τύχη, οι συναστρίες, ώστε να το πάρει μια ομάδα που θα έχει λιγότερο καλή εικόνα. Συμβαίνει στον αθλητισμό. Ειδικά στο ποδόσφαιρο.
Γι΄αυτό και η ΑΕΚ δεν κρίνεται από το πού θα οδηγήσει αυτή η φιλοσοφία της. Κρίνεται, όπως και κάθε ομάδα, από την προσέγγισή της στο άθλημα, από το συναίσθημα που αφήνει στους οπαδούς της που την βλέπουν στο γήπεδο και την τηλεόραση. Κι αυτό είναι που δίνει ουσία στον αθλητισμό.