Περιεχόμενα
Είναι ούτως ή άλλως μοναχικό πράγμα να ατενίζεις τον κόσμο από τα 220 εκατοστά: συνήθως κοιτάζεις γύρω σου και δεν βλέπεις άνθρωπο στο μπόι σου. Πρέπει να σκύβεις όταν περνάς από πόρτες, να διπλώνεσαι σαν τρίπτυχο για να μπεις σε αυτοκίνητο, να προσπαθείς με κάποιον τρόπο να χωράς στα καθίσματα των αεροπλάνων και τα (κανονικά) κρεβάτια των ξενοδοχείων. Τουλάχιστον, όταν είσαι 2.20 μέτρα και παίζεις μπάσκετ, αισθάνεσαι λιγότερο μόνος: η λογική λέει ότι στους αγώνες αλλά και στις προπονήσεις της ομάδας σου, συνυπάρχεις με ανθρώπους «του επιπέδου σου». Σωστά; Λάθος! Ο Γιώργος Παπαγιάννης λες και «τον καταράστηκαν» να είναι μόνος και έρημος ακόμα και στις προπονήσεις του Παναθηναϊκού, αφού ο καλοκαιρινός σχεδιασμός (τρόπος του λέγειν…) άφησε την ομάδα χωρίς ψηλούς. Είναι μια παγκόσμια πατέντα, όπου μια ομάδα που ήθελε να πρωταγωνιστήσει σε Ελλάδα και Ευρωλίγκα, φρόντισε να έχει στο ρόστερ της δυο πεντάρια (Παπαγιάννη και Γκουντάιτις) και ένα τεσσάρι (Ντέρικ Γουίλιαμς). Από κει και πέρα; Υπήρχε ο Λευτέρης Μαντζούκας, που πρέπει να ήταν αόρατος για τον Ντέγιαν Ράντονιτς (αφού προτιμούσε στο «4» σχεδόν οποιονδήποτε άλλον εκτός του Μαντζούκα) και πριν από λίγες εβδομάδες αποκτήθηκε ο Αγραβάνης, μπας και συμμαζευτούν κάπως τα ασυμμάζευτα.
Αρχηγός «με το ζόρι»
Αλλά ας μείνουμε στο θέμα μας, τον Γιώργο Παπαγιάννη. Που ουσιαστικά του έδωσαν ένα μεγαλοπρεπές σπρώξιμο το καλοκαίρι, όταν αποχώρησε ο Παπαπέτρου και του είπαν «είσαι πλέον ο αρχηγός της ομάδας». Ο Παπαγιάννης είναι καλό και χρυσό παιδί, αλλά «αρχηγός» δεν είναι: δεν σημαίνει ότι αν είσαι ο «πιο παλιός» και ο «πιο Έλληνας», κάνεις αυτόματα και απαραίτητα για «πιο αρχηγός». Πολύ απλά διότι ο Γιώργος είναι υπερβολικά καλό παιδί για να παίξει αυτόν το ρόλο, δεν μπορεί να «μαλώσει» κανέναν, στόμα έχει και μιλιά δεν έχει και μέσα του γνωρίζει καλά πως αν «τα χώσει» σε κανέναν Αμερικανό συμπαίκτη του, θα είναι πιο πιθανό να πάρει πάσα από αντίπαλο παρά από παίκτη της ομάδας του. Ο αρχηγός πρέπει να είναι και λίγο κωλοπαίδι, να μιλήσει στον διαιτητή, να χωθεί σε κανέναν καυγά για να τον διαλύσει ή να προστατέψει κάποιον δικό του, να στραβοκοιτάξει την αντίπαλη εξέδρα, να συγκεντρώσει πάνω του το μπινελίκι για να αποφορτίσει τους υπόλοιπους. Κι ο Παπαγιάννης, ως χαρακτήρας, δεν μπορεί να τα κάνει αυτά.
Ένα πονεμένο καλοκαίρι
Ο τραυματισμός του το καλοκαίρι, τον πήγε πολύ πίσω. Πρώτον, διότι ήταν ένας πολύ ύπουλος τραυματισμός στον δικέφαλο του ποδιού. Δεύτερον, διότι πιέστηκε (σωματικά και ψυχολογικά) ώστε να είναι έτοιμος στην ώρα του και να ενισχύσει την Εθνική μας στο Ευρωμπάσκετ. Τρίτον, διότι στο Ευρωμπάσκετ δεν ήταν στο 100% και τέταρτον διότι ούτε στο ξεκίνημα των φετινών υποχρεώσεων με τον Παναθηναϊκό ήταν απόλυτα έτοιμος. Με άλλα λόγια, ένας παίκτης που δεν πάταγε καλά, έπρεπε να μπει και να παίξει σε μια νέα ομάδα με νέο προπονητή, με ένα ρόστερ κακοφτιαγμένο και ελλειμματικό, όπου όλοι περίμεναν απ’ αυτόν να κάνει τα πάντα: να καρφώνει, να μαζεύει όλα τα ριμπάουντ, να μοιράζει πέντε τάπες σε κάθε ματς και να είναι και η αρχηγάρα που θα βάζει μια φωνή και θα στέκονται όλοι σούζα. Ε, δεν γίνονται αυτά.
Έμπλεξε με… τεμπέληδες
Μέσα σε όλα αυτά, τον βρήκαν κι άλλα δεινά: δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ η φήμη που ακολουθούσε τον Ράντονιτς, ότι φτιάχνει ομάδες που στηρίζονται στην αμυντική τους λειτουργία και βγάζουν το λάδι του αντιπάλου. Και επιβεβαιώθηκε στην πράξη ότι ο Ντέρικ Γουίλιαμς, είναι ο πιο ταλαντούχος τεμπελχανάς που παίζει στην Ευρώπη, ένα εξαιρετικό επιθετικό εργαλείο που στη μέρα του μπορεί να σμπαραλιάσει κάθε αντίπαλη άμυνα αλλά και ένας παίκτης που δεν ασχολείται ιδιαίτερα ούτε με την άμυνα, ούτε με τα ριμπάουντ. Και με το έλλειμμα στις θέσεις «4» και «5», με τον Γκουντάιτις «βαρύ» (ειδικά τους πρώτους μήνες) και συχνά απόντα και τους περισσότερους συμπαίκτες του να έχουν το μυαλό τους στο πώς να φύγουν γρήγορα στον αιφνιδιασμό μπας και σκοράρουν, ο κλήρος έπεσε στον Παπαγιάννη να τα βάζει με δυο και τρεις παίκτες – και μοιραία να χάνει αρκετές μάχες στη ρακέτα του Παναθηναϊκού.
Η μουρμούρα της εξέδρας
Δικαίως ή αδίκως (προφανώς αδίκως), η γκρίνια του κόσμου απλώθηκε πάνω από το κεφάλι του. Διότι «είναι δυόμιση μέτρα παλικάρι και δεν μπορεί να πάρει τα ριμπάουντ». Διότι είναι Έλληνας. Διότι είναι ο αρχηγός. Διότι «έχει κόμπλεξ με τον Φαλ και όποτε παίζει απέναντί του, τον κάνει ό,τι θέλει». Διότι «εκτός από το να καρφώνει, δεν έχει άλλον τρόπο να βάλει τη μπάλα στο καλάθι». Διότι κάπου έπρεπε να τα ρίξει ο κόσμος, να βρει έναν «φταίχτη» εντός παρκέ, έναν «ένοχο», παρότι ο Παπαγιάννης έχει – μάλλον – το μικρότερο μερίδιο ευθύνης: δεν υπέπεσε ποτέ σε πειθαρχικό παράπτωμα, δεν νυχτοπερπατάει, δεν τσακώνεται με προπονητές ή συμπαίκτες, δεν μανουριάζει με αυτούς που τον βρίζουν, δεν τσαμπουκαλεύεται με διαιτητές, δεν ψάχνει για δικαιολογίες όταν κάνει δηλώσεις, δεν πουλάει «οπαδιλίκι». Είπαμε, το παλικάρι δεν κάνει για αρχηγός…
Έσκυψε το κεφάλι και δούλεψε
Παρότι η χρονιά για την ομάδα είναι κάκιστη και τα νούμερά του είναι χειρότερα από πέρυσι, παρότι αναγκάστηκε να παίζει σε κάποια ματς σχεδόν 35 λεπτά και να καταπονεί το σώμα του – στις περισσότερες περιπτώσεις ανεβοκατεβαίνοντας το γήπεδο χωρίς να παίρνει μισή πάσα, ο Παπαγιάννης δούλεψε σκληρά. Φρόντισε το σώμα του, «στέγνωσε», δυνάμωσε και προσπάθησε να βάλει έξτρα στοιχεία στο παιχνίδι του. Με πλάτη στο καλάθι σπάνια τον βλέπουμε να παίζει, αλλά έχει βάλει στο ρεπερτόριό του το hook, και μια ραβέρσα «αλά Τζαμπάρ». Κυρίως, έχει προσθέσει το σουτ έξω από τα 6,75: ξεκίνησε περίπου σαν «χωρατό», με τον κόσμο να ενθουσιάζεται όταν πήρε τα 2-3 πρώτα σουτ. Σήμερα που μιλάμε, είναι ο πιο εύστοχος παίκτης της ομάδας πίσω από τη γραμμή του τριπόντου, με ποσοστό που αγγίζει το 50%. Κάτι που δείχνει τόσο τη δουλειά που κάνει ο ίδιος, όσο και τη δουλειά που δεν έχει γίνει στην ομάδα: όταν ο πιο εύστοχος σουτέρ σου είναι το «πεντάρι» σου, τότε έχουν γίνει πολλά πράγματα στραβά κι ανάποδα.
Ωστόσο, αυτό το «χωρατό» με το τρίποντο, μπορεί να σημαίνει διάφορα πράγματα: αφενός, θα διευκολύνει τη ζωή του, αφού θα μπορεί να βάζει «άκοπους» πόντους από μακριά, χωρίς να παίζει συνέχεια «μπουνιές» με τους αντίπαλους ψηλούς στη ρακέτα. Και αφετέρου, θα διευκολύνει τη ζωή των συμπαικτών του, αφού θα «τραβάει» μακριά από τη ρακέτα τον αντίπαλο ψηλό, που θα υποχρεώνεται να τον ακολουθεί και να τον μαρκάρει και θα μπορούν οι συμπαίκτες του να τρυπώνουν πιο εύκολα και να πετυχαίνουν πόντους από κοντά. Ο «σοφός» Ρικ Πιτίνο άλλωστε, σε ανύποπτο χρόνο, το είχε πει: «ο καλύτερος σουτέρ που έχουμε στην ομάδα, είναι ο Παπαγιάννης». Πολύ απλά, διότι έχει «καλό χέρι», βάζει την κατάλληλη καμπύλη στο σουτ και ένας παίκτης που ατενίζει το γήπεδο από τα 2.20 είναι σχεδόν αδύνατον να κοπεί.
Το πιο σημαντικό καλοκαίρι
Σε λίγους μήνες, το συμβόλαιό του ολοκληρώνεται και ο Γιώργος Παπαγιάννης θα κληθεί να πάρει την πιο σημαντική απόφαση της ζωής του – μέχρι την επόμενη: να ξαναδοκιμάσει το όνειρό του ΝΒΑ, όπου πήγε κάποτε, ως ο Έλληνας που επιλέχθηκε ψηλότερα από κάθε άλλον στα ντραφτ, αλλά αποδείχθηκε τότε κατώτερος των προσδοκιών, τόσο σωματικά όσο και πνευματικά; Να πάει σε κάποια από τις ομάδες της Ευρωλίγκας που τον κοιτάζουν σαν ξερολούκουμο και να διεκδικήσει ακόμα και την Ευρωλίγκα; Να κάνει την «καταραμένη μετακίνηση» από τον Παναθηναϊκό στον Ολυμπιακό, που είναι δεδομένο ότι τον παρακολουθεί με πολύ ενδιαφέρον; Ή να παραμείνει στον Παναθηναϊκό;
Αν την κουβέντα αυτή την κάναμε πριν μερικές εβδομάδες, το σενάριο της παραμονής του στους «πράσινους» θα ακουγόταν μάλλον απίθανο. Όμως, σύμφωνα με τα όσα έχουν διαρρεύσει, κάτι καλό ψήνεται στην ομάδα για την επόμενη χρονιά, με προπονητή ΑΑ διαλογής, παίκτες από το πάνω ράφι και σημαντική αύξηση του μπάτζετ. Επιπλέον, ο Παπαγιάννης είναι η μεγάλη «αδυναμία» του Δημήτρη Γιαννακόπουλου και πριν λίγες μέρες άλλαξε εκπρόσωπο – λέγεται ότι αυτό έχει να κάνει με τη διάθεσή του να συζητήσει σοβαρά την παραμονή του στην ομάδα. Για να συμβεί αυτό όμως, πρέπει να λάβει σοβαρές εγγυήσεις για το μέλλον – εγγυήσεις και όχι υποσχέσεις.
Για τον Παναθηναϊκό, δεν το συζητάμε καν: ο Παπαγιάννης είναι «κολόνα», είναι πολύτιμος, είναι «δυσεύρετος» και είναι και Έλληνας. Αν χάσει ακόμα έναν ποιοτικό Έλληνα, ακόμα έναν «αρχηγό» μετά τον Παπαπέτρου, θα έχει ένα ακόμα σημαντικό πρόβλημα να λύσει με τους 6 Έλληνες που πρέπει να δηλώνει σε πρωτάθλημα και κύπελλο. Αν καταφέρει να τον κρατήσει, να τον πλαισιώσει με παίκτες ποιοτικούς αλλά και «συμβατούς» με τον ίδιο, αν η ομάδα επιστρέψει εκεί όπου ανήκει και είναι ανταγωνιστική τόσο στο πρωτάθλημα, όσο και στην Ευρωλίγκα, ο «ξενερωμένος» Παπαγιάννης με τα μελαγχολικά μάτια και το σκυμμένο κεφάλι, μπορεί αν γίνει αυτό που πολλοί άνθρωποι είδαν στα 220 εκατοστά του πριν από χρόνια: ο καλύτερος Έλληνας σέντερ κι ένας από τους καλύτερους στην Ευρώπη. Άλλωστε, ακόμα δεν έχει κλείσει τα 26 του χρόνια.