Περιεχόμενα
Το ντέρμπι ανάμεσα σε Παναθηναϊκό και ΑΕΚ στη «Λεωφόρο» δεν μας έκανε σοφότερους: ο Παναθηναϊκός κράτησε το «μηδέν» και στο τέλος της βραδιάς πήρε μια ισοπαλία που μπορεί να αποδειχθεί «χρυσάφι», καθώς διατηρήθηκε στην κορυφή της βαθμολογίας και συνεχίζει να έχει την ισοβαθμία με την ΑΕΚ. Οι «κιτρινόμαυροι» από την πλευρά τους ήταν καλύτεροι στον αγωνιστικό χώρο, έφτιαξαν αρκετές ευκαιρίες αλλά δεν κατάφεραν να πετύχουν έστω ένα γκολ, που θα τους έδινε τη νίκη και θα «κλείδωνε» σε μεγάλο βαθμό το πρωτάθλημα. Και κάπως έτσι, οι τρεις τελευταίες αγωνιστικές έγιναν «αίμα και άμμος»: οι «πράσινοι» έχουν να παίξουν με ΠΑΟΚ μέσα, Ολυμπιακό στο (κεκλεισμένων των θυρών) «Γ. Καραϊσκάκης» και με Άρη μέσα. Και η ΑΕΚ με Ολυμπιακό εντός, Άρη εκτός και κλείνουν με Βόλο εντός. Δυσκολότερο μοιάζει το πρόγραμμα για τον Παναθηναϊκό, αλλά εδώ που φτάσαμε, δεν υπάρχουν «εύκολα» ματς ούτε κατά διάνοια.
Παναθηναϊκός, η ομάδα με τη σφραγίδα του προπονητή της
Έχει κάνει πολλές υπερβάσεις η ομάδα του Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Πιο «φτωχή» από τους ανταγωνιστές της, με λιγότερο βάθος στο ρόστερ της, με πιο περιορισμένες λύσεις, με τον καλύτερό της παίκτη στα πιτς (Αϊτόρ) πριν καλά – καλά φτάσουμε στα μισά του δρόμου, κατάφερε να φτιάξει και στη συνέχεια να «κλωτσήσει» διψήφια διαφορά από τους υπόλοιπους. Οι χειμερινές προσθήκες έδωσαν 1-2 λύσεις παραπάνω στον Γιοβάνοβιτς (Μαντσίνι και Κλεϊχέισλερ), που ωστόσο βλέπει μερικούς από τους πιο σημαντικούς παίκτες του να παίζουν στα κόκκινα και κάνει το σταυρό του μην τυχόν και «κλατάρει» ο Πέρεθ ή ο Χουάνκαρ κυρίως, παίκτες που έχουν τραβήξει πολύ κουπί μέσα στη χρονιά και για τους οποίους ουσιαστικά δεν υπάρχει αντικαταστάτης με παρόμοια χαρακτηριστικά. Ο Παναθηναϊκός στηρίζεται εν πολλοίς στη μεσοαμυντική του λειτουργία, οι αντίπαλοί του φτύνουν κυριολεκτικά αίμα για να του βάλουν γκολ, έχει τον καλύτερο τερματοφύλακα στο πρωτάθλημα (και «αφανή MVP» αν τελικά πάρουν το πρωτάθλημα), το πιο κόμπακτ κέντρο, βρίσκουν λύσεις στο σκοράρισμα εναλλάξ με Σπόραρ και Ιωαννίδη και προχωρούν τηρώντας ευλαβικά το αγωνιστικό πλάνο του Γιοβάνοβιτς, χωρίς να παρεκκλίνουν σχεδόν ποτέ, ακόμα κι αν το ματς δείχνει να στραβώνει.
Δεν υπάρχει πιο «ομάδα του προπονητή» από τον Παναθηναϊκό των δυο τελευταίων χρόνων: πέρυσι το καταλάβαμε κυρίως στο τελευταίο κομμάτι της σεζόν, με το ντεμαράζ της ομάδας που της χάρισε ευρωπαϊκή θέση και Κύπελλο, φέτος όμως το πράγμα φάνηκε από την πρώτη αγωνιστική. Πειθαρχία μεν, αλλά όχι «στρατιωτικού τύπου» όπως ήταν με το Μπόλονι. Αξιοκρατία και επιβράβευση, παίκτες που μπαίνουν μέσα πρόθυμοι «να πεθάνουν για τον προπονητή τους», ακόμα κι αν παίζουν σπάνια, πανηγυρισμοί και αγκαλιές που μαρτυρούν ένα εξαιρετικό κλίμα, ο κόσμος επέστρεψε με λαχτάρα και ενθουσιασμό στο γήπεδο κάνοντας συνεχόμενα sold-outs. Όλα αυτά, είναι έργο Γιοβάνοβιτς, όσο κι αν ο σεμνός και ταπεινός προπονητής, πάντοτε δίνει τα εύσημα στους ποδοσφαιριστές του.
ΑΕΚ, η ομάδα που παίζει τη μπάλα που σου αρέσει να βλέπεις
Κανείς δεν ήξερε πώς «θα βγει» και αν «θα βγει» ο Ματίας Αλμέιδα στην ΑΕΚ. Αν θα «κουμπώσει» με την ομάδα και τον ψυχισμό της, αν θα πετύχει ή θα είναι ακόμα μια προπονητική αποτυχία στην αλυσίδα των προπονητών που πέρασαν τα τελευταία χρόνια από τον πάγκο της. Οι απορίες όλων μας, λύθηκαν αρκετά γρήγορα: η φετινή ΑΕΚ, της «Αγιά Σοφιάς» και των ποιοτικών μεταγραφών, χρειάστηκε ένα (εύλογο) χρονικό διάστημα για να «δέσει», να βρουν οι παίκτες τους ρόλους τους, να αποκτήσει χημεία, να δημιουργηθούν αυτοματισμοί και να καταλάβουν άπαντες ότι μέσα στον «μαραθώνιο» της σεζόν, σε πρωτάθλημα και κύπελλο, δεν περισσεύει κανείς: όλοι έχουν τη χρησιμότητα και τη λειτουργικότητά τους, όλοι κάποια στιγμή θα κληθούν να συνεισφέρουν, οπότε οφείλουν να είναι έτοιμοι.
Και ήταν πραγματικά έτοιμοι: όχι μόνο οι βασικοί στόπερ, Μουκουντί και Βίντα, αλλά και ο Μήτογλου με τον Τζαβέλλα. Όχι μόνο οι «απαραίτητοι» κεντρικοί χαφ Σιμάνσκι και Γιόνσον, αλλά και ο Μάνταλος και ο Γαλανόπουλος. Όχι μόνο ο Αραούχο, ο Γκατσίνοβιτς και ο Λιβάι, αλλά και ο Τσούμπερ με τον Άμπραμπατ. Κανείς δεν «στραβομουτσούνιασε» όταν του ζήτησε ο προπονητής να καλύψει μια άλλη, «άγνωστη» θέση, ο Πινέδα ή ο Ελίασον έπαιξαν μπακ με απόλυτη πειθαρχία, οι τραυματισμοί καλύφθηκαν με «προπονητικά τρικ», το βάθος του ρόστερ έδωσε στον Αλμέιδα λύσεις σε κάθε πρόβλημα που συναντούσε.
Θα το πάρει ή το χάσει ο Παναθηναϊκός, διότι…
Αν το πάρει, αυτό θα συμβεί διότι ήταν ο πιο σταθερός, ο πιο κυνικός, ο πιο αποτελεσματικός μέσα σε ολόκληρη τη χρονιά. Έκανε την «κοιλιά» του τον Γενάρη, έχασε βαθμούς σε διάφορα ματς που δεν «μύριζαν γκέλα» (π.χ. με Ιωνικό στη Νίκαια ή με ΟΦΗ εντός), πληγώθηκε από τον ΠΑΟΚ σε πρωτάθλημα και κύπελλο, αλλά συνήλθε τη στιγμή που έπρεπε και έβγαλε αντίδραση. Τόσο στην κανονική περίοδο, με το κουμπί να γυρίζει στο «Κλεάνθης Βικελίδης», όσο και στα play – off, με το κουμπί να γυρίζει στο… «Κλεάνθης Βικελίδης», μετά την ισοπαλία με το Βόλο εντός. Κυνήγησε όλα τα παιχνίδια μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο, είχε πάθος, ρέντα και πείσμα και δικαιώθηκε αρκετές φέτος με σημαντικά γκολ στο τέλος των αγώνων.
Αν το χάσει, αυτό θα συμβεί διότι θα μείνει από βενζίνη… Στα τρία ματς που απομένουν, δεν θα έχει σίγουρα Κουρμπέλη κόντρα στον ΠΑΟΚ, Ρούμπεν Πέρεθ και Τσέριν έπαιζαν με προβλήματα κόντρα στην ΑΕΚ, αξιόπιστη εναλλακτική του Χουάνκαρ δεν υπάρχει, Παλάσιος και Μπερνάρ θα χρειαζόντουσαν ανάσες αλλά περιθώριο δεν υπάρχει. Οπότε μένει να δούμε αν οι αναθυμιάσεις στο πράσινο ρεζερβουάρ, αρκούν για να δει πρώτος τη σημαία του τερματισμού.
Θα το πάρει ή θα το χάσει η ΑΕΚ, διότι…
Αν το πάρει η ΑΕΚ, αυτό θα συμβεί διότι έχει καταφέρει να παίζει μια μπάλα που είναι ταυτόχρονα αποτελεσματική και ελκυστική. Υπάρχουν παιχνίδια που μοιάζει να «πατάει» τον αντίπαλό της ή να «περνάει από πάνω του», έχει ανάπτυξη από τα άκρα και από τον άξονα, έχει ποικιλία στο γκολ, ο Λιβάι έκανε «παπάδες» στην κορυφή της επίθεσης και ο Γκατσίνοβιτς στα άκρα, ο Αραούχο έγινε ο τέλειος all-around φέτος και ο Τσούμπερ το «κρυφό χαρτί».
Αν το χάσει η ΑΕΚ, θα έχει πληρώσει μικρές – μικρές λεπτομέρειες και «στιγμές»: την εντός έδρας ήττα από το Βόλο στη Ριζούπολη, λίγο πριν ανοίξει τις πόρτες της η «Αγιά Σοφιά». Το χαμένο πέναλτι του Λιβάι κόντρα στον Παναθηναϊκό που απέκρουσε ο Μπρινιόλι, που αν έκανε το 2-0 θα έδινε στην ΑΕΚ το πλεονέκτημα στην ισοβαθμία με τους «πράσινους». Την εντός έδρας ήττα από τον Ολυμπιακό στο φινάλε της κανονικής περιόδου που της έριξε από την κορυφή. Μικρά πραγματάκια μέσα στην μακρο-οικονομία του πρωταθλήματος, που τελικά μπορεί να κάνουν τη διαφορά.
Και δυο κουβέντες επικοινωνιακές
Μετά την πρόσφατη τοποθέτηση του Αλμέιδα στη συνέντευξη Τύπου του Αλμέιδα, ο Γιοβάνοβιτς όντως έμεινε «ο τελευταίος των Μοϊκανών»: είναι ο μόνος που έχει πορευτεί μιλώντας ποδοσφαιρικά και μόνο, με απόλυτο σεβασμό σε κάθε αντίπαλο, χωρίς να αναφέρεται ποτέ στη διαιτησία ή να «ανακαλύπτει» διαιτητικές εύνοιες ή αδικίες. Αυτό πρεσβεύει, αυτή είναι η φιλοσοφία του και γι’ αυτό χαίρει σεβασμού σχεδόν από κάθε άνθρωπο που παρακολουθεί μπάλα, ανεξάρτητα από οπαδική προτίμηση.
Η ΑΕΚ, επέλεξε να πορευτεί διαφορετικά μέσα στη χρονιά – και ο προπονητής της να «μουντζουρώσει» την εικόνα του με όσα είπε. Η επικοινωνιακή της πολιτική είχε «κόκκινους σβέρκους», επιλεκτική μνήμη, άρνηση της πραγματικότητας και παρερμηνεία των κανονισμών. Είναι η ίδια ομάδα που «μπλέχτηκε με μεθυσμένους διαιτητές», με αλλαγές διαιτητών και VARιστών, με τα «κοντά δοκάρια» στο Περιστέρι και μια ένσταση που μπορεί να μην την κέρδισε, αλλά έπαιξε τελικά το ματς με τον Ατρόμητο όταν οι Περιστεριώτες ήταν βαθμολογικά αδιάφοροι, ενώ απέφυγε το ματς λίγο πριν το ματς Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό, πηγαίνοντας ξεκούραστη στο ντέρμπι αυτό. Αυτά και άλλα διάφορα της καταλογίζουν οι «απέναντι», με τον Παναθηναϊκό πάντως να μην είναι ανάμεσα σε αυτούς που ανέβασαν τους τόνους ή απάντησαν στο ίδιο ύφος ή στα ίδια επίπεδα τοξικότητας. Και στην τελική, ο καθένας κρίνεται απ’ αυτά που λέει, αυτά που κάνει και αυτά που πρεσβεύει, από το πώς επιλέγει να βαδίσει και πόσο συνεπής μένει στις αρχές και τις αξίες του, ειδικά όταν το διακύβευμα είναι τόσο σημαντικό και «μεθυστικό», που μπορεί να σε κάνει να λοξοδρομήσεις.