Τέσσερις ομάδες σε απόσταση επτά βαθμών. Play – offs χωρίς ξεκάθαρο φαβορί. Ομάδες που έρχονται με φόρα, γεμάτες φιλοδοξίες, μερικές παθογένειες, κάποιες κακοφτιαξιές και μπόλικο πάθος. Σε ένα ελληνικό πρωτάθλημα που θα θύμιζε κάποιο άλλο μεγάλο πρωτάθλημα του εξωτερικού (αν δεν υπήρχαν τα επεισόδια μεταξύ οπαδών, τα επεισόδια μεταξύ οπαδών και Αστυνομίας, τα υβριστικά πανό, οι κροτίδες που σκάνε δίπλα στους παίκτες και τα καπνογόνα που μετατρέπουν τα γήπεδα σε μπάρμπεκιου, ψιλοπράγματα δηλαδή…), ετοιμαζόμαστε για δέκα αγωνιστικές που θα δώσουν ένα πρωτάθλημα, δυο εισιτήρια για τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ, ένα εισιτήριο για το Europa (στον Κυπελλούχο) και μπόλικο σασπένς.
ΠΑΟ, μπορείς;
Η ομάδα του Γιοβάνοβιτς, μπαίνει στα play – offs έχοντας κατακτήσει αυτό που της άξιζε για την προσπάθεια που κατέβαλε όλη τη χρονιά: την πρώτη θέση. Μπορεί η διαφορά των δυο βαθμών από την ΑΕΚ να μην λέει πολλά (αφού είχε ξεφύγει και με διψήφια διαφορά πριν τη διακοπή για το Μουντιάλ), αλλά τουλάχιστον, έστω και στα χασομέρια της κανονικής περιόδου, βρέθηκε στην πρώτη θέση. Ο Παναθηναϊκός έχει έναν προπονητή σοβαρό, εργατικό, πολιτισμένο και ευγενή, που έχει περάσει στην ομάδα του ξεκάθαρες ποδοσφαιρικές αρχές, με τις οποίες και πορεύεται. Έχασε τον MVP του πρώτου γύρου, Αϊτόρ, πάλεψε σκληρά με τραυματισμούς, ντεφορμαρίσματα και έλλειψη εναλλακτικών λύσεων για ένα μεγάλο διάστημα, πέρασε έναν τραγικό Γενάρη όπου έχασε τη διαφορά που είχε πάρει και αποκλείστηκε από το Κύπελλο, αλλά δείχνει να έχει συνέλθει στα τελευταία ματς, όπου και κερδίζει και παίζει (ξανά) ωραία μπάλα, με εξαίρεση το ματς στο «Καραϊσκάκης» όπου ούτε κέρδισε, ούτε έπαιξε καλά.
Μπορεί, διότι: βρίσκει νέους «ήρωες» και πρωταγωνιστές (όπως τον Ιωαννίδη και τον Μαντσίνι), έχει ξανά φορμαρισμένο τον Παλάσιος, διαθέτει τον πιο σταθερό τερματοφύλακα του πρωταθλήματος (Μπρινιόλι), έχει βάλει «βάθος» στο ρόστερ με τις χειμερινές προσθήκες και έχει ένα δίδυμο σέντερ – μπακ, τον Σένκεφελντ με τον Μάγκνουσον, που όταν είναι διαθέσιμοι και υγιείς δείχνουν να «κουμπώνουν» καλά.
Μπορεί να σκοντάψει, διότι: δεν υπάρχουν ματς με μικρούς και μικρομεσαίους πλέον και η εικόνα του στα δυο ματς με τον Ολυμπιακό, στο εκτός έδρας ματς με την ΑΕΚ και στα τρία ματς με τον ΠΑΟΚ (ένα για το πρωτάθλημα και δυο για το Κύπελλο), έδειξαν ότι στα ντέρμπι εσχάτως ζορίζεται.
Αρκεί η φόρα της Αγια-Σοφιάς για την ΑΕΚ;
Η φετινή ΑΕΚ φτιάχτηκε με πολλά ερωτηματικά: τι καπνό φουμάρει ο Αλμέιδα; Πόσο γρήγορα θα ταιριάξουν με τους υπόλοιπους οι καινούργιοι παίκτες; Πόση φόρα θα πάρει η ομάδα από το νέο γήπεδο; Όλα αυτά, απαντήθηκαν πολύ γρήγορα: ο Αλμέιδα αποδείχθηκε ο άνθρωπος που έψαχνε η ομάδα εδώ και χρόνια, ο Γκατσίνοβιτς, ο Πινέδα, ο Ελίασον, ο Μουκουντί, ο Βίντα, ο Γιόνσον, ο Σιντιμπέ, όλοι αποδείχθηκαν και καλοί και χρήσιμοι και «συμβατοί» με τους υπόλοιπους, όλο το ρόστερ αποδείχθηκε ιδιαίτερα «φιλομαθές», καθώς αφομοίωσε τη φιλοσοφία του νέου προπονητή πολύ γρήγορα.
Η Αγια-Σοφιά αποδείχθηκε κάστρο απόρθητο για όλες τις ομάδες, μέχρι την τελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος και την ήττα από τον Ολυμπιακό και κάπως έτσι, στο νήμα, η ΑΕΚ μπαίνει στα play – offs δεύτερη αντί για πρώτη, δυο βαθμούς πίσω από τον Παναθηναϊκό.
Στο φινάλε της σεζόν η ΑΕΚ μπαίνει με τον Λιβάι Γκαρσία, το μεγάλο της επιθετικό όπλο να έχει πλέον ξεπεράσει τον τραυματισμό του και με όλα τα όπλα της διαθέσιμα στα χέρια του Αλμέιδα. Μπαίνει με όρεξη και πίστη ότι τη χρονιά που μπήκε στο καινούργιο της σπίτι, μπορεί να πανηγυρίσει και το πρωτάθλημα, έχοντας παίξει μέσα στη διάρκεια της σεζόν πολύ όμορφο ποδόσφαιρο, με μεγάλη παραγωγή φάσεων.
Μπορεί, διότι: έχει μεγάλο βάθος στο ρόστερ της και ποιότητα τέτοια, που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν «βασικοί» και «αναπληρωματικοί». Το απέδειξε αυτό άλλωστε στο 3-0 επί του Ολυμπιακού για το Κύπελλο, όπου βασικοί έπαιξαν παίκτες που συνήθως έρχονται από τον πάγκο. Ο κόσμος της ομάδας είναι δίπλα της με πολύ πάθος και ενθουσιασμό αλλά και με αναγνώριση του τι έχει πετύχει ως τώρα – εξ’ ου και η καθολική στήριξη μετά την ήττα από τον Ολυμπιακό.
Μπορεί να σκοντάψει, διότι: αυτή ακριβώς η ήττα από τον Ολυμπιακό, την τελευταία αγωνιστική, που έσπασε το αήττητο στην Αγια-Σοφιά, μπορεί να σημαίνει δυο πράγματα: είτε θα συσπειρώσει την ομάδα και θα την κάνει να εμφανιστεί πιο αποφασισμένη στη συνέχεια, είτε θα την κλονίσει και θα της αφαιρέσει λίγη από την αυτοπεποίθηση που έχει χτίσει. Ένα άλλο στοιχείο ενδεχόμενου προβληματισμού, είναι πως η ΑΕΚ είναι η μοναδική ομάδα από τους τέσσερις διεκδικητές που δεν έχει κάνει «κοιλιά» μέσα στη χρονιά και δεν έπαθε «μπλακ – άουτ». Θα αντέξει να πάει σε υψηλό τέμπο ως το τέλος ή θα επιβεβαιώσει τον κανόνα που λέει πως όλες οι ομάδες του πλανήτη, περνάνε μια μικρή ή μεγαλύτερη κάμψη σε κάποιο σημείο της σεζόν;
Η μεγάλη αντεπίθεση του Ολυμπιακού
Ο Ολυμπιακός ξεκίνησε με έναν προπονητή, συνέχισε με δεύτερο και πλέον πορεύεται με τρίτο. Έφερε τόσους παίκτες και πούλησε ή δάνεισε άλλους τόσους, που κανείς δεν πρέπει να θυμάται με σιγουριά ποιοι απαρτίζουν αυτή τη στιγμή το ρόστερ του. Έκανε μεταγραφικές κινήσεις ουσίας αλλά και εντυπωσιασμού, έφτασε να αριθμεί κάπου 55 παίκτες, «φόρτωσε» με ποσότητα και ποιότητα τη μεσοεπιθετική του γραμμή αλλά διορθωτικές κινήσεις στο κέντρο της άμυνας, εκεί που δείχνει να «πονάει» η ομάδα, δεν έγιναν το Γενάρη.
Αυτό που έγινε πάντως, ήταν πως ο Μίτσελ κατάφερε να νοικοκυρέψει τα ανοικοκύρευτα, να βρει ένα σχήμα και 15-16 παίκτες που του κάνουν τη δουλειά, να «ξεκουμπώσει» την ομάδα του από τη μέση και μπροστά, ακόμα και να χωρέσει τρία «δεκάρια» στην ίδια 11άδα. Ο Πασχαλάκης πήρε σπίτι του τη φανέλα του βασικού τερματοφύλακα, ο Ροντινέϊ έδωσε ποιότητα και αξιοπιστία στη θέση του δεξιού μπακ, ο Φορτούνης αναγεννήθηκε, ο Μπακαμπού είναι ο πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος, ο Χάμες ξεχειλίζει από ποιότητα, ο Εμβιλά με τον Χουάνγκ είναι απαραίτητοι για το κέντρο, υπάρχει ο Κανός, ο Μπιέλ, ο Μασούρας, ο Γκάρι Ροντρίγκεζ και φυσικά ο Ελ Αραμπί. Το πρόβλημα; Στην άμυνα λείπει το σημείο αναφοράς, αφού ο χρόνος δεν κάνει διακρίσεις για κανέναν – ούτε φυσικά για τον Παπασταθόπουλο – ενώ κανένας Μπα, Ντόι ή Ρέτσος, δεν δείχνει να μπορεί να κάνει τη διαφορά στα μετόπισθεν.
Μπορεί, διότι: Όλοι τον είχαν ξεγραμμένο όταν έμεινε πίσω στη βαθμολογία, αλλά ο Ολυμπιακός και τη διαφορά ροκάνισε και την εικόνα του άλλαξε προς το καλύτερο. Πυξίδα του, η νίκη επί της ΑΕΚ την τελευταία αγωνιστική αλλά και η εικόνα του στα δυο ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό, όπου παρόλο που δεν κέρδισε, ήταν ξεκάθαρα ανώτερος, δείχνοντας να έχει πάρει τον «αέρα» των πράσινων. Σε αυτή τη χρονιά που έμοιαζε χαμένη το φθινόπωρο, με μια ομάδα μπερδεμένη και χωρίς σωστή καθοδήγηση από τον πάγκο, ο Ολυμπιακός έρχεται με φόρα, κυνηγώντας μίνιμουμ τη δεύτερη θέση που δίνει εισιτήριο για τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά κρυφοκοιτάζει και το πρωτάθλημα, περιμένοντας στραβοπατήματα των δυο ομάδων που τον περνάνε στη βαθμολογία.
Μπορεί να σκοντάψει, διότι: οι πέντε βαθμοί από την κορυφή, δεν είναι μεγάλη διαφορά, αλλά δεν είναι και αμελητέα. Με άλλα λόγια, ο Ολυμπιακός θα πρέπει να τα κάνει όλα τέλεια στα play – offs και οι αντίπαλοί του να τα θαλασσώσουν, ακόμα και σε παιχνίδια που ίσως θεωρούν «του χεριού τους». Επιπλέον, ακόμα κι αν εξακολουθήσει η ομάδα να ρολάρει σωστά μεσοεπιθετικά, αν δεν καταφέρει να εξασφαλίσει μια – τουλάχιστον – συνεπή μεσοαμυντική λειτουργία, που θα του επιτρέπει να κρατάει το «μηδέν» σε κάποια παιχνίδια, ίσως βιώσει απώλειες βαθμών που θα αποδειχθούν οδυνηρές και – τελικά – καταδικαστικές.
ΠΑΟΚ, το μεγάλο αουτσάιντερ
Όταν ο ΠΑΟΚ αποφάσισε το καλοκαίρι να προχωρήσει σε μια ανανέωση, μπολιάζοντας τους μεγαλύτερους και πιο έμπειρους παίκτες με τη νέα γενιά, οι περισσότεροι περίμεναν μια περίοδο μεταβατική, μακριά από τον πρωταθλητισμό και – ενδεχομένως – χωρίς καν προοπτικές διάκρισης στο Κύπελλο.
Η αλήθεια, αποδείχθηκε διαφορετική: το νέο πρότζεκτ μπορεί να έφερε κλυδωνισμούς και απώλειες βαθμών στην αρχή, αλλά πολύ γρήγορα ο Ραζβάν Λουτσέσκου βρήκε ισορροπίες, «χημεία» και καλή λειτουργία, μοίρασε σωστά τους ρόλους και τις αρμοδιότητες, βρήκε (ή «έφτιαξε») έναν απίθανο Κωνσταντέλια και αυτό έδωσε μια άλλη δυναμική στην ομάδα και μια γλυκιά τρέλα στην εξέδρα. Ο νεαρός Κοτάρσκι παίζει σαν «παλαίουρας» κάτω από τα γκολπόστ, ο υγιής Ολιβέιρα είναι ένας επιθετικός που παίζει πάνω απ’ όλα για την ομάδα, ο Κουλιεράκης βελτιώνεται στο πλευρό του ποιοτικού Ίνγκασον, ο Ντάντας έχει δώσει καλά σημεία γραφής, ο Τάισον που ήρθε το χειμώνα προσφέρει πράγματα με την εμπειρία του. Και κάπως έτσι, το -7 από την κορυφή δεν αποθαρρύνει κανέναν και δεν χαλάει το κέφι των φίλων της ομάδας, καθώς ξέρουν ότι ο ΠΑΟΚ μπορεί να κάνει «ζημιές» και – υπό προϋποθέσεις – να πλασαριστεί ψηλότερα από την τέταρτη θέση, στην οποία βρέθηκε στο τέλος της κανονικής περιόδου. Εντωμεταξύ, πάντα υπάρχει και η «κάβα» του Κυπέλλου, ενός θεσμού που τον ξέρει καλά ο ΠΑΟΚ αφού τον έχει κατακτήσει τρεις φορές τα τελευταία χρόνια, που δίνει φέτος εισιτήριο για το Europa.
Μπορεί, διότι: Όταν δεν έχεις να χάσεις τίποτα, έχεις άγνοια κινδύνου, είσαι επικίνδυνος. Οι πιτσιρικάδες του ΠΑΟΚ μπορεί να μην έχουν εμπειρία πρωταθλητισμού αλλά έχουν ενθουσιασμό και δίψα για διάκριση, δεν «μασάνε» απέναντι σε οποιονδήποτε αντίπαλο και καμία έδρα, όσο καυτή κι αν είναι. Επιπλέον, ο Λουτσέσκου, ξέρει καλά όχι μόνο να προετοιμάζει καλά την ομάδα του και να την κοουτσάρει κατά τη διάρκεια του αγώνα, αλλά και πώς να παίζει το «Παιχνίδι της Πρόκλησης»: ο παμπόνηρος Ρουμάνος ξέρει να τραβά τους προβολείς πάνω του με γκρίνιες, καταγγελίες, χειρονομίες και εμπρηστικές δηλώσεις, ώστε με αυτόν τον τρόπο να απορροφά εκείνος τους κραδασμούς, να συσπειρώνει τον κόσμο της ομάδας (που ακούει πράγματα που «χαϊδεύουν» τα αυτιά του) και να μπορούν οι παίκτες του να κάνουν τη δουλειά τους απερίσπαστοι.
Μπορεί να σκοντάψει, διότι: οι επτά βαθμοί της διαφοράς, είναι ένα νούμερο σεβαστό, ειδικά όταν Παναθηναϊκός, ΑΕΚ και Ολυμπιακός, δείχνουν να μπαίνουν στα play – offs σε καλή κατάσταση και χωρίς σοβαρές απώλειες από τραυματισμούς. Επιπλέον, ό, τι και να λέει ο Λουτσέσκου και όσο κι αν φωνάζει για το «κράτος της Αθήνας που αδικεί την ομάδα του», η αλήθεια είναι πως (με εξαίρεση το ματς της Τρίπολης και το γκολ που δέχτηκε ο ΠΑΟΚ από θέση οφσάιντ) έχουν χαθεί αρκετοί βαθμοί από υπαιτιότητα δική του και των παικτών του, πράγμα απόλυτα φυσιολογικό για ένα work-in-progress, που δεν έχει φτάσει ακόμα σε επίπεδα σταθερότητας τέτοια, που να μπορεί να αποφεύγει τα νεκρά διαστήματα και τα αβίαστα λάθη.