Με την απώλεια του Ζιστ Φοντέν, αναντίρρητα, κλείνει ένα μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας του γαλλικού ποδοσφαίρου. Αυτό το βιβλίο δεν είναι πρόσφατο – ω ναι. Αλλά είναι αυτή η γοητεία του κλασικού, η αξία που ξεπερνά το χρόνο και γίνεται κτήμα όλων των γενεών.

Το ρεκόρ του των 13 γκολ σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο κρατάει από το 1958 και αν και τίποτα δεν είναι αιώνιο, αυτό μοιάζει για τέτοιο. Το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει πολύ από τότε, οι συνθήκες που έκαναν πιθανή αυτήν την επίδοση δεν υπάρχουν πλέον. Αυτό, προφανώς, δεν αφαιρεί τίποτα από το μέγεθος του επιτεύγματος.

Ο Φοντέν δεν προοριζόταν για βασικός – Πώς και πότε άλλαξαν όλα

Η ιστορία γίνεται ακόμα πιο ωραία αν σκεφτούμε πως παρότι ο Φοντέν πήγε σε αυτό το Μουντιάλ ως εν ενεργεία πρωταθλητής Γαλλίας και πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, λογιζόταν ως αναπληρωματικός από τον εκλέκτορα Πολ Νικολά.

Αυτός προτιμούσε έναν άλλο παίκτη της Ρεμς, τον Ρενέ Μπλιάρ για βασικό. Θεωρούσε πως ταίριαζε καλύτερα με τον έτερο σούπερ σταρ της ομάδας εκείνης, τον Ρεμόν Κοπά. Επειδή οι δύο τους ήταν συμπαίκτες άλλοτε στη Ρεμς, μέχρι συγκεκριμένα ο Κοπά να πάει στη Ρεάλ Μαδρίτης το 1956 – παρεμπιπτόντως τα λεφτά από τη μεταγραφή επέτρεψαν στους «ρεμουά» να αποκτήσουν τον Φοντέν.

Αλλά ένα διάστρεμμα στον αστράγαλο του Μπλιάρ άλλαξε όλη την αφήγηση. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία, που λένε. Με το Νο17 στην πλάτη, ο Γάλλος επιθετικός θα ανταποκριθεί άμεσα στις προσδοκίες και στις περιστάσεις. Επιβεβαιώνοντας στο έπακρο το όνομά του, που σημαίνει «συνεπής» – τον χαρακτήριζε άλλωστε σε οτιδήποτε έκανε στη ζωή του, σιχαινόταν γενικώς να αργεί στα ραντεβού του ή να μην είναι ακριβής στις δεσμεύσεις του.

Κυνηγός μοναδικός, σκόραρε σε όλα τα ματς του Μουντιάλ του 1958

Στο πρώτο ματς, κόντρα στην Παραγουάη, ο τότε 25χρονος φορ πετυχαίνει χατ τρικ (7-3). Παρά την ήττα με 3-2 από τη Γιουγκοσλαβία μετά, αυτός έκανε το χρέος του (δικά του και τα δύο γκολ). Και στο τρίτο παιχνίδι, μετά από ένα γκολ του Κοπά, θα σκοράρει για να χαρίσει στους «τρικολόρ» την πρόκριση στην επόμενη φάση, απέναντι στην Σκωτία. Μια τεράστια επιτυχία.

Μην κοιτάτε σήμερα που η Γαλλία είναι μια από τις τοπ εθνικές του κόσμου. Τότε δεν φόβιζε κανέναν ούτε πίστευε στις δυνάμεις της, χαρακτηριστικά οι άνθρωποι της Ομοσπονδίας είχαν κάνει προγραμματισμό για «τρία ματς και μετά σπίτια μας».

Στα νοκ άουτ, φάση των «8» συγκεκριμένα, η μοίρα φέρνει έναν θεωρητικά βατό αντίπαλο: Βόρεια Ιρλανδία. Πρωτάρα στη διοργάνωση και έχουσα προχωρήσει πέρα από κάθε προσδοκία. Οι Γάλλοι δεν άφησαν ανεκμετάλλευτη την ευκαιρία. Το 4-0 τα περιγράφει όπως έγιναν, ο Φοντέν πέτυχε δυο γκολ απέναντι στον τερματοφύλακα Χάρι Γκρεγκ, έναν από τους επιζώντες του αεροπορικού δυστυχήματος του Μονάχου, που λίγους μόλις μήνες πριν, είχε σχεδόν ξεκληρίσει τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Για πρώτη φορά η Γαλλία ήταν στα ημιτελικά. Δεν θα το πήγαινε παραπάνω. Η Βραζιλία ήταν «απ’ αλλού», είχε έναν 17χρονο που θα άλλαζε το άθλημα μια για πάντα. Τον έλεγαν Πελέ και πέτυχε τρία γκολ εκείνη τη μέρα στο θριαμβευτικό 5-2 υπέρ της «σελεσάο», που αξιοποίησε στο μέγιστο βαθμό τον παίκτη παραπάνω που απέκτησε από το 35’ (τραυματίστηκε ο αμυντικός Ρομπέρ Ζονκέ και τότε οι αλλαγές δεν επιτρέπονταν). Ο Φοντέν παρηγορήθηκε κάπως επί προσωπικού, σκοράροντας ξανά. Δεν χρησίμευσε κάπου, αλλά ήταν κάτι.

Στο μικρό τελικό, απέναντι στη Δυτική Γερμανία, θα κάνει το κορυφαίο του ματς – το καλύτερο για το τέλος. Καρέ. Και η σούμα μπορούσε πια να γίνει: 13 γκολ σε 6 ματς. Ο βασιλιάς της Σουηδίας, της χώρας που φιλοξένησε εκείνο το Μουντιάλ, του έκανε δώρο μια καραμπίνα. Με φανερό συμβολισμό γι’ αυτόν που είχε αποδειχθεί ο καλύτερος «κυνηγός»…

Ναι ο Κλόζε, ναι ο Κότσις, αλλά σαν τον Φοντέν κανείς

Αυτό το ρεκόρ παραμένει ακόμα και σήμερα ολοζώντανο – κι ας είναι πια περισσότερα τα πιθανά ματς (7). Ναι, αν το βάλουμε κάτω, ο Γερμανός Μίροσλαβ Κλόζε είναι ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των Μουντιάλ (16 γκολ). Ναι, με 11 γκολ σε 5 παιχνίδια, ο Ούγγρος Σάντορ Κότσις έχει καλύτερο μέσο όρο τερμάτων. Ναι, το 1970 ο Γερμανός Γκερντ Μίλερ (10 γκολ) και το 2002 ο Ρονάλντο (8 γκολ – ο Βραζιλιάνος, το φαινόμενο) έφτασαν επίσης ψηλά σε επίπεδα παραγωγικότητας για ένα τουρνουά.

Αλλά το ρεκόρ μοιάζει ακατάρριπτο. Και το όνομα του Ζιστ Φοντέν θα συνεχίσει να ακούγεται σε ολόκληρο τον ποδοσφαιρικό κόσμο. Παρότι η συντριπτική πλειονότητα των φαν του ποδοσφαίρου δεν τον είδε ποτέ να σκοράρει…

Το πρόωρο στοπ στη δράση και η προπονητική που δεν του ταίριαζε

Πέρα από αυτά τα 13 γκολ, ο Φοντέν είχε να καμαρώνει για τους 4 τίτλους πρωταθλητή στη χώρα του (1 με τη Νις και 3 με τη Ρεμς) για δύο Κύπελλα Γαλλίας (Νις 1954, Ρεμς 1958), ενώ το 1959 έφτασε κοντά στην κορυφή της Ευρώπης, αλλά η Ρεάλ Μαδρίτης δεν παιζόταν (2-0) και έχτιζε το μύθο της με αλλεπάλληλες στέψεις στο τότε Κύπελλο Πρωταθλητριών.

Η καριέρα του σταμάτησε απότομα το 1962, ήταν μόλις 28 ετών. Διπλό κάταγμα στο πόδι και η ιατρική δεν ήταν αρκετά προχωρημένη τότε για να τον κάνει να το ξεπεράσει και να παραμείνει σε καλό επίπεδο.

Μετά την αναγκαστική αυτή απόσυρση από τη δράση, δοκίμασε στην προπονητική. Καλύτερα να μην το είχε κάνει. Λέει πολλά πως απ’ αυτήν του την ιδιότητα μένει κυρίως πως άντεξε μόλις δύο ματς ως εκλέκτορας της Γαλλίας, το 1967. Δύο ήττες σε φιλικά αρκούσαν για να απολυθεί. Κάποιες σποραδικές επιτυχίες αργότερα στους πάγκους δεν αρκούν για να αλλάξουν το συμπέρασμα πως δεν του ταίριαζε αυτός ο ρόλος.

Ας είναι. Ο θρύλος του δεν έχει καμία κηλίδα. Στα 89 του δεν είναι πια ανάμεσά μας, αλλά νωρίτερα κέρδισε το προνόμιο να μείνει αιώνιος. Ο αιώνιος σκόρερ.