Το περιεχόμενο της ελληνικής μυθολογίας δεν είναι μια απλή υπόθεση. Όπως διδαχθήκαμε στο σχολείο, όσοι δε πετάγαμε χαρταετό κατά τη διάρκεια του μαθήματος της μυθολογίας, ως ελληνική μυθολογία ορίζεται η αφήγηση των μυθικών ιστορημάτων που δημιουργήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες και αφορούσαν τους θεούς και τους ήρωες τους, τη φύση του κόσμου και τις τελετουργικές πρακτικές της λατρείας τους.
Οι Θεοί του Ολύμπου τα έφεραν έτσι ώστε ο γραφών να κατάγεται από την Αρκαδία με αποτέλεσμα να έχω εντρυφήσει στην τοπική μυθολογία.
Ένας «θεούλης» που με γοήτευσε στη μυθολογία λόγω του «πονηρού» ονόματος του ήταν Αγαμήδης. Μίκρος νόμιζα ότι Αγαμήδης ήταν αυτός δεν συνουσιάζεται. Έκανα λάθος.
Ο Αγαμήδης λοιπόν (από το άγαν + μήδος = ο πολύ συνετός) ήταν γιος του Στυμφάλου, βασιλιά της Αρκαδίας, ή του θεού Απόλλωνα και της Επικάστης, ή του ίδιου του Δία και της Ιοκάστης. Ορθότερη όμως εκδοχή είναι ότι ο Αγαμήδης και ο Τροφώνιος ήταν γιοι του Εργίνου, βασιλιά του Ορχομενού.
Ο Αγαμήδης αναφέρεται και ως χθόνια θεότητα, ταυτόσημη με τον Ερμή, τον Ευβουλέα και τον Δία τον Σκοτίδα. Κυρίως όμως ήταν διάσημος ως θρυλικός αρχιτέκτονας και κτίστης, που μαζί με τον Τροφώνιο έκτισε θαυμαστά οικοδομήματα της μυθολογίας και της προϊστορικής εποχής.
Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν: ο θάλαμος της Αλκμήνης, ο ναός του Ποσειδώνα στη Μαντίνεια, το υπόγειο ιερό της Λεβάδειας, ο ναός του Απόλλωνα στους Δελφούς, κ.ά..
Επίσης, κατά την παράδοση, ο Αγαμήδης και ο Τροφώνιος ανακάλυψαν τα μέταλλα, επινόησαν τη λατρεία και είχαν μεγάλες μαγικές ικανότητες: μπορούσαν να προκαλούν βροχή ή χαλάζι για να ωφελούν τα κτήματα των φίλων ή να βλάπτουν εκείνα των εχθρών τους.
Κάποτε οι δύο αδελφοί ανέλαβαν να ανεγείρουν ένα μεγάλο θησαυροφυλάκιο για τον βασιλιά της Βοιωτίας Υριέα. Εκείνοι όμως, κρυφά απ’ αυτόν, έφτιαξαν σε κάποιο τοίχο του μυστικό πέρασμα. Από το άνοιγμα αυτό, περνώντας τις νύχτες, κατάφερναν να κλέβουν σιγά-σιγά τους θησαυρούς του βασιλιά Υριέα.
Τελικά ο Υριέας υποψιάσθηκε την κλοπή και έστησε παγίδα. Την ίδια νύχτα πιάστηκε σε αυτή ο Αγαμήδης. Ο Τροφώνιος μάταια προσπάθησε να τον ελευθερώσει από την παγίδα. Το ξημέρωμα, για να μη συλληφθεί και αυτός αιχμάλωτος από τον βασιλιά, έκοψε με μαχαίρι το κεφάλι του Αγαμήδη και πήγε να φύγει από το κρυφό πέρασμα. Αλλά οι θεοί τον τιμώρησαν αμέσως για το έγκλημά του: η γη άνοιξε ξαφνικά και τον κατάπιε.
Και από εκεί ξεκίνησε ο χρησμός του Τροφωνίου οπού εκείνος εισερχόταν μέσα στο άντρο δεν μπορούσε να γελά και οι ίδιοι προσερχόμενοι όφειλαν την ίδια νύχτα να κάνουν θυσία ένα κριάρι και να επικαλεστούν τον Αγαμήδη.
Κατά μία άλλη παράδοση αυτό το συμβάν μετατίθεται στην Ήλιδα οπού ο Αγαμήδης του Στυμφάλου και οι δυο του γιοι, Τροφώνιος και Κερκύων, έκλεψαν τον θησαυρό του Αυγείου και μετά τον εκτελεστικό θάνατο του Αγαμήδη, ο Τροφώνιος έφυγε στο Ορχομενό ενώ ο Κερκύων στην Αθήνα.
Όμοια διηγείται ο Ηρόδοτος ως παρόμοιο συμβάν στην Αίγυπτο, εις στον θησαυρό του βασιλιά Ραμψινίτου και πιθανότατα ο μύθος μετέβη εκεί λόγω επιμιξίας της Ελλάδος και της Αιγύπτου.