Είναι εκείνο που αποφεύγεις από τα 18 σου. Είναι εκείνο που ελπίζεις να μη χρειαστεί να κάνεις ποτέ. Διάφορες σκέψεις περνούν από το μυαλό σου. «Μήπως να ψάξω κανένα βύσμα να μην πάω; Μήπως να το παίξω τρελός και να βγω Ι5;» είναι οι δύο κλασικές σκέψεις που κάνουν όλοι μπροστά στον τρόμο της στρατιωτικής θητείας.
Ώσπου έρχεται η στιγμή που δεν υπάρχει γυρισμός και τα πράγματα είναι έτσι ώστε να λες «τόσοι τα κατάφεραν, γιατί όχι κι εγώ;» και το κάνεις. Κόβεις την αναβολή, αγοράζεις όσα πιστεύεις ότι θα χρειαστείς για την εκπαίδευση και συνολικά στη θητεία και ξεκινάς.
Περνάνε 9 μήνες, αρχίζεις να βάζεις άδειες, τελειώνει ο χρόνος της θητείας και αυτό που αναρωτιέσαι δεν είναι το πώς άντεξες. Αναρωτιέσαι πώς πέρασε ο χρόνος, κοιτιέσαι μέσα σου και σκέφτεσαι «γι΄αυτό είχα φοβηθεί τόσο; γι΄αυτό κλαιγόμουν σα μωρό;». Ναι, γι΄αυτό κλαιγόσουν.
Σίγουρα δεν κάνουν όλοι την ίδια θητεία. Μετράει πολύ τι αφήνεις πίσω σου, τι σε δένει, ποιες είναι οι αντοχές σου και, πάνω απ΄όλα, σε ποια μονάδα θα βρεθείς, σε τι ανθρώπους θα πέσεις. Δεν είναι κάτι το καινοφανές, το στράτευμα αποτελείται από πάρα πολλούς ανθρώπους που σε μια αναμέτρηση στην έξω ζωή σας, θα ήταν σίγουρα από κάτω σου. Υπάρχουν όμως και κάποιοι που συνειδητοποιούν τι είναι ο καθένας και τι φέρει ως παιδεία, εκπαίδευση, ως χαρακτήρας.
Υπάρχουν αυτοί που βλέπουν τους φαντάρους ως παραδουλεύτρες και θέλουν να τους φορτώσουν δουλειά που είναι δική τους και για την οποία πληρώνονται από το ελληνικό κράτος, από εσένα τον ίδιο που θητεύεις, υπάρχουν κι οι άλλοι που σου αναθέτουν μόνο όσα πρέπει να κάνει ένας φαντάρος και έτερον ουδέν.
Ό,τι θητεία κι αν κάνει κάποιος όμως, παίρνει πολλά εφόδια. Έχει καταθέσει έναν πόνο, έστω διαφορετικού μεγέθους. Προφανώς, άλλον ιδρώτα έχει ένας στρατιώτης σε μονάδα στην παραμεθόριο, άλλον ιδρώτα ένας που κάνει θητεία στην περιοχή κατοικίας του. Και οι δύο όμως έχουν μπει σε μια πνευματική διαδικασία να πάρουν από την εμπειρία ό,τι καλύτερο μπορούν και να πορευτούν στη ζωή τους με αυτό, να αλλάξουν ως χαρακτήρες.
Για πολλούς ο στρατός σε κάνει άντρα. Έτσι λένε. Δεν ξέρω τι έχει ο καθένας στο μυαλό του με τη φράση αυτή, γι΄αυτό και δε θα την υποστηρίξω. Θα υποστηρίξω όμως ότι ο στρατός είναι το τελευταίο μεγάλο εφόδιο-εμπόδιο για κάθε άνθρωπο πριν βγει χωρίς άλλα εμπόδια στην πραγματική ζωή.
Η στρατιωτική θητεία είναι σημαντική γιατί σου δίνει μια τελευταία δικαιολογία, είναι το ύστατο σύνορο με την απόλυτη ενηλικίωση. Σε όποια ηλικία κι αν μπεις, μετά απ΄αυτό δεν υπάρχουν ήξεις αφήξεις. Είναι μια παύση ζωής ο στρατός που όλοι θα την απέφευγαν αν μπορούσαν. Αλλά ταυτόχρονα είναι μια παύση ζωής που όλοι θα την έπαιρναν αν μπορούσαν. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο παράλογο της συνθήκης «στρατός».
Για κάθε αξιωματικό που λυμαίνει το δημόσιο και το στράτευμα, θα βρεις έναν αξιωματικό που παλεύει να μην τον απορροφήσει η δημοσιοϋπαλληλική αντιμετώπιση. Για κάθε 18χρονο που κατεβαίνει από τα βουνά και κάνει την ανάγκη του μέσα στον κάδο σκουπιδιών ή στη ντουζιέρα, θα βρεις 4-5 αδέρφια που θα φυλάτε ο ένας τα νώτα του άλλου, θα μιλάτε μαζί για το πόσο σάπιο ήταν το φαγητό, θα συζητάτε χαμηλόφωνα λίγο πριν τον ύπνο τους πόνους της κάθε ημέρας σας.
Δεν ξέρω αν κάνεις φίλους στο στρατό. Κάνεις σίγουρα αδέλφια, βρίσκεις ανθρώπους που θα συναντηθείτε τυχαία μετά από 20-25 χρόνια, θα κοιταχτείτε στα μάτια όπως ο Γκόσλινγκ και η Στόουν στο La La Land και θα προχωρήσετε με την ίδια κατανόηση. «Θυμάσαι;» θα πουν τα βλέμματα και είναι από εκείνα τα βλέμματα που ανασύρουν πολλά συναισθήματα. Είναι εκείνα τα βλέμματα που θα αποτελούν τις πιο πολύτιμες αναμνήσεις σου στα 60 και 70 σου.