Περιεχόμενα
Κάθε καλοκαίρι από το 2015 και μετά, η Μύκονος είναι το μέρος όπου το παγκόσμιο jet set θα περάσει κάμποσες ημέρες και θα ακουμπήσει στο νησί δεκάδες χιλιάδες ευρώ το κεφάλι. Στο τέλος μιας σεζόν, η Μύκονος μπορεί να έχει τζίρο ως και δισεκατομμυρίου ευρώ, κάτι που την καθιστά έναν αυτόνομο υποτομέα του ελληνικού τουρισμού, ου μην και ξεχωριστό τομέα. Μια κατηγορία μόνη της. Όχι μόνο στην Ελλάδα. Σε όλη την Ευρώπη.
Στο 5ο τεύχος του Nitro Magazine, ο Πέτρος Κωστόπουλος κάνει ένα ταξίδι στον χρόνο και περιπλανιέται από τη Μύκονο των 80s ως τη Μύκονο του 2022. Από τότε που ήταν πιτσιρικάς και πήγαινε με ένα βρακί κι ένα παντελόνι, ως την εποχή που βλέπει έναν απίστευτο πλούτο να ρέει στο νησί και να «καταπίνει» τις αναμνήσεις. Ας είναι. Η Μύκονος αξίζει να πάρει πάνω της την ευθύνη να βγάλει το καράβι του ελληνικού τουρισμού στους ανοιχτούς ωκεανούς.
Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το άρθρο:
«…Παρόλα αυτά, η είσοδος των Ελλήνων στρίμωξε τον bohemian χαρακτήρα του νησιού, αλλά σε καμιά περίπτωση δε χάθηκε η αύρα. Γιατί απλά ακόμα και οι πιο φιγουρατζήδες δεν έφτασαν ποτέ στα επίπεδα των Αράβων, Τούρκων και Ρώσων, να ανοίγουν δεκάδες μπουκάλια Dom Perignon και να τιγκάρουν το νησί με βίζιτες. Αυτά τα κορίτσια είναι σαν τα αποδημητικά πουλιά. Χειμώνα Ντουμπάι και Μαϊάμι και καλοκαίρι Σεν Τροπέ, Ιμπίζα και Μύκονο. Στο Μονακό χειμώνα-καλοκαίρι για να πετάγονται στο τσακ μπαμ σε Λονδίνο και Παρίσι.
Ξεπετάχτηκαν άλλα μέρη, με πρώτο και καλύτερο το Sea Satin, μια ψαροταβέρνα στην παραλία, κάτω από τους μύλους, που μετά τις 12 μετατρεπόταν σε κλαμπ παίζοντας από Doors, house μέχρι Βίσση, Ρέμο και Στράτο Διονυσίου. Το ξέρω καλά, γιατί εγώ τα έπαιζα. Ήμουν πελάτης, πλήρωνα και έπαιζα και δωρεάν τη μουσική.
Η ταβέρνα είχε μετατραπεί στο μεγαλύτερο κλαμπ του νησιού και όλοι ήταν στη μία ρόδα μέχρι τις 4-5 το πρωί, αφού πριν είχαν φάει από χωριάτικες και κεφτεδάκια (τα περιβόητα της συγχωρεμένης φίλης μου της Ασημίνας), μέχρι ψαρούκλες. Χωρίς σαμπάνιες πάντα.
Το Cavo Paradiso, που άνοιξε το 1993, έμελλε να γράψει μια από τις μεγαλύτερες ιστορίες στον κόσμο στα κλαμπ με techno, electro και house μουσική. Τύφλα να ‘χει η Ιμπίζα. Όλοι οι μεγάλοι djs (Dave Morales, Dj Tiesto, Guy Gerber, Sven Väth, Mikee, Paul Oakenfold, Deep Dish, Ricardo Villalobos, Sasha, Paul van Dyk, Erick Morillo) ξεκινούσαν να βαράνε κατά τις 4 και τελείωναν στις 7-8 το πρωί. Ένα αξεσουάρ δεν έπρεπε να ξεχάσεις πηγαίνοντας: τα πιο σκούρα γυαλιά ηλίου που μπορούσες να βρεις, γιατί κατά τις 6 θα μπορούσες να αισθανθείς την ίδια ταραχή με τον Κόμη Δράκουλα όταν έβλεπε το φως του ήλιου. Νόμιζες ότι τυφλώθηκες.
Αλλά και πάλι…Η Μύκονος παρέμενε ένα φιλικό χωριό, με μεγάλες mix grill παρέες. Δεν υπήρχε κόλλημα ακόμα ανάμεσα στα πολλά λεφτά, τα λίγα, τους στρέιτ, τους γκέι, τους τρανς που παρήλαυναν στους δρόμους με υπέροχα outfits και τάκους 20 εκατοστά, και κανένας δεν έδειχνε εντυπωσιασμένος με όποιο θέαμα κι αν έβλεπε.
Η Μύκονος προ και μετά Nammos
Αυτό που ήρθε να αλλάξει, μία για πάντα, τη λογική του beach bar, όχι μόνο στη Μύκονο αλλά και στην Ελλάδα, ου μην και παγκόσμια, ήταν το Nammos. Δύο φτωχά παιδιά, ο Ζαννής Φραντζέσκος και ο Σάμι Ιμπραήμ, ονειρεύτηκαν out of the blue μία παραλία όχι μόνο στα πρότυπα αυτών του Σεν Τροπέ, αλλά πολύ καλύτερη. Ακριβές ξαπλώστρες, φοβερά φαγητά, κουλ lounge μουσική μέχρι τις 6 και μετά ατελείωτο πάρτι. Και ταυτόχρονα ένα σέρβις που μάλλον δεν είχαμε ξαναδεί ποτέ στην Ελλάδα.
Πριν παραγγείλεις έφτανε το ποτό και το νερό. Για πολλούς, είναι το συνώνυμο της ακρίβειας και της υπερβολής. Όμως, αυτό έγινε γιατί μετατράπηκε πολύ γρήγορα σε hot spot των διεθνών jet setters. Στην οικονομία, υπάρχει ένας βασικός κανόνας: προσφορά και ζήτηση. Και η ζήτηση πια, είχε ξεπεράσει όλα τα όρια. Αποτέλεσμα και οι τιμές να αρχίσουν να πετάνε. Σιγά σιγά, δε θα ήταν για τους Έλληνες η παραλία, αλλά για όλους όσοι ερχόντουσαν πλέον στο νησί για να ξοδέψουν όσα μπορούσαν (και μπορούσαν πολλά) και να διασκεδάσουν όσο περισσότερο γίνεται.
Δεν είναι τυχαίο που έχουν περάσει όλοι οι δισεκατομμυριούχοι, οι σταρ του ΝΒΑ, του ποδοσφαίρου και πολλοί από τους διασημότερους ηθοποιούς του πλανήτη. Ποτέ βέβαια δεν έπαψαν να κάνουν μια βόλτα από κει και νεαρές καλλονές που θα ήθελαν να έχουν μία σέλφι από το Nammos. Και να μην ξεχνιόμαστε, το Nammos Village είναι αυτή τη στιγμή μία Avenue Montaigne του Παρισιού…on the beach. Δεν υπάρχει πανάκριβη μάρκα που να μη βρίσκεται εκεί, στο υπερκαλαίσθητο αυτό χωριό, και που να μην πουλάει τα αντικείμενα του όπως πουλούσε παλιά ο φούρνος στη χώρα τις λουκανικόπιτες που παίρναμε πιτσιρικάδες το πρωί μετά από ξενύχτια.
Δεν έγινε συνώνυμο της Μυκόνου το Nammos κατά σύμπτωση, ούτε είναι τυχαίο ότι μόλις άνοιξε το Nammos Dubai, έγινε μέσα σε λίγους μήνες ένα από τα πιο πολυσύχναστα beach bars του πλανήτη.
Τώρα συμπληρώνεται και με Nammos Hotel στη θέση του παλιού Kensho, στην Ψαρού, αφού βέβαια μετατραπεί ριζικά. Το καλύτερο είναι ότι αυτό το κόνσεπτ του Nammos, με ξενοδοχείο, παραλία, εστιατόριο, πάρτι και high luxury εμπορικό χωριό, είναι έτοιμο να πετάξει και στο εξωτερικό. Θα είναι η πρώτη φορά που ένα τέτοιο ελληνικό κόνσεπτ, θα γίνει διεθνές.
Τα hot spots της διασκέδασης και τα προσιτά οικονομικά ταβερνάκια
Μετά έσκασε ο Scorpios, που είναι κι αυτό ένα διεθνές hot spot, όπου κάθε Πέμπτη και Κυριακή, στα πάρτι του γίνεται το αδιαχώρητο, με τραπέζια των 5.000, 10.000 και 20.000 ευρώ. Στην αρχή ήταν πιο alternative, τώρα σιγά σιγά έχει «επαγγελματικοποιηθεί». Σάββατο είναι ωραία, με πολύ λιγότερο κόσμο, με ethnic house του dj Valeron και live όργανα. Αυτό είναι πολύ κουλ.
Ο αντίποδας, θα έλεγα ότι είναι το πιο bohemian μαγαζί της Μυκόνου, το Alemagou στη Φτελιά. Όλη μέρα. Και μπάνιο, και φαγητό, και πάρτι. Εκεί, στα πρώτα βήματα του μαγαζιού, θυμάμαι τον γιο μου, 4χρονο, με ένα σκεπάρνι, να είναι χύμα στην άμμο και να σκαλίζει για να βρει χρυσάφι.
Μια μέρα θάψαμε στην άμμο ένα κομμάτι σκουριασμένο σίδερο, το «ανακάλυψε» και νομίζω ότι ακόμα το κουβαλάμε μαζί μας. Έχει ωραίο κόσμο το Alemagou. Πολλούς καλοβαλμένους Αμερικάνους και Ευρωπαίους. Όχι ότι θα λείψουν οι Άραβες, αλλά υπάρχει μια ισορροπία. Αισθητικά το Alemagou, για όσους γουστάρουν house, ωραία cocktails και καλό φαγητό και όχι ξεφάντωμα στο τραπέζι, είναι μάλλον η καλύτερη επιλογή.
Η πιο τίμια παραλία σε σχέση τιμής-ποιότητας, βατή οικονομικά, αλλά και όμορφη πολύ, είναι η παραλία του Ορνού. Ο Ορνός είναι από τις ωραιότερες παραλίες της Μυκόνου. Με τιρκουάζ νερά. Από πίσω, το Kuzina και το Pasaji του Λορέντσο Φρέρη, σε καλύπτουν σε όλα τα πιθανά γαστρονομικά γούστα, χωρίς ταυτόχρονα να σου παίρνουν το σκαλπ. Είναι ωραίο, νεανικό μέρος.
Εδώ και πολλά χρόνια, η οργανωμένη παραλία που με τρελαίνει εμένα, πέραν του Άγιου Σώστη, είναι η Αγία Άννα. Πάω καμιά 20αριά χρόνια εκεί. Απίστευτα νερά και υπέροχη μουσική, σε σωστή ένταση. Κυριαρχεί το house και remix με παλιά, κλασικά κομμάτια. Έχει πολύ ωραία cocktails και όταν ανοίγεις τα μάτια σου μέσα στη θάλασσα, νομίζεις ότι βρίσκεσαι στη Γαλάζια Λίμνη.
Κι εκεί μπορείς να κολυμπάς μέσα στο νερό, μέχρι να σκάσεις. Είναι και το συμβολικό σημείο για ένα τελετουργικό που κάνουμε κάθε χρόνο εδώ και 7 χρόνια εγώ κι ο γιος μου.
Έχει έναν βράχο παραπέρα, γύρω στα 5-6 μέτρα, απ΄όπου αρχές Αυγούστου πηδάμε. Κάθε χρόνο μυούμε σε αυτό και νέους πιτσιρικάδες. Και θαρραλέους πατεράδες. Για τους μεγάλους υπάρχει και μια μέση που έχουν να διαφυλάξουν. Ανάμεσα στον βράχο και την παραλία, είναι η πιο όμορφη Σπηλιά του νησιού. Δεν είναι απλή σπηλιά πια. Εκεί είναι ένα από τα καλύτερα εστιατόρια της Μυκόνου, με ψάρια και θαλασσινά. Και δεν είναι μόνο το καλό φαγητό, είναι και το fun πια που γίνεται το απόγευμα στη μόνη jet set σπηλιά που γνωρίζω στον πλανήτη. Είναι εκπληκτική τοποθεσία, κινηματογραφική.
Δεν έχω σκοπό να κάνω οδηγό, αλλά κάποια κλασικά, όμορφα, νόστιμα και φθηνά μαγαζιά, πρέπει να τα γράψω, γιατί δε φαντάζομαι ότι μπορείτε να τρώτε στη χλίδα κάθε μέρα. Ίσως και καθόλου.
Το «Ό,τι Απέμεινε», στην Άνω Μερά, είναι μια καταπληκτική ταβέρνα. Κοτόπουλα στη σούβλα, μαγειρευτό αρνί, αρνί στο φούρνο, κοντοσούβλι και το καλύτερο για μένα, crispy γουρουνάκι. Το τσακίζουμε.
Λίγο παραπάνω στην Άνω Μερά, είναι το Tsaf που έχει θαλασσινά και σε «γήινες» τιμές.
Το πιο ωραίο, ίσως, πάνω σε θάλασσα μαγαζί, είναι ο «Νικόλας» στην Αγία Άννα της Παράγκας. Τρως σαν να είσαι σε ελληνική ταινία. Ξυπόλητος στην άμμο. Και ψάρια και κρέατα και ό,τι έχει μια ταβέρνα. Είναι και ειδυλλιακό μέρος, φάτσα το ηλιοβασίλεμα, για ρομαντικό δείπνο. 500 χρόνια πάμε εκεί.
Λίγο παραδίπλα, στην Παράγκα πάλι, είναι μια άλλη πολύ καλή ταβέρνα, ο «Τάσος».
Το μέλλον της Μυκόνου έχει ακόμα περισσότερα brands που απευθύνονται στους πλούσιους
Όλα όσα ανέφερα, είναι σαν ένα εγκώμιο στη Μύκονο. Μόνο που πια, κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει η Μύκονος. Υπάρχει η Mykonos, ένα brand, ένα franchise, κάτι σαν τη Louis Vuitton ή την Hermes. Εννοείται πως θα γκρινιάζω κι εγώ, μαζί με αυτούς που την αντιπαθούν για τις υπερβολές, για τα καβουροπόδαρα των 500, για τις ξαπλώστρες των 200 και για το ότι δε μπορείς να κάνεις διακοπές χωρίς να έχεις μια φουσκωμένη κάρτα. Μπορείς, αλλά πρέπει να είσαι από τους παλιούς, απ΄αυτούς που τα ξέρουν χρόνια, κι έχεις βρει τις καβάτζες σου, τα μέρη που αντέχονται.
Σαλτάρεις με τις τιμές, αλλά μάλλον πρέπει να καταλάβουμε ότι η Μύκονος, παρά την ομορφιά της, δεν είναι πια ένα νησί διακοπών. Εγώ δεν το βλέπω έτσι. Η Μύκονος είναι το πιο ακριβό όπλο στο οπλοστάσιο του ελληνικού τουρισμού. Είναι η «βαριά βιομηχανία», όταν τα περισσότερα νησιά στο μέγεθός της είναι βιοτεχνίες. Φτάνουν πολλά λεφτά κάθε χρόνο. Πάρα πολλά. Οι τζίροι είναι μυθικοί. Εστιατόρια με 10-20-30 εκατομμύρια τζίρο.
Το αστειάκι που λέγαμε κάποτε ότι θα χρειάζεσαι διαβατήριο για να πας στη Μύκονο, είναι ένα πιθανό σενάριο ίσως. Ίσως κι επίδειξη του Ε1 σου. Ή του τραπεζικού σου λογαριασμού. Αν διακινείς πολλά μαύρα. Είναι ένας πολυτελής προορισμός διακοπών, όπως το Σεν Τροπέ, η Ιμπίζα, το Μονακό, το Μαϊάμι. Αυτές είναι οι κυψέλες των μεγιστάνων, των σταρ και όσων μπορούν να ξοδέψουν πολλά, χωρίς να τους νοιάζει. Και ανθρώπων καλαίσθητων και «Ούνων» της φιγούρας. Nobody’s perfect.
Αυτό το μαρτυράει άλλωστε, ότι πέρα από τις boutiques του Nammos Village, που δεν υπάρχουν καν στην υπόλοιπη Ελλάδα, αυτή τη στιγμή στη Μύκονο έχουν σκάσει όλα τα διεθνή μπαρ κι εστιατόρια. Pasha, Billionaire, Cantine Faubourg, Nobu, Coya, έρχεται το La Guerite και ξενοδοχειακές μονάδες όπως το Aman, το 4 Seasons, το One and Only κ.α. Και είναι μόνο η αρχή..!
* Το παρόν άρθρο είναι ένα απόσπασμα από το αφιέρωμα στη Μύκονο που έκανε ο Πέτρος Κωστόπουλος στο 5ο τεύχος του Nitro Magazine
Διαβάστε ακόμη στο intronews.gr:
Αντώνης Ρέμος: Η συναυλία των 1.7 εκατομμυρίων ευρώ στον Σκορπιό της Μυκόνου