Νίκος Μουτσινάς, Ναταλία Γερμανού, Αντώνης Κανάκης. Τρία τηλεοπτικά πρόσωπα που τα λεγόμενα στις εκπομπές τους, αλλά και εκτός αυτών, σχετικά με τα Τέμπη και όχι μόνο, έχουν γίνει λόγος αποθέωσης. Σε αυτή την κατηγορία θα βρίσκονταν και η Κατερίνα Καινούργιου με τον Γιώργο Λιάγκα, αν δεν κουβαλούσαν ένα συγκεκριμένο τηλεοπτικό παρελθόν που έχει ενοχλήσει τους τιμητές των τριών πρώτων.
Σε αυτή τη λίστα δε θα βρει κανείς κάποιο πρόσωπο που να υπάγεται σε αυτό που λέμε «ενημέρωση», με εξαίρεση μόνο τη Ράνια Τζίμα.
Αντιθέτως, είναι ολόκληρος λαός στην αντίθετη πλευρά, αυτή δηλαδή που προκαλεί το κοινό και χρήζει στηλίτευσης. Και στην πλευρά των τηλεοπτικών προσώπων που αποτελούν personae non gratae για το κοινό, θα συναντήσει κανείς κατά κύριο λόγο ενημερωτικούς κι όχι «τηλεδιασκεδαστές».
Ίσως και τα δύο πρόσωπα που ενώνουν τους δύο κόσμους, την Τατιάνα Στεφανίδου και τη Ζήνα Κουτσελίνη, που είναι κυρίως όμως της ενημέρωσης.
Η τραγωδία στα Τέμπη έχει προκαλέσει μια τεράστια ρήξη ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα, με τους Μουτσινά, Γερμανού, Κανάκη κατά βάση (το έχει κάνει 2 φορές και η Σκορδά) να μη διστάζουν να στήσουν στον τοίχο, ακόμα και ονομαστικά, συγκεκριμένους δημοσιογράφους, ακόμα και στο κανάλι τους.
Κι αυτή η ρήξη, έχει ρουφήξει τους ενημερωτικούς και έχει ανυψώσει τους ψυχαγωγικούς στα μάτια του κοινού. Ο δε Γιώργος Λιάγκας, έχει κεφαλαιοποιήσει σε επίπεδα τηλεθέασης τη δημοσιογραφική κάλυψη της τραγωδίας και με τα ξεσπάσματα του, όσο κι αν κάποιους τους ενοχλούν ή τους φαίνονται ψεύτικα, δείχνει αυτή την περίοδο η καλύτερη επιλογή. Αυτό αφορά πάντοτε το τηλεοπτικό κοινό, το κοινό δηλαδή που βλέπει τηλεόραση κι όχι αυτούς που ενημερώνονται από ιστοσελίδες και social media.
Είναι τέτοια η διαφορά ηθικού πλεονεκτήματος των ψυχαγωγικών, που ζητάνε συγγνώμη για τα λάθη της δημοσιογραφικής κάλυψης, τόσο της τραγωδίας όσο και των απεργιών των σιδηροδρομικών πριν την τραγωδία, εκ μέρους των ενημερωτικών.
Από την πλευρά των ενημερωτικών, με εξαίρεση το περιστατικό με τη Τζίμα και τον Πρετεντέρη, έχει υπάρξει μόνο ένας που βγήκε να ζητήσει συγγνώμη από την εκπομπή του άμεσα, πριν αρχίσει η κατακραυγή και αναγκαστούν αρκετοί να το κάνουν: ο Γιώργος Παπαδάκης.
Ο Νίκος Μουτσινάς βγήκε στην εκπομπή του σήμερα και είπε «Δεν τους ξέρω στην ΕΣΗΕΑ, δεν είμαι δημοσιογράφος, οπότε δεν μπορώ να μιλήσω για τους ανθρώπους. Θα μιλήσω, όμως, όπως μίλησα για το ΣΕΗ και τα άκουσα, θα μιλήσω και θα πω ότι συμφωνώ με τον Κανάκη. Άκυρη η ανακοίνωση γιατί το κάνατε προσωπικό. Υπάρχουν κάποιοι δημοσιογράφοι, ο θεός να τους κάνει δημοσιογράφους, οι οποίοι ανοίγουν το στόμα τους και λένε τεράστιες μπούρδες, που είναι προσβλητικές και άκαιρες για την περίοδο. Μαζέψτε τους και είμαστε εντάξει».
Τα του Κανάκη έχουν αναλυθεί δύο μέρες τώρα.
Η δημοσιογραφική εικόνα που βγαίνει αυτές τις ημέρες, φέρνει ψηλά την ψυχαγωγία και ρίχνει, έστω και προσωρινά, στα σχοινιά την τηλεοπτική δημοσιογραφία, αλλά και συγκεκριμένους θεσμούς που την εκπροσωπούν, όπως η ΕΣΗΕΑ.
Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου είναι προφανής, όπως τα περισσότερα πράγματα πια στη ζωή. Απλώς, πολλές φορές, κάποια προφανή μοιάζουν με πρωτοφανή υπό συγκεκριμένη σκιά. Και τα Τέμπη, όπως άλλες τραγωδίες του παρελθόντος, έκαναν τα προφανή να αποκτήσουν σημασία.
Οι ψυχαγωγικοί, οι τηλεδιασκεδαστές, κάνουν καλύτερη ενημέρωση γιατί έχουν μικρότερη εξάρτηση από την πολιτική σκηνή. Δεν καίνε γέφυρες – εκτός κι αν έχουν πολιτικές βλέψεις – αν τα χώσουν στην εκάστοτε κυβέρνηση ή συνολικά σε πολιτικούς μηχανισμούς και πρόσωπα.
Επειδή στη ζωή δεν είναι άσπρο ή μαύρο, οφείλει κανείς να αναγνωρίζει ότι δεν είναι εύκολη η βιώσιμη και ανεξάρτητη δημοσιογραφία. Η πρόσβαση σε συγκεκριμένη πληροφόρηση, δυστυχώς ή ευτυχώς, απαιτεί μια μορφή εξάρτησης και σε κάποιες περιπτώσεις και χαμηλών τόνων.
Οι τηλεδιασκεδαστές επίσης, έχουν ελεύθερο πεδίο να βγάζουν λόγους να εκφράζονται πιο συναισθηματικά. Στην ενημέρωση υπάρχουν κάποια στεγανά που λίγοι τα υπερβαίνουν, όπως ο Πορτοσάλτε, η Μάνδρου και ο Πρετεντέρης. Ο ρόλος τους επιβάλλει να είναι πιο αυστηροί στην επικοινωνία της πληροφορίας.
Είναι έτσι οι συνθήκες που σε τέτοιες περιστάσεις κάποιοι μπορεί να τσουβαλιαστούν, άδικα σαφώς, αλλά αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού και ο καθένας μαθαίνει να προχωράει αποδεχόμενος ή μη, ανάλογα με το πόσο γερό είναι το στομάχι του.