Το να κοιτάς τα social media, σου επιτρέπει να βάλεις τη ζωή σου σε σύγκριση με τους άλλους. Κι ανάλογα με τον κύκλο σου, αυτή η σύγκριση μπορεί να σε κάνει να νιώσεις από σχετικά οκ (πολύ καλά δε θα νιώσεις ποτέ, πάντα οι ζωές των άλλων θα σου αρέσουν περισσότερο) ως πολύ χάλια. Ειδικά όμως σε περίοδο αδειών, καλοκαιριού ή τριημέρων, που «επιβάλλεται» να πάνε όλοι κάπου, εκεί η σύγκριση σε στέλνει σε ψυχοθεραπεία.
Δεν ξέρω αν φταίει ο κύκλος μου, οι άνθρωποι που ακολουθώ στα social media, που χαρακτηρίζονται σίγουρα από το αέναο κυνήγι της γκλαμουριάς και προσπαθούν να ταιριάξουν στις απαιτήσεις και στο στάτους ενός κόσμου που ζει με το να προμοτάρει, να πουλάει μια άλλη ζωή.
Είναι όμως μια αλήθεια πως φέτος, όχι μόνο τώρα το καλοκαίρι, μα και σε όλα τα τριήμερα και τετραήμερα και γενικότερα σε κάθε πιθανή περίπτωση, έβλεπες διαρκώς τα ίδια άτομα να γυρίζουν τη χώρα. Και δεν ήταν ένας και δύο, μα πολλοί. Και τους ξέρεις σχετικά καλά, ξέρεις πως δεν είναι εκατομμυριούχοι, ξέρεις πως μαζί μοιράζεστε σχεδόν ίδιες αγωνίες για την καθημερινότητα. Κι αυτό είναι χειρότερο.
Είναι το σημείο στο οποίο αρχίζεις να αναρωτιέσαι: μα τι κάνω λάθος; Γιατί εγώ με το ζόρι μπορώ να πάω μια βδομάδα το καλοκαίρι κάπου και τις υπόλοιπες μέρες της άδειας να τις έχω για να συμμαζέψω το σπίτι και να κοιτάζω το ταβάνι; Και ψάχνεις σε αυτό το σημείο να βρεις ερμηνείες, μα καμία τους δε σε κάνει να νιώθεις καλύτερα.
Έχουν όλοι τους φίλους με εξοχικά, σκέφτεσαι. Μα ακόμα κι αυτό, ένα έξοδο το έχει. Έχεις τα μεταφορικά, έχεις το φαγητό και το ποτό σου εκεί που θα πας. Ακόμα κι αν έχεις φίλο να σε φιλοξενήσει στην Τήνο, ένα 200άρι για 3 μέρες θα το δώσεις. Βενζίνες να πας σε μια παραλία, τι θα δώσεις σε ξαπλώστρα και καμιά μπίρα, τα φαγητά σου, μάνι μάνι μαζεύτηκαν.
Σίγουρα, η εικόνα που δείχνει κάποιος στα social δεν είναι όλη η αλήθεια, αλλά κάποιες φορές είναι ένα σημαντικό μέρος της αλήθειας. Δε μπορώ να φανταστώ δηλαδή πως κάποιο άτομο αναρτά πόσα στόρι με φαγητά, ποτά, παραλίες με ξαπλώστρες και γενικά ένα luxury, έστω και το μίνιμουμ, και είναι ψεύτικα. Δεν τα δανείζεται από τους διπλανούς ούτε είναι luxury crusher.
Οπότε, όλες οι σκέψεις καταλήγουν στην μία, στη θεμελιώδη απορία: ΠΟΥ ΤΑ ΒΡΙΣΚΕΤΕ ΤΑ ΛΕΦΤΑ; Μια ερώτηση που μπορεί να τεθεί και πιο ήρεμα ως «έχουν λεφτά οι Έλληνες τελικά;».
Είναι απορίας άξιο το πως τόσος πολύς κόσμος είναι πάντα κάπου. Κι αναρωτιέσαι αν είσαι τελικά πολύ σπάταλος στην καθημερινότητά σου που δε μπορείς να βάλεις στην άκρη 800-900-1000 ευρώ σε 4-5 μήνες για να τα δώσεις στις διακοπές. Όχι, δεν είσαι. Απλώς, μάλλον, είναι μεγάλη η μερίδα των ανθρώπων που μετά την πανδημία αποφάσισε πως θα ζήσει τη ζωή του στο εδώ και τώρα, δίχως άγχος για την καβάντζα, δίχως να ενδιαφέρεται να μαζέψει λεφτά για να αγοράσει ίσως κάποτε ένα σπίτι ή κάτι. Θα ταξιδέψουν, θα διασκεδάσουν κι όταν επιστρέψουν, θα πατήσουν φρένο για να μαζέψουν ξανά.
Οι κάτω των 30 είναι πολύ πιο δυναμικοί στα προσωπικά τους θέλω
Με τους ανθρώπους που καταφέρνουν να κάνουν 1 και 2 μήνες διακοπές τον χρόνο, δεν είναι μόνο το χρηματικό. Αναρωτιέσαι και πώς γίνεται να τη σκαπουλάρουν από δουλειά, όταν εσύ ακόμα και στην άδειά σου θα δουλέψεις. Κι εδώ υπάρχει απάντηση και δεν θα σε κάνει να νιώσεις καλύτερα με τον εαυτό σου. Και στο γράφω εγώ που έτσι μου συμβαίνει.
Οι γενιές κάτω από 30, δε σηκώνουν πια μύγα στο σπαθί τους. Έχουν μάθει να θέτουν τα επαγγελματικά τους όρια και δεν τους νοιάζει αν αυτό δεν θα τους φέρει ανέλιξη ή προαγωγή. Παίρνουν τον καλό μισθό που διεκδίκησαν, είναι multitaskers, φροντίζουν να έχουν χρόνο για προσωπικά τους ενδιαφέροντα και είναι ξεκάθαροι πως μετά το πέρας του 8ωρου τους, δεν θα δεχτούν ενόχληση.
Με πιο απλά λόγια, δεν είναι όλοι «θύματα» σαν εμένα και εσένα, που νιώθουμε ενοχές αν πούμε ένα «δε μπορώ τώρα, είμαι σε άδεια» ή, ακόμα ακόμα, κι αν αγνοήσουμε ένα mail ή ένα μήνυμα και κάνουμε κανονικό Out Of Office.
Δεν είναι ότι ξέθαψαν όλοι αυτοί τα μασούρια με τα κατοστάρικα. Είναι ότι ξέρουν πολύ καλά πια πού θέλουν να ξοδέψουν τα λεφτά τους, δεν κάνουν άσκοπες σπατάλες και δεν τους νοιάζει να ξεφύγουν στην καθημερινότητα τους. Θέλουν να δουν όσα περισσότερα μέρη μπορούν. Και καμία αποταμίευση για το μέλλον δε θα τους αποτρέψει.
Είναι απαραίτητα καλό αυτό; Κανείς δεν ξέρει. Ο καθένας ζει τη ζωή του όπως του βγαίνει. Αν όμως, τελικά, νιώθεις άσχημα βλέποντας όλους τους άλλους να ζουν αυτό που θα ήθελες, ενώ εσύ είσαι στο σπίτι σου και σκέφτεσαι τη δουλειά, τότε το ζήτημα δεν είναι το «πού τα βρίσκετε τα λεφτά όλοι σας;», αλλά το «καιρός να αρχίσω να λέω κι εγώ κάποια όχι»!