Περιεχόμενα
Ήταν Σεπτέμβριος του 2017 όταν έγινε η πρώτη μεγάλη καταγγελία εις βάρος του Χάρβι Γουάινστιν και άνοιξε ο ασκός του Αιόλου για το Χόλιγουντ και τις υποθέσεις παρενόχλησης, κακοποίησης, βιασμού που είχαν κρυφτεί για τα καλά κάτω από το φως της δόξας. Μετά τον Γουάινστιν, βρέθηκαν κι άλλοι στο επίκεντρο καταγγελιών, με τον Κέβιν Σπέισι να είναι ο υπ’ αριθμόν Νο2 πιο «δημοφιλής». Έχουν περάσει 6 χρόνια από τότε και ο Γουάινστιν με τον Κόσμπι καταδικάστηκαν για αρκετές υποθέσεις. Ο Κέβιν Σπέισι όμως, μόλις προχθές, κρίθηκε αθώωος για 9 κατηγορίες.
Όπως συμβαίνει σε όλες τις περιπτώσεις όπου μεταβαίνουμε από το ένα άκρο στο άλλο, έτσι και στην περίπτωση του Σπέισι. Από εκεί που το 2017 τον είχε καταδικάσει όλο το Χόλιγουντ πριν καν γίνει κάποια δίκη, τώρα που αθώωθηκε, ήρθαν θύμησες από τον Ιούνιο του 2022 και την δικαίωση του Τζόνι Ντεπ, με πολλούς να βγαίνουν και να καταδικάζουν αυτή τη φορά το #MeToo που δολοφονεί προσωπικότητες και χαρακτήρες, μετατρέποντας την ευεργετική του δράση σε απόλυτα τοξική.
Ας βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους. Στην επόμενη μέρα δεν θέλουμε να πάμε αντάμα με τους βιαστές. Δεν θέλουμε όμως να πάμε και με τους «στη φυλακή και κόψιμο στους όρχεις γιατί είναι άντρας και σίγουρα βιαστής». Είναι τα δύο άκρα, το ένα υπήρχε για χρόνια, το δεύτερο εμφανίστηκε μετά την εμφάνιση του #MeToo, στην αρχή δικαιολογημένα, αλλά πλέον πρέπει να τρέξουμε και να αφήσουμε άμεσα πίσω μας τα βρεφικά βήματα και τους παλιμπαιδισμούς.
Η Δικαιοσύνη δεν είναι καλή μόνο όταν μας συμφέρει
Βίωσε στο πετσί της η κοινωνία για δεκαετίες το ένα άκρο, αυτό που έλεγε «ε, αφού φοράς κοντή φουστίτσα, άντρας είναι ο άλλος, θα σου βάλει και λίγο χέρι…αν δε θες, μην προκαλείς». Δεν χρειάζεται να μπούμε σε κάποια διαδικασία εκδίκησης και εξισορρόπησης βιώνοντας δεκαετίες στις οποίες οι αθώοι μέχρι αποδείξεως του εναντίου θα καταδικάζονται στη δημόσια σφαίρα γιατί έτσι βολεύει.
Τις κοινωνίας μας τις χτίσαμε πριν χρόνια πάνω σε ένα κοινωνικό συμβόλαιο και σε μια ομόφωνη παραδοχή: η Δικαιοσύνη έχει τον τελευταίο λόγο. Είναι πάντοτε σωστή; Όχι. Μπορεί να αλλάξει και να είναι πάντα σωστή; Επίσης όχι. Εκτός κι αν βρεθεί κάποιο AI σύστημα που παρακολουθεί τα πάντα σε κάθε χώρο και ξέρει ποιος έκανε τι.
Μέχρι τότε, σε υποθέσεις όπως αυτή του Κέβιν Σπέισι ή οι άλλες όπου οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν, αυτό που θα ισχύει είναι «ο λόγος μου εναντίον του δικού σου». Και η έδρα θα αποφασίζει με βάση τον πρότερο βίο, τα ψυχολογικά προφίλ, την πειστικότητα των απαντήσεων στις ανακρίσεις και όσα έχει στη διάθεσή της.
Όταν γίνεται μια καταγγελία, ειδικά χρόνια μετά, και δεν αφορά βιασμό, αλλά παρενοχλήσεις ή κακοποίηση, η Δικαιοσύνη δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει το «ένστικτο». Όχι με βάση το τι θέλει ή πιστεύει. Ούτε με βάση το τι πραγματικά έγινε. Αλλά με βάση τα στοιχεία που συλλέγει στην διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας και την αίσθηση που αποκομίζει.
Το μάθημα της αθώωσης του Κέβιν Σπέισι
Αν συμφωνούμε πως η Δικαιοσύνη, με όλα της τα στραβά, είναι ο υπέρτατος θεσμός, τότε δε γίνεται παρά να συμφωνήσουμε μαζί της ακόμα κι όταν δεν μας αρέσει η ετυμηγορία. Η υπόθεση του Κέβιν Σπέισι φέρνει στην επιφάνεια – στο εξωτερικό ειδικά, στα καθ’ ημάς το είδαμε με την υπόθεση Φιλιππίδη – όλα όσα πρέπει να συζητήσουμε κοινωνικά με προσοχή και να αλλάξουμε.
Όχι, το #MeToo δεν ακυρώνεται επειδή αθωώθηκε ο Σπέισι, ούτε και θα μπούμε στην άρρωστη διαδικασία να το μηδενίσουμε γιατί υπήρξαν κάποιες ακραίες εκφάνσεις του σε αυτά τα 6 χρόνια, οι οποίες όμως δεν αντιπροσώπευαν το σύνολο. Αποτελούσαν αιρετικά παρακλάδια.
Είναι κατανοητό σε πολλές γυναίκες ή LGBTQ άτομα να υπάρχει ένα ποσοστό ανάγκης για εκδίκηση. Η αίσθηση αδικίας το έχει αυτό. Αλλά μετά την δίψα για αίμα που έρχεται σε πρώτο επίπεδο, ακολουθεί η συζήτηση και η προσπάθεια κατανόησης. Κάποιοι μπορεί να μη βρουν ποτέ το δίκιο τους. Είναι αυτή η φύση των πραγμάτων και, δυστυχώς, δεν αλλάζει.
Το μάθημα της υπόθεσης του Κέβιν Σπέισι δεν είναι ούτε το «όλοι οι κατηγορούμενοι είναι αθώοι», ούτε το «η Δικαιοσύνη είναι τυφλή και στρεβλή και δεν αποδίδει το δίκιο, γιατί όποιος καταγγέλει, έχει πάντα δίκιο», που είχε πει κάποτε μια ψυχούλα. Δεν πιστεύουμε. Ούτε ευτελίζουμε. Αυτό είναι το μήνυμα. Δημιουργούμε όλες τις προϋποθέσεις ώστε κάποιος να μη φοβάται να μιλήσει, αλλά ταυτόχρονα εκπαιδεύουμε ώστε αυτός ο κάποιος να ξέρει πως η Δικαιοσύνη καταδικάζει με ατράνταχτες αποδείξεις.
Το μάθημα της υπόθεσης Σπέισι είναι η ίδια η Δικαιοσύνη, η υπενθύμιση αυτού που έχουμε αποδεχτεί ως υπέρτατο στην κοινωνία. Ότι θα αναθέτουμε στη Δικαιοσύνη την κρίση για τον αθώο και τον ένοχο. Ότι δεν θα καταστρέφουμε αθώους, όπως αποδείχτηκε ο Σπέισι, ούτε θα αγνοούμε τα θύματα γιατί φόρεσαν βαθύ ντεκολτέ και τα ‘θελε ο απαυτός τους.
Κομμένες οι κρίσεις και οι κοινωνικές καταδίκες
Είναι συμβατική υποχρέωση κάθε πολίτη όμως, τουλάχιστον αυτού που θέλει να πάει μπροστά η κοινωνία, να αποδέχεται τον απαράβατο όρο πως κανείς δεν είναι ένοχος πριν αποδειχτεί στη δίκη. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τους πολίτες.
Αφορά δημοσιογράφους και ομίλους media, αφορά και αστυνομικούς που διαμοιράζουν πληροφορίες στους δημοσιογράφους για υποθέσεις και στοιχειοθετείται το προφίλ ενός αρπακτικού, όπως στην περίπτωση Κέβιν Σπέισι, ώστε η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη.
Ο Κέβιν Σπέισι σβήστηκε διά παντός, ψυχαγωγικές εκπομπές έφτασαν να καταργήσουν από το κανάλι τους στο Youtube βίντεο που ήταν καλεσμένος τους. Και τώρα θα σηκώσουν το τηλέφωνο και θα σπεύσουν να του ζητήσουν του Σπέισι συνέντευξη. Αυτοί που του προκάλεσαν ανυπολόγιστη ηθική και οικονομική βλάβη. Και βλάβη εικόνας. Όχι μόνο γιατί αποτυπώθηκε ως αρπακτικό, αλλά και γιατί ο ίδιος για χρόνια πατούσε σε μια γραμμή ανάμεσα στο στρέιτ και το γκέι και δεν ήθελε ποτέ να μιλήσει ανοιχτά για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Οι δημόσιοι κατήγοροι του όμως, τον εξανάγκασαν σε αυτό.
Στην Ελλάδα το είδαμε στην υπόθεση της Γεωργίας Μπίκα. Δεν εξετάζω το αν βιάστηκε ή όχι. Δεν είναι δική μου δουλειά. Είναι της Δικαιοσύνης. Και η Δικαιοσύνη απεφάνθη πως δεν υπήρξε βιασμός. Άσχετα με το τι πιστεύω ή τι πιστεύει ο οιοσδήποτε, δεν γίνεται να ακυρωθεί μια δικαστική απόφαση και να εξακολουθούμε να μιλάμε για βιαστές και βιασμένη. Ειδάλλως, αυτοακυρωνόμαστε αφού ζητάμε δικαιοσύνη σε μια υπόθεση έχοντας αποφασίσει από πριν ότι μόνο ένα αποτέλεσμα θα αποδεχτούμε. Άμα είναι έτσι, να το γυρίσουμε στην αυτοδικία να τελειώνουμε.
Από το ένα άκρο στο άλλο, αλλά να βρούμε άμεσα το άριστο μέσον
Στο Χόλιγουντ αυτό είναι ακόμα πιο έντονο σε σχέση με εμάς. Όχι γιατί έχουν κάποια τρομερά υψηλή ηθική, αλλά γιατί είναι υπηρέτες του χρήματος. Κι όταν υπηρετείς το χρήμα, δεν θες να κηλιδώνεται η εικόνα σου. Οπότε, με μεγάλη ευκολία θα «σβήσουν» τον κάθε Κέβιν Σπέισι άτομα που έχουν κάνει τρισχειρότερα.
Δεν περιμένει κανείς εκεί να μάθουν διαφορετικά. Στη Γη της Υποκρισίας, δεν γεννιέται καμία κοινωνική αλλαγή. Αλλά μπορούμε να πάρουμε μαθήματα από τα εκεί λάθη για να μην γινόμαστε αυτόκλητοι δικαστές και ανθρωποφάγοι.
Καλώς ή κακώς, αυτή την εξισορρόπηση δεν είναι οι θύτες που καλούνται να την βρουν. Δε θα μπει στη διαδικασία ούτε ο βιαστής, ούτε αυτοί που στην πρώτη ευκαιρία θέλουν να μιλήσουν για κυβερνήσεις βιαστών, για ενόχους πριν από δίκες και δεν ξέρω και γω τι άλλο, να βρουν την ισορροπία. Αυτοί θέλουν αίμα. Οι βιαστές το αίμα που έπιναν τόσα χρόνια, οι υπόλοιποι το αίμα της εκδίκησης για όσους δεν συντάσσονται μαζί τους στην Οκτωβριανή τους Επανάσταση.
ΥΓ. Αξίζει να μιλήσουμε και για τα διαφορετικά μέτρα και σταθμά ανάλογα με το ποιος κατηγορείται. Στην υπόθεση της τρανς Άννας για παράδειγμα, ήταν γυναικοκτονία και έγκλημα τρανσφοβίας μέχρι που αποδείχτηκε ότι ο δολοφόνος είναι από το Μπανγκλαντές, οπότε επήλθε ένα μάγκωμα. Είναι ντροπή να προβάλλονται οι σειρές με τον Φιλιππίδη, αλλά για του Γεωργούλη τίποτα.
Προσοχή, δεν λέω ότι ο δεύτερος είναι αθώος ή ένοχος. Κι εδώ το δικαστήριο αποφασίζει. Λέω όμως ότι στις δύο περιπτώσεις, πριν υπάρξει δίκη, υπήρξε διαφορετική αντιμετώπιση. Αυτό είναι και μια απόδειξη πως το #MeToo χρειάζεται έναν «καθαρισμό» για να είναι πρωτοπόρο σε μια εποχή ισότητας και δικαίου, όχι οφθαλμόν αντί οφθαλμού.