Διαβάζοντας την εισαγγελική πρόταση για όσα κατηγορείται ο Μίχος στην υπόθεση της 12χρονης στον Κολωνό, το πρώτο πράγμα που κάνει ένας νορμάλ και μη παιδεραστής άνθρωπος, είναι να εξοργιστεί. Το θυμικό κομμάτι έρχεται πάντοτε πρώτο σε αυτές τις περιπτώσεις. Η Δικαιοσύνη βέβαια, είναι ένας θεσμός που δε γίνεται να λειτουργεί με το θυμικό, οφείλει να λειτουργεί με τον προσυμφωνημένο τρόπο, ήτοι με αποδείξεις. Έχουμε συμφωνήσει πως προηγείται πάντα το τεκμήριο της αθωότητας από το τεκμήριο της ενοχής.
Εξυπακούεται πως όλα τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας, όλες οι καταθέσεις, όλες οι παραδοχές από την πλευρά των ενόχων, δεν μπορούν να οδηγούν πουθενά αλλού πέρα από το συμπέρασμα του βιασμού της 12χρονης και της μαστροπείας. Απλά το ποιος έκανε την μαστροπεία είναι κάτι που δεν μπορεί να το αποφασίσει η κοινωνία. Το αποφασίζει σαφώς η Δικαιοσύνη στην οποία παραχωρούνται όλα τα στοιχεία για να κρίνει.
Όλα καλά ως εδώ. Και διαβάζοντας την πρόταση της εισαγγελίας για όσα κατηγορείται ο Μίχος, θα μπορούσε να υπάρχει ένα νόημα αν κρινόταν αθώος για όλα. Δεν κρίθηκε όμως αθώος για όλα. Κρίθηκε αθώος λόγω αμφιβολιών για τον βιασμό και αθώος για τη μαστροπεία, αλλά κρίθηκε ένοχος για κατάχρηση ανηλίκου που δεν συμπλήρωσε τα 14 έτη από πρόσωπο που του το είχαν εμπιστευτεί, για κατοχή πορνογραφικού υλικού με ανήλικο κάτω των 12 ετών αλλά χωρίς εξαναγκασμό και κερδοσκοπία, για διευκόλυνση της ανήλικης να εκδίδεται.
Εδώ βλέπουμε όλη τη σαπίλα του νομικού πλαισίου και τη διευκόλυνση που προσέφερε στον Μίχο η εισαγγελία ακολουθώντας τον νόμο και τα νομικά παραθυράκια. Δηλαδή πώς μπορεί να δεχτεί ένας ανθρώπινος νους ότι ο Μίχος έχει παραδεχτεί πως κοιμήθηκε με την 12χρονη, το δικαστήριο κάνει λόγο για διακεκριμένη κατάχρηση ανηλίκου αποδεχόμενο ουσιαστικά την σεξουαλική πράξη, αλλά αυτά τα δύο στοιχεία δε συνηγορούν σε βιασμό; Αποδέχεται την κατοχή του πορνογραφικού υλικού που έχει ο Μίχος με την 12χρονη, αλλά δεν υπάρχει βιασμός;
Ο νόμος αποφάσισε πως το να κάνεις σεξ με ανήλικα, δεν είναι πάντα παιδοβιασμός και ο Μίχος βγήκε κερδισμένος
Άρα τι; Αν πάει κάποιος στο κρεβάτι με ένα 12χρονο, ακόμα κι αν αυτό πάει οικειοθελώς, ακόμα κι αν του το προσφέρουν στο πιάτο, δεν είναι βιασμός; Τι είναι η κατάχρηση; Ο Μίχος πήγε με ανήλικη και δεν είναι παιδεραστής, αλλά παιδοκαταχραστής;
Αν η εισαγγελική πρόταση ήταν ο Μίχος να κριθεί αθώος για όλες τις κατηγορίες, θα έλεγα μέσα μου, ενοχλημένος μεν, ότι προφανώς δεν υπήρξαν επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν τις κατηγορίες και θα αποδεχόμουν αυτή την αρνητική πλευρά της Δικαιοσύνης.
Εδώ όμως δεν έχουμε ούτε καν αυτό. Γίνονται όλα τόσο απροκάλυπτα, προκαλούν την κοινή λογική και μετά σε βάζουν και να αναρωτιέσαι μήπως δεν καταλαβαίνεις κάτι σωστά, μήπως είσαι πανάσχετος με τους νομικούς όρους και γι’ αυτό δεν αποδέχεσαι την εισαγγελική πρόταση.
Όχι. Είναι παραπάνω από σαφές τι συμβαίνει εδώ. Ο νόμος δεν θεωρεί ότι όλες οι περιπτώσεις σεξουαλικής πράξης με ανήλικο είναι βιασμός. Θεωρεί ο νόμος, και το αποδέχεται σε επίπεδο ερμηνείας και η εισαγγελία εν προκειμένω, πως ένα 12χρονο γνωρίζει τι είναι σεξ, γνωρίζει τους κινδύνους και πάει με πλήρη συνείδηση για να κάνει σεξ με ένα 50άρη. Ο νόμος δηλαδή φτιάχτηκε για να αποδέχεται τον παιδοβιασμό που δεν περιλαμβάνει βία;
Να το πούμε λοιπόν ξεκάθαρα, γιατί νομίζω πως αυτή είναι η στόχευση που πρέπει να κάνουμε ως κοινωνία σε επίπεδο απαίτησης προς το κράτος: όταν ένα ανήλικο άτομο πάει με έναν ενήλικα, όποιες κι αν είναι οι συνθήκες, πρέπει να θεωρείται βιασμός. Ούτε κατάχρηση ούτε τίποτε άλλο παραπλανητικό.
Πώς ο Μίχος δεν θα θεωρείται παιδοβιαστής, αλλά καταχραστής ανηλίκου; Έχοντας ο ίδιος παραδεχτεί πως συνευρέθηκε με την 12χρονη. Αυτό θα λέμε και μεταξύ μας; Και θα φοβόμαστε να κάνουμε λόγο για βιασμό γιατί θα φάμε μήνυση; Είναι πασιφανές πως έγινε μια εισαγγελική πρόταση βασιζόμενη στον νόμο, αλλά ο νόμος είναι κακοφτιαγμένος επειδή είναι ανοιχτός σε ερμηνεία. Και η εισαγγελία ΕΠΕΛΕΞΕ να κάνει αυτή την ερμηνεία.
H Δικαιοσύνη απέδειξε με αυτή την απόφαση ότι είναι αστεία. Μια μέρα μετά την απόφαση της Εξεταστικής Επιτροπής για τα Τέμπη, βλέπουμε την εισαγγελική πρόταση και αναρωτιόμαστε αν θα φταίει μετά αυτός που θα επιλέξει την αυτοδικία. Αναρωτιόμαστε πώς θα μπορέσουμε να πείσουμε το μέσα μας να μείνει εντός του νόμιμου πλαισίου και να συνεχίσει να απευθύνεται στην αστυνομία και τη Δικαιοσύνη, όταν κανείς από τους δύο δεν κάνει σωστά τη δουλειά του.