Περιεχόμενα
Τα καλοκαίρια στην Ελλάδα έχουν ταυτιστεί με ταξίδια και διακοπές σε νησιά. Κανείς δε σκέφτεται το εξωτερικό. Θέλουν όλοι να χαρούν τις θάλασσες και τον ήλιο. Κάποιοι πιο ρομαντικοί, θέλουν να στηρίξουν με τα λεφτά τους τις τοπικές οικονομίες. Και στο τέλος, καταλήγουν να λένε μέσα τους «καλό κουτορνίθι είμαι και του λόγου μου…ΝΑ! ΠΑΡΤΑ! Δεν τα έδινα σε ταξίδι στην Ιταλία καλύτερα…»
Πριν από μερικές μέρες είχα μια συνομιλία με έναν φίλο που μου περιέγραφε την εξής εμπειρία του από ένα νησί όπου πήγε διακοπές με τη σύντροφό του. Καθόντουσαν, που λέτε, σε μια παραλία, σε ένα μαγαζί για την ακρίβεια, και συζητούσαν για το ότι οι δρόμοι είναι ακατάλληλοι και θα σκοτωθούν ή θα τους χαλάσει χοντρά το αμάξι.
Κι αναρωτιόταν ο φίλος μου φωναχτά, για κακή του τύχη, πώς γίνεται να μην ασχολείται κανείς και να μην φτιάχνουν τους δρόμους. Πέταχτηκε, χωρίς να του απευθύνουν τον λόγο, ένας ντόπιος, από αυτούς τους κλασικά εκνευριστικούς τύπους που θεωρούν πως τους ανήκει ένας τόπος και τον λυμαίνονται, και του λέει με ύφος «ναι, δεν το ξέραμε να τους φτιάξουμε και να γεμίσουμε εδώ τουρίστες». Κάπου μπροστά από το «τουρίστες», ακούστηκε υπόκωφα ένα «βρωμό-».
Σε κάποιους μπορεί να ακούγεται ρομαντική η τοποθέτησή του, να σκεφτούν ότι κάποιοι δεν υποτάσσονται στα λεφτά και κρατάνε παρθένους τους τόπους τους. Μόνο που δεν είναι έτσι. Κρα κάνουν όλοι αυτοί για 100 και 200 ευρώ παραπάνω. Γι’ αυτό και βαράνε στο ψαχνό τους ξένους τουρίστες.
Στα ελληνικά νησιά «πουλάνε» τη θάλασσα και νομίζουν πως τους ανήκουν οι τόποι
Υπάρχει πάντα μια ισορροπία στα πράγματα και πάντοτε μπορεί να βρεθεί τρόπος να φτιαχτούν κάποια οδικά μονοπάτια στα νησιά, χωρίς αυτό να σημαίνει και αλλοίωση του τόπου ή ερχόμο για ορδές τουριστών που θέλουν 5άστερα και καλοπέρασε. Σε πάρα πολλά νησιά όμως, αυτή την ισορροπία δεν τη θέλουν. Το φωνάζουν. Κανονικά όμως δεν θα έπρεπε να τους πέφτει λόγος. Ειδικά όσον αφορά στον εγχώριο τουρισμό.
Για ποιον λόγο να απαγορευτεί σε εμένα ή στον Χ εμένα να χαρούμε έναν τόπο, όσα νησιά θέλουμε χωρίς να δίνουμε κάπου λογαριασμό; Για ποιον λόγο θα πρέπει κάποιος που δίνει στα ελληνικά νησιά 700-800 ευρώ για διαμονή συν ακτοπλοϊκά πριν καν πατήσει το πόδι του, να μην έχει ασφαλές οδικό δίκτυο; Για ποιον λόγο θα πρέπει να υποστεί τη γκρίνια, την αγένεια, την βλαχομαγκιά του καθενός, μόνο και μόνο επειδή δεν είναι από αυτά τα νησιά;
Δεν το ξέραμε πως θα έπρεπε να έχουμε 50 πατρίδες και 70 εξοχικά για να μας επιτρέπεται να φέρνουμε το αμάξι μας. Δεν το ξέραμε πως πρέπει να νοικιάσουμε μόνο τζιπ με 150 ευρώ τη μέρα στην καλύτερη, για να γυρίσουμε τα νησιά…
Εσείς, όταν έρχεστε από τα νησιά σας στην Αθήνα, σας έχει μιλήσει ποτέ κανείς έτσι; Αμφιβάλλω!
Τα ίδια βίωσα κι εγώ πριν μερικές ημέρες στην Άνδρο, ευτυχώς χωρίς την αγένεια, γιατί, ευτυχώς πάλι, δεν ήρθα σε επαφή με κανέναν ντόπιο. Από το λιμάνι του Γαυρίου που βρίσκεται δυτικά, για να πας στην ανατολική πλευρά του νησιού, πρέπει να οδηγήσεις έναν δρόμο που είναι 10 λεπτά οδόστρωμα και τα υπόλοιπα χωματόδρομος. Και συνήθως στενά μονοπάτια, χωρίς φανάρια εννοείται.
Αν τυχόν έρχεται ένας από το αντίθετο ρεύμα, το παίζετε κορώνα-γράμματα ποιος θα κάνει όπισθεν και για πόσα μέτρα. Αν πρώτα δεν έχετε στουκάρει ο ένας πάνω στον άλλον και δεν έχετε βρεθεί σε γκρεμό.
Ρώτησα μάλιστα τον οδηγό που με μετέφερε, που οδηγούσε φορτηγό-τζιπ με καρότσα πίσω, τι συμβαίνει αν κάνει την ίδια διαδρομή ένας που βρίσκεται πρώτη φορά στο νησί. Γέλασε. Γιατί δεν ήθελε να πει πως θα βρεθεί στο νοσοκομείο. Στην καλύτερη των περιπτώσεων.
Στην Άνδρο για παράδειγμα – εικάζω ότι ισχύει στα περισσότερα νησιά – δεν θέλουν να φτιάξουν τους δρόμους για να μην πηγαίνουν στο νησί τουρίστες μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος. Θέλουν μόνο τους πολύ λεφτάδες που θα παίρνουν το σκάφος για να πάνε από τα Άχλα στη Χώρα ή να οδηγούν από τον Ζοργκό στα βορειοδυτικά, κοντά δυο ώρες για να πάνε στη Χώρα που είναι στα νοτιοδυτικά. Και δεν είναι μόνο οι δρόμοι που δεν υπάρχουν. Είναι κι ότι αυτοί που υπάρχουν, έχουν αφεθεί στο έλεος της μοίρας τους.
Ένας άλλος φίλος μου έλεγε πως ήταν σε ένα σουβλατζίδικο σε ένα νησί προσφάτως και άκουσε τον σουβλατζή να λέει «ευτυχώς που έρχονται οι Ιταλοί, γιατί με τους φτωχομπινέδες Έλληνες δεν θα δούμε προκοπή».
Αν θες πλούσιο τουρίστα, να έχεις και 5αστερες υπηρεσίες
Την έχουν δει ξαφνικά όλα τα νησιά Μύκονος και Σαντορίνη – που σιγά τη Σαντορίνη, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς – και τους ενοχλούν οι Έλληνες που θα αφήσουν 50 αντί 100 ευρώ. Τα μεταξωτά βρακιά, θέλουν κι επιδέξιους κώλους. Κι ο μέσος Έλληνας, όχι μόνο στα νησιά, αλλά και ηπειρωτικά, μόνο επιδέξιο κώλο δεν έχει.
Αν θέλετε τους Έλληνες των 500 ευρώ τη μέρα, να τους παρέχετε και τις ανάλογες υπηρεσίες. Όχι να ψάχνουν για καταλύματα και να έχουν να διαλέξουν ανάμεσα σε ένα που κατοικούν στρατοί από έντομα και σε ένα που έχει κουρτίνα μπάνιου από το 1997 με DNA όλων των ενοίκων που έζησαν 26 χρόνια στο δωμάτιο.
Οι τουρίστες ας έρχονται εδώ να τρώνε τη φόλα και να νομίζουν πως τους σέρβιραν μπον φιλέ. Ή να τρώνε ντολμάδες κονσέρβας και να πιστεύουν ότι αυτά τα πράσινα lego που έφαγαν, είναι οι κανονικοί ντολμάδες.
Εμείς, που ξέρουμε πια μετά από τόσα χρόνια τι σημαίνει διακοπές σε ελληνικά νησιά, γιατί συνεχίζουμε να την πατάμε; Γιατί δίνουμε 600 ευρώ για κατάλυμα αμφίβολης ποιότητας και καθαριότητας, ενώ θα μπορούσαμε να δώσουμε 700 για να πάμε στην Τουλούζη, τη Νάντη, το Μπιλμπάο κ.α.;
Ή, έστω, να πάμε να κλειστούμε σε ένα all inclusive εντός Αττικής, να γλυτώσουμε και τα ακτοπλοϊκά…
ΥΓ. Εννοείται πως όλα τα παραπάνω δεν αφορούν όλους τους νησιώτες. Αλλά δεν είναι κι ότι αφορούν λίγες περιπτώσεις. Δεν είναι ότι μιλάμε για μικρή μειοψηφία ως προς τους επιχειρούντες στον τομέα της φιλοξενίας ή σε αυτούς που επιθυμούν την παραμονή στο 1950.