Έχουμε μια τάση σε τούτη τη χώρα να δηλητηριάζουμε την επιτυχία των άλλων, μόνο και μόνο για να το παίξουμε ηθικά ανώτεροι και να επιτεθούμε στον άλλον. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες προσφέρουν διαρκώς τέτοιες ευκαιρίες στον κόσμο για να τα χώσει στους μόνιμα κακούς δημοσιογράφους. Κάθε αγώνισμα βγάζει μια ιστορία, κάθε αθλητής θέλει να μοιραστεί, είτε μην έχοντας πετύχει τον στόχο του είτε έχοντας κάνει ένα σπουδαίο επίτευγμα, την διαδρομή του που ήταν γεμάτη εμπόδια. Θα κλάψει, θα συγκινηθεί, θα λάβει την προσοχή. Και θα αποθεωθεί, ό,τι και να συμβεί. Όλα καλά ως εδώ.

Με την περίπτωση του Τσελίδη που πήρε το χάλκινο στο τζούντο και του Χρήστου που πήρε το αργυρό στην κολύμβηση, είδαμε κάτι στο οποίο προσωπικά δεν βρίσκω κανένα νόημα και το θεωρώ και λαϊκισμό, μα και «επιτυχιοκαπηλεία». Θέλει δηλαδή ο Χ να πάρει την προσοχή από την επιτυχία του αθλητή και να το γυρίσει στην πολιτική, να επιτεθεί στο κράτος και τους δημοσιογράφους.

«Μέχρι χθες δεν είχατε ασχοληθεί ποτέ με τον Τσελίδη και τον θυμηθήκατε ξαφνικά τώρα που πήρε το μετάλλιο;», είναι η μομφή αρκετών. Τα ίδια πάνω κάτω ακούγονται και σε άλλους αθλητές. Με την Γκουντούρα, με τη Ντουντουνάκη, με την Ντρισμπιώτη στο Τόκιο.

Να σας ενημερώσω λοιπόν, πως η δημοσιογραφία, όταν μιλάμε για πρόσωπα του αθλητισμού, πρόσωπα που δεν είναι δημοσίου ενδιαφέροντος (όχι μέχρι να γίνουν γνωστά μέσα από ένα επίτευγμα), είναι ακριβώς αυτό: ένας προβολέας που στρέφεται στο άτομο όταν ακούγεται φωνή γύρω του, όταν υπάρχει θόρυβος στην πλευρά του. Δεν τον ξεθάβει μόνη της η δημοσιογραφία, πρέπει να βρεθεί ενδιαφέρον για να ασχοληθεί με κάποιον ή κάτι. Αυτό συμβαίνει σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, όχι μόνο στην Ελλάδα.

Η αναγνωρισιμότητα αυξάνει το ενδιαφέρον, πώς να το κάνουμε; Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Το καστ στις Άγριες Μέλισσες, τη σειρά του ΑΝΤ1, δεν το ήξερε κανείς. Κάποιοι ήταν γνωστά πρόσωπα, αλλά άγνωστα ονόματα, αρκετοί τίποτα από τα δύο. Η σειρά τους ανέδειξε. Και πάλι όμως, δεν είχε στραφεί προσοχή πάνω τους. Κάθε φορά όμως που πήγαιναν στον Αρναούτογλου καλεσμένοι ή σε άλλη τηλεοπτική εκπομπή, στη Google αυξανόταν το ενδιαφέρον, γίνονταν trend και τότε έβλεπες πλειάδα ιστοσελίδων να αναπαράγουν τις ατάκες τους που μπορεί να μην είχαν και καμία ουσία, να ήταν απλά μια ατάκα του τι μπορεί να δούμε στα επόμενα επεισόδια. Από το μηδέν στις 10.000 αναζητήσεις.

Αυτή τη στιγμή, πάνω κάτω, υπάρχουν 10.000 αθλητές στην Ελλάδα. Μπορεί να είναι και χαμηλή εκτίμηση. Ας πούμε όμως ότι είναι 10.000 αθλητές. Όλοι τους είναι δυνητικά ένας Τσελίδης κι ένας Χρήστου. Μπορούν να βρεθούν από την αφάνεια, στην επιφάνεια. Με βάση τη λογική κάποιων, πρέπει να ακούγονται συχνά πυκνά και οι 10.000. Βρίσκετε εσείς ότι είναι εφικτό να δοθεί χώρος σε αυτόν τον αριθμό; Ή μήπως θέλετε οι δημοσιογράφοι να μυρίσουν τα νύχια τους για την αθλήτρια ή τον αθλητή που μπορεί αύριο ή σε 4 χρόνια να φέρει ένα μετάλλιο;

Δεν κατανοώ γιατί είναι ντροπή να μην έχουν ασχοληθεί οι δημοσιογράφοι, ακόμα και στα αθλητικά σάιτ ή μέσα, με τον Τσελίδη ή τον Χρήστου. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες τους έφεραν στο προσκήνιο. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες έστρεψαν τα φώτα πάνω τους. Πολύ λογικά οι δημοσιογράφοι ασχολούνται μαζί τους.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι μια προσωπική προσπάθεια και επιτυχία ή ατελέσφορη προσπάθεια για το κάθε άτομο που συμμετέχει. Το ότι φέρει τα χρώματα μιας χώρας, δεν αναιρεί το προσωπικό του πράγματος. Μπράβο σε όλα τα παιδιά μόνο και μόνο για τη συμμετοχή, αλλά να με συγχωρείτε, μιλάμε απλά για αθλητές. Μπορεί στη ζωή τους να κάνουν και κάτι άλλο, αλλά ως αθλητές τους γνωρίζουμε.

Και ναι, δίνουν μαθήματα μέσα από τις προσωπικές τους ιστορίες, ο αθλητισμός έχει, αναμφίβολα, μια τεράστια δυναμική, ειδικά οι Ολυμπιακοί Αγώνες, αλλά γιατί να απολογηθεί ο δημοσιογράφος επειδή δεν γνώριζε τον Τσελίδη από τα πρώτα του βήματα και δεν του έδωσε χώρο και προβολή; Υπάρχουν πολύ, μα πολύ πιο σημαντικά πράγματα που θα έπρεπε να έχουν παραπάνω χώρο στα μέσα, από τον αθλητισμό. Ναι, Ολυμπιακοί Αγώνες, αλλά αθλητισμός. Δεν αλλάζει τις ζωές μας. Δεν κάνει εκ προοιμίου καλύτερον τον κόσμο που ζούμε. Ενίοτε τον ασχημαίνει περισσότερο.

Η δημοσιογραφία, ειδικά στις μέρες μας, λειτουργεί με βάση αυτό που ενδιαφέρει τον κόσμο. Εννοείται πως τώρα οι Ολυμπιακοί Αγώνες στρέφουν τους προβολείς πάνω στους αθλητές. Και δεν βρίσκω τίποτα το κακό να φύγουν οι προβολείς από πάνω τους όταν τελειώσουν οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Κι αυτό δεν είναι κάτι που το ορίζουν οι δημοσιογράφοι, αλλά το ενδιαφέρον του κοινού.

Δώστε εσείς ως αναγνώστες και «πελάτες» τη δύναμη στον κάθε δημοσιογράφο να πει στο αφεντικό του πως αξίζει να ασχοληθεί με τον κάθε Τσελίδη και θα δείτε μετά πόσο ψηλά θα βρίσκονται στην ατζέντα.

Αν η Δώρα Γκουντούρα δεν είχε κάνει αυτές τις υπέροχες δηλώσεις και δεν είχε συγκινηθεί στην κάμερα, θα ασχολείτο κανείς από όλου εσάς με την προσπάθειά της, από τη στιγμή που δεν κατέληξε σε μετάλλιο; Ούτε με σφαίρες.

Αν δεν ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, ούτε εσείς θα ξέρατε τον κάθε Τσελίδη

Όλοι αυτοί που λένε «πώς τολμάτε να ασχολείστε τώρα, ενώ όλα αυτά τα χρόνια τους αγνοούσατε», είναι αυτοί που ενδιαφέρονται 15 ώρες τη μέρα για ποδόσφαιρο και μπάσκετ, άντε στο τσακίρ κέφι με κανένα πόλο ή βόλεϊ. Από όλους αυτούς που κατηγορούν τους δημοσιογράφους γιατί δεν ασχολήθηκαν νωρίτερα με τον Τσελίδη και τον Χρήστου, αν τους ζητήσεις να σου πουν τους αθλητές της Εθνικής Πόλο, που είναι η πιο επιτυχημένη ομάδα στην Ελλάδα, ζήτημα να ξέρουν 4-5.

Η αγορά λοιπόν, δηλαδή το κοινό, ορίζει ότι πουλάει περισσότερο ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, ο Καλάθης, ακόμα και ο Γουόκαπ, από τον κάθε Τσελίδη. Κι ας παίρνουν οι 3 τους εκατομμύρια, κι ας έχουν όλες τις ανέσεις για να θριαμβεύσουν αθλητικά, ενώ ο κάθε Τσελίδης παλεύει με πόσα εμπόδια και οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι η μία και μοναδική του ευκαιρία να κερδίσει κάτι. Όχι μόνο μετάλλιο, μα και χορηγό να τον στηρίξει.

Αυτό δεν είναι μειωτικό προς κανέναν. Δεν σχετίζεται με την αξία του ανθρώπου ή με την αθλητική του προοπτική. Αυτά είναι αντικειμενικά, δεν επηρεάζονται από την προσοχή ή όχι του κοινού. Αλλά πώς να το κάνουμε, το μέγεθος του ενδιαφέροντος, καθορίζει και την ενασχόληση των δημοσιογράφων με ένα πρόσωπο ή με ένα φαινόμενο, μια κατάσταση που δεν είναι στη βάση της δημοσίου ενδιαφέροντος.

Σπουδαίες οι προσπάθειες των αθλητών. Και μακάρι να έχουν όλοι κι έναν καλό χαρακτήρα, να είναι ευγενείς, να έχουν σεβασμό, να είναι καλοσυνάτοι, να μπορούν να αγαπούν για να γίνουν και πρότυπα. Και μακάρι να στηρίζονται περισσότερο. Αλλά αυτό είναι σε έναν ουτοπικό κόσμο. Καλώς ή κακώς, άλλες είναι οι προτεραιότητες που πρέπει να διορθώσουμε σε αυτή τη χώρα για να φτάσουμε και στην καλύτερη στήριξη των αθλητών.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι παγκόσμιου ενδιαφέροντος και γεννούν ιστορίες. Όλοι ασχολούνται, στη Google είναι καθημερινά trend οτιδήποτε συμβαίνει, είναι οι Ολυμπιακοί Αγώνες. Πόσοι ασχολείστε με το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα στίβου; Πόσοι βλέπατε ελληνικό τένις πριν εμφανιστεί ο Τσιτσιπάς κι η Σάκκαρη; Μην κοροϊδευόμαστε μεταξύ μας.

Οι αθλητές μη δημοφιλών αθλημάτων δεν είναι πρόσωπα δημόσιου ενδιαφέροντος. Δείτε για παράδειγμα την περίπτωση Τεντόγλου. Πόσοι από εσάς θα ασχολούσασταν μαζί του αν δεν το είχε κατακτήσει ο ίδιος με τη σωρεία μεταλλίων; Ελάχιστοι. Εδώ αν τυχόν κάποια αθλήτρια ή αθλητής δεν δικαιώσει τις προσδοκίες που έχουν καλλιεργηθεί, ο μέσος Έλληνας θα τον βγάλει άχρηστο κι ότι δεν ξέρει, αλλά ξέρει καλύτερα αυτός που είναι στον καναπέ του και βλέπει τηλεόραση.

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες είναι η κορύφωση μιας προσωπικής προσπάθειας για κάθε άτομο που ασχολείται με τον αθλητισμό. Αν δεν ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, δεν θα ενοχλούσε κανέναν που ένα μέσο δεν έχει ασχοληθεί με τον Τσελίδη.

Να το δούμε και πρακτικά. Για να ασχοληθεί ένα μέσο με όλα αυτά που θα ήθελε ο μέσος αναγνώστης να ασχοληθεί, για να μην έχει να του προσάψει κάτι, θα επρεπε να δουλέψουν σε κάθε σάιτ, κάθε εφημερίδα, κάθε κανάλι κοντά 200 άτομα στο payroll. Για να ασχολούνται οι 30 με τα δημοφιλή αθλήματα που αυτά φέρνουν τα κλικ και τα λεφτά, και οι υπόλοιποι να τρέχουν σε όλη τη χώρα και να παίρνουν κάθε βδομάδα κι από μια συνέντευξη με κάθε αφανή αθλητρή και αθλήτρια. Αν πιστεύετε ότι αυτό γίνεται, τότε κι εγώ πιστεύω ότι υπάρχει το Σάιρ και θα συναντήσω μια μέρα τον Γκάνταλφ και τον Φρόντο!