Είδαμε ένα πολύ ωραίο ντέρμπι ανάμεσα σε Παναθηναϊκό και ΠΑΟΚ. Με τέσσερα γκολ, με ανατροπές, με πάθος, με ένταση, με καλό ρυθμό, με μπόλικη τακτική. Ένα ντέρμπι του οποίου το σκορ σφραγίστηκε στην τελευταία φάση του αγώνα, που «σημαδεύτηκε» από τη γκολάρα του Ζίφκοβιτς, από το πρώτο γκολ του Γερεμέγεφ, από την ικανότητα του Κοτάρσκι. Είδαμε πολλά και ωραία πράγματα – στο αμιγώς ποδοσφαιρικό κομμάτι. Και μόλις το ντέρμπι τελείωσε, είδαμε έναν προπονητή να προσπαθεί με κάθε τρόπο να στρέψει για μια ακόμα φορά την προσοχή επάνω του.

Ο κόουτς Λουτσέσκου και ο κύριος Ραζβάν

Για τον προπονητή Λουτσέσκου, έχω μόνο καλά πράγματα να πω. Τον θεωρώ έναν από τους καλύτερους ξένους που έχουν έρθει στην Ελλάδα, έκανε σημαντική δουλειά στον ΠΑΟΚ, έφτιαξε 2-3 διαφορετικές ομάδες, πήρε αήττητο πρωτάθλημα κι ένα σωρό κύπελλα. Για τον άνθρωπο Λουτσέσκου, δεν μπορώ να μιλήσω – μπορεί στην παρέα να είναι ο πιο ευχάριστος άνθρωπος του κόσμου, μπορεί να είναι η ψυχή της παρέας, χαρούμενος, θετικός και καλοσυνάτος. Άποψη μπορούμε να έχουμε για την εικόνα που ο ίδιος επιλέγει να περνάει προς τα έξω, σχεδόν σε κάθε δημόσια τοποθέτησή του. Κι αυτή ακριβώς η εικόνα, έχει καταντήσει μια απέραντη θλίψη.

Μας έχει συνηθίσει ο Λουτσέσκου σε άστοχες, εμπρηστικές ή γραφικές δηλώσεις όλα αυτά τα χρόνια. Μας έχει παραλληλίσει με τη ναζιστική Γερμανία, έχει κατηγορήσει «το κράτος της Αθήνας», έχει κάνει χειρονομίες σε οπαδούς, τα έχει βάλει με δημοσιογράφους, έχει «σολάρει» πολλάκις σε flash – interviews και συνεντεύξεις Τύπου. Αλλά μετά το ματς με τον Παναθηναϊκό, ξεπέρασε και τον (χειρότερο) εαυτό του. Όχι μόνο με αυτά που είπε αλλά κυρίως με τον τρόπο που τα είπε.

Ο Λουτσέσκου κοιτώντας την κάμερα σε κάποιο σημείο και λέγοντας ξανά και ξανά «shame», σαν ήρωας του «Game of Thrones» στο περίφημο «Walk of Shame». Με μάτι γουρλωτό. Τινάζοντας τη σκόνη (ή την πιτυρίδα) από το σακάκι του. Κάνοντας παράπονα για 10 δευτερόλεπτα που παίχτηκαν παραπάνω από τα 5 λεπτά καθυστερήσεων – «ξεχνώντας» μάλλον ότι πριν λίγα χρόνια χρειάστηκε να φτάσει το ματς με τον Παναθηναϊκό στο όγδοο λεπτό των καθυστερήσεων, για να ισοφαρίσει η ομάδα του, παρότι ο διαιτητής είχε δείξει 5 λεπτά «χασομέρια».

Ήταν ένα σπάνιο θεατρικό μονόπρακτο από τον Λουτσέσκου, με έντονο το κωμικό στοιχείο, τις μούτες, την ερμηνεία μέσω της κινησιολογίας. Καταλαβαίνω ότι ήθελε με αυτόν τον τρόπο να συσπειρώσει τους οπαδούς της ομάδας, να τους «μπολιάσει με την αδικία που υφίσταται η Θεσσαλονίκη», να ρίξει ξανά λάδι στη φωτιά της πόλωσης, να μετακυλήσει τις (όποιες) ευθύνες του στον διαιτητή.

Μόνο που έχω την αίσθηση ότι αυτό το επαναλαμβανόμενο παιχνιδάκι του Λουτσέσκου, έχει κουράσει ακόμα και τους φίλους του ΠΑΟΚ – όταν όλη σου η επιχειρηματολογία βασίζεται σε δυο κίτρινες κάρτες, 10 δευτερόλεπτα έξτρα χρόνου στις καθυστερήσεις και ένα πέναλτι που πήρε πριν λίγες μέρες ο Παναθηναϊκός στην Τρίπολη, τότε όλο και λιγότεροι ΠΑΟΚτσήδες μπορούν να ακολουθήσουν το συλλογισμό σου.

λουτσέσκου

Κι από την άλλη πλευρά, ο Ιβάν

Για τον άνθρωπο και προπονητή Ιβάν Γιοβάνοβιτς αντίθετα, δεν υπήρξε ποτέ κάτι αρνητικό να πουν ακόμα και οι αντίπαλοί του ή οι οπαδοί άλλων ομάδων. Μπήκε μετά το τέλος του αγώνα να χαιρετήσει τον Λουτσέσκου και τον είδε σαν παιδάκι που του πήραν το Playmobil του να τον τραβάει και να του φωνάζει. Και στη συνέχεια τον άκουσε να λέει όλα αυτά τα ακατάληπτα – και αυτή τη φορά, ακόμα και ο πάντα συγκρατημένος Ιβάν δεν άντεξε! Ναι κυρίες και κύριοι, ο Λουτσέσκου κατάφερε να εκνευρίσει ακόμα και τον «ατσάλινο» Ιβάν.

Τι είπε ο Ιβάν; Τα προφανή και λογικά: ότι είναι γελοία και ανάξια σχολιασμού τα όσα είπε ο Λουτσέσκου. Ότι έχει πρόβλημα με τον Παναθηναϊκό, πιθανότατα από τον προπέρσινο τελικό Κυπέλλου, που ήταν σίγουρος ο Λουτσέσκου ότι θα τον κερδίσει. Κι ότι κανείς δεν μπορεί να μιλάει για το 2-2 ως άδικο αποτέλεσμα, σε ένα ματς που οι τελικές ήταν 26-5 υπέρ του Παναθηναϊκού, ο οποίος κυριάρχησε στο μεγαλύτερο κομμάτι του παιχνιδιού.

Και η προπαγάνδα κάπου έχει όρια

Τον τελευταίο καιρό, υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια σπίλωσης του Παναθηναϊκού. Κάποιοι, επιχειρούν να «βαφτίσουν» «φιλο-ναζιστές» τους οπαδούς του Παναθηναϊκού, λόγω του περιβόητου πανό που ανέβασαν οι οργανωμένοι μετά τη δολοφονία του Μιχάλη.

Δεν είναι φιλο-ναζιστές λοιπόν οι φίλοι του Παναθηναϊκού, όπως δεν είναι δολοφόνοι οι φίλοι της ΑΕΚ επειδή δολοφονήθηκε κοντά στην «Αγιά Σοφιά» ο Φάνης πριν λίγους μήνες, όπως δεν είναι δολοφόνοι οι φίλοι του ΠΑΟΚ επειδή κάποιοι δολοφόνησαν τον Άλκη στη Θεσσαλονίκη, όπως δεν είναι δολοφόνοι οι φίλοι του Ολυμπιακού επειδή κάποιοι δολοφόνησαν έναν άλλο Μιχάλη, το Φιλόπουλο, στη Λεωφόρο Λαυρίου. Δολοφόνοι είναι αυτοί που δολοφόνησαν και φιλο-ναζιστές είναι αυτοί που νιώθουν και πιστεύουν σε αυτή την ιδεολογία – όχι όλοι οι άνθρωποι που τυγχάνει να υποστηρίζουν την ίδια ομάδα.

Η νέα «μόδα», ίσως να είναι ότι ο Παναθηναϊκός είναι μια ομάδα «του συστήματος», ευνοημένη από τη διαιτησία ή τα κέντρα αποφάσεων. Ο Παναθηναϊκός, που δεν έχει καμία ανάμιξη με τη διοίκηση της ΕΠΟ, με την ΚΕΔ και τους ορισμούς διαιτητών, που πήρε ένα κύπελλο πρόπερσι όλο κι όλο κι έχει σχεδόν «ξεχάσει» από πότε έχει να πάρει πρωτάθλημα, ξαφνικά βαφτίζεται από κάποιους ως «διαπλεκόμενος». Αν ήταν τέτοιος, δεν θα είχε πάρει κι αυτός 1-2 πρωταθλήματα τα τελευταία 15 χρόνια;

Υπάρχει φυσικά εξήγηση για όλο αυτό: όσο ο Παναθηναϊκός πάλευε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, όσο ήταν απαξιωμένος, διαλυμένος, χρεωμένος, εκτός Ευρώπης, χιλιόμετρα μακριά από τον πρωταθλητισμό, όσο ο κόσμος του ήταν στα χαρακώματα (και μεταξύ τους και με τη διοίκηση), όσο είχε κάτι Φάμπρι και Στραματσόνι στον πάγκο και κάτι παίκτες β’ και γ’ διαλογής στο χορτάρι, ήταν «ακίνδυνος». Άρα συμπαθητικός, «γλυκούλης», ακούγαμε και διαβάζαμε καλά λόγια για «τα μωρά του Δώνη» και την ωραία προσπάθεια που γίνεται, για τα «Ελληνόπουλα» και την ποδοσφαιρική πρόοδο των πιτσιρικάδων.

Τώρα όμως έχουν αλλάξει πολλά: ο Παναθηναϊκός πήρε το Κύπελλο πρόπερσι κι έφτασε μια ανάσα από το πρωτάθλημα πέρυσι. Παίζει Ευρώπη φέτος, απέκλεισε τη Μαρσέιγ, νίκησε τη Βιγιαρεάλ, ενισχύθηκε, έβαλε ποιότητα στο ρόστερ του κι έχει έναν αξιόλογο προπονητή που συνεχίζει να βελτιώνει την ομάδα εδώ και περίπου δυόμιση χρόνια. Δεν είναι πια αυτή η ομάδα ο «φτωχός συγγενής» του ελληνικού ποδοσφαίρου αλλά μια αξιόλογη ομάδα που διεκδικεί στο γήπεδο (και όχι σε γραφεία, διαδρόμους και κρυφά ραντεβού) αυτό που της αναλογεί και της αξίζει. Όλο αυτό, προφανώς ενοχλεί κάποιους, οπότε προσπαθούν με λάσπη στον ανεμιστήρα και με τόνους γραφικότητας να σπιλώσουν την εικόνα του.

Φωτογραφίες: Eurokinissi