Κάθε χρόνο, τη Μεγάλη Παρασκευή, παρατηρώ τους ανθρώπους πώς αντιμετωπίζουν τον θάνατο. Τον θάνατο του Χριστού στον οποίο πιστεύουν. Βλέπω ανθρώπους να μαζεύονται, να τρώνε σαρακοστιανά, να πηγαίνουν εκδρομές, να περνάνε όμορφα. Και σκέφτομαι πόσο πιο όμορφος θα ήταν ο κόσμος αν αντιμετωπίζαμε έτσι κάθε θάνατο.

Όχι μόνο αυτόν στον οποίο πιστεύουμε ότι υπάρχει happy ending αφού ανασταίνεται και πάει να βασιλεύσει στον Παράδεισο, αλλά και σε αυτούς που αφορούν τους δικούς μας ανθρώπους, αυτούς που ξέρουμε βαθιά μέσα μας πως είναι απίθανο να τους ξανασυναντήσουμε σε κάποιον Παράδεισο.

Κατανοώ πως ο θάνατος είναι κάτι πολύ σκληρό στο μυαλό μας. Η απώλεια είναι μια συνθήκη που δεν έχουμε μάθει να την διαχειριζόμαστε, παρά το ότι από τα πολύ μικρά μας χρόνια βιώνουμε απώλειες. Οι συμμαθητές στο δημοτικό που πάνε σε άλλο γυμνάσιο και χανόμαστε. Αυτοί από το γυμνάσιο που πάνε σε άλλο λύκειο. Τα παιδιά από το χωριό. Κάπου εκεί εμφανίζονται και οι θάνατοι, οι τελεσίδικες απώλειες. Ο παππούς, η γιαγιά, ίσως και κάτι πιο απροσδόκητο και άδικο.

Μίλα μου για τον θάνατο, πώς τον φαντάζεσαι

Αλλά ο θάνατος υπάρχει και θα υπάρχει. Και κάποια στιγμή, ίσως θα έπρεπε να τον κοιτάζουμε κατάματα και να μην τον φτύνουμε σαν μια βασκανία, να μην τον ξορκίζουμε σαν κάποιον δαίμονα. Αν επιτρέπαμε στους εαυτούς μας να τον αντιμετωπίσουμε ως μια υποχρέωση ίδια με το να πάμε στην εφορία ή να πληρώσουμε κάποιους λογαριασμούς στο Taxis, θα κάναμε τη ζωή μας πιο ήρεμη και, κυρίως, των ανθρώπων που αγαπάμε.

Οι άνθρωποι στις ζωές μας που είναι μεγάλης ηλικίας, θέλουν να μιλήσουν κάποια στιγμή για τον θάνατο, θέλουν να πουν ανοιχτά στα παιδιά τους και στα εγγόνια τους όλα όσα θέλουν να συμβούν στην κηδεία τους, θέλουν να τους δώσουν κατευθύνσεις για τα διαδικαστικά. Θέλουν να φύγουν ανάλαφροι πως όσοι μείνουν ζωντανοί, δε θα πονέσουν πολύ με τον θάνατό τους.

Διάολε, εδώ εγώ συζητάω συχνά πυκνά τον θάνατό μου κι έχω αφήσει οδηγίες για την κηδεία μου, φανταστείτε ένας άνθρωπος 80-85 ετών πόση ανάγκη έχει να το κάνει, πόση ανάγκη έχει από κατανόηση αντί να ακούσει ένα ακόμα «σταμάτα μωρέ πια, εσύ θα μας θάψεις όλους». Ξεχνάμε ότι ίσως έχει τεράστια ψυχική ανάγκη να μιλήσει για να μπορέσει και το ίδιο το άτομο να κατευνάσει τον φόβο και τη θλίψη του τέλους του. Ίσως χρειάζεται από εμάς να του πούμε ότι ο θάνατος είναι κάτι όμορφο γιατί ακολουθεί την ροή της φύσης και μας επιτρέπει να ξεκουραζόμαστε.

Ότι ο θάνατος είναι η κατανόηση της φύσης απέναντι στο σώμα μας και στον εσωτερικό μας πόνο να ξυπνάμε κάθε μέρα και να αντικρύζουμε έναν άλλον εαυτό, έναν δίχως ίχνος από τα νιάτα του. Είναι οδύνη για όλους μας να χάνουμε τη νιότη μας, όσο κι αν λέμε πως πρέπει να αποδεχόμαστε τους εαυτούς μας σε κάθε τους φάση. Όλοι μας, πιστεύω, θα δίναμε 10 χρόνια ζωής για να έχουμε 10 χρόνια παραπάνω τη νεανική μας όψη, τις αντοχές στα κόκαλα και συνολικά στο σώμα, για να γλυτώσουμε μέρες δυσκαμψίας, που μπορεί να σπάσουμε τη λεκάνη μας και να μην ξαναφτιάχνεται.

Ο Μαρκ Τουέιν είπε κάποτε πως «δε φοβάμαι τον θάνατο. Έχω υπάρξει νεκρός δισεκατομμύρια χρόνια πριν γεννηθώ και δεν υπέφερα ούτε στιγμή με αυτό». Ο Πλάτωνας αποτυπώνει τον θάνατο ως τη μονιμότητα των ψυχών, η οποία διακόπτεται από τη ζωή.

Ίσως πονέσεις λιγότερο αν ακούσεις τους ανθρώπους σου να σου μιλάνε για τον θάνατό τους

Οπότε, αν έχω μια παραίνεση για όσους με διαβάζετε, είναι αυτή, να αφήνουμε τον θάνατο να κατοικεί μαζί μας. Θυμάστε στον προτελευταίο Χάρι Πότερ τους Κλήρους του Θανάτου; Ο ένας πήρε τον αόρατο μανδύα και για χρόνια ήταν στο πλάι του Θανάτου, αλλά πάντα του ξέφευγε. Κι όταν πια ένιωσε έτοιμος, έδωσε τον μανδύα στους απογόνους του και αντάμα με τον Θάνατο, ολοκλήρωσε την υλική του ύπαρξη.

Εμείς αόρατους μανδύες δεν έχουμε, αλλά μπορούμε να πιάσουμε τον θάνατο αγκαζέ και να του πούμε πως «όταν είμαι έτοιμος, θα έρθω εγώ σε σένα».

Αν είχα επιτρέψει στην γιαγιά και τον παππού μου να μου μιλήσουν για το τέλος τους, δε θα σκεφτόμουν τώρα την αγκαλιά που δεν πρόλαβα να τους δώσω και το «σε αγαπάω πολύ» που δεν πρόλαβα να τους πω όπως θα ήθελα. Θα είχαμε βρει αυτή τη στιγμή μέσα σε ηρεμία και όχι στην αγωνία του τέλους που ήρθε χωρίς να το πάρουμε χαμπάρι.

Αν έχετε δει ανθρώπους να πεθαίνουν, πριν τον θάνατο, μοιάζουν να παλεύουν με κάτι αόρατο, μουγκρίζουν, λένε κάτι προς κάπου που δεν το καταλαβαίνουμε. Πιστεύω ότι προσπαθούν να μας πουν ότι ξέρουν. Και πως δεν χρειάζεται να μας βασανίζει ότι δεν προλάβαμε. Αλλά και ότι θα ήθελαν να μας έχουν μιλήσει όσο άντεχαν.