Κάποτε ήμασταν μια παρέα. Δέκα, δεκαπέντε άτομα. Όχι κολλητοί όλοι, χαλαρή φιλία. Ανάμεσά τους ήταν η Δέσποινα με τον Ντέμη, ήταν η Ελένη με τον Γιάννη και ήταν η Τζένη κι εγώ. Παντρεμένα ζευγάρια με δύο τρία παιδιά ο καθένας. Κάναμε παρέα και κάναμε αυτά που κάνουν όλα τα ζευγάρια. Μαζευόμασταν στα σπίτια, παίζαμε επιτραπέζια, τσακωνόμασταν επιτόπου γι’αυτά, πηγαίναμε μερικές μέρες διακοπές, δεν βγαίναμε για χορούς και πανηγύρια, ούτε κάναμε τίποτα star power εμφανίσεις. Μόνο στη Δέσποινα πηγαίναμε καμία φορά, όλοι μαζί, γιατί ήταν και η μόνη που ήταν στο χώρο του live θεάματος. Αν κάποιος θελήσει να πει, να το ερμηνεύσει σαν μια ακόμη παρέα επωνύμων, σφάλει. Τον Γιάννη τον ήξερα από τη δεκαετία του ’80, η Ελένη ήταν φίλη μου το 1993 και τον Ντέμη τον γνώρισα από τότε που έπαιζε ακόμα στον Απόλλωνα.
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο σε κάποιον, ήμασταν κανονικοί άνθρωποι με κανονικά προβλήματα, με αγάπες και τσακωμούς, με παιδιά που έκλαιγαν και γέλαγαν, με αγχωμένες μάνες και πατεράδες που μιλάγανε για μπάλα. Δεν προσπαθώ να «γειώσω» την κατάσταση, αλλά όλοι οι άνθρωποι στο σπίτι τους το ίδιο είναι.
Σήμερα, διάβασα ότι ο Ντέμης με την Δέσποινα χώρισαν. Και αυτοί. Όπως χώρισαν και κάποιοι από τους υπόλοιπους, που δεν ήταν γνωστοί, που δεν τους κυνηγούσε ο δαίμονας της επωνυμίας και το πέρασαν μαλακά. Το συζήτησαν και το έμαθαν φίλοι και συγγενείς, πέρασαν δηλαδή τον πόνο που κουβαλάει ένα διαζύγιο μέσα σε ένα κλειστό κύκλο.
Δεν ξέρω τι είναι καλό και τι κακό με την «επωνυμία» τελικά, το μόνο σίγουρο είναι ότι στις δύσκολες ώρες σου, γίνεσαι δημόσιο θέαμα σε μια στιγμή που απλά θες να πενθήσεις. Είτε έφυγες είτε σε έφυγαν. Κανείς δεν χωρίζει με χαρά από μια κανονική σχέση. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Τόσο στο διαζύγιο του Γιάννη με την Ελένη όσο και στο δικό μου, είχα φρικάρει με τις «πληροφορίες» τύπου ράδιο αρβύλα, με τις θεωρίες συνωμοσίας και με τα «μυστικά» που τάχα κρύβονταν πίσω από τις ζωές. Και όλα αυτά σε λαϊκό ανάγνωσμα. Δεν υπάρχουν άνθρωποι που βγάζουν μίσος ή κακία, μόνο σε πολιτικές περιστάσεις, σε κοινωνικά προβλήματα σαν κι αυτά των εμβολίων πχ ή παίρνουν βιτριολική θέση σε υπαρκτές ή ανύπαρκτες διαφωνίες.
Το κακό επεκτείνεται και στα προσωπικά θέματα των άλλων. Όχι μόνο στους γάμους και στα διαζύγια, αλλά και στα παιδιά. Είναι να μη σου τύχει. Να είσαι με κάποιον τρόπο γνωστός, να προσελκύεις πολλά κλικ (όσο πιο πολλά κλικ τραβάς τόσο πιο πολύ καιρό θα «σέρνεσαι» σαν ήρωας της Δημουλίδου), και να τρως ξύλο ακόμα και στις πιο άσχημες στιγμές της ζωής σου και να ακούς τον κάθε τυχάρπαστο και την κάθε «θείτσα» των media και ακόμα χειρότερα των social media, να ξέρει καλύτερα από εσένα τι γινόταν μέσα στους τοίχους του σπιτιού σου και να τερατολογεί και άντε να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας.
Και δεν είναι μόνο αυτό, είναι ότι το μπανιστήρι από την κλειδαρότρυπα στις ζωές των επώνυμων, είναι ένας ευρέως διαδεδομένο, λαϊκό σπορ και για άντρες και για γυναίκες. Όπως θα έλεγε και Ουμπέρτο Έκο, το κουτσομπολιό είναι στη φύση του ανθρώπου. Ολωνών μας. Ήδη, από,τι διαβάζω έχει πάρει φωτιά το Twitter και ένας Θεός ξέρει τι θα γράφεται. Εγώ Twitter δεν έχω για να ξέρω. Οι «επώνυμοι» χωρίζουν για τους ίδιους ακριβώς λόγους που χωρίζουν και οι ανώνυμοι. Δεν υπάρχουν άλλοι λόγοι. Γιατί απλούστατα ο άνθρωπος κάνει στις σχέσεις του με τους ίδιους κώδικες.
Προσωπικά είχα φρικάρει τόσο πολύ με το εν γενεί κουτσομπολιό γύρω από το διαζύγιο μου, με αποτέλεσμα, εν βρασμώ ψυχής να παραιτηθώ και από τη δουλειά μου, που τότε ήταν το Πρωινό στο Mega, χωρίς κανέναν άλλο λόγο. Εντάξει, ήμουν και σε μία φάση που ήμουν υπερφορτισμένος και με μια σειρά άλλα χοντρά προβλήματα, κι αυτό έσκασε κερασάκι. Δεν υπάρχει μέρα που να μην το μετανιώνω από τότε.
Εγώ θυμάμαι τη Δέσποινα με τον Ντέμη να είναι δύο όμορφοι, ερωτευμένοι άνθρωποι, να στάζουν γλύκα ο ένας για τον άλλον και να είναι ένα κανονικό ζευγάρι με μία Δέσποινα που πέραν της showbiz λειτουργούσε σαν τη μάνα μου στο σπίτι. Μαγείρευε, στόλιζε, νοικοκύρευε, είχαν ανοιχτό σπίτι και πάντα μαζί καλούσαν σπίτι τους ανθρώπους για παιχνίδια και φαγητό. Και «επώνυμους», αλλά ακόμα περισσότερο «ανώνυμους». Και το έκαναν με πολλή χαρά. Δεν ξέρω τι έγινε στην περίπτωση τους, ξέρω ότι οι άνθρωποι χωρίζουν πια, στη μεγαλύτερη πλειοψηφία τους.
Η συνολική τους σχέση κράτησε περίπου στα 20 χρόνια. Απ΄ότι βλέπω γύρω-γύρω, πρόκειται για ρεκόρ, αν μιλήσουμε για ανθρώπους με τον έναν ή τον άλλο τρόπο βρίσκονται στα φώτα της δημοσιότητας. Σταρ είναι η Δέσποινα, σταρ ήταν και ο Ντέμης. Δε νομίζω ότι θα αποφύγουν κι αυτοί ένα μερικό ή γενικό κανιβαλισμό από κάποιους που δεν σκέφτονται ποτέ (κρίνοντας από τα δικά τους πάθη) ότι πέρα από τους δυο που χωρίζουν, υπάρχουν και παιδιά. Κανονικά παιδιά. Που μεγαλώνοντας, μαθαίνουν αλφαβήτα, γραμματική, σύνταξη και μπορούν να διαβάζουν τα πάντα όσα έχουν γραφτεί στο ίντερνετ για τους γονείς τους. Δεν είναι όπως παλιά που αυτά έμεναν στην οικογένεια και τη γειτονιά. Ευτυχώς, δεν είναι όπως παλιά και ο χωρισμός ο ίδιος. Θυμάμαι τη μάνα μου, με τις φιλενάδες της να θεωρούν μέγιστο αμάρτημα το χωρισμό και ό,τι αυτό συνεπαγόταν συνήθως για τη γυναίκα. Τον χλευασμό της «ζωοντοχήρας». Τώρα δεν είναι έτσι και νομίζω, αν δεν κάνω λάθος, ότι πλέον οι γυναίκες είναι αυτές που προχωρούν πλειοψηφικά στα διαζύγια.
Η ζωή διαρκώς ανοίγει και κλείνει κύκλους. Για όλους μας. Και στα προσωπικά ειδικά, σχεδόν με πανομοιότυπο τρόπο. Υπάρχει ο έρωτας, υπάρχει ο γάμος, υπάρχουν παιδιά, υπάρχει και το διαζύγιο. Και στο φινάλε καμιά φορά, παρά τον πόνο και τον συναισθηματικό ακρωτηριασμό (και τις εντάσεις βέβαια) που δημιουργεί έτσι κι αλλιώς το διαζύγιο, είναι καλύτερη λύση στις μέρες μας απ’ ότι ο εγκλωβισμός σε μια μιζέρια. Σήμερα το πρωί τα διάβασα τα ρεπορτάζ στα site, πέρασαν απ’το μυαλό μου, «σαν φιλμ ιλιγγιώδες», που λέει και ο Σαββόπουλος, σκηνές απ’το παρελθόν. Με γλυκιά γεύση. Και φαντάζομαι και εύχομαι, ότι γι’αυτούς η απόφαση (έστω κι αν την ανακοίνωσε περιέργως η δισκογραφική εταιρεία), θα είναι για να έχουν όλοι τους, και οι ίδιοι και τα παιδιά, μια καλύτερη ζωή. Όλα περνάνε.