Όταν μιλάμε για μια χώρα που έχει κοντά 6.000 νησιά και νησίδες (κάποιοι μιλάνε για μεγαλύτερο αριθμό πιάνοντας και τις βραχονησίδες), το να μπεις στη διαδικασία να επιλέξεις το καλύτερο νησί, αυτό που θα έβαζες Νο1, είναι αφελές και άτοπο. Κάθε νησί έχει τα πολλά καλά του και τα μερικά κακά του, όπως ισχύει και για κάθε τόπο, νησιώτικο ή ηπειρωτικό.
Μπορεί να υπάρξει τελικά το ένα, το υπέρτατο μέρος; Μόνο στη φαντασία και μόνο αν το κατασκευάσουμε, διότι αυτό που αρέσει σε μένα σε ένα νησί, μπορεί σε κάποιον άλλον να μην αρέσει καθόλου και να ψάχνει κάτι διαφορετικό.
Για την οικονομία της κουβέντας όμως, θα μπω σε μια διαδικασία να καταγράψω όσα αναζητάω εγώ σε ένα νησιωτικό προορισμό, στοιχεία που θα τα βρεις διάσπαρτα στα περισσότερα νησιά, αλλά ένα που να τα έχει όλα, το βρίσκω απίθανο να υπάρχει. Μπορεί όμως και να υπάρχει και απλά να μην το γνωρίζω, άρα τελικά να έχουμε απάντηση στο ερώτημα «ποιο είναι το καλύτερο νησί στην Ελλάδα;», με βάση πάντα τα δικά μου κριτήρια.
Τι πρέπει να έχει το «καλύτερο νησί»
- Πρέπει να μην είναι τεράστιο ή μεγάλο. Να είναι τόσο όσο. Να είναι ένα νησί που αν κάτσεις για 6-7 μέρες, θα ξέρεις ότι πήγες σε όλες τις παραλίες του που αξίζουν και είχες τη δυνατότητα να πας σε αυτή που σου άρεσε περισσότερο και δεύτερη φορά.
- Πρέπει να έχει 2-3 παραλίες στις οποίες μαζεύεται ο πολύς κόσμος και έχει μπιτσόμπαρα και υπάρχει διάθεση για πάρτυ μέχρι το βράδυ και αυτές να είναι συγκεντρωμένες στη μία πλευρά. Όλες οι υπόλοιπες παραλίες να είναι χωρίς βαβούρα, χωρίς ιδιώτες, ελεύθερες, χωρίς ξαπλώστρες.
- Πρέπει η πλειοψηφία των παραλιών στο νησί να είναι εύκολα προσβάσιμες και να έχουν έναν συνδυασμό άμμου με χαλίκι, με την άμμο να υπερτερεί συντριπτικά. Και να υπάρχουν και 2-3 παραλίες που να έχουν μια μικρή πεζοπορία από το πάρκινγκ μέχρι την αμμουδιά και να έχουν και βότσαλο σε νορμάλ ποσότητα, μην περπατάς και σπας δάχτυλα.
- Πρέπει, πάλι στην πλειοψηφία των παραλιών, να υπάρχει άμμος και μέσα στο νερό κι όχι κοτρώνες και βράχια που γλιστράς και τρως τα μούτρα σου. Και η θάλασσα να είναι σχετικά ρηχή στα πρώτα 7-8 μέτρα και μετά να βαθαίνει. Ιδανικά, να είναι καθαρά τα νερά ώστε να βλέπεις τον βυθό.
- Το νησί αυτό πρέπει να έχει 2 σημεία στα οποία μαζεύεται ο κόσμος το βράδυ για να διασκεδάσει κι όχι να απλώνονται τα πράγματα, ώστε να μπορείς να πας και στα 2 και να μη σε πιάνει το άγχος αν διάλεξες σωστά ένα βράδυ, να μη σε πιάνει FOMO κι ότι θα έχεις κάποια ξενέρωτη βραδιά.
- Ο κόσμος που μαζεύεται στο νησί στην peak season του, να είναι τόσος ώστε να μην είσαι μπουκωμένος όπου και να πας στα κεντρικά σημεία, αλλά να είναι, στη χειρότερη, λίγο πάνω από το μισογεμάτο.
- Πρέπει να έχει στο 80% του παραδοσιακά μέρη για φαγητό, ταβέρνες και εστιατόρια, κι όχι κάθε δεύτερο μαγαζί να είναι ιταλικό, μεξικάνικο, σουσάδικο, περουβιανική κουζίνα. Και τα πολύ καλά του να είναι σε αριθμό τόσα ώστε να σε καλύπτουν για μεσημέρι και βράδυ αν μείνεις μια βδομάδα στο νησί. Κι ας είναι διάσπαρτα.
- Το νησί αυτό δεν πρέπει να έχει πλειοψηφία με ξενοδοχειακές μονάδες και luxury καταλύματα, αλλά έναν αριθμό μικρό με αρκετές κλίνες και τα υπόλοιπα καταλύματα να είναι υψηλού επιπέδου, αλλά με σεβασμό στον τόπο, στην αισθητική και το περιβάλλον του. Εννοείται πως δεν πρέπει να έχει καθόλου και το άλλο άκρο, καταλύματα που είναι σαν το σπίτι του παππού και της γιαγιάς σου πριν 50 χρόνια, με πόρτες που τρίζουν, με μπάνιο που η μπανιέρα είναι απλά ένα τετραγωνικό στο μπάνιο χωρίς περίφραξη και χωρίς κουρτίνα, άρα να γίνεται πισίνα το μπάνιο κάθε που λούζεσαι.
- Να είναι ένα νησί-υπόδειγμα σε επίπεδο οδικού δικτύου. Κατανοώ πως οι καλοί δρόμοι φέρνουν παραπάνω τουρισμό, αλλά δεν είναι ή το ένα ή το άλλο. Μπορούμε να περιορίζουμε τον τουρισμό σε αριθμούς και όσοι έρχονται στο νησί να μπορούν να απολαύσουν όποια διαδρομή επιθυμούν, χωρίς να σκέφτονται ότι θα διαλύσουν το αμάξι που έχουν νοικιάσει ή να νοικιάζονται μόνο τζιπ.
Όλα τα παραπάνω, αν τα διαβάσει κάποιος έτσι μαζεμένα, ειδικά αν είναι από νησί ή ζει σε τέτοιο, θα γελάσει, θα με βρίσει, θα με πει «φλώρο πρωτευουσιάνο». Μπορεί να έχει και δίκιο, δεν ξέρω. Δεν είναι όμως απαιτήσεις ή δεν ξέρω κι εγώ τι. Είναι το ιδανικό μου. Κι αφού δεν υπάρχει, απ’ όσο γνωρίζω, κάνω τους συμβιβασμούς μου και προχωράω και μαθαίνω να περνάω καλά με όσα μου δίνονται κι όχι όσα θα ήθελα να μου δοθούν.
Αλλά για την πλάκα της κουβέντας και του να μαθαίνει κανείς τον χαρακτήρα του άλλου, έχει ενδιαφέρον να μιλάς για αυτά που συνθέτουν το ιδανικό σου ώστε να ξέρει κι ο άλλος με τι έχει να κάνει. Κυρίως, για να ξέρετε εσείς ως αναγνώστες ποιος είναι αυτός που γράφει για ένα νησί, το προτείνει, το κρίνει, με ποια λογική.