Το πρόσωπό της είναι σαν εξωγήινο. Ενός πολύ όμορφου εξωγήινου, σπεύδουμε να προσθέσουμε. Με μεγάλα μάτια και μικρά υπόλοιπα χαρακτηριστικά σε ένα κεφάλι το οποίο σαν πέπλο ντύνουν κατάξανθα κυματιστά μαλλιά. Τι καλά πάντως, η Αμάντα Σέιφριντ ήρθε με ειρηνικές διαθέσεις σε αυτόν τον πλανήτη…

Μια ηθοποιός που για καιρό έψαχνε, ποθούσε τη χρυσή τομή ανάμεσα στην εμπορική επιτυχία και στην κριτική αποδοχή. Τη γνωρίσαμε μέσα από το – πολύ καλό-  Mean Girls (2004), ένα καλτ εφηβικό κωμικό classic. Η καριέρα της εκτοξεύτηκε με το Mamma Mia (2008) και έμοιαζε να τα έχει όλα. Φωτογενής και αστεία, η χαρά της ζωής.

Αμάντα Σέιφριντ

Γύρισε στη φύση

Τα φαινόμενα απατούσαν. Πίσω από τα φώτα, αυτό που δεν βλέπαμε, ήταν ένα νεαρό τρομαγμένο κορίτσι, που υπέφερε από κρίσεις πανικού και άγχος. Ευτυχώς είχε την τύχη να έχει συμμάχους ανθρώπους που την αγαπούσαν. Και τη βοήθησαν να ξεπεράσει τις δυσκολίες. Να κατανοήσει τι έχει πραγματικά σημασία και τι όχι.

Η μεγαλύτερη ψυχοθεραπεία της αποδείχτηκε η επαφή με τη φύση. Έχει ρετιρέ στο Μανχάταν, έχει και μια βίλα στους λόφους του Λος Άντζελες. Πουθενά δεν νιώθει περισσότερο σπίτι από τη φάρμα της στο Κάτσκιλς, στην πολιτεία της Νέας Υόρκης. Δίπλα σε δεκάδες ζώα, κατσίκες, χελώνες, κοτούλες και άλογα και όταν ασχολείται με τον κήπο της, η Αμάντα Σέιφριντ αισθάνεται πιο πλήρης και πετυχημένη από οπουδήποτε αλλού.

Εκεί απομονώνεται όταν δεν δουλεύει, γεμίζοντας τις μπαταρίες της. Ανανεώνεται, ηρεμεί. Είναι το μέρος που αισθάνεται ασφάλεια. Το καταφύγιό της. Πλάι στο σύζυγό της, τον επίσης ηθοποιό Τόμας Σαντόσκι και τα δύο τους παιδιά, την οικογένειά της που υπεραγαπά.

Η καταξίωση χάρη στον Φίντσερ

Στο μεσοδιάστημα, κατάφερε να ξεφύγει και από την ετικέτα του «ΟΚ, καλή είναι για light ρόλους». Πρώτα στους Άθλιους, το 2015. Και πολύ περισσότερο, στο Mank του Ντέιβιντ Φίντσερ, που της χάρισε υποψηφιότητα για Όσκαρ β’ γυναικείου και ακόμα μνημονεύει ως την καλύτερη στιγμή της καριέρας της (μέχρι την επόμενη).

Δεν το πίστευε αρχικά πως ο διάσημος Αμερικανός σκηνοθέτης την επέλεξε για το ρόλο. Εκείνος, ωστόσο, είχε εντοπίσει αυτό που άλλοι καν δεν διανοούταν ως πιθανότητα. Ήτοι πως η Αμάντα Σέιφριντ ήταν απολύτως ικανή για το παραπάνω. Αρκούσε κάποιος να της το ζητήσει, να την εμπιστευτεί.

Πολύ της άρεσε η τελειομανία που συνάντησε στο πλατό. Πως γύριζαν τις σκηνές πολλές φορές. Αυτό δηλαδή που εκνευρίζει τους περισσότερους σταρ όταν δουλεύουν με τον Φίντσερ, για εκείνην ήταν ευλογία. Της έδωσε χρόνο να προσαρμοστεί, να βρει τον εαυτό της σε εντελώς διαφορετικές συνθήκες από αυτές που είχε συνηθίσει.

«Αν κρατάς χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών σου, τότε αυξάνεις τις πιθανότητες σου να έχεις ευχάριστες εκπλήξεις», έχει πει η Αμάντα Σέιφριντ και αυτή η μετριοφροσύνη δεν είναι επίπλαστη. Δεν θεωρεί τον εαυτό της κάτι φοβερό, ούτε έχει μεγαλοπιαστεί.

Παλαιότερα και παρότι είχε ήδη μπόλικες επιτυχίες στο ενεργητικό της της, δεν μπορούσε να το πιστέψει ότι την αναγνώρισε ο Κουέντιν Ταραντίνο όταν κατά τύχη συνέπεσαν με τον πιο καλτ σινεφίλ σκηνοθέτη των καιρών μας στο αεροδρόμιο. «Εμένα; Μα από πού και ως πού;», έλεγε μετά, γελώντας σαν μικρό κοριτσάκι.

Αμάντα Σέιφριντ

Αυτά που έκαναν ηθοποιό την Αμάντα Σέιφριντ

Ίσως όντως να βρήκε σε αυτό το αντάμωμα κομμάτι από την παιδική της ηλικία. Πέρασε υπέροχα μικρή. Θυμάται μεταξύ πολλών άλλων με νοσταλγία να βλέπει κλασικές ταινίες με τον πατέρα της – τρελαινόταν για τις περιπέτειες του Χοντρού (να μας συμπαθά η κυρία Πρωτοψάλτη…) και του Λιγνού.

Αγαπούσε να είναι το επίκεντρο της προσοχής, να κάνει τους άλλους να γελάνε, να αισθάνονται πράγματα. Και όταν μεγάλωσε, στην εφηβεία, απέκτησε τη θέληση να δοκιμάσει πράγματα ερμηνευτικά, να αναζητήσει την καλλιτεχνική αποτύπωση αυτών που φλεγόταν να μοιραστεί με τους γύρω της.

Σε τελική ανάλυση, αυτό είναι που την έκανε να στραφεί στην υποκριτική, όσο κι αν η ίδια λέει πως ακόμα παλεύει να αποσαφηνίσει πλήρως το γιατί. Δημιουργικότητα και μια ισχυρή διάθεση να εκφράσει καλλιτεχνικά αυτά που νιώθει με παράλληλη ανάγκη για αποδοχή.

Στην αρχή, η μεγάλη της επιθυμία να γίνει διάσημη της θόλωσε κάπως την κρίση. Αυτή η ιστορία, που αποκάλυψε πρόσφατα, το περιγράφει γλαφυρά: «Όταν ήμουν 19, περπατούσα χωρίς τα εσώρουχά μου στο πλατό. Ξέρω γιατί. Ήμουν 19 και δεν ήθελα να στενοχωρήσω κανέναν και ήθελα να κρατήσω τη δουλειά μου. Γι’ αυτό το έκανα…».

Ποτέ δεν έδωσε δημοσίως λεπτομέρειες για το ποια ήταν αυτή η ταινία, είπε όμως το εξής: «Αν δεν θέσεις όρια, τότε είσαι τελειωμένη υπόθεση σε αυτή τη βιομηχανία». Μια σοφή κουβέντα που από τότε έκανε «Ευαγγέλιό» της. Έχοντας βέβαια και την τύχη να βρει σχεδόν αμέσως την επιτυχία, με το Mean Girls.

Αμάντα Σέιφριντ

Ξέρει ποια είναι, ξέρει και τι (θέλει να) κάνει

Έφαγε τις «σφαλιάρες» της στην πορεία, αλλά ήταν τυχερή αυτές να μην τις υψώσουν ανεπανόρθωτα εμπόδια για να προχωρήσει. Αντίθετα έγιναν μάθημα, πολύτιμο και απαραίτητο. Νιώθει πλέον πως έχει τη δύναμη να αντισταθεί στα κακώς κείμενα, να βοηθήσει τους νεότερους που ξεκινούν στο χώρο. Μόνο τυχαίο δεν είναι πως στην πρόσφατη απεργία των ηθοποιών του Χόλιγουντ, υπήρξε εκ των φωνών που ακούστηκαν δυνατά. Έχει αυτοπεποίθηση, είναι ανήσυχο πνεύμα, κοιτάει και τους γύρω της όχι μόνο την πάρτη της.

Περπατώντας πια στα 38 της (από τις 3/12), η Αμάντα Σέιφριντ έχει καταφέρει να βρει τη ψυχική ισορροπία – το μεγάλο ζητούμενο όλων δηλαδή. Να νιώθει ικανοποιημένη με αυτά που έχει, με όσα ζει.

Επαγγελματικά ομιλώντας, θα ήθελε να παίξει σε ένα τρίτο Mamma Mia στο πλευρό της Μέριλ Στριπ. Αναζητάει παράλληλα να δοκιμαστεί και σε άλλους δύσκολους ρόλους, για να εξερευνήσει τα όρια της, τελευταία την είδαμε και πάρα πολύ (μας) άρεσε στο The Dropout του Disney+. Μία ή άλλη, έχει ένα σπάνιο χαρακτηριστικό για ηθοποιός του Χόλιγουντ: Είναι σταρ με τους δικούς της όρους.