Περιεχόμενα
Κάθε φορά που κάποιος γράφει ή λέει την πρόταση «αυτή ήταν η καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του Λεονάρντο ΝτιΚάπριο» ξέρει καλά πως στην επόμενη ταινία αυτού, η άνωθεν δήλωση θα αυτοκαταστραφεί. Ο Λίο θα έχει κάτι καλύτερο, ο Λίο πάντα έχει κάτι καλύτερο. Γιατί είναι ένας μύθος. Ο μεγαλύτερος του Χόλιγουντ αυτή τη στιγμή.
Στην παρούσα χρονική συγκυρία είναι το Killers of the Flower Moon αυτό το νέο του best of. Ο Μάρτιν Σκορσέζε πήρε από όλους τους ηθοποιούς του στο φιλμ το καλύτερο δυνατό, από τον ΝτιΚάπριο, τον δικό του άνθρωπο, δεν θα το έπαιρνε; Ρητορικής φύσης το ερώτημα.
Ο Αμερικανός εμβληματικός σκηνοθέτης έχει πει πως χάρη στον Λεονάρντο αναγεννήθηκε κινηματογραφικά. Ήταν η Μούσα που του ξύπνησε εκ νέου το πάθος και την έμπνευση: «Θα μπορούσε πολύ άνετα να είναι ηθοποιός σε βωβές ταινίες. Είναι το ύφος το πρόσωπό του, το βλέμμα του. Δεν χρειάζεται να πει τίποτα. Τον βλέπεις και συνδέεσαι αμέσως μαζί του. Δεν είναι όλοι έτσι…». Κοκκινίσαμε και μόνο που μεταφέραμε τέτοια λόγια από τον Mr. Cinema…
Ο μεγαλύτερος των mega star
Άπαξ και ο ΝτιΚάπριο κάλυψε το ζήτημα (διάβαζε: απωθημένο) με το Όσκαρ, με το The Revenant το 2016, έσβησε αυτή η ανωμαλία και αδικία της ιστορίας που έκανε όλους μας να θέλουμε να μπουκάρουμε στα γραφεία της Ακαδημίας και να φωνάξουμε δυνατά «δώστε επιτέλους σε αυτόν τον άνθρωπο αυτό που αξίζει for God’s shake!».
ΟΚ και ναι. Υπάρχουν κι άλλοι χολιγουντιανοί mega σταρ. Ο Μπραντ Πιτ, δεδομένα και αναμφισβήτητα. Ο Τομ Κρουζ, βεβαίως και ανυπερθέτως. Σε ένα κάποιο πλαίσιο και ο Ντένζελ Ουάσιγκτον, αν και δεν είναι ακριβώς το ίδιο με τους προηγούμενους εκλεκτούς κυρίους, χάνει μάλλον στο «εκτός σινεμά».
Ο Λεονάρντο ΝτιΚάπριο είναι ο μεγαλύτερος όλων. Το όνομά του και μόνο δίνει απαράμιλλη αίγλη σε μια ταινία, συνιστά πιστοποιητικό υψίστης δυνατής ποιότητας. Η λέξη «αποτυχία» είναι αυτό που ξορκίζει, δεν το έχει βιώσει.
Άντε ίσως λίγο στις αρχές. Όταν έπαιζε σε κάτι εφηβικές «χαζομαρίτσες». Λογικό ήταν, βέβαια. Ένα αγόρι που έψαχνε το δρόμο του ήταν. Και τον βρήκε τάχιστα. Με τον μάλλον συμβολικό ως τίτλο, The Boy’s Life (Αγεφύρωτες Σχέσεις), το 1993.
Την ίδια χρονιά θα κέρδιζε και την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ (β’ ανδρικού), για το Τι Βασανίζει τον Γκίλμπερτ Γκρέιπ (What’s Eating Gilbert Grape). Το ταλέντο του είχε αρχίσει ήδη να λάμπει εκτυφλωτικά. Το baby face του γινόταν «το πρόσωπο της επιτυχίας». Το Ρωμαίος και Ιουλιέτα, το 1996, το πιστοποίησε εμφατικά.
Η συνειδητή στρατηγική απόφαση ζωής του Λεονάρντο ΝτιΚάπριο
Κι ύστερα, ήρθε το απόλυτο, ένα κινηματογραφικό θαύμα. Με τον Τιτανικό το πράγμα γιγαντώθηκε σε υπερθετικό βαθμό. Όσοι έχουν ζήσει εκείνες τις εποχές που έβαζες… μέσο για να βρεις εισιτήριο για το σινεμά, κατανοούν ακριβώς για τι πράγμα μιλάμε. Σε παγκόσμια κλίμακα.
Μετά την άνευ προηγουμένου αυτή επιτυχία, πήρε μια στρατηγική απόφαση για την καριέρα του. Δεν θα ακολουθούσε εύκολες συνταγές και φόρμουλες, δεν του έλεγε κάτι να είναι αφίσα σε εφηβικά δωμάτια. Θα κυνηγούσε την καλύτερη βερσιόν του εαυτού του ως καλλιτέχνης μέσα από συνεργασία με τους κορυφαίους σκηνοθέτες του Χόλιγουντ και αποκλειστικά μέσω του σινεμά – στην τηλεόραση έχει να παίξει από το 1992, όταν ήταν μειράκιο.
Δεν παρέκκλινε ποτέ αυτής της συνειδητής επιλογής. Η λίστα είναι ανατριχιαστικά πλήρης και σπουδαία: Μάρτιν Σκορσέζε (Συμμορίες της Νέας Υόρκης, The Aviator, Ο Πληροφοριοδότης, Καταραμένο Νησί, ο Λύκος της Γουόλ Στριτ), Μπαζ Λούρμαν (O Μεγάλος Γκάσμπι, είχαν συνεργαστεί 1η φορά στο Ρωμαίος και Ιουλιέτα), Κουέντιν Ταραντίνο (Django Unchained, Once Upon a Time in Hollywood)…
Στο CV του θα βρούμε επίσης δουλειές που υπογράφουν οι Τζέιμς Κάμερον, Αλεχάνδρο Ινιαρίτου, Κλιντ Ίστγουντ, Κρίστοφερ Νόλαν, Σαμ Μέντες, Ρίντλεϊ Σκοτ, Στίβεν Σπίλμπεργκ και Ντάνι Μπόιλ. Όλοι τους Οσκαρικοί, όλοι τους κορυφαίοι, μυθικοί στο αντικείμενο τους.
Ο Λεονάρντο ΝτιΚάπριο δεν έριξε ποτέ τα στάνταρ του, δεν χαμήλωσε ποτέ τον πήχη των απαιτήσεων του. Ρίσκαρε, πολλές περισσότερες της μίας φοράς. Δεν ντύθηκε ποτέ σούπερ ήρωας, δεν ακούμπησε ποτέ σε κάτι έτοιμο. Ακόμα και επιλέγοντας δύσκολες ταινίες, με την έννοια της μεγάλης τους διάρκειας και του ακριβού τους κόστους. Κάθε φορά βγήκε από πάνω. Γι’ αυτό και τώρα έχει τέτοια ασύγκριτη δύναμη.
Είναι ο… Λίο Μέσι του σινεμά; Είναι. Παίζει στα καλύτερα, με τους καλυτέρους. Η αφρόκρεμα της τέχνης (του). Ο Λεονάρντο ΝτιΚάπριο είναι ο ίδιος το franchise του εαυτού του.
Είναι ο απόλυτος κύριος του εαυτού του
Μετά την εκπλήρωση του πεπρωμένου του με το The Revenant έμεινε 4 χρόνια εκτός μεγάλης οθόνης. Επέστρεψε για το Once Upon a Time in Hollywood ενός άλλου σπουδαίου των καιρών μας (και όλων των καιρών), του Κουέντιν Ταραντίνο.
Γιατί αποφασίζει τι θα κάνει, πώς και πότε. Γι’ αυτό και διάλεξε να παίξει πρόσφατα και στο πολυσυζητημένο Don’t Look Up. Που κάλυπτε εξ αντανακλάσεως και το έτερο μεγάλο του πάθος εκτός από την υποκριτική: Τον αγώνα για να «ξυπνήσουμε» ως είδος. Γνήσιος και ανόθευτος ακτιβιστής, μάχεται με κάθε τρόπο κόντρα στην κλιματική αλλαγή και σε μια ζωή με μεγαλύτερο σεβασμό προς τον πλανήτη.
Είναι, απλά όσο και σύνθετα, αυτός που είναι. Σαν μάρκα πολυτελείας, φίρμα εμπιστοσύνης, Αυτή η συνέπεια του είναι κάτι το εντυπωσιακό όσο και αδιαπραγμάτευτο. Αν είναι σε μια ταινία, αυτή είναι μια καλή ταινία. Μόνο τυχαίο βέβαια δεν είναι αυτό. Ο (υπέρ)άνθρωπος έχει δουλέψει ατελείωτες ώρες για να φτάσει σε αυτό το σημείο. Πρώτα έγινε ο καλύτερος ηθοποιός της γενιάς του και μετά ο μεγαλύτερος σταρ της γενιάς του.
Τελειομανής, πρώτα από όλα από τον εαυτό του. Το πώς πήγε να πεθάνει από το κρύο κολυμπώντας στα παγωμένα νερά και ζητώντας συνεχώς νέες λήψεις για να πετύχει αυτή που νόμιζε σωστή ενώ γύριζε το The Revenant είναι μια γνωστή ιστορία που φανερώνει το πόσο μακριά είναι διατεθειμένος να φτάσει για να αποδώσει σωστά ένα ρόλο.
Ο αμφιλεγόμενος «νόμος των 25» αλλά και η δύναμη να μην αλλοιωθεί
Κι αν έχει κάτι creepy πάνω του είναι αυτή η αδυναμία του να συμφιλιωθεί με το χρόνο. Κάτι που ψυχολογικά και πρακτικά εκφράζεται με αυτή του την άρνηση να κάνει σχέση με γυναίκα που είναι μεγαλύτερη από 25 ετών. Ένα βήμα πριν από τα 50 του, σήμερα (11/11) γίνεται 49 ετών, χτυπάει ακόμα πιο άσχημα η ηλικιακή αυτή διάκριση.
Βγήκαν ως και ανέκδοτα για το χούι τούτο, κάπως σόκιν, σίγουρα έξυπνα. Όπως το κάτωθι, με αφορμή το γεγονός πως έχουν περάσει περισσότερα από 25 χρόνια από τότε που κυκλοφόρησε ο Τιτανικός (1997 ήταν): «Υποθέτουμε πως δεν θα θέλει άλλο πια να είναι… μέσα σε αυτήν την ταινία».
Από την άλλη βέβαια, γιατί να δώσει λογαριασμό για το τι του αρέσει ερωτικά; Προστατεύει με θρησκευτική ευλάβεια την ιδιωτική του ζωή. Αναλογικά με το πόσο διάσημος είναι ξέρουμε λίγα για το πώς περνάει τον ελεύθερο χρόνο του, πώς είναι η καθημερινότητά του. Μόνο μια ιστορία για εμπλοκή σε τεράστιο οικονομικό σκάνδαλο ξεπλύματος μαύρου χρήματος λερώνει το όνομά του, αλλά ποτέ δεν αποδείχτηκε το οτιδήποτε μεμπτό.
Παρά την τεράστια φήμη του, διατηρεί τις παλιές φιλίες του και την υγιή και ισορροπημένη σχέση του με την οικογένεια του. Είναι γνωστό τοις πάσι πως η δόξα και το χρήμα δεν έρχονται μόνα και ότι το Χόλιγουντ μπορεί να αλλοιώσει πολύ το χαρακτήρα ενός ανθρώπου. Αλλά για δες, δεν κατάφερε κάτι τέτοιο με τον μεγαλύτερο σταρ του. Παρότι αυτό ακούγεται παράδοξο σε πρώτη ανάγνωση, στην πραγματικότητα είναι η εξήγηση της επιτυχίας του. Του μύθου που έπλασε.