Τον Γιώργο Χρυσοστόμου πάντα τον εκτιμούσα σαν ηθοποιό. Από την τηλεόραση μέχρι το θέατρο, κατάφερνε πάντα να μου κεντρίζει το ενδιαφέρον με το ταλέντο του, αλλά και με το πόσο πληθωρικός φαίνεται κάθε φορά στο σανίδι. Πλέον, μετά τη συζήτηση που είχαμε, τον εκτιμώ και σαν άνθρωπο. Κυρίως για τον τρόπο σκέψης του και πώς αυτόν τον μεταδίδει στον συνομιλητή του.

Αν μπορούσα, θα ήθελα να τον αφήσω να μιλάει για ώρες. Είναι από αυτούς τους ανθρώπους που έχουν κάτι να σου πουν και εσύ να το κρατήσεις για να σε συντροφεύει στη ζωή σου. Θα μπορούσα να χαρακτηρίσω με ποικίλους τρόπους τον Γιώργο Χρυσοστόμου, αλλά το πρώτο πράγμα που μπορώ να πω χωρίς δεύτερη σκέψη, είναι πως είναι ένας ωραίος τύπος.

Όσον αφορά τα επαγγελματικά του, τον πέτυχα σε μια φάση πολύ δημιουργική. Έχοντας τελειώσει τις παραστάσεις με την «Αντιγόνη», βρίσκεται πλέον στο θέατρο Παλλάς, όπου θα γίνει για δεύτερη φορά «Το Σώσε». Είναι όμως και πρωταγωνιστής στη νέα σειρά του Ant1+, «THE FRIEND» (το βλέπεις εδώ), σε έναν ρόλο που όπως εξηγεί παρακάτω, που είναι λες και η Φωτεινή Αθερίδου (η δημιουργός της σειράς), έγινε «Γιώργος» και το έγραψε για τον εαυτό του.

Κυρίες και Κύριοι ο Γιώργος Χρυσοστόμου.

– Είστε πρωταγωνιστής στη σειρά «THE FRIEND» που προβάλλεται στον Ant1+. Γιατί δεχτήκατε την πρόταση και πώς είναι η συνεργασία σας με την Φωτεινή Αθερίδου, που είναι πρώτη φορά στον ρόλο της δημιουργού;

Καταρχάς με τη Φωτεινή γνωριζόμαστε από παλιά και υπάρχει αλληλοεκτίμηση. Εγώ συνήθως, όταν με παίρνουν για ένα σήριαλ, δίνω λίγο χρόνο να δω ποιος και τι, να το ψάξω λίγο παραπάνω και να το διαβάσω. Από αυτά που έχω διαβάσει μέχρι στιγμής, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν ήταν κάτι που εκ πρώτης με μάγεψαν, αλλά μαγευόμουν παρακάτω. Όταν λοιπόν μου έλεγαν πως ο ρόλος μου ταίριαζε, σκέφτηκα να του δώσω την ευκαιρία που του αξίζει του κειμένου. Και συνέβη κάτι σπάνιο για μένα. Το διάβασα όλο. Αυτό δεν έχει συμβεί ξανά. Δεν μπορούσα σταματήσω να το διαβάζω, γελούσα μόνος μου. Δεν μπορούσα ούτε να κοιμηθώ γιατί φανταζόμουν την κάθε σκηνή πώς θα γυριζόταν.

Αυτό που με ένωσε με τη Φωτεινή είναι το κοινό χιούμορ, το οποίο όταν συμβαίνει με τους συναδέλφους είναι τρομερά μαγικό και τρομερά οργασμικό στη δημιουργία. Δηλαδή είναι αυτό που δεν προλαβαίνει ο άλλος να πει τι εννοεί και έχεις καταλάβει, γιατί είστε στο ίδιο μήκος κύματος. Κι αυτό με την Φωτεινή λειτούργησε κατευθείαν. Ήταν σαν να έγινε «Γιώργος» και να το έγραψε για τον εαυτό του.

Μετά σε συνδυασμό με το υπόλοιπο crew, γιατί είχε σημασία το ότι ήταν ο Σέργιος με την αισθητική που έχει, το χιούμορ επίσης το βρετανικό που τον διακατέχει ολόκληρο, και με την πολύ καλή παραγωγή, την Άννα την Λεμπέση, έγινε ένα αποτέλεσμα που όταν εγώ μετά το τελευταίο γύρισμα, σοκαρίστηκα από το πόσο μου άρεσε. Ήταν εξίσου η πρώτη φορά που έκατσα και είδα ολόκληρο επεισόδιο με τον εαυτό μου, χωρίς να κρύβομαι πίσω απ΄τα χέρια μου, γιατί πραγματικά ήταν απολαυστικό. Και παρακάτω, που μπαίνουν κι άλλη στην ιστορία, θα δείτε πως είναι απόλαυση.

Γιώργος Χρυσοστόμου

– Το σενάριο είναι φοβερά έξυπνο η αλήθεια είναι.

Το σενάριο για μένα οδηγεί τον τρόπο με τον οποίο θα γίνει η παραγωγή και το μοντάζ και ούτω καθεξής. Το σενάριο είναι σπάνια να είναι καλό, στην χώρα αυτή τουλάχιστον. Ουσιαστικά είναι ο κεντρικός άξονας.

– Θεωρείτε δηλαδή πως έχει χαθεί η έμπνευση;

Είναι πολύ φυσιολογικό, η τέχνη κάνει κύκλους. Δηλαδή, μένει λίγο καιρό στα ίδια και τα ίδια, μετά αρπάζει το επόμενο κύμα και ανεβαίνει και μετά πέφτει τελείως. Το βλέπουμε και στην τηλεόραση. Για παράδειγμα, ξεκίνησαν τα σήριαλ ενώ πέντε χρόνια είχαμε ριάλιτι. Το καλό το γράψιμο, οι καινούριες ιδέες, μετά καθόμαστε 3-4 χρόνια στις ίδιες. Δεν υπάρχει παρθενογένεση. Αυτόν τον ήρωα που έφτιαξε η Φωτεινή, δεν τον έχουμε δει ξανά. Δεν μοιάζει με κάποιον που μπορεί να έχουμε δει σε άλλα σήριαλ. Αυτό ήταν που με κέντρισε και με δελέασε.

– Με αφορμή την αναφορά σας στην τηλεόραση, ακριβώς επειδή φέτος έχει επενδύσει στη μυθοπλασία, είναι αυτή μια αρχή για να περιοριστούν τα ριάλιτι;

Δεν θέλω να περιοριστεί κανένας. Εγώ απλά παρατηρώ το τι συμβαίνει. Σαν παρατηρητής το σχολιάζω. Δεν θα σηκώσω καμία σημαία και θα πω τέρμα τα ριάλιτι ή τέρμα οι εκπομπές, γιατί αντίστοιχα έχουν την ίδια ελευθερία και τα ριάλιτι και η μυθοπλασία. Θεωρώ λοιπόν ότι πρέπει να είναι μοιρασμένη ισότιμα η διασκέδαση από αυτό το μέσο και παρατηρώντας και μόνο, βλέπω τους κύκλους που κάνει. Από το ’90 τη μελετώ τη τηλεόραση. Εμένα φυσικά και μου αρέσει για τον κλάδο μου, παρόλο που δεν είμαι σε κάποιο σήριαλ από τα φετινά ( το the friend το γυρίσαμε πέρυσι και δεν βρίσκεται στην αναλογική τηλεόραση, γι’αυτό το βγάζω έξω), γιατί στ’αλήθεια αυτό που συμβαίνει είναι θετικό κατά τη γνώμη μου. Γιατί δείχνει πως στον κλάδο μου υπάρχει ευημερία, και σε καμία περίπτωση δεν είμαι από αυτούς που λένε να φύγουν όλοι οι άλλοι και να μείνουν ορισμένοι.

«Τώρα γίνονται οι άνθρωποι φίλοι, χωρίς να ξέρουν ακριβώς τι σημαίνει»

– Στη σειρά «THE FRIEND» υποδύεστε έναν άντρα που κάνει τον φίλο επί πληρωμή. Θεωρείτε ότι αυτό το μοντέλο θα το δούμε και στην πραγματικότητα, εξαιτίας της κοινωνικής αποστασιοποίησης;

Το βλέπουμε ήδη κάπως, απλά δεν είναι με τα χρήματα όπως τα παίρνει ο ήρωας στο χέρι. Θέλω να πω ότι δεν είναι επί πληρωμή ακριβώς και δε νομίζω ότι θα φτάσουμε εκεί, γιατί όπως καταλαβαίνετε θα γίνει αστείο. Η φιλία δεν είναι κάτι που αγοράζεται. Ενώ η θεραπεία, η συμβουλή, η συντροφιά μπορούν να πωληθούν για λίγες ώρες, αλλά η φιλία όχι. Είναι ανεκτίμητης αξίας. Επομένως δεν θεωρώ ότι θα φτάσουμε σε αυτή τη φάση, τώρα το παρατηρούμε εμείς μέσω της σειράς και το βλέπουμε σαν ένα μελλοντικό κωμωδιογράφημα.

Δεν θεωρώ ότι είναι προφητικός ο ήρωας. Αλλά μπορούμε όμως να συμπεράνουμε ότι για να σκάσει αυτή η έμπνευση στη Φωτεινή, το βλέπει γύρω της το τι σημαίνει φίλος. Τώρα γίνονται οι άνθρωποι φίλοι, χωρίς να ξέρουν ακριβώς τι σημαίνει. Εμένα στη ζωή μου αρκετοί έχουν γίνει φίλοι μου, μόνοι τους, χωρίς εγώ να έχω συμμετέχει σε αυτό. Θέλει φιλτράρισμα, ξέρετε, γιατί πολύς κόσμος έχει ανασφάλεια και πάει και κουμπώνει και θεωρεί φίλο κάποιον μόνο και μόνο εξαιτίας της μοναξιάς. Κι αυτό είναι το ωραίο με το σήριαλ, μιας και όλοι όσοι πάνε στον ήρωα, έχουν βασικό κίνητρο τη μοναξιά κι αυτό τον κάνει μελαγχολικό και τρισδιάστατο.

Δεν είναι απλά ένας που πουλάει μπούρδες, είναι ένας άνθρωπος που τους πονάει αυτούς τους ανθρώπους, απλά έχει βρει αυτόν τον τρόπο για να επιβιώσει. Και παρακάτω θα δούμε ότι ενώ φαίνεται λίγο τσόγλανος στην αρχή, έχει πολύ καλό κίνητρο για να τη κάνει αυτή τη δουλειά. Πάντως με την έννοια της φιλίας δεν θα φτάσουμε στο να πληρώνουμε κάποιον για να είναι φίλος, με την έννοια του ότι οι φίλοι πρέπει να μπουστάρονται με τον χρόνο και σε δύσκολες στιγμές. Γιατί στις καλές στιγμές είναι όλα εύκολα να συμβούν. Και οι φιλίες και οι έρωτες και οι συνδέσεις γενικότερα. Υπό πίεση βγαίνει ο κακός εαυτός των ανθρώπων.

– Το φαινόμενο αυτό το βλέπουμε πάντως έντονα. Υπάρχει αρκετή μοναξιά που ενδεχομένως να το «ξεσκέπασε» η καραντίνα.

Δεν το δημιούργησε η καραντίνα. Θεωρώ ότι όσο ο κόσμος κλείνεται εμμονικά στο κινητό του, θεωρώντας ότι εκεί συνδέεται, τόσο πραγματικά υπάρχει η δια ζώσης μοναξιά. Διότι πραγματικά είναι σαν να παίρνεις υποκατάστατο φαρμάκου. Εγώ που δούλεψα και νύχτα το είδα μπροστά μου, να είναι όλοι μαζί αλλά στην ουσία να μην είναι, όπως ας πούμε και στο θέατρο. Βλέπω κόσμο που έρχεται μόνος του και βλέπει την παράσταση. Απλά η καραντίνα το πέταξε πάνω στον αφρό και κάπως έτσι το είδαμε. Το πράγμα είχε αρχίσει να τραβάει προς τα εκεί καμία πενταετία τώρα.

– Η παράσταση «Το Σώσε» στο θέατρο Παλλάς, έκανε πρεμιέρα. Πείτε μου δυο λόγια για τον ρόλο σας. 

Ωραία, θα κάψουμε εγκεφαλικά κύτταρα. Κάνω κάποιον που κάνει κάποιον. Εγώ παίζω έναν ηθοποιό που προσπαθεί να φτιάξει έναν ρόλο μέσα σε μια παράσταση που επιχειρεί να ανεβάσει αυτός ο θίασος. Το Σώσε ήταν μια ευτυχισμένη συγκυρία συνάντησης καλλιτεχνών που εκτιμώ, τον καθένα από διαφορετική θεατρική γειτονιά, και χαίρομαι που μας ένωσε έτσι ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, σε ένα έργο που φαίνεται ελαφρύ αλλά δεν είναι κατά τη γνώμη μου. Είναι σε ένα λαμπερό θέατρο φυσικά και με μια υπερπαραγωγή, αλλά η επιλογή του έργου είναι πολύ σημαντική, με τίμιο γνώμονα και πολύ ξεκάθαρη θέση να διασκεδάσουμε τον κόσμο. Δεν θα προβληματίσουμε κανέναν. Η δουλειά αυτή δεν έχει να κάνει άλλωστε μόνο με προβληματισμούς και μεγάλα νοήματα, αλλά και με pure διασκέδαση.

Παρόλα αυτά στο Σώσε βρίσκεις και πράγματα και ήρωες που μπορείς να ταυτιστείς και να δεις κι εκεί την μοναξιά που έχουν αυτοί. Πώς είναι να δουλεύει ένας θίασος για 6-9 μήνες μαζί. Το έργο είναι σε τρεις χρόνους, είναι το πρώτο μέρος μια ώρα πριν την πρεμιέρα, το δεύτερο τρεις μήνες μετά και το τρίτο έξι μήνες μετά που έχει αρχίσει να γίνεται το χάος. Οπότε βλέπουμε τη διαδρομή ενός θιάσου που προσπαθεί να επιβιώσει σε μια παράσταση με πολύ αστείο τρόπο. Και βλέπουμε όλη τη ραχοκοκαλιά του θεάτρου και τους ανθρώπους, που έχουν ίδια πάθη όπως όλοι.

Εγώ για την ακρίβεια, παίζω τον Φρέντυ, έναν ηθοποιό που είναι τρομερά ευαίσθητος. Ανοίγει η μύτη του με το παραμικρό, όταν βλέπει κάποιον να σκοντάφτει ή κάποιον να τσακώνεται. Με την βία έχει ένα θέμα. Κι αυτός ο ηθοποιός καλείται να παίξει έναν πολύ γοητευτικό άντρα. Χαίρομαι που δεν μου έδωσε έναν άλλον ρόλο ο Κωνσταντίνος που φαινομενικά θα μου ταίριαζε, γιατί αυτός με έβαλε να ανακαλύψω κι άλλα πράγματα για τον εαυτό μου ή να κατασκευάσω έναν καινούριο ήρωα που δεν είχα σκεφτεί ποτέ.

– Τι ανακαλύψατε δηλαδή από τον ρόλο σας;

Ανακάλυψα ότι θα έπρεπε να έχω δείξει την ευαισθησία μου πολύ καιρό τώρα και να μην φοβάμαι, γιατί αυτός ο ήρωας το κοινωνεί όλο αυτό που έχει και δεν το κρατάει μέσα του. Σε εμένα αυτή η παράσταση ήρθε σαν μια απότομη αλλαγή από την προηγούμενη που ήταν το mute, που δεν μιλούσα καθόλου, που ήμουν μόνος μου, που ήταν το πιο σκοτεινό πράγμα της ζωής μου και ξαφνικά είμαι με πολύ κόσμο, μιλάω διαρκώς, παίζω έναν τελείως κόντρα ρόλο από αυτόν που θα περίμενε κανείς, σε ένα τεράστιο θέατρο. Ανακάλυψα λοιπόν ότι μπορώ να εκσφεδονιστώ από τη μία πλευρά στην άλλη, απότομα αλλά ευχάριστα.

– Έχετε αρκετή δόση ενθουσιασμού για αυτή την παράσταση έτσι όπως σας ακούω.

Εννοείται, γιατί μετά το καλοκαίρι που ο καθένας έκανε τις δουλειές του, είναι δύσκολο να ξαναζεστάνεις κάτι το οποίο είχες αφήσει να κρυώσει λίγο μόνο του, οπότε εγώ έβαλα μια ένεση ενθουσιασμού. Και το κατάφερα αυτό με τις οδηγίες του Μαρκουλάκη. Το κάναμε update γενικότερα, και του ρόλου και της παράστασης. Κι εμένα αυτό πάντα με ενθουσιάζει. Επίσης δεν έχει συμβεί για δεύτερη χρονιά να κάνω κάτι τόσο μεγάλο, οπότε ο ενθουσιασμός μου έχει να κάνει και με το ότι έχω μια καινούρια εμπειρία να γνωρίσω.

Γιώργος Χρυσοστόμου

«Με τιμάει όταν κάποιος με σκέφτεται για ρόλο που δεν μου ταιριάζει»

– Κάπου διάβασα ότι δεχτήκατε αυτόν τον ρόλο αμέσως, εξαιτίας του cast.

Ναι φυσικά. Ήξερα ότι το έργο ήταν αριστούργημα οπότε δεν έδωσα βάση, συνήθως λέω κάτσε να διαβάσω να δω αν με ενδιαφέρει. Εμένα με βρήκε αυτή η δουλειά πάνω σε μια φάση της ζωής μου που μου αρέσει να βρίσκομαι με ανθρώπους που είμαστε συμβατοί, οπότε με το που μου είπε ο Κωνσταντίνος έλα θα είμαι εγώ, η Σμαράγδα, η Λένη, η Στεφάνια, ο Οδυσσέας, είπα ναι αμέσως. Εννοώ ότι αυτόν τον γνώμονα τον κράτησα και μετά, δεν άλλαξα γνώμη. Συν ότι εγώ πάντα ήθελα να παίξω στο Παλλάς, να δω πώς είναι αυτή η μεγάλη σκηνή, γιατί εμένα με δελεάζουν και οι χώροι πολύ.

– Υπάρχει κάποιος ρόλος πάντως που δεν θα δεχόσασταν με τίποτα;

Δε νομίζω. Γιατί να μη δεχτώ έναν ρόλο; Ίσα ίσα όταν δεν μου ταιριάζει κιόλας είναι ένα ισχυρό δέλεαρ για να τον κάνω. Έχω ξεπεράσει άλλωστε το να θέλω την αποδοχή ή την απόδοση και να με ενδιαφέρει η εξέλιξη. Και μάλιστα με τιμάει να με σκεφτεί κάποιος για κάτι που δεν μου ταιριάζει. Ξέρετε, όταν κάποιος σε βλέπει σε έναν ρόλο σε ένα σήριαλ, είναι λογικό να σε ζητάει και στο θέατρο σε αντίστοιχο ρόλο. Εγώ αντιστέκομαι σε αυτό και λέω όχι, ακόμα κι αν αυτή η επιλογή είναι επίπονη οικονομικά.

– Έχετε πάρει μαθήματα από όλα αυτά τα χρόνια στην υποκριτική;

Φυσικά. Ξεκινώντας από τα εσωτερικά μαθήματα, τα οποία έχουν να κάνουν με το ότι δεν υπάρχει λόγος να πανικοβληθείς σε μια πρεμιέρα, δεν είναι όλος ο κόσμος γύρω από εσένα, με αυτή την έννοια το λέω. Αυτό το ξεπέρασα αρκετά σύντομα, προστατεύοντας έτσι και τους συναδέλφους μου από το άγχος μου. Ήταν εκείνη η περίοδος που με ένοιαζε πολύ η απόδοση ή αποδοχή, οπότε τώρα που με νοιάζει η εξέλιξη προσπαθώ να σύρω κι άλλους μαζί μου, πετώντας το άγχος μου από πάνω μου.

Τώρα, όσον αφορά το υποκριτικό κομμάτι θα πω κάτι. Ρώτησα κάποτε τον Θωμά Μοσχόπουλο για το πώς θα γίνομαι καλύτερος ηθοποιός και μου απάντησε σοφά: Μόνο όταν θα γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος. Κι εγώ το κράτησα αυτό και άρχισα σιγά σιγά να ξεκολλάω από το να ταυτίζομαι με τους ήρωες που παίζω και να θεωρώ ότι εγώ έχω το πρόβλημα, μπαίνοντας έτσι σε μια πιο ασφαλή περιοχή ώστε επί της ουσίας να τον αφηγούμαι τον ρόλο.

Εγώ πολλά χρόνια έμπαινα πολύ βαθιά στον ρόλο, ώστε να βγάλω αποτέλεσμα. Αυτό όμως πολλές φορές πάνω στη σκηνή έβγαζε και πολλή υπερβολή. Με τα χρόνια έμαθα να έχω περισσότερη ασφάλεια γιατί και μια λάθος ατάκα να ειπωθεί δεν θα γίνει και κάτι κακό, οπότε αυτό απελευθέρωσε πολύ τον αυτοσχεδιασμό μου. Συν ότι έχω γίνει πολύ παρατηρητικός στο να «κλέβω» από διάφορους συναδέλφους, ποιότητες, αστεία, σκοτάδια και απόψεις.

– Έχουμε κιόλας πολύ σπουδαίους ηθοποιούς στην Ελλάδα.

‘Έχουμε τρομερούς ηθοποιούς. Πραγματικά το πιστεύω. Εγώ στο Κρατικό έζησα μια φάση, τότε με την ένωση των θεάτρων της Ευρώπης, που υπήρχε μια θεοποίηση ότι εκείνοι ξέρουν καλύτερα από εμάς. Ούτε εγώ λέω ότι εμείς ξέρουμε καλύτερα από αυτούς, αλλά θέλω να φύγει από πάνω η μιζέρια ότι είμαστε ένα τίποτα. Έχουμε εξαιρετικούς ηθοποιούς στο θέατρο. Άντρες και γυναίκες. Πολύ καλό υλικό.

Και πολύ ωραίους σκηνοθέτες και ευτυχώς και φρέσκα πρόσωπα που προχωρούν τα πράγματα λίγο παραπέρα. Και στη δουλειά μας δεν υπάρχει στο πτυχίο μας το μεταπτυχιακό. Το μεταπτυχιακό είναι οι ώρες πτήσεις που κάνεις δουλειά με τη δουλειά. Εγώ είχα την τύχη να μην παίξω πρωταγωνιστικούς ρόλους από νωρίς. Οπότε απόκτησα τρομερή εμπειρία και ώρες πτήσεις που με ησυχάζουν. Στη διαδρομή αυτή, γνώρισα αξιόλογους ηθοποιούς και από διάφορες Σχολές. Γιατί ο καθένας κουβάλα και έναν κόσμο.

Γιώργος Χρυσοστόμου

– Επομένως, το ότι δεν είχατε πρωταγωνιστικούς ρόλους από την αρχή, σας βοήθησε να μην «καβαλήσετε το καλάμι»;

Με τα μυαλά που είχα τότε, έτσι όπως τα κρίνω τώρα, θα ήταν πολύ εύκολο. Το καβαλάω το καλάμι είναι πιο ελαφριάς μορφής. Το να πάρω τα πράγματα πολύ προσωπικά και ότι εγώ είμαι γύρω από όλα τα πράγματα, ήταν το πιο δύσκολο να συμβεί. Έτσι όπως το παρατηρώ τουλάχιστον μετά από 40 χρόνια δουλειάς. Εννοώ μέσα μου 40 χρόνια δουλειάς.

Το να ψωνιστώ επειδή έκανα ένα σήριαλ και να έχω λίγο τουπέ και να περπατάω καμπόσος, είναι μια τρυφερή βερσιόν αυτού που θα μπορούσε να μου συμβεί. Αυτό που ήταν επικίνδυνο να συμβεί είναι ότι θα ήμουν απόλυτα σίγουρος ότι το έχω στο τσεπάκι μου και ότι δεν χρειάζεται να προσπαθήσω περισσότερο. Αυτό θα ήταν το βασανιστήριο, γιατί θα έμενα στάσιμος εκεί που βρήκα το καλό. Φυσικά όταν το περνούσα έλεγα ‘μα γιατί εδώ δεν’, αλλά τώρα ώριμα λέω ότι καλύτερα που ήρθαν έτσι τα πράγματα, γιατί μου το έδωσε τυράκι τυράκι, με υπομονή και με τον χρόνο να περνάει αργά. Και ακόμα δεν έχω κατακτήσει και τίποτα. Είμαι πάντα υπό εξέλιξη.

– Μιας που λέμε για το θέατρο, έχει ορθοποδήσει τώρα πια;

Θεωρώ πως ναι. Πάθαμε ένα σχετικό σοκ στην πρώτη καραντίνα, ότι καταστρέφονται τα πάντα. Μετά όμως είδαμε τον κόσμο με πόση αγάπη επέστρεψε, ακόμα και με τη μάσκα, και μπράβο τους που το έκαναν αυτό. Το θέατρο περνούσε, περνάει και θα περνάει πάντα σαν καθρέφτης της κοινωνίας, δύσκολα, με την έννοια ότι αυτή είναι η κινητήριος δύναμη του. Ότι είναι δύσκολο. Η ανάγκη των ηθοποιών να είναι πάνω στην σκηνή είναι γιατί η ζωή η ίδια είναι δύσκολη. Το θέατρο είναι ένας ζωντανός οργανισμός, σαν ένας άνθρωπος, που βρίσκει τρόπους να εκφράζεται.

– Τον Ιανουάριο θα είστε στην παράσταση «Η Άνοδος του Αρκτούρο Ούι». Τι θα δούμε εκεί;

Ναι. Οι πρόβες θα ξεκινήσουν τον Νοέμβριο, αφότου τελειώσει «Το Σώσε». Θα έχω 1,5 μέρα να ξεκουραστώ και θα ξαναμπώ σε καινούρια μονοπάτια, με έναν σκηνοθέτη που τον ήθελα πολύ καιρό. Θα είμαστε σε έναν χώρο στην Δροσοπούλου, ένα παλιό σινεμά που θα γίνει θεατρικός χώρος, ξεκινώντας με αυτή την παράσταση. Το έργο είναι αντιφασιστικό, είναι η άνοδος του Χίτλερ στα αλήθεια, αλλά με άλλους ήρωες και άλλη χώρα. Είναι στο Σικάγο, αντί στη Γερμανία. Θα δοκιμάσουν να με μεταμορφώσουν και κάπως, πράγμα που με δελεάζει πολύ. Είναι και η κατάλληλη περίοδος με όλα αυτά που συμβαίνουν παγκόσμια να μιλήσουμε και για τέτοια πράγματα. Για μένα είναι ωραία στροφή μετά «Το Σώσε» να μπω στον Αρτούρο και νομίζω ότι θα είναι πολύ ωραίο πυροτέχνημα στη δουλειά.

Και αυτή η δουλειά θα περάσει μηνύματα. Ο Άρης Μπινιάρης μου έχει κάνει ήδη το briefing. Είναι πολύ λάτρης στο να καταλάβουμε την υπόθεση ακριβώς. Και μακάρι να χτυπήσουμε και την νεολαία, με την έννοια ότι θα το κάνει τόσο απλό για όλους για να περάσει το μήνυμα, γιατί αν γίνει πολυσύνθετο δεν θα περάσει τίποτα. Οπότε είναι μια παράσταση για τους ανθρώπους φτιαγμένη για τους ανθρώπους.

Γιώργος Χρυσοστόμου

– Έχω την εντύπωση ότι είπατε «ναι» και λόγω Μπρέχτ, αλλά και λόγω Άρη Μπινιάρη που είναι ο αγαπημένος σας σκηνοθέτης.

Το δέλεαρ είναι Άρης Μπινιάρης – Μπρέχτ. Είπα ‘δεν υπάρχει περίπτωση να το χάσω αυτό’.

– Αυτό το κενό της 1,5 μέρας που είπατε ότι θα έχετε, πόσο δύσκολο είναι;

Στην ουσία κάνεις ένα κλείσιμο της πόρτας από το ένα και κάνεις focus απόλυτο στο άλλο. Κι είναι αυτό που έλεγα και πιο πριν, ότι βοηθαέι ότι δεν θα εμπλακώ και πολύ με τον ρόλο μου, να ταυτιστώ και να μείνω ο ήρωας μέσα μου της παράσταση Το Σώσε, γιατί δεν θα μπορώ να ξεγατζωθώ από εκεί και να μπω στον άλλο. Γιατί ψυχικά αυτό μπερδεύει τον εγκέφαλο και τα συναισθήματα. Αυτό που τελειώνει το ένα και αρχίζει το άλλο, σας πληροφορώ ότι είναι και ένα μικρό πένθος.

Δηλαδή όταν τελειώνει μια δουλειά, θέλεις ένα 2βδόμαδο να σταματήσουν να σου λείπουν οι άνθρωποι με τους οποίους ήσουν ένα εξάμηνο. Αυτό είναι σαν να διαλύεται μια οικογένεια κάθε τρεις και έξι μήνες. Τώρα ακόμα αποχαιρετώ την Ιφιγένεια Εν Αυλίδι, που με τα παιδιά περάσαμε υπέροχα. Μπαίνω στο Σώσε, αλλά ακόμα έχω μια σχετική θλίψη. Αυτό είναι για στομάχι άγριο.

– Πώς χαλαρώνει ο Γιώργος Χρυσοστόμου μετά από τόσες ώρες πρόβες;

Δεν το έχω βρει ακόμα.Έχω δοκιμάσει τα πάντα. Yoga, διαλογισμό, βαλεριάνα, περπάτημα και τίποτα δεν έχει βοηθήσει. Μετά από την πρόβα θέλω ένα 4ωρο να ηρεμήσω, που αν περάσει το 5ωρο ξεκινάει η υπερδιέγερση και δεν τελειώνει ποτέ. Δεν έχω βρει ακόμα κάτι να χαλαρώνω. Το δουλεύω και δεν έχω βρει τρόπο. Ένας ηθοποιός παίρνει φωτιά στην πρόβα και άντε μετά να σβήσει. Ελπίζω να το βρω κάποια στιγμή και να σας πω.