Αινιγματική, αισθησιακή και διεθνές σύμβολο του σεξ, η Ανούκ Εμέ υπήρξε μία από τις πιο λαμπερές σταρ της μεγάλης οθόνης.
Η Γαλλίδα ηθοποιός ήταν ένα από τα βασικά πρόσωπα του New Wave, πρωταγωνιστώντας σε κλασικές ταινίες σκηνοθετών, όπως ο Φεντερίκο Φελίνι, ο Ζακ Ντεμί και ο Κλοντ Λελούς. Ανάμεσά τους οι ταινίες La Dolce Vita, Ένας άνδρας και μια γυναίκα και Lola.
Την είδηση του θανάτου της έκανε γνωστή η κόρη της Μανουέλα Παπατάκη με ανάρτησή της στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης την Τρίτη.
Η κ. Παπατάκη έγραψε στην ανάρτησή της: «Με την κόρη μου, την Γκαλαάντ, και την εγγονή μου, τη Μίλα, σας ανακοινώνουμε με απέραντη θλίψη πως έφυγε η μαμά μου Ανούκ Εμέ. Ήμουν δίπλα της όταν έσβησε σήμερα το πρωί, στο σπίτι της στο Παρίσι», έγραψε στο λογαριασμό της στο Instagram.
Έχοντας εισέλθει στην οθόνη στα τέλη της δεκαετίας του 1940, η Εμέ πέτυχε διεθνή αναγνώριση με σειρά από επιτυχημένες ταινίες υψηλής αισθητικής τη δεκαετία του 1960, συνδέοντας το όνομά της με τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της εποχής, καθώς υπήρξε μία από τις μούσες του Φελίνι και του Ζακ Ντεμί.
Αναμφισβήτητα η πιο σημαντική επιτυχία της ήταν η βραβευμένη με Όσκαρ ταινία Ένας άντρας και μια γυναίκα, με συμπρωταγωνιστή της τον Ζαν – Λουί Τρεντινιάν, που κυκλοφόρησε το 1966 και απέσπασε τα Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας και καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου, καθώς και υποψηφιότητα καλύτερης ηθοποιού για την ίδια την Εμέ.
Ανούκ Εμέ: Η ζωή της
Γεννήθηκε ως Νικόλ Φρανσουάζ Φλόρενς Ντρέιφους το 1932 από γονείς ηθοποιούς (ο πατέρας της Εβραίος, η μητέρα της Καθολική). Στα πρώτα της βήματα στην υποκριτική έπαιζε ως Φρανσουάζ Ντρέιφους και με αυτό το όνομα πήρε τον πρώτο της ρόλο στην ταινία Το σπίτι κάτω από τη θάλασσα, το 1946, σε ηλικία 14 ετών.
Διατήρησε το όνομα του χαρακτήρα της, Ανούκ, ως σκηνικό ψευδώνυμο, ενώ «Εμέ» τη «βάφτισε» ο ποιητής Ζακ Πρεβέρ, συν-συγγραφέας του πρώτου της πρωταγωνιστικού ρόλου στους Εραστές της Βερόνας, μια εκσυγχρονισμένη εκδοχή του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας του Σαίξπηρ.
Τη δεκαετία του 1950 η Εμέ γύρισε σειρά από ευρωπαϊκές κυρίως ταινίες με αξιόλογους σκηνοθέτες, μεταξύ των οποίων η ταινία περιπέτειας Golden Salamander με τον Τρέβορ Χάουαρντ, τη διασκευή του Ζολά Pot-Bouille με τον Ζουλιέν Ντουβιβιέ και τη βιογραφία του Μοντιλιάνι Montparnasse 19 με τον Ζακ Μπέκερ.
Η καριέρα της εκτοξεύτηκε σε διεθνές αστέρι μετά τη συμμετοχή της στην ταινία La Dolce Vita του Φελίνι το 1960 -ως η πλούσια, απελευθερωμένη Μανταλένα που παίρνει τον δημοσιογράφο Μαρτσέλο Μαστρογιάννι σε ένα νυχτερινό κέντρο, η Εμέ ενσάρκωσε μια μποέμικη σεξουαλικότητα στην αρχή της νέας δεκαετίας.
Η εντύπωση αυτή ενισχύθηκε από τον επόμενο σημαντικό ρόλο της, στην ταινία Lola του Ζακ Ντεμί, που κυκλοφόρησε το 1961 -η Εμέ έπαιξε τον ομώνυμο ρόλο, μια κοπέλα του θεάματος που είναι το αντικείμενο του ρομαντικού ενδιαφέροντος πολλών ανδρών.
Στη συνέχεια, η Αϊμέ επανενώθηκε με τον Φελίνι και τον Μαστρογιάνι για το 8½, που κυκλοφόρησε το 1963, όπου υποδύεται την εν διαστάσει σύζυγο του Μαστρογιάνι, Λουίζα.
Τρία χρόνια αργότερα, έπαιξε στην ταινία «Ένας άνδρας και μια γυναίκα» του Κλοντ Λελούς, έπειτα από σύσταση του συμπρωταγωνιστή της Τρεντινιάν και η έντονα ρομαντική μελέτη της σχέσης μεταξύ δύο ανθρώπων των οποίων οι προηγούμενοι σύζυγοι ήταν και οι δύο νεκροί, χτύπησε μια ευαίσθητη χορδή και εξελίχθηκε σε μια σημαντική διεθνή επιτυχία για το Γαλλικό New Wave.
Οι τρεις τους θα ξανασυναντηθούν για τις συνέχειες το 1986 (Ένας άνδρας και μια γυναίκα: 20 χρόνια αργότερα) και το 2019 (Τα καλύτερα χρόνια μιας ζωής) -η τελευταία ήταν και η τελευταία ταινία της Εμέ και του Τρεντινιάν.
Ως αποτέλεσμα της επιτυχίας του «Ένας άνδρας και μια γυναίκα», η Εμέ εντάχθηκε στην ελίτ της διεθνούς κινηματογραφικής βιομηχανίας, συμμετέχοντας σε ταινίες όπως η «Justine» (για τον Τζορτζ Κιούκορ), το «The Appointment» (σε σκηνοθεσία Σίντεϊ Λιούμετ) και η «Τραγωδία ενός γελοίου ανθρώπου» του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι.
Άλλες κορυφαίες στιγμές της μετέπειτα καριέρας της ήταν η κωμωδία μόδας «Prêt-à-Porter» του Ρόμπερτ Άλτμαν, το Happily Ever After με πρωταγωνιστές τη Σαρλότ Γκένσμπουργκ και τον Ιβάν Ατάλ και το Φεστιβάλ στις Κάννες του Αμερικανού ανεξάρτητου σκηνοθέτη Χένρι Ζαγκλόμ.
Η Εμέ παντρεύτηκε τέσσερις φορές, μεταξύ των οποίων και με τον συνάδελφό της ηθοποιό Άλμπερτ Φίνεϊ μεταξύ 1970 και 1978, τον τέταρτο και τελευταίο σύζυγό της.
Η κόρη της Μανουέλα ήταν απόγονος του δεύτερου γάμου της, με τον Έλληνα σκηνοθέτη Νίκο Παπατάκη.