Φέρουμε άραγε ευθύνη, μερίδιο έστω, για ένα έγκλημα που έκαναν οι πρόγονοί μας; Δεν είναι τόσο απλή η απάντηση. Δεν υπάρχει σίγουρα κληρονομιά σε κάτι τέτοιο, ούτε μπορεί να συνοψίζονται όλα σε ένα τύπου «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα». Κάθε ενήλικος άνθρωπος είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και μόνο. Από την άλλη, δεν μπορείς και να απεμπλακείς από το παρελθόν σου έτσι απλά. Υπάρχει ένα ηθικό, τουλάχιστον, χρέος. Να μη σφυρίζεις αδιάφορα. Και είναι πολύ διαφορετικό όταν μιλάμε για έναν Οργανισμό ή μια χώρα (για να το πάμε και στις περιπτώσεις πρώην αποικιοκρατικών κρατών) που έχουν αποκομίσει πλούτο και (υπέρ)αξία ακριβώς χάρη σε αυτό το παρελθόν.

Υπό αυτό το πρίσμα, αλλά και αυτό της εποχής μας που ούτως ή άλλως ζητά «επανορθώσεις» διαφόρων ειδών, η εφημερίδα Guardian βρέθηκε σε μια εξαιρετικά άβολη θέση και αναγκάστηκε να προχωρήσει σε μια ισχυρή κίνηση, συμβολικά και πρακτικά. Η βρετανική εφημερίδα, μια από τις πλέον έγκυρες και επιδραστικές στον κόσμο, με πρωτοσέλιδό δημοσίευμά της ζήτησε δημόσια «συγνώμη» επειδή όπως αποδείχτηκε, ο ιδρυτής της, το μακρινό 1821, καθώς και 11 μέλη του κεντρικού διοικητικού συμβουλίου είχαν ως βασική απασχόλησή τους το δουλεμπόριο. Ήταν μεγάλο πλήγμα αυτή η αποκάλυψη για το image ενός Μέσου που είναι συνυφασμένο με το χώρο της κεντροαριστεράς και είναι γνωστό για τις προοδευτικές του απόψεις. 

Η έρευνα που έφερε στο φως την άβολη και σκληρή αλήθεια για τον Guardian

Ήταν μια πανεπιστημιακή έρευνα που παρήγγειλε ο ίδιος ο Guardian η οποία έφερε στο φως τις διασυνδέσεις του ιδρυτή του, Τζον Έντουαρντ Τέιλορ με το εμπόριο ανθρώπων μέσω των φυτειών βάμβακος που είχε στην κατοχή του στις ΗΠΑ. Προς τα έξω έδινε την εικόνα του προοδευτικού και του καινοτόμου, αλλά στην πράξη φαίνεται πως το κίνητρό του ήταν για το συμφέρον της τσέπης του και μόνο, μαζί με το να βολεύει και τα «φιλαράκια» από τον κύκλο του. Όταν άρχισε να φυσάει άνεμος αλλαγής με τον κόσμο να ξεσηκώνει κατά της σκλαβιάς, το αξιοποίησε για να καμουφλάρει την πραγματική πηγή των κερδών του και να τα αυγατίσει με πλάγιους τρόπους. Υποκρινόμενος τον υπερασπιστή των αδυνάμων με τη δύναμη που του έδινε η εφημερίδα του.

Δεν ήταν όμως εκείνη μια «άλλη μακρινή εποχή»; Που τα πράγματα ήταν έτσι και δεν μπορούν συνεπώς να κριθούν με όρους του σήμερα; Δεν αρκεί ως δικαιολογία για τους ανθρώπους του Guardian, οι οποίοι και αποφάσισαν να μην κρύψουν το θέμα κάτω από το χαλάκι – δεν γινόταν πια άλλωστε. «Zητάμε συγγνώμη για το γεγονός ότι ο ιδρυτής μας και όσοι τον χρηματοδότησαν αντλούσαν τον πλούτο τους από μια πρακτική που ήταν έγκλημα κατά της ανθρωπότητας. Καθώς εισερχόμαστε στον τρίτο αιώνα μας ως ειδησεογραφικός οργανισμός, αυτή η απαίσια ιστορία πρέπει να ενισχύσει την αποφασιστικότητά μας να χρησιμοποιήσουμε τη δημοσιογραφία μας για να αποκαλύψουμε τον ρατσισμό, την αδικία και την ανισότητα και να θέσουμε τους ισχυρούς προ των ευθυνών τους», έγραψε η Κάθριν Βάινερ, αρχισυντάκτρια της βρετανικής εφημερίδας.

«Τι στ’ αλήθεια σημαίνει να είσαι ένας προοδευτικός οργανισμός που γεννήθηκε με τα κέρδη της ανθρώπινης υποδούλωσης. Πώς είναι δυνατόν αυτοί οι άνθρωποι να ήταν εναντίον της σκλαβιάς και ταυτόχρονα να χρηματοδοτούνταν από αυτήν; Πώς είναι δυνατόν το θέμα να μην έχει θιχτεί έως τώρα σε μια αντιαποικιοκρατική εφημερίδα; Και, για όλους εμάς εδώ στον “Guardian”, το μεγαλύτερο ερώτημα είναι: Τι κάνουμε τώρα που έχουμε αυτή τη γνώση; Πώς θα πρέπει αυτές οι πληροφορίες να μας αλλάξουν ως οργανισμό;» αναφέρει επίσης.  

Πώς η εφημερίδα θα προσπαθήσει να αποκαταστήσει τη φήμη της και να επανορθώσει

Στο πλαίσιο αυτό, το ίδρυμα στο οποίο υπάγεται η εφημερίδα, Scott Trust, ανακοίνωσε ότι θα επενδύσει τουλάχιστον 10 εκατ. λίρες για την ενίσχυση των σημερινών κοινοτήτων στις περιοχές όπου λειτουργούσαν εκείνες οι φυτείες βάμβακος. Θα γίνουν επίσης εκστρατείες ενημέρωσης για την ιστορία και τις συνέπειες του δουλεμπορίου, δημιουργία θέσεων εργασίας για δημοσιογράφους από τις κοινότητες των μειονοτήτων και των μαύρων, αλλά και προγράμματα υποτροφιών. Επίσης, η εφημερίδα δηλώνει διατεθειμένη να διευρύνει τα θέματά της ώστε να αφορούν ακόμα περισσότερο θέματα για την καταπολέμηση του ρατσισμού και των ανισοτήτων σε παγκόσμιο επίπεδο.

«Η σκλαβιά δεν άφησε ίχνη μόνο στην αμερικανική ήπειρο. Τροφοδότησε, κάποιοι θα έλεγαν και δημιούργησε, το ρατσισμό και τις ανισότητες που επιμένουν ως τις μέρες μας σε πολυάριθμες κοινωνίες και πολυάριθμες δραστηριότητες, όπως η δημοσιογραφία», σχολίασε η Βάινερ.

Πώς το είχε πει άλλοτε ο Τζέιμς Μπάλντουιν, Αμερικανός συγγραφέας και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; «Δεν μπορούμε να αλλάξουμε όσα αντιμετωπίζουμε. Αλλά τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει όσο δεν το αντιμετωπίζουμε». Στον Guardian αυτή ακριβώς είναι η φιλοσοφία τους. Βασικά θα μπορούσε να είναι το μότο τους.