Τη νύχτα της 23ης Δεκεμβρίου 1975, ο Ρον Έστες, ο αναπληρωτής σταθμάρχης της CIA στην Αθήνα, βρισκόταν ξαπλωμένος στον καναπέ του διαμερίσματος της κοπέλας του, όταν ο άνδρας που εργαζόταν ως οδηγός για το αφεντικό του, τον σταθμάρχη Ρίτσαρντ Γουέλς, όρμησε στο σπίτι.
«Πυροβολισμοί» φώναζε, «O κύριος Γουέλς είναι τραυματισμένος», φώναξε ο οδηγός, με τον Εστές να αρπάζει αμέσως το παλτό του, αγνοώντας τις εκκλήσεις της κοπέλας του να παραμείνει στο σπίτι.
Στο σπίτι του Γουέλς στο Παλαιό Ψυχικό, ο Έστες είδε τον σταθμάρχη ξαπλωμένο ανάσκελα στο πεζοδρόμιο, τη σύζυγό του, Κίκα, γονατισμένη δίπλα του. Το αίμα είχε καλύψει το πρόσωπο του Γουέλς και ο Έστες συνειδητοποίησε αμέσως ότι ήταν νεκρός. «Δεν χρειαζόταν να ψάξω για τον σφυγμό του», είπε σε συνέντευξη. Όταν έφτασε ένα περιπολικό, ο Έστες ζήτησε από τον αστυνομικό να καλέσει αμέσως ασθενοφόρο. Με το ασθενοφόρο να αργεί, μετέφεραν το πτώμα στο αυτοκίνητο του Γουέλς και ο Έστες και ο οδηγός του Γουέλς ακολούθησαν τον αστυνομικό, με τη σειρήνα να χτυπάει και τα φώτα να αναβοσβήνουν, στους δρόμους της Αθήνας μέχρι το πλησιέστερο νοσοκομείο. Μια ιατρική ομάδα περίμενε. Τοποθέτησαν γρήγορα τον Γουέλς σε ένα φορείο και τον πήγαν σε μια αίθουσα εξετάσεων. Εκεί, ένας γιατρός τοποθέτησε το στηθοσκόπιο στο στήθος του Γουέλς για να επιβεβαιώσει στον Έστες ότι ήταν νεκρός.
Ο Γουέλς ήταν 46 ετών. Αξιωματικός καριέρας της CIA, διετέλεσε σταθμάρχης της CIA στην Αθήνα για έξι μήνες.
Στο νοσοκομείο, ο οδηγός του Γουέλς διηγήθηκε στον Έστες τι είχε συμβεί. Είχε οδηγήσει τον Γουέλς και τη σύζυγό του στο σπίτι έπειτα από ένα χριστουγεννιάτικο πάρτι στην κατοικία του πρέσβη των ΗΠΑ και μετά σταμάτησε μπροστά στο περιφραγμένο συγκρότημα που περιέκλειε το σπίτι του Γουέλς για να ανοίξει τις μπροστινές πύλες. Καθώς ο Γουέλς και η σύζυγός του κατέβηκαν, ένα μαύρο αυτοκίνητο στάθμευσε πίσω τους και τρεις οπλισμένοι άντρες πετάχτηκαν έξω από αυτό, από το αυτοκίνητο και ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τον Γουέλς.
«Ψηλά τα χέρια» ένας από τους άντρες είπε στον Γουέλς, στα ελληνικά.
«Τι;» ρώτησε ο Γουέλς στα αγγλικά.
Ένας από τους ενόπλους όπλισε το 45άρι και πυροβόλησε τρεις φορές. Η νεκροψία αργότερα θα έδειχνε πως ο πρώτος πυροβολισμός χτύπησε τον Γουέλς στο στήθος, προκαλώντας ρήξη της αορτής του, σκοτώνοντάς τον ακαριαία. Οι τρεις άντρες επέστρεψαν στο αυτοκίνητό τους και έφυγαν με ταχύτητα. Τότε ήταν που ο οδηγός του Γουέλς έσπευσε να βρει τον Έστες.
Το λόμπι του νοσοκομείου σύντομα γέμισε με δημοσιογράφους, οι οποίοι πιθανότατα είχαν ακούσει για τον πυροβολισμό παρακολουθώντας τον ασύρματο της αστυνομίας. Ο Έστες συνειδητοποίησε ότι πολλοί από αυτούς φαινόταν ήδη να γνωρίζουν ότι ο Γουέλς ήταν ο σταθμάρχης της CIA. Ο Στίβεν Ρόμπερτς, δημοσιογράφος των New York Times στην Αθήνα που κάλυψε τη δολοφονία του Γουέλς, έγραψε την επόμενη μέρα ότι μιλούσε με τον Γουέλς στο χριστουγεννιάτικο πάρτι του πρέσβη μια ώρα πριν από τον πυροβολισμό.
Με την άφιξη ενός εκπροσώπου της πρεσβείας των ΗΠΑ, ο Έστες κατάφερε να ξεφύγει από το πλήθος των δημοσιογράφων. Η αστυνομία βρήκε το αυτοκίνητο των ενόπλων, που είχε κλαπεί, εγκαταλελειμμένο αρκετά τετράγωνα από το σπίτι του Γουέλς.
Πίσω στο σταθμό της CIA, ο Έστες έστειλε τα νέα μέσω τηλεγράφου στα κεντρικά γραφεία της CIA και μίλησε σε ένα ασφαλές τηλέφωνο με έναν κορυφαίο αξιωματούχο της υπηρεσίας. «Όταν τελείωσα την ενημέρωση, μου είπε: «Μπορούσα να ακούσω μόνο τα μισά από αυτά που είπες» θυμάται ο Έστες. «Στείλτε μου με τηλέγραφο επαναλαμβάνοντας αμέσως αυτό που είπατε. Πρέπει να πάμε στον πρόεδρο».
Ο Αντίκτυπος Μιας Δολοφονίας
Η δολοφονία του Γουέλς αποτέλεσε τεράστια είδηση και χτύπησε ένα οδυνηρό πολιτικό νεύρο στην Ουάσιγκτον. Ήρθε στο τέλος μιας χρονιάς σοκαριστικών αποκαλύψεων σχετικά με τη CIA και το σύνολο της κοινότητας πληροφοριών των ΗΠΑ από την Επιτροπή της Γερουσίας που ονομάστηκε Τσερτς, η οποία, καθ’ όλη τη διάρκεια του 1975, διεξήγαγε την πρώτη μεγάλη έρευνα του Κογκρέσου για τη CIA. Η Επιτροπή Τσερτς αποκάλυψε τόσα πολλά μυστικά και δημιούργησε τόσους πολλούς τίτλους που οι ειδικοί αποκαλούσαν ήδη το 1975 «Η Χρονιά της Κατασκοπείας».
Πριν τη δημιουργία της Επιτροπής, τον Ιανουάριο του 1975, δεν υπήρχε πραγματική επίβλεψη της CIA από το Κογκρέσο. Οι Επιτροπές Πληροφοριών της Βουλής και της Γερουσίας δεν είχαν ακόμη συσταθεί και η παρθενική έρευνα της Επιτροπής Τσερτς σηματοδότησε την πρώτη προσπάθεια του Κογκρέσου να αποκαλύψει δεκαετίες καταχρηστικών και παράνομων πράξεων που διαπράχθηκαν από τη CIA κρυφά -και να περιορίσει την εξουσία της.
Ο γερουσιαστής Φρανκ Τσερτς που προέδρευε της επιτροπής, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το μέλλον της αμερικανικής δημοκρατίας απειλούνταν από την άνοδο ενός μόνιμου και σε μεγάλο βαθμό από ένα «βαθύ κράτος» που έχει το ακαταλόγιστο, στην καρδιά του οποίου δρούσε μια ομάδα που δεν έδινε πολύ σημασία στον Νόμο.
Σε μεγάλο βαθμό τα κατάφερε. Αποκαλύπτοντας μια σειρά από καταχρήσεις εξουσίας και πρωτοστατώντας σε εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις, ο Τσερτς και η Επιτροπή του δημιούργησαν κανόνες που σε μεγάλο βαθμό παραμένουν σε ισχύ σήμερα.
Αλλά πρώτα, ο Τσερτς και η επιτροπή του έπρεπε να υπομείνουν της βάναυσης αντεπίθεσης του Ρεπουμπλικανικού Λευκού Οίκου και της CIA, που ήθελαν να αμβλύνουν τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες του Τσερτς. Ο Λευκός Οίκος και η CIA συνειδητοποίησαν γρήγορα ότι η δολοφονία του Γουέλς, η οποία συνέβη τη στιγμή που η Επιτροπή του Τσερτς τελείωνε τις έρευνές της και ετοίμαζε την τελική της έκθεση και τις συστάσεις για μεταρρυθμίσεις, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως πολιτικό όπλο. Ο Λευκός Οίκος του Προέδρου Τζέραλντ Φορντ και η υπηρεσία προσπάθησαν ψευδώς να κατηγορήσουν την Επιτροπή Τσερτς για τη δολοφονία του Γουέλς, υποστηρίζοντας, χωρίς κανένα στοιχείο, ότι οι έρευνές της είχαν αποκαλύψει με κάποιο τρόπο την ταυτότητα του Γουέλς και τον κατέστησαν ευάλωτο.
Δεν υπήρχε καμία αλήθεια στους ισχυρισμούς αυτούς, αλλά η εκστρατεία παραπληροφόρησης ήταν αποτελεσματική. Η χρήση της δολοφονίας του Γουέλς από τη διοίκηση του Φορντ για να δυσφημήσει την Επιτροπή Τσερτς ήταν ένα μοντέλο προπαγάνδας και παραπληροφόρησης. Αργότερα, στους κόλπους της CIA επαινούσαν τα «επιδέξια βήματα» που η υπηρεσία και ο Λευκός Οίκος «έλαβαν για να εκμεταλλευτούν τη δολοφονία του Γουέλτς προς όφελος των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ».
Η υπόθεση Γουέλς έχει χρησιμεύσει από τότε ως κλασικό παράδειγμα του τρόπου εκμετάλλευσης και οπλισμού των πληροφοριών για πολιτικούς σκοπούς. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης του Τζορτζ Μπους να δικαιολογήσει την εισβολή στο Ιράκ το 2003 με τον ισχυρισμό ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν βρισκόταν πίσω από την 11η Σεπτεμβρίου. την εμμονή των Ρεπουμπλικανών με την επίθεση του 2012 στο συγκρότημα των ΗΠΑ στη Βεγγάζη της Λιβύης και τη χρήση της για να δυσφημήσουν την τότε Υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον· και οι προσπάθειες του Ντόναλντ Τραμπ να απεικονίσει τον εαυτό του ως θύμα μιας συνωμοσίας του «βαθέως κράτους» μπορούν όλες να αναχθούν στον τρόπο με τον οποίο οι ηγέτες των ΗΠΑ εκμεταλλεύτηκαν τη δολοφονία του Γουέλς το 1975.
Ο Λευκός Οίκος και η CIA βοηθήθηκαν στην προπαγανδιστική τους εκστρατεία από το γεγονός ότι ο Έστες δεν δημοσιοποίησε εκείνη την εποχή τη μαρτυρία του για το τι πραγματικά συνέβη στην Αθήνα. Τώρα, σχεδόν 50 χρόνια μετά, ο Έστες έσπασε επιτέλους τη σιωπή του. Σε συνεντεύξεις για το νέο μας βιβλίο, «The Last Honest Man», μίλησε λεπτομερώς για τη δολοφονία και τις αιτίες της με έναν δημοσιογράφο για πρώτη φορά, παρέχοντας νέα στοιχεία ότι η δολοφονία του Γουέλς προήλθε από την τοξική πολιτική της Αθήνας – όχι της Ουάσιγκτον.
Στην Αθήνα του Γουέλς
Η δολοφονία του Γουέλς ήταν άμεσο αποτέλεσμα του πολιτικού κλίματος που κυρίευσε την Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Τον Ιούλιο του 1974, η δεξιά στρατιωτική χούντα που κυβέρνησε την Ελλάδα υποστήριξε ένα πραξικόπημα στην Κύπρο για να εκδιώξει τον πρόεδρο του νησιού και να δημιουργήσει μια ένωση μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου. Το να γίνει η Κύπρος πλήρως ελληνική ήταν ένας μακροπρόθεσμος στόχος των Ελλήνων δεξιών υπερεθνικιστών, αλλά η κίνηση προκάλεσε αμέσως μια τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο ηγέτης της ελληνικής χούντας Δημήτρης Ιωαννίδης κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι δεν σταμάτησαν την τουρκική εισβολή.
Η ελληνική εχθρότητα προς τις ΗΠΑ εξαπλώθηκε. Στις 19 Αυγούστου 1974, ένας φιλελληνικός όχλος επιτέθηκε στην πρεσβεία των ΗΠΑ στη Λευκωσία. Ο πρέσβης Ρότζερ Ντέιβις και ένας ντόπιος υπάλληλος της πρεσβείας σκοτώθηκαν. Μετά από κατάπαυση του πυρός, η Κύπρος χωρίστηκε σε ελληνικές και τουρκικές ζώνες. η καταστροφική έκβαση του πραξικοπήματος στην Κύπρο οδήγησε αργότερα στην κατάρρευση της στρατιωτικής χούντας στην Αθήνα. Αλλά η οργή στην Ελλάδα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίστηκε αμείωτη.
Η σχέση μεταξύ της CIA και της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Ελλάδας, γνωστής ως ΚΥΠ, ήταν επίσης δηλητηριασμένη. Σύντομα, κάποιος διέρρευσε στον ελληνικό Τύπο τα ονόματα του Γουέλς και άλλων αξιωματικών της CIA στην Αθήνα.
Τον Νοέμβριο του 1975, το όνομα και η διεύθυνση κατοικίας του Γουέλς δημοσιεύτηκαν σε αγγλόφωνες και ελληνόφωνες εφημερίδες στην Αθήνα. Οι πληροφορίες «διέρρευσαν προφανώς από εχθρικούς αξιωματικούς της ΚΥΠ», είπε ο Έστες στη συνέντευξη, «επειδή τα μόνα ονόματα που διέρρευσαν ήταν εκείνα που είχαν επαφή με την ΚΥΠ».
(Οι υπερπόντιοι σταθμοί της CIA συχνά περιλάμβαναν αξιωματικούς που είχαν επαφή με την υπηρεσία πληροφοριών της τοπικής χώρας – οι ταυτότητες τους ως αξιωματικοί της CIA δηλώθηκαν έτσι στην υπηρεσία ώστε να μπορούν να συναντηθούν μαζί τους και να εμπορεύονται πληροφορίες – και άλλους που δεν αναγνωρίστηκαν για να μπορούν να κατασκοπεύουν εν αγνοία ντόπιων κυβερνήσεων).
Ο Γουέλς δεν ήταν δύσκολο να βρεθεί. Ζούσε σε μια πολυτελή βίλα που ήταν η επίσημη κατοικία του αρχηγού της CIA για δεκαετίες. Μετά τη δημοσίευση του ονόματος και της διεύθυνσης του σπιτιού του στον Τύπο, ο Έστες θέλησε να συζητήσουν για το ενδεχόμενο της μετακόμισης. Αλλά Γουέλς και Έστες κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η απειλή ήταν ελάχιστη. «Συμφωνήσαμε και οι δύο ότι η πολιτική δολοφονία δεν ήταν στην κουλτούρα της ελληνικής ιστορίας ή πολιτισμού», θυμάται ο Έστες.
Ήταν μια μοιραία, λάθος εκτίμηση. Η δολοφονία του Γουέλς ήταν η πρώτη δολοφονία της «17 Νοέμβρη». Ενώ οι δεξιοί Έλληνες εθνικιστές μισούσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες επειδή πρόδωσαν την Ελλάδα για την Κύπρο, οι αριστεροί Έλληνες κατηγορούσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι βοήθησαν στην εγκαθίδρυση της στρατιωτικής χούντας στην Αθήνα το 1967.
Ο Έστες ανέφερε την αλήθεια πίσω στα κεντρικά γραφεία της CIA: ότι ο Γουέλτς είχε δολοφονηθεί από Έλληνες τρομοκράτες αφού εκτέθηκε δημόσια από την ΚΥΠ. Η ιστορία του θάφτηκε στην υπηρεσία για χάρη ενός πιο χρήσιμου πολιτικού αφηγήματος.
Μετά τη δολοφονία του Γουέλς, το κλίμα στον σταθμό της CIA στην Αθήνα ήταν φορτισμένο. Τη νύχτα της δολοφονίας, ο Έστες έπρεπε να συγκρατήσει έναν άλλο αξιωματικό της CIA αφού άρπαξε ένα πιστόλι και απείλησε να εκδικηθεί σκοτώνοντας, τον ομόλογό του Γουέλς στην KGB στην Αθήνα.
Ο φόνος του Γουέλς ήταν ένα «βαρύ χτύπημα» και για τον Έστες. Αυτός και ο Γουέλς είχαν ανέβει στις τάξεις της Υπηρεσίας μαζί, και μέχρι το 1975, ήταν στενοί φίλοι που συναντιόντουσαν για να παίξουν σκάκι κάθε Κυριακή. Ο Γουέλς και ο Έστες είχαν υπηρετήσει στο παρελθόν μαζί στην Κύπρο και κατανοούσαν το καθεστώς του νησιού ως πεδίου μάχης στη μακροχρόνια σύγκρουση μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας. «Ενώ υπηρετούσε στην Κύπρο», είπε ο Έστες, «ο Γουέλς είχε στρατολογήσει την προσωπική γραμματέα του Κύπριου Προέδρου Μακαρίου Γ’ για να κατασκοπεύει για λογαριασμό της CIA».
Όταν εργαζόταν στην Κύπρο, χρόνια νωρίτερα, ο Έστες είχε στρατολογήσει έναν εκτελεστή της ΕΟΚΑ για να εργαστεί για τη CIA. «Όταν έφυγα από την Κύπρο, μου είπε ότι όποτε η CIA ήθελε να γίνει κάτι που δεν ήθελε να κάνει η ίδια, να του τηλεφωνήσω», θυμάται ο Έστες. «Έτσι, αφού σκοτώθηκε ο Γουέλς, έστειλα έναν αξιωματικό στη Λευκωσία για να τον συναντήσει και να του πει ότι τον έστειλε ο Ρον Έστες».
Ο αξιωματικός της CIA ρώτησε τον Κύπριο αν γνώριζε τον εκτελεστή της ΕΟΚΑ που είχε πετάξει από την Αθήνα στην Κύπρο την επομένη της δολοφονίας του Γουέλς. Ο πράκτορας είπε ότι τον γνώριζε. Ο αξιωματικός της CIA είπε στον πράκτορα να πάει να τον συναντήσει και να τον ρωτήσει αν είχε σκοτώσει τον Γουέλτς.
Ο Κύπριος πληρωμένος εκτελεστής ανέφερε ότι, όταν συνάντησε τον δολοφόνο της ΕΟΚΑ, εκείνος ήταν τόσο φοβισμένος που προσφέρθηκε να δηλώσει ο ίδιος την αθωότητά του στη CIA. Ένας Αμερικανός αξιωματικός συναντήθηκε στη συνέχεια με τον άνδρα στη Λάρνακα, όπου «πέρασε» και έναν πολύγραφο που χορηγήθηκε από τη CIA.
Η πεποίθηση του Έστες ότι ο Γουέλς είχε εκτεθεί από την ΚΥΠ και δολοφονήθηκε από Έλληνες τρομοκράτες, και το γεγονός ότι αξιωματικοί της CIA διεξήγαγαν τη δική τους έρευνα για τη δολοφονία επί τόπου στην Κύπρο, δεν έγιναν γνωστά τότε στην Ουάσιγκτον. Αυτή η πληροφορία θα παρεμπόδιζε μόνο την εκστρατεία εκμετάλλευσης της δολοφονίας του Γουέλς για να δυσφημήσει την Επιτροπή του Τσερτς.
Έως τα τέλη του 1975, ο Φορντ και η CIA ανησυχούσαν και οι δύο για τη δημόσια θέση τους. Οι αποκαλύψεις της Επιτροπής Τσερτς για καταχρήσεις πληροφοριών είχαν αποδυναμώσει τη CIA και ο Λευκός Οίκος ανησυχούσε για τον πολιτικό αντίκτυπο των αποκαλύψεων στον Φορντ, τον πρώτο Πρόεδρο που δεν είχε εκλεγεί ποτέ. Ο Φορντ ήταν ο σκοτεινός ηγέτης της μειοψηφίας της Βουλής το 1973 όταν επιλέχθηκε ως αντιπρόεδρος βάσει της 25ης Τροποποίησης από τον τότε Πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον και το Κογκρέσο. Ο Φορντ αντικατέστησε τον Σπύρο Άγκνιου, ο οποίος είχε εξωθηθεί σε παραίτηση εν μέσω σκανδάλου διαφθοράς. Έγινε πρόεδρος όταν έσκασε το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ, το οποίο και ανάγκασε τον Νίξον να παραιτηθεί τον Αύγουστο του 1974. Ο Φορντ προετοιμαζόταν για μια σκληρή προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές του 1976 και δεν είχε καν τη βεβαιότητα ότι θα κέρδιζε το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων. Αντιμετώπιζε μια τρομερή πρόκληση από τα δεξιά του, από τον πρώην κυβερνήτη της Καλιφόρνια, Ρόναλντ Ρίγκαν, και έτσι ο Φορντ ήταν πρόθυμος να αποδείξει πόσο καλός συντηρητικός είναι.
Και τώρα, με τη δολοφονία του Γουέλς, ο Λευκός Οίκος και η CIA συνειδητοποίησαν γρήγορα ότι τους είχε δοθεί ένα πολιτικό δώρο – ένας μαρτυρικός ήρωας για να παλέψει με τον φιλελεύθερο Δημοκράτη Τσερτς και την επιτροπή του.
Δεν είχε σημασία ότι η δολοφονία του Γουέλς δεν είχε καμία σχέση με την Επιτροπή Τσερτς. Δεν είχε σημασία που ο Έστες είχε πει στα κεντρικά γραφεία της CIA ότι η ΚΥΠ διέρρευσε το όνομα και τη διεύθυνση του Γουέλς στον ελληνικό Τύπο ως εκδίκηση για την πολιτική των ΗΠΑ στην Κύπρο. Σε μεγάλο βαθμό μέσω υπονοούμενων, ο Λευκός Οίκος και η CIA κατηγόρησαν την Επιτροπή για τον θάνατο του Γουέλς, υποστηρίζοντας ότι οι έρευνές της είχαν με κάποιο τρόπο οδηγήσει στην έκθεσή του.
Μια ημέρα μετά τη δολοφονία του Γουέλς, ο πατέρας του, ο οποίος ζούσε στην Αθήνα με τον γιο του, ζήτησε από τον Έστες να δει αν ο γιος του θα μπορούσε να ταφεί στο Εθνικό Κοιμητήριο του Άρλινγκτον. Ο Γουέλς δεν είχε υπηρετήσει ποτέ στον στρατό, επομένως η ταφή στο Άρλινγκτον θα απαιτούσε ειδική εξαίρεση.
Ο Έστες λέει ότι ενημέρωσε τα κεντρικά γραφεία της CIA σχετικά με το αίτημα και ο Φορντ έδωσε γρήγορα την έγκρισή του. Αυτό οδήγησε σε μια μεγάλη πολιτική στιγμή, την οποία διαχειρίστηκε ο Λευκός Οίκος.
Ένα αεροπλάνο της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ μετέφερε τη σορό του Γουέλς από την Αθήνα στην Ουάσιγκτον. Ο γιος του Γουέλς, ένας υπολοχαγός πεζοναύτης φορώντας τη μπλε στολή του, συνόδευε το σώμα του πατέρα του κατά την πτήση. Το αεροπλάνο καθυστέρησε την προσγείωσή του, κάνοντας κύκλους πάνω από την αεροπορική βάση του Άντριους έξω από την Ουάσιγκτον επί 45 λεπτά, για να εξασφαλιστεί πως η άφιξή του θα μεταδοθεί ζωντανά κατά τη διάρκεια των πρωινών ειδήσεων των τηλεοπτικών δικτύων.
Ο Ντάνιελ Σορ, ανταποκριτής του CBS News που κάλυψε το συμβάν, έγραψε στο προσωπικό του ημερολόγιο, το οποίο δημοσιεύτηκε στο Rolling Stone το 1976, ότι «οι άνθρωποι των δημοσίων σχέσεων εξηγούν ότι το μεγάλο αεροπλάνο, που πετούσε ήδη από πάνω τους, θα παραμείνει στον αέρα και θα προσγειωθεί στις 7 π.μ., ώστε να είναι διαθέσιμο για ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση στα πρωινά ειδησεογραφικά προγράμματα του δικτύου. Στην πραγματικότητα το είχαμε μεταφέρει ζωντανά στο CBS Morning News».
Στην κηδεία του Γουέλς, στις 6 Ιανουαρίου 1976, στο Άρλινγκτον παρευρέθηκαν ο Φορντ, ο υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ και ο διευθυντής της CIA Γουίλιαμ Κόλμπι. Κανείς πρόεδρος δεν είχε παρευρεθεί ποτέ στην κηδεία ενός σκοτωμένου αξιωματικού της CIA.
Μετά την κηδεία, ο Φορντ στάθηκε δίπλα στη χήρα του Γουέλς, ενώ το φέρετρο του Γουέλς τοποθετήθηκε σε ένα κιλλίβαντα που έσυραν άλογα. «Παρακολουθούμε και κινηματογραφούμε… ο ίδιος κιλλίβαντας που μετέφερε το σώμα του Προέδρου Κένεντι, τη διπλωμένη σημαία που δόθηκε στη χήρα από τον Κόλμπι», έγραψε ο Σορ στο ημερολόγιό του.
Είναι ο πρώτος δημόσιος εθνικός ήρωας της CIA», έγραψε ο Σορ. «Έχω την αίσθηση ότι ο Γουέλς, νεκρός, έχει μια ακόμη υπηρεσία να προσφέρει στη CIA. Θα μετατραπεί σε σύμβολο στην αντεπίθεση κατά της αποκαλύψεων».
Για τα μάτια της CIA…
Ένας άλλος εξέχων αξιωματούχος της Ουάσιγκτον παρευρέθηκε επίσης στην κηδεία του Γουέλς: ο Τζορτζ Χέρμπερτ Γουόκερ Μπους, ο οποίος μόλις είχε προταθεί για να διαδεχθεί τον Κόλμπι στη θέση του διευθυντή της CIA. Ο Φορντ είχε επιλέξει τον Μπους αφού απέλυσε τον Κόλμπι, ο οποίος πίστευε ότι συνεργάστηκε πολύ πρόθυμα στις έρευνες της Επιτροπής Τσερτς. Η εναρκτήρια μάχη μεταξύ του Λευκού Οίκου, της CIA και του Τσερτς θα διεξαχθεί για την επικύρωση του Μπους στη Γερουσία.
Ο Τσερτς είδε την υποψηφιότητα του Μπους ως μια προσπάθεια του Φορντ να δώσει μια κομματική χροιά στη CIA, ως κάποιον που θα μεσολαβούσε ως πρόσωπο του Λευκού Οίκου ακριβώς τη στιγμή που το Κογκρέσο προσπαθούσε να περιορίσει τις καταχρήσεις της υπηρεσίας. Ο Τσερτς θεώρησε τον διορισμό του Μπους ως άμεση επίθεση στην Επιτροπή.
Η ευκαιρία να γίνει διευθυντής της CIA ήρθε σε μια κρίσιμη στιγμή στην καριέρα του Μπους. Μέχρι τότε, είχε κακές επιδόσεις σε εκλογές. Κέρδισε την έδρα στη Βουλή ως αντιπρόσωπος του Τέξας και υπηρέτησε δύο θητείες, αλλά στη συνέχεια έχασε μια εκστρατεία για τη Γερουσία το 1970. Μετά από αυτό, ο Μπους άρχισε να ανεβαίνει στις τάξεις των Ρεπουμπλικανών μέσω μιας σειράς διορισμένων θέσεων. Υπηρέτησε ως πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής των Ρεπουμπλικανών κατά τη διάρκεια του Γουότεργκεϊτ, μια δουλειά που τον ανάγκασε να εκστομίζει επανειλημμένες δημόσιες δικαιολογίες για τον Νίξον, αλλά χάρη σε αυτή κέρδισε τα εύσημα για την πίστη στο κόμμα. Υπηρέτησε επίσης ως πρεσβευτής των Ηνωμένων Εθνών υπό τον Νίξον και ως επικεφαλής του Γραφείου Διασύνδεσης των ΗΠΑ στην Κίνα υπό τον Φορντ.
Ο Φορντ εξέταζε τον Μπους ως συν-υποψήφιό του το 1976. Η θέση του διευθυντής της CIA φαινόταν σαν σκαλοπάτι. Αλλά πρώτα, ο Μπους έπρεπε να ξεπεράσει τον σκόπελο του Φρανκ Τσερτς.
Ο Τσερτς κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να εμποδίσει την τοποθέτηση του Μπους. Στις 16 Δεκεμβρίου 1975, ο Τσερτς κατέθεσε ως μάρτυρας κατά του Μπους κατά τις ακροάσεις επιβεβαίωσης ενώπιον της Επιτροπής Ενόπλων Υπηρεσιών της Γερουσίας. Η επιλογή Μπους ήταν «κακή», σύμφωνα με τον Τσερτς, λόγω του κομματικού του υπόβαθρου και επειδή είχε αρνηθεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να κατέβει ως υποψήφιος αντιπρόεδρος το 1976, στο πλευρό του Φορντ. Ο Τσερτς παραπονέθηκε ότι ο Λευκός Οίκος χρησιμοποιούσε τη CIA ως «δωμάτιο προετοιμασίας» για τον Μπους «πριν ανέβει στη σκηνή τον επόμενο χρόνο ως υποψήφιος αντιπρόεδρος».
Αλλά η δολοφονία του Γουέλς άλλαξε γρήγορα τους συσχετισμούς υπέρ του Μπους — και κατά του Τσερτς.
Ο Λευκός Οίκος και η CIA ακολούθησαν μια λεπτή αλλά αποτελεσματική στρατηγική, εργαλειοποιώντας τη δολοφονία του Γουέλς για να βοηθήσουν στην τοποθέτηση του Μπους, δηλητηριάζοντας παράλληλα το πολιτικό κλίμα για τον Τσερτς και την επιτροπή του. Αμέσως μετά τη δολοφονία του Γουέλς, η CIA προσπάθησε να κατηγορήσει τη «Fifth Estate», μια αριστερή ομάδα με έδρα την Ουάσιγκτον που εξέδιδε το «Counter Spy», ένα χαμηλής κυκλοφορίας αριστερό περιοδικό που είχε τυπώσει λίστες με ονόματα αξιωματούχων της CIA, συμπεριλαμβανομένου του Γουέλς όταν εκείνος υπηρετούσε στο Περού. Οι αξιωματούχοι της υπηρεσίας κατηγόρησαν επίσης τον Φίλιπ Έιζι, έναν πρώην αξιωματικό της CIA που μόλις είχε δημοσιεύσει το «Inside the Company», ένα αμφιλεγόμενο βιβλίο που απαριθμούσε τα ονόματα εκατοντάδων αξιωματικών και πρακτόρων της CIA.
Πολλοί παρατηρητές είδαν τις προσπάθειες της CIA να μετατοπίσουν την ευθύνη για τη δολοφονία του Welch από Έλληνες τρομοκράτες στους Αμερικανούς επικριτές της CIA. Και αν το κοινό συμπέρανε ότι αυτοί οι Αμερικανοί κριτικοί περιελάμβαναν και τον Τσερτς και την επιτροπή του, τότε δεν πειράζει.
Οι συντηρητικοί ειδήμονες έκαναν γρήγορα τη σύνδεση σαφή. Στις αρχές Ιανουαρίου 1976, ο δεξιός αρθρογράφος Σμιθ Χέμπστοουν έγραψε ότι την ευθύνη για τη δολοφονία του Γουέλς θα πρέπει να μοιραστούν «οι επιτροπές του Κογκρέσου που για σχεδόν ένα χρόνο γελοιοποιούν και κακοποιούν λεκτικά τη CIA». Την ίδια εποχή, ένα ανώνυμο ενημερωτικό δελτίο υπέρ της CIA, το Pink Sheet, αποκάλεσε τη δολοφονία του Γουέλς «μια τραγική υπενθύμιση μιας πολύ βασικής αλήθειας: Υπάρχουν άτομα και οργανώσεις σε αυτή τη χώρα των οποίων οι δραστηριότητες βοηθούν τους εχθρούς των ΗΠΑ. Να είμαστε αδύναμοι απέναντι σε τέτοιους αρθρογράφους; Παρακαλώ γράψτε στον βουλευτή και τους γερουσιαστές σας και ρωτήστε τι προτείνουν να κάνουν για αυτό το όλο και πιο επικίνδυνο πρόβλημα. Αντί να βλάψει τις υπηρεσίες εσωτερικής ασφάλειας, ο γερουσιαστής Φρανκ Τσερτς και οι συνάδελφοί του θα πρέπει να ερευνούν εξαρτήσεις όπως το Fifth Estate». Το άρθρο του Pink Sheet συμπεριλήφθηκε σε αρχεία της CIA και κυκλοφόρησε δημόσια από τη CIA μεταξύ άλλων εγγράφων που αποχαρακτηρίστηκαν το 2004. Δεν είναι σαφές εάν το ενημερωτικό δελτίο δημοσιεύτηκε από κάποιον που συνδέεται με τη CIA.
Εν τω μεταξύ, πρώην αξιωματικοί της CIA έθεσαν εαυτόν στην υπηρεσία των media για να επιτεθούν στον Τσερτς.
Τελικά, η «εκστρατεία» του Λευκού Οίκου και της CIA για την εκμετάλλευση της δολοφονίας του Γουέλς εξασφάλισε την επιβεβαίωση του Μπους ως διευθυντή της CIA. Στις 27 Ιανουαρίου 1976, η υποψηφιότητα Μπους εγκρίθηκε από τη Γερουσία με ψήφους 64-27. Ο Φορντ έκανε μόνο μία παραχώρηση πριν από την ψηφοφορία: Ανήγγειλε ότι ο Μπους δεν θα ήταν ο υποψήφιος αντιπρόεδρός του για το 1976.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο Μπους θα εκλεγόταν αντιπρόεδρος του Ρόναλντ Ρίγκαν.
Η ψευδής αφήγηση ότι ο Γουέλς δολοφονήθηκε εξαιτίας απερίσκεπτων αποκαλύψεων στην Ουάσιγκτον παρέμεινε ισχυρή για χρόνια μετά, οδηγώντας τελικά σε νομοθεσία που καθιστούσε παράνομη τη δημοσίευση των ονομάτων μυστικών αξιωματικών της CIA, νόμος που έκτοτε συχνά καταχράστηκε η εκάστοτε κυβέρνηση για να «σπάσει» πληροφοριοδότες και διαφωνούντες.
Μετά τη δολοφονία του Γουέλς, η δημόσια υποστήριξη για την Επιτροπή Τσερτς μειώθηκε. Ο Τσερτς έμεινε έκπληκτος από την ξαφνική αντιστροφή του πολιτικού κλίματος και εξοργίστηκε που ο Μπους συνέχισε να προωθεί την ψευδή ιστορία γύρω από τη δολοφονία του Γουέλς, ακόμη και αφού έγινε διευθυντής της CIA.
Κατά τη διάρκεια μιας «κλειστής» ακρόασης της Επιτροπής Τσερτς, αμέσως μετά την εκλογή Μπους, «ο Μπους ξεστόμισε, “Είστε υπεύθυνοι για τη δολοφονία του Γουέλς”», θυμάται ο Φριτς Σβαρτς, ο επικεφαλής σύμβουλος της Επιτροπής. «Εξόργισε τους πάντες. Αναγκάσαμε τον Μπους να ζητήσει συγγνώμη κατά τη διάρκεια της ακρόασης». Ωστόσο, η οικογένεια Μπους συνέχισε να προωθεί ψευδείς αφηγήσεις για τη δολοφονία του Γουέλς για χρόνια. Στη δεκαετία του 1990, ο Έιτζι, ο πρώην αξιωματικός της CIA, μήνυσε τη Μπάρμπαρα Μπους για συκοφαντική δυσφήμιση, αφού έγραψε στα απομνημονεύματά της ότι ο Γουέλς είχε σκοτωθεί εξαιτίας του βιβλίου του Έιτζι που αποκάλυψε την ιδιότητά του. Η μήνυση αποσύρθηκε το 1997 αφού η Μπους αναγνώρισε ότι το βιβλίο του Έιτζι δεν ευθύνεται για τη δολοφονία του Γουέλς.
Παράλληλα, ήταν επιθυμία και του Τσερτς να κατέβει υποψήφιος με τους Δημοκρατικούς διεκδικώντας την προεδρία. Αφού η Επιτροπή της ολοκλήρωσε τις έρευνές της, ο Τσερτς ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του τον Μάρτιο του 1976. Αλλά περιμένοντας να ολοκληρωθεί το έργο της επιτροπής, ο Τσερτς ξεκίνησε πολύ πίσω από τον πρωτοπόρο για το χρίσμα των Δημοκρατικών, τον πρώην κυβερνήτη της Τζόρτζια, Τζίμι Κάρτερ. Ωστόσο, ο Τσερτς κέρδισε πολλές προκριματικές εκλογές πριν τελικά εγκαταλείψει τις εκλογές και γίνει ο κύριος υποψήφιος για αντιπρόεδρος του Κάρτερ. Όταν ο Κάρτερ αντ’ αυτού επέλεξε τον Γουόλτερ Μόντεϊλ, έναν Δημοκρατικό γερουσιαστή από τη Μινεσότα, ο Τσερτς άρχισε να υποψιάζεται ότι αξιωματούχοι της CIA είχαν εργαστεί στο παρασκήνιο για να τορπιλίσουν την επιλογή του. Ο Τσερτς εκμυστηρεύτηκε στον γιο του ότι, λίγο πριν από το συνέδριο των Δημοκρατικών στη Νέα Υόρκη, είχε δεχθεί ένα τηλεφώνημα από τη CIA λέγοντάς του ότι η υπηρεσία είχε ενημερωθεί ότι το περιοδικό The Economist επρόκειτο να δημοσιεύσει μια ιστορία που αποκάλυπτε ότι η Επιτροπή Τσερτς είχε διαβρωθεί από την KGB.
Εκ των υστέρων αποδείχθηκε πως ο ρεπόρτερ στον οποίον είχε αναφερθεί η CIA στο τηλεφώνημα προς τον Church δεν υπήρχε και καμία ιστορία δεν δημοσιεύτηκε ποτέ. «Το συναίσθημα του Τσερτς ότι είχε μπει στο στόχαστρο της CIA μπορεί να ήταν μια ψευδαίσθηση», έγραψε ο Φόρεστ Τσερτς. «Ένα πράγμα είναι σίγουρο, ωστόσο. Δεν υπάρχει μέλος της Γερουσίας που οι ηγέτες των υπηρεσιών πληροφοριών μας θα προτιμούσαν λιγότερο για να καθίσει λίγο μακριά από την προεδρία».
Το μίσος της CIA για τον Τσερτς δεν εξαντλήθηκε το 1976.
Το 1980, ο Τσερτς αντιμετώπιζε μια δύσκολη εκστρατεία επανεκλογής στο Αϊντάχο. Καθώς πλησίαζαν οι εκλογές, ο βουλευτής Στιβ Σιμς, ένας σκληροπυρηνικός Ρεπουμπλικανός που αντιπροσώπευε την πρώτη περιφέρεια του Κογκρέσου του Αϊντάχο, εμφανίστηκε ο πιο πιθανός αντίπαλός του. Ο Σιμς, η οικογένεια του οποίου είχε ένα μεγάλο ράντσο με φρούτα κοντά στο Κάλντγουελ του Αϊντάχο, σχεδίαζε να κατατροπώσει τον Τσερτς εδώ και χρόνια. Είχε μάλιστα παροτρύνει τον Μπομπ Σμιθ, τον φίλο του και αρχηγό του επιτελείου, να τρέξει εναντίον του Τσερτς το 1974.
Αλλά σε περίπτωση που ο Σιμς είχε οποιεσδήποτε αμφιβολίες της τελευταίας στιγμής, ο Τζέιμς Χεσούς Άνγκλετον, ο πρώην αρχηγός της αντικατασκοπείας της CIA, παρενέβη για να του δώσει την απαραίτητη ώθηση.
Ο Άνγκλετον ένιωσε ότι είχε ταπεινωθεί επειδή τον ανάγκασαν να καταθέσει δημόσια ενώπιον της Επιτροπής και ο Τσερτς ήταν στην κορυφή της λίστας των προσωπικών του εχθρών. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ο Άνγκλετον, ο οποίος καταγόταν από το Αϊντάχο, άρχισε να συναντιέται με τον Σιμς για να τον πείσει να θέσει υποψηφιότητα εναντίον του Τσερτς.
«Ήταν από το Μπόιζ και πραγματικά περιφρονούσε τον Φρανκ Τσερτς», είπε ο Σιμς σε συνέντευξη. Ο Άνγκλετον εξιστόρησε στον Σιμς όλη τη ζημιά που ισχυριζόταν ότι ο Τσερτς είχε προκαλέσει στη CIA και μετά ο Άνγκλετον έλεγε: «Θα πρέπει να κατέβεις εναντίον του».
«Εκτέθηκα σε αυτά τα πράγματα [πληροφορίες] μέσω του Άνγκλετον», πρόσθεσε ο Σιμς. «Ακόμα τον θυμάμαι να έρχεται στο γραφείο μου και να κάθεται στον καναπέ μου και να καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Ήθελε τον Τσερτς ηττημένο».
Ο Σιμς κέρδισε τον Τσερτς το 1980, γεγονός που στάθηκε αφορμή για πανηγυρισμούς στους κύκλους της CIA.
«Αφού κέρδισα τον αγώνα για τη Γερουσία, με προσκάλεσαν σε ένα πάρτι στο σπίτι κάποιου και ήμουν σχεδόν το μόνο άτομο εκεί που δεν ήταν πρώην πράκτορας», θυμάται ο Σιμς. «Ήταν πολύ εντυπωσιακό να συναντώ όλους αυτούς τους ανθρώπους και να βλέπω πόσο βαθιά περιφρονούσαν όλοι τον Τσερτς».
*Το παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε στο The Intercept.