Περιεχόμενα
- Η πόλωση ανάμεσα σε Βενιζέλο και Γούναρη
- Ο πόλεμος, η Μεγάλη Ιδέα και η «τυραννία» Βενιζέλου
- Η βεβαιότητα για νίκη στη Μικρά Ασία…
- Εσκισαν τον χάρτη «των πέντε ηπείρων και δύο θαλασσών»
- Ο φριχτός θάνατος του νεαρού βασιλιά
- Έλαβε περισσότερες ψήφους αλλά… ηττήθηκε
- Δεν βγήκε καν βουλευτής ο Βενιζέλος
- Είχαν κουραστεί να πολεμούν
- Πρώτη και τελευταία φορά στην Ανατολική Θράκη
- «Θεέ μου… Ωστε τόσο μεγάλο κακό έκανα;»
- Αν δεν άλλαζε η κυβέρνηση, θα είχε αποφευχθεί η καταστροφή;
- Που έκανε λάθος ο Βενιζέλος;
Εκλογικές ιστορίες #10 – 1 Νοεμβρίου 1920
44… και σήμερα για τις εκλογές
Πώς γίνεται ένας… πίθηκος να αλλάξει δραστικά τον ρου της ιστορίας μιας χώρας; Κι όμως. Η συντριπτική ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές ήταν απόρροια του θανάτου του νεαρού βασιλιά Κωνσταντίνου και της αλλαγής κυβέρνησης που επέφεραν τη Μικρασιατική Καταστροφή και τον ξεριζωμό 1,5 εκατ. Ελλήνων της Μικράς Ασίας.
Ήταν, κατά γενική ομολογία, οι κρισιμότερες εκλογές στην ιστορία του τόπου – και με δραματικά αποτελέσματα.
Η πόλωση ανάμεσα σε Βενιζέλο και Γούναρη
Το κλίμα: οι εκλογές του 1920 διεξήχθησαν εν μέσω των πολεμικών επιχειρήσεων της Ελλάδας στη Μικρά Ασία. Την απόφαση της διεξαγωγής τους έλαβε ο Ελευθέριος Βενιζέλος ύστερα από συνεχή αιτήματα της αντιπολίτευσης και αφού είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία υπογραφής της συνθήκης των Σεβρών. Μια απόφαση που, χρόνια αργότερα, ο ίδιος ο Βενιζέλος παραδέχθηκε ότι ήταν λανθασμένη – εξ ου και τότε στο Σύνταγμα προβλέπεται η μη διεξαγωγή εκλογών αν η χώρα είναι σε εμπόλεμη κατάσταση.
Αρχικά, μετά τη διάλυση της Βουλής προκηρύχθηκαν εκλογές για τις 25 Οκτωβρίου 1920. Ωστόσο, 13 ημέρες πριν από τη διεξαγωγή τους πέθανε αιφνίδια από δάγκωμα πιθήκου ο βασιλιάς Αλέξανδρος. Στη θέση του ορίστηκε αντιβασιλέας ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης.
Τελικά οι εκλογές διεξήχθησαν την 1η Νοεμβρίου, ουσιαστικά ανάμεσα σε δύο παρατάξεις για πρώτη φορά στην ελληνική κοινοβουλευτική ιστορία, λόγω της πόλωσης που επικρατούσε.
Ο πόλεμος, η Μεγάλη Ιδέα και η «τυραννία» Βενιζέλου
Προσηλωμένος στον αγώνα των εθνικών διεκδικήσεων, ο Βενιζέλος εξέφραζε το 1920 την πίστη του στην ορθοκρισία της εμφορούμενης από τη Μεγάλη Ιδέα κοινής γνώμης: «ο ελληνικός λαός είναι αρκετά νοήμων ώστε δεν είναι δυνατόν να καταδικάση την πολιτικήν μου, καθ’ ην στιγμήν του επέτυχα τόσα εις την εθνικήν υπόθεσιν. Δεν είναι αυτός ο ίδιος όστις [. . .] μού έδωκε τόσες φορές την εμπιστοσύνην του;». Φευ…
Με τις διαπραγματεύσεις για συνομολόγηση ειρήνης με την Οθωμανική Αυτοκρατορία να εξελίσσονται βραδέως, ο βίος της Κ’ Περιόδου της Βουλής παρατάθηκε επί 3μηνο διαδοχικά τον Μάρτιο και Ιούνιο του 1920, λήγοντας πλέον στις 29 Σεπτεμβρίου, οπότε με την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών που ακολούθησε τον Ιούλιο, οι εκλογές θα μπορούσαν να διεξαχθούν τον Οκτώβριο του 1920. Κορυφαίοι πολιτευτές των Φιλελευθέρων ήσαν άκρως επιφυλακτικοί στην προοπτική διεξαγωγής εκλογών, εκφράζοντας τον σκεπτικισμό τους, δίχως όμως ο Βενιζέλος να μεταβάλει άποψη.
H προεκλογική περίοδος άρχιζε με αιχμή την εκπλήρωση της Μεγάλης Ιδέας που τόσο επιτυχημένα φαινόταν να υλοποιεί η κυβέρνηση· δεν θα συνέχιζε όμως έτσι. Οι Φιλελεύθεροι είχαν αυτοπαγιδευθεί. Η δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου στο Παρίσι και οι επακόλουθες βιαιοπραγίες στην Αθήνα ώθησαν την κυβέρνηση στο να αναδείξει με πανηγυρικό τόνο το επιτυχές έργο της στο εξωτερικό πεδίο.
Από την πλευρά του ο συνασπισμός των αντιβενιζελικών κομμάτων της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως, αρκείτο σε διαβεβαιώσεις ότι θα συνέχιζε την εφαρμογή της εξωτερικής πολιτικής ως προς τα εθνικά θέματα και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση, υιοθετώντας όμως ως προεκλογική τακτική την κατά προτεραιότητα καταγγελία της βενιζελικής «τυραννίας» (ως την αποκαλούσε) και κακοδιαχείρισης, που επιβλήθηκε την περίοδο 1917-20, εκμεταλλευόμενη και την έντονη φόρτιση του λαού από τις κακουχίες (π.χ. υποσιτισμός) που είχε προκαλέσει ο συμμαχικός αποκλεισμός την περίοδο 1916-17. Οι Φιλελεύθεροι απέκρουσαν την κατηγορία περί «τυραννίας» με την επίκληση της εμπόλεμης κατάστασης, που όπως και σε άλλες χώρες παρέτεινε την ισχύ του στρατιωτικού νόμου.
Η βεβαιότητα για νίκη στη Μικρά Ασία…
Ο Βενιζέλος στο πρώτο μισό του ‘20 εξέφραζε τη βεβαιότητά του ότι η Ελλάδα μπορούσε να επιβάλει στρατιωτικώς τη συνθήκη ειρήνης (προέλαση ανατολικά στη Μικρά Ασία και Θράκη), εννοώντας ότι το κτύπημα θα ανάγκαζε τον σουλτάνο να υπογράψει και κατ’ επέκταση, ίσως, επιδρούσε ψυχολογικώς στους κεμαλικούς. Ωστόσο, μετά την υπογραφή στις Σέβρες, ήταν φανερό πως το κεμαλικό κίνημα δεν κατέρρεε. Αρχικά, προκειμένου να αποφύγει μια στρατιωτική εκστρατεία, ο Βενιζέλος προσανατολιζόταν στην ανάθεση της καταστολής του Kεμάλ στον σουλτάνο. Όμως, ο αρχιστράτηγος Λεωνίδας Παρασκευόπουλος υπέβαλε υπόμνημα βασιζόμενος ακριβώς στην πεποίθηση ότι η Πύλη αδυνατούσε να εκπληρώσει την αποστολή, προτείνοντας αποφασιστική στρατιωτική δράση.
Τα περιθώρια στένευαν καθώς τον Σεπτέμβριο οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες, με τους Μπολσεβίκους να επικρατούν στη Νότια Ρωσία και τον Kεμάλ να εισβάλει στην Αρμενία. Ταυτόχρονα, συνεχίστηκε η επιδείνωση του οικονομικού προβλήματος που αντιμετώπιζε η ελληνική κυβέρνηση, η οποία μεταξύ Σεπτεμβρίου 1919 – Μαΐου 1920 είχε προβεί σε εσωτερικό δανεισμό συνολικά 1,1 δισ. δραχμών. Εν μέσω προεκλογικής περιόδου, το ελληνικό Δημόσιο προέβη σε δανεισμό (με έκδοση τραπεζογραμματίων) ύψους 400 εκατομμυρίων, εκτιμώντας ότι θα επαρκούσε για περίοδο 6 μηνών.
Εσκισαν τον χάρτη «των πέντε ηπείρων και δύο θαλασσών»
Αντίπαλοι στις εκλογές ήταν το κυβερνών Κόμμα Φιλελευθέρων του Ελευθέριου Βενιζέλου και η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις, η οποία ήταν η ένωση όλων των υπολοίπων κομμάτων με επικεφαλής τον Δημήτριο Γούναρη (Κόμμα Εθνικοφρόνων, Συντηρητικό Κόμμα, Μεταρρυθμιστικό Κόμμα, κ.ά. μικρότερα εκτός από το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος, που κατέβηκε στις εκλογές αυτόνομο, αλλά δεν εξέλεξε βουλευτές). Το σύμβολο της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως, η ελιά, παρέπεμπε στην ειρήνη.
Η παράταξη των Φιλελεύθερων πήγε στις κάλπες τυπώνοντας 100.000 αντίτυπα του χάρτη «της Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών», που είχε δημιουργήσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ο αντιβενιζελικός υποψήφιος στη Μεσσηνία, Κωνσταντίνος Κουμουνδούρος, έσκισε τον χάρτη σε προεκλογική του εκδήλωση, υπό τις επευφημίες των ψηφοφόρων του. «Δεν τα θέλομε», ήταν το βασικό σύνθημα στις συγκεντρώσεις της αντιπολίτευσης. Τόσο έντονο ήταν το κλίμα του εθνικού διχασμού που είχε καλλιεργηθεί από τη σκληρή σύγκρουση του Βενιζέλου με τον Κωνσταντίνο το 1915 και οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή…
Ο φριχτός θάνατος του νεαρού βασιλιά
Ο Αλέξανδρος, δευτερότοκος γιος του βασιλιά Κωνσταντίνου Α’ και της βασίλισσας Σοφίας, πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως αξιωματικός του πυροβολικού και διαδέχθηκε το 1917 τον πατέρα του μετά από απαίτηση των δυνάμεων της Αντάντ που είχαν καταλάβει τον Πειραιά και τον Ισθμό της Κορίνθου και είχαν επιβάλει ναυτικό αποκλεισμό στην Αθήνα. Η ανάληψη του θρόνου ήταν συνταγματικό πραξικόπημα, ουσιαστικά, διότι δεν ακολουθήθηκαν οι περί διαδοχής διατάξεις του συντάγματος. Ο Βενιζέλος εξέλαβε όμως την αναχώρηση του Κωνσταντίνου ως παραίτηση, κάτι που ανέτρεπε την τάξη διαδοχής σύμφωνα με το άρθρο 45.
Οι σχέσεις του νεαρού (στα 24 του ανέβηκε στον θρόνο) Αλέξανδρου με τον Βενιζέλο ήταν άψογες, εν αντιθέσει με αυτές του πατέρα του – έγραψαν ιστορίες οι διαφωνίες Βενιζέλου και Κωνσταντίνου οδηγώντας τη χώρα στον Εθνικό Διχασμό του 1915.
Ο Αλέξανδρος νυμφεύθηκε μάλιστα, στις 12 Νοεμβρίου 1919, την Ασπασία Μάνου, κόρη του συνταγματάρχη της Χωροφυλακής, Πέτρου Μάνου. Απέκτησαν μία κόρη, την πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, την οποία ο Αλέξανδρος δεν πρόλαβε να γνωρίσει, καθώς γεννήθηκε περίπου πέντε μήνες μετά τον θάνατό του, στις 25 Μαρτίου 1921.
Αρχικά ο Αλέξανδρος παρέμενε πιστός στον έκπτωτο πατέρα του και στη μυστική επικοινωνία που είχε με τους γονείς του παροτρυνόταν να συγκρουσθεί με τον Βενιζέλο ενώ υπήρξε φειδωλός στην υπογραφή των διαταγμάτων επιστρατεύσεως. Ωστόσο, σταδιακά, απέκτησαν αγαστή συνεργασία.
Ο άτυχος Αλέξανδρος απεβίωσε στις 12 Οκτωβρίου 1920 από σηψαιμία. Ο θάνατός του αποδόθηκε σε μόλυνση, η οποία προκλήθηκε όταν ένας από τους δύο μακάκους Μπάρμπαρι (είδος πιθήκου) στο βασιλικό κτήμα Τατοΐου, τον δάγκωσε καθώς έκανε περίπατο στο βασιλικό κτήμα. Ο σκύλος του Φριτς, ένας γερμανικός ποιμενικός, ενεπλάκη σε καυγά με τον έναν μακάκο κι ενώ ο Αλέξανδρος προσπαθούσε να διαχωρίσει τα δύο ζώα, ο δεύτερος μακάκος του επιτέθηκε και τον δάγκωσε στο πόδι και τον κορμό.
Αρχικά δεν επικράτησε ανησυχία, του έπλυναν τα τραύματα με οινόπνευμα και βενζίνη, αλλά κατόπιν ανέβασε πυρετό. Λίγες ημέρες αργότερα εμφανίστηκαν φλεγμονές και οι πληγές, αντί να κλείσουν, είχαν επεκταθεί. Με εντολή Βενιζέλου, ο οποίος έχει ενημερωθεί και αγωνιούσε για την υγεία του βασιλιά, καλούνται στην Ελλάδα δύο διαπρεπέστατοι Γάλλοι ιατροί (Βιντάλ και Ντελμπέ) οι οποίοι όμως εξηγούν, ότι ο ακρωτηριασμός θα ήταν άσκοπος και ότι ο βασιλιάς είναι καταδικασμένος σε θάνατο. Και επιβεβαιώθηκαν στις 25 Οκτωβρίου όταν ο 27χρονος βασιλιάς υπέκυψε έχοντας βιώσει φριχτούς πόνους μετά τα δαγκώματα…
Σημειωτέον ότι ο Κωνσταντίνος δεν αποδέχθηκε ποτέ τον γιό του, Αλέξανδρο ως βασιλέα, εξ ου και στον τάφο του στο Τατόι αναγράφεται ως «Αλέξανδρος, βασιλόπαις της Ελλάδος, βασίλεψε αντί του πατρός αυτού».
Έλαβε περισσότερες ψήφους αλλά… ηττήθηκε
Το εκλογικό σύστημα: πριν από την ψηφοφορία, η κυβέρνηση Βενιζέλου πέρασε διάφορους νόμους για να διασφαλίσει την πλειοψηφία της σε κρίσιμες περιφέρειες, όπως η Θράκη, η οποία ενσωματώθηκε με νόμο προτού ολοκληρωθεί τυπικά η προσάρτηση βάσει του διεθνούς δικαίου. Αλλού όμως η κυβέρνηση δεν εκμεταλλεύτηκε τη νομοθετική της ισχύ.
Ο πολύπειρος βουλευτής Κωνσταντίνος Ζαβιτζιάνος είχε συμβουλεύσει τον Βενιζέλο να δημιουργήσει μια ξεχωριστή περιφέρεια με την Αθήνα και τον Πειραιά, ώστε να αποφύγει τον… κατακλυσμό από τη φιλοβασιλική πλειοψηφία στη μεγάλη περιφέρεια της Αττικοβοιωτίας. Ο πρωθυπουργός φαίνεται πως υπέκυψε στις πιέσεις τοπικών πολιτευτών της Βοιωτίας και δεν «έσπασε» την εκλογική περιφέρεια, με συνέπεια να αποτύχει…
Τα αποτελέσματα: οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 διεξήχθησαν με το κρατούν, τότε σύστημα, του πλειοψηφικού με σφαιρίδιο. Και το αποτέλεσμά τους έδειξε ότι επί 746.946 εκλογέων, που ψήφισαν σε όλο το κράτος (εκτός, εννοείται των ανδρών του στρατού, που ψήφισαν στο μέτωπο, του οποίου οι εκλογές ακυρώθηκαν και δεν γνωστοποιήθηκαν), το μεν Κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου έλαβε 375.803 ψήφους, η δε Ηνωμένη Αντιπολίτευσις 368.678.
Εν τούτοις, λόγω του εκλογικού συστήματος, οι Φιλελεύθεροι, των οποίων οι ψήφοι ήταν περισσότερο συγκεντρωμένες σε ορισμένες περιφέρειες, επί 369 βουλευτικών εδρών, κέρδισαν μόνο 118, δηλαδή το ένα τρίτο περίπου, το οποίο, μάλιστα, περιορίσθηκε μετά τις ακυρώσεις εκλογών και τις αποσκιρτήσεις Μουσουλμάνων, στο ένα τέταρτο περίπου του όλου αριθμού των βουλευτών. Στην Παλαιά Ελλάδα, δηλαδή την προ του 1912, η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις έλαβε συνολικά 255.437 ψήφους και εξέλεξε 177 βουλευτές, οι Φιλελεύθεροι έλαβαν συνολικά 172.717 και δεν κατόρθωσαν να εκλέξουν παρά μόνο 7 βουλευτές, και αυτούς στις μικρές περιφέρειες Ύδρας, Σπετσών και Άρτας.
Στις μεγάλες περιφέρειες αποκλείσθηκαν εντελώς οι Φιλελεύθεροι από οποιαδήποτε αντιπροσώπευση, παρ’ όλη τη μεγάλη δύναμη που έδειξαν ότι είχαν. Στην Αττική, για παράδειγμα, η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις συγκέντρωσε 46.535 ψήφους και πήρε και τις 22 βουλευτικές έδρες, δηλαδή κάθε 2.128 οπαδοί της εξέλεξαν και ανά έναν φίλο τους βουλευτή. Απεναντίας, οι 36.180 Φιλελεύθεροι της Αττικής δεν εξέλεξαν κανέναν.
Δεν βγήκε καν βουλευτής ο Βενιζέλος
Μεταξύ των άλλων απέτυχε ―προς αιώνιο όνειδος του ελληνικού λαού― και ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οποίος είχε επιλέξει να εκτεθεί στον νομό Αττικής και έλαβε 39.879 ψήφους. Στην Αχαΐα και στην Ήλιδα σχετικά μικρή πλειοψηφία έδωσε απόλυτη νίκη στους υποψήφιους της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως.
Με τον τρόπο αυτό, χάρη στο πλειοψηφικό σύστημα εκλογής, η μειοψηφία του λαού εισήλθε στη Βουλή ως πλειοψηφία και ρύθμισε την πολιτική του κράτους, αντίθετα προς τη θέληση της πλειοψηφίας, για να καταλήξει στη μεγάλη εθνική συμφορά…
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που πριν λίγους μήνες η Βουλή τον είχε ανακηρύξει «άξιον της Ελλάδος ευεργέτην και σωτήρα της πατρίδος» δεν ήταν καν στο επόμενο Κοινοβούλιο…
Μετά την αποτυχία του αυτή ο Βενιζέλος κατέφυγε αυτοεξόριστος στο Παρίσι. Όπως είχε δηλώσει θα εγκατέλειπε την πολιτική αν έχανε τις εκλογές – αν και ήρε την απόφασή του, χρόνια αργότερα.
Συνολικά η Ηνωμένη Αντιπολίτευσις του Γούναρη έλαβε 368.678 ψήφους, 49,36% και 251 έδρες, οι Φιλελεύθεροι του Βενιζέλου παραπάνω ψήφους και ποσοστό (375.803 και 50,31% αλλά μονάχα 118 έδρες και οι ανεξάρτητοι υποψήφιοι συγκέντρωσαν 2.465 ψήφους και καμία έδρα.
Είχαν κουραστεί να πολεμούν
Το βράδυ της 1ης Νοεμβρίου, τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας προκάλεσαν ψυχρολουσία στο στρατόπεδο των βενιζελικών. Από τις 369 έδρες κέρδισαν 118, τις 52 στη Θράκη και τις 66 στις άλλες Νέες Χώρες (σ.σ. έτσι αποκαλούνταν όσες περιοχές είχαν προσαρτηθεί μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους) πέραν της Μακεδονίας. Εκεί οι αντιβενιζελικοί πήραν τις 69 από τις 74 έδρες βασιζόμενοι στις ψήφους των αλλοεθνών (Τούρκοι, Εβραίοι, Βούλγαροι, Σέρβοι…).
Στην Παλαιά Ελλάδα (ήτοι τα εδάφη μετά το Εικοσιένα) η επικράτηση των φιλοβασιλικών ήταν ολοκληρωτική, με δεδομένο κι ότι η αναμέτρηση είχε λάβει τον χαρακτήρα άτυπου δημοψηφίσματος για την επιστροφή του Κωνσταντίνου, ύστερα κι από τον αναπάντεχο θάνατο του Αλέξανδρου. Η Παλαιά Ελλάδα χαρακτηριζόταν από εθνική ομοιογένεια, στήριζε τον στρατηλάτη Κωνσταντίνο και είχε κουραστεί να πολεμά. Στο εσωτερικό της κοινωνίας ο διαχωρισμός αποτυπωνόταν σε πολλές εκφάνσεις της δημόσιας ζωής.
Πρώτη και τελευταία φορά στην Ανατολική Θράκη
Σε αυτές τις εκλογές ψήφισαν για πρώτη και τελευταία φορά Έλληνες από τη μόλις απελευθερωμένη Ανατολική Θράκη…
Στο μέτωπο της Μικράς Ασίας, καθώς και στη Δυτική και Ανατολική Θράκη, οι εκλογές διεξήχθησαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, με χάρτινο ψηφοδέλτιο αντί με σφαιρίδια. Ο Βενιζέλος είχε δηλώσει ότι «οι Θράκες είναι εγγράματοι με μακρά παράδοση σε τέτοιου είδους διαδικασίες».
Το μετά: κυβέρνηση σχημάτισε αρχικά ο Δημήτριος Ράλλης, η οποία και διενήργησε το δημοψήφισμα του 1920 για την επαναφορά του Κωνσταντίνου -όπως και έγινε – και στις 24 Ιανουαρίου 1921 ο Νικόλαος Καλογερόπουλος. Στις 26 Μαρτίου 1921 ανέλαβε ο Δημήτριος Γούναρης και στις 22 Μαΐου 1922 ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης.
Και στα τέλη Αυγούστου του ’22 άρχισε η μεγάλη προέλαση των Τούρκων του Κεμάλ…
«Θεέ μου… Ωστε τόσο μεγάλο κακό έκανα;»
Ήταν έτοιμος ο Βενιζέλος να δεχθεί μία εκλογική αποτυχία; Ίσως. Όμως εκείνο που δεν αντέχει είναι η συντριβή και ακούγοντας τα αποτελέσματα αναφωνεί: «Θεέ μου… ώστε τόσο μεγάλο κακό έκανα στον ελληνικό λαό και δεν το είχα αντιληφθεί…;». Τρεις μέρες αργότερα παραιτείται από την πολιτική και εγκαταλείπει την Ελλάδα. Ο Κωνσταντίνος, ο μεγάλος αντίπαλός του, επιστρέφει.
Φυσικά οι συνέπειες ήταν μεγάλες και οι εξελίξεις ραγδαίες. Θεωρώντας την Ελλάδα και τον στρατό της στη Μικρά Ασία εντολοδόχους της Αγγλίας, η Γαλλία, η οποία είχε κυρίως οικονομικά συμφέροντα στην περιοχή και είχε υποστεί τις πρώτες συνέπειες των στρατιωτικών δυνάμεων του Κεμάλ στην Κιλικία, άρχισε να εκφράζει επίσημα πιέσεις για την αναθεώρηση της Συνθήκης των Σεβρών και να προτείνει την «πολιτική» λύση για την αντιμετώπιση του τουρκικού εθνικισμού. Παράλληλα και στην Αγγλία οι εσωτερικές αντιδράσεις πλήθαιναν συνεχώς πιέζοντας για αναθεώρηση της συνθήκης.
Έτσι η ήττα του Βενιζέλου στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 και η παλινόρθωση του Κωνσταντίνου έδωσαν απλώς την ευκαιρία στις Δυνάμεις, και κυρίως στη Γαλλία και στην Ιταλία, να εκδηλώσουν ανοιχτά την αντίθεσή τους απέναντι στην Ελλάδα.
Αν δεν άλλαζε η κυβέρνηση, θα είχε αποφευχθεί η καταστροφή;
Το ερώτημα είναι εάν ο Βενιζέλος παρέμενε στην εξουσία, μπορούσε να αποτρέψει την ήττα και την Μικρασιατική Καταστροφή. Η ουσία είναι ότι με την αποχώρηση του Βενιζέλου από το προσκήνιο η Ελλάδα έχασε αναμφισβήτητα έναν ικανότατο εκπρόσωπο απέναντι στις νικήτριες δυνάμεις, ο οποίος θα μπορούσε, αν όχι να αποτρέψει την καταστροφή, τουλάχιστον να συμβάλει σε έναν βιώσιμο πολιτικό συμβιβασμό.
Η νέα βασιλική κυβέρνηση επέλεξε να συνεχίσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μικρά Ασία για την επιβολή των όρων της Συνθήκης των Σεβρών εξακολουθώντας να υπολογίζει στη στήριξη της Αντάντ. Πόσο μάλλον που ο ίδιος ο Άγγλος πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ άφησε προς στιγμήν να εννοηθεί ότι αν δεχόταν να συνεχίσει τον πόλεμο, θα είχε τη στήριξή του. Οι πρώτες στρατιωτικές επιτυχίες άλλωστε στο μικρασιατικό μέτωπο δημιούργησαν ένα κλίμα ξέφρενου ενθουσιασμού, ενώ η Γαλλία και η Αγγλία, θορυβημένες από την επίσημη πλέον προσέγγιση της κεμαλικής Τουρκίας με τη Μόσχα, άρχισαν, αναμένοντας τα αποτελέσματα της επίθεσης του ελληνικού στρατού το καλοκαίρι του 1921, να επανεξετάζουν το ενδεχόμενο της υποστήριξης της Ελλάδας.
Ωστόσο μετά την αποτυχία των ελληνικών στρατιωτικών επιχειρήσεων η Γαλλία, ακολουθώντας τον δρόμο της Ιταλίας, προσεγγίζει οριστικά το κεμαλικό καθεστώς.
Που έκανε λάθος ο Βενιζέλος;
Τι έκανε τον Βενιζέλο να αποτύχει τόσο πολύ στην εκτίμησή του για τις εκλογές του ’20; Ήταν η μέθη της διπλωματικής επιτυχίας και οι πρώτες νίκες στο στίβο της μάχης; Ήταν ο ίδιος ξεπερασμένος από την εποχή του και δεν το είχε αντιληφθεί; Υπερεκτίμησε τις δυνατότητες ενός ολόκληρου λαού; Δύσκολα μπορεί να απαντηθεί ένα τέτοιο ερώτημα.
Ο ίδιος ως τυπικός χαρισματικός ηγέτης, έγινε αντικείμενο αληθινής λατρείας. Το Σύμβολο της Πίστεως παραφράστηκε στο όνομά του («Πιστεύω εις έναν Βενιζέλον» κ.ο.κ.). Ακόμη και ένας επιφανής Αγγλοχιώτης καπιταλιστής του Σίτυ (ο σερ Λουκάς Ράλλης) έφθανε στο σημείο να γονατίζει δημόσια και να φιλάει το χέρι του Βενιζέλου στον σιδηροδρομικό σταθμό του Λονδίνου, προξενώντας κατάπληξη στους παριστάμενους Βρετανούς που τον γνώριζαν.
Εξίσου άλογο και άκρατο υπήρξε το μίσος που ενέπνευσε ο Βενιζέλος. Για κανέναν άλλο πολιτικό της νεώτερης ιστορίας μας δεν εξυφάνθηκαν τόσες συνωμοσίες και δεν έγιναν τόσες δολοφονικές απόπειρες, με πιο γνωστές εκείνες του 1920 και του 1933. Αφού ο χαρισματικός ηγέτης προσλαμβάνεται από πολλούς αντιπάλους του ως «Σατανάς», εύλογα καταλήγουν να θεωρούν τη φυσική του εξόντωση ως μόνη λύση.
Ο χαρισματικός ηγέτης αξιώνει από τους οπαδούς του να τον ακολουθούν τυφλά και άκριτα. Ακόμη και όταν γίνεται ψηφοφορία, γίνεται με την πεποίθηση ότι μόνο μία επιλογή μπορεί να είναι ορθή (και συμβατή με την αφοσίωση στον ηγέτη). Η υπερψήφισή της αποτελεί όχι δικαίωμα αλλά καθήκον (και μάλιστα «ιερό»). Αντίθετα, κάθε άλλη επιλογή συνιστά όχι απλό λάθος, αλλά αληθινό αμάρτημα…