Περιεχόμενα
Εκλογικές ιστορίες #14 – 2 Ιουνίου 1985
40… και σήμερα για τις εκλογές
Στις 2 Ιουνίου 1985, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, ύστερα από μια προεκλογική περίοδο ακραίας πόλωσης και μέσα σε μια ιδιαίτερα φορτισμένη πολιτική ατμόσφαιρα, κατόρθωσε να πετύχει ένα νέο (μετά την πρώτη νίκη και το ανεπανάληπτο ποσοστό της 18ης Οκτωβρίου 1981) εκλογικό θρίαμβο καθώς εξασφάλισε 161 έδρες.
Ενας έγκυρος Βρετανός μελετητής της ελληνικής πολιτικής, o Ρίτσαρντ Κλογκ (1987), θεώρησε, όχι άδικα, ότι το πολωτικό κλίμα των εκλογών του 1985 υπήρξε το οξύτερο που εμφανίστηκε μετά τις εκλογές του 1946.
Το κλίμα: οι εκλογές διεξήχθησαν σε κλίμα έντονης πολιτικής πόλωσης, με το φαινόμενο των «πράσινων και γαλάζιων καφενείων» να βρίσκεται στην κορύφωσή του. Ο Ανδρέας Παπανδρέου στήριξε την εκλογική επικράτησή του στην απομάκρυνση του Κωνσταντίνου Καραμανλή από την Προεδρία της Δημοκρατίας και την ανατροπή του «προεδρικού» Συντάγματος του 1975, που είχε επιτύχει τον Μάρτιο του 1985.
Η εκλογή του αρεοπαγίτη Χρήστου Σαρτζετάκη (γνωστού από τη γενναία στάση του στην υπόθεση Λαμπράκη, όταν είχε διατάξει την προφυλάκιση ανώτατων αξιωματικών της Χωροφυλακής και παρακρατικών) στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα στόχευε στην συσπείρωση των αντιδεξιών και εν γένει αντικαραμανλικών ψηφοφόρων, με ιδιαίτερη έμφαση στην άντληση ψήφων από την παραδοσιακή Αριστερά.
Η Νέα Δημοκρατία κατήγγειλε την διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και προειδοποίησε ότι απώτερος στόχος του Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ ήταν να εγκαταστήσουν ένα καθεστώς τύπου Φιντέλ Κάστρο ή Μουαμάρ Καντάφι στην Ελλάδα. Έδωσε επίσης έμφαση στο νέο φιλελεύθερο πρόγραμμά της, που περιλάμβανε κατάργηση φόρων και απελευθέρωση της οικονομίας.
Μητσοτάκης αντί Αβέρωφ
Από τον Σεπτέμβριο του 1984, αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας ήταν ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, που είχε διαδεχθεί τον Ευάγγελο Αβέρωφ. Ο Αβέρωφ είχε παραιτηθεί επίσημα για λόγους υγείας, αλλά είχε ήδη στο ενεργητικό του δύο διαδοχικές ήττες από τον Ανδρέα Παπανδρέου στις δημοτικές εκλογές του 1982 και στις Ευρωεκλογές του 1984 – και δεχόταν πιέσεις να αποχωρήσει.
Έτσι, η Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη, παρά την αισθητή ενίσχυση του εκλογικού ποσοστού της έναντι των εθνικών εκλογών του 1981 (40,84% και 126 έδρες), υποχρεώθηκε να παραμείνει στα έδρανα της αντιπολίτευσης άλλα τέσσερα χρόνια, έως τις εκλογές του Ιουνίου του 1989.
Χτυπήματα κάτω από τη ζώνη: ο «ναζί Μητσοτάκης»
Η προεκλογική περίοδος χαρακτηρίστηκε επίσης και από «χτυπήματα κάτω από τη ζώνη». Η εφημερίδα «Αυριανή» δημοσίευσε σε πρωτοσέλιδό της, στις 10 Μαΐου, φωτογραφία του Μητσοτάκη αγκαλιά με Γερμανούς ναζί, κατηγορώντας τον ευθέως ως δωσίλογο, ενώ στον αντίποδα η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» δημοσίευσε συνεντεύξεις της Χριστίνας Ρασσιά, Ελληνοαμερικανίδας ψυχιάτρου και πρώτης συζύγου του Ανδρέα Παπανδρέου, που ισχυρίστηκε ότι ο πρώην άντρας της ήταν επικίνδυνος και ανεύθυνος, καθώς και ότι υπέφερε από διάφορα ψυχικά τραύματα.
Το δημοσίευμα της «Αυριανής» με τον… ναζί Μητσοτάκη πουλάει περισσότερα από 230.000 φύλλα και το πολιτικό σκηνικό παίρνει φωτιά. Η Νέα Δημοκρατία, αντιδρά έντονα, ενώ το ΠΑΣΟΚ δείχνει να βολεύεται από την κατάσταση καθώς «πλέον ο αποστάτης είναι και συνεργάτης των ναζί» κάτι που διευκολύνει τη συσπείρωση του κόμματος. Πλέον τα συνθήματα στις συγκεντρώσεις του ΠΑΣΟΚ έχουν «εμπλουτιστεί» με το επίσης ακραίο «φόλα στον σκύλο των SS»!
Η «Αυριανή» δίνει συνέχεια δημοσιεύοντας μια ακόμα φωτογραφία με τον Μητσοτάκη ανάμεσα σε άνδρες που χαιρετούν ναζιστικά. Το κλίμα πλέον είχε γυρίσει οριστικά και το ΠΑΣΟΚ κερδίζει τις εκλογές.
Στα νιάτα του, ο Μητσοτάκης στην κατεχόμενη Κρήτη συνεργάστηκε στενά με τις συμμαχικές ομάδες κυρίως βρετανικές, οι οποίες δρούσαν στο νησί κατά των Γερμανών. Για τη δράση του αυτή φυλακίστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο δύο φορές από τους Γερμανούς. Την πρώτη φορά πήρε χάρη με την ευκαιρία της εθνικής επετείου της 25 Μαρτίου 1944 και απελευθερώθηκε μαζί με άλλους εκατό περίπου συγκρατούμενούς του.
Την 31 Μαρτίου 1945, αντηλλάγη για δεύτερη φορά, μαζί με 9 συντρόφους του, με τριπλάσιους Γερμανούς αιχμαλώτους, λίγο πριν από την παράδοση των Γερμανών στα Χανιά. Η ανταλλαγή Ελλήνων πολιτών με Γερμανούς στρατιωτικούς, υπήρξε μοναδική στην ιστορία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και χρειάστηκε να εγκριθεί από την ανώτατη συμμαχική και γερμανική ηγεσία. Ο πατέρας του, Κυριάκος Μητσοτάκης, λίγους μήνες αργότερα υπέστη βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο που του στέρησε τη ζωή σε ηλικία μόλις 53 ετών.
Πολλά χρόνια αργότερα ο δημοσιογράφος Κώστας Βαξεβάνης κατά τη διάρκεια έρευνας που πραγματοποιούσε στα αρχεία της Στάζι αποκαλύπτει πως η φωτογραφία είναι πλαστή και κατασκευάστηκε από τη μυστική υπηρεσία της Ανατολικής Γερμανίας, μετά από αίτημα των… Βουλγαρικών μυστικών υπηρεσιών. Σε ό,τι αφορά, δε, στη δεύτερη φωτογραφία την απάντηση την είχε δώσει ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, λέγοντας πως είναι τραβηγμένη την 31 Μαρτίου 1945, ημέρα που απελευθερώθηκε από τους ναζί για δεύτερη φορά. Είναι η στιγμή που αφήνονται ελεύθεροι και κάποιοι θεωρούν σκόπιμο να χαιρετίσουν ναζιστικά (ίσως και από αμηχανία, όπως ανέφερε ο πρώην πρωθυπουργός σε παλαιότερη συνέντευξή του), μπροστά στον Γερμανό διοικητή των Χανιών. Ο ίδιος, επέλεξε να μην κάνει τίποτα και απλά να καθίσει σε στάση προσοχής, κρατώντας με το δεξί του χέρι την καπαρντίνα του.
Η απάντηση Μητσοτάκη
Δείτε το απόσπασμα από την έρευνα της «Μηχανής του Χρόνου» για τις κατοχικές κυβερνήσεις και τις δίκες των δοσιλόγων.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης απαντά ευθέως στον Χρίστο Βασιλόπουλο ότι έπεσε θύμα σκευωρίας του κίτρινου τύπου που κατασκεύασε την ψεύτικη ιστορία της φωτογραφίας με την βοήθεια της ανατολικογερμανικής μυστικής υπηρεσίας Στάζι με στόχο την ήττα του στις εκλογές.
Η μεγαλύτερη συγκέντρωση που έγινε ποτέ
Οι εκλογές του 1985 κερδήθηκαν από την μεγαλύτερη συγκέντρωση που έγινε ποτέ! Τα δύο κόμματα έπαιζαν τα ρέστα τους όσο πλησίαζε η κάλπη, έβγαζαν στο τραπέζι τα γερά (ή κρυφά) χαρτιά τους και οι… πλατείες με τις συγκεντρώσεις έδιναν τον παλμό, το κλίμα, την σφυγμομέτρηση. Για πιο… ίντερνετ να μιλήσουμε στο 1985; οι μάχες δίνονταν στα καφενεία.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πέρασε το πρώτο ηχηρό μήνυμα δείχνοντας για το τι είναι ικανός να καταφέρει στην κάλπη. Είχε μια ηχηρή «απάντηση» στη μεγαλειώδη συγκέντρωση του Ανδρέα Παπανδρέου στη Θεσσαλονίκη, που είχε φτάσει στο σημείο να πει: «Ποτέ στην πολιτική μου ζωή δεν είδα τέτοια συγκέντρωση!».
Αμ δε… Είχε μαζέψει περίπου 800.000 με 1 εκατομμύριο ανθρώπους στο Σύνταγμα δείχνοντας πως αυτός θα είναι ο νικητής στις επερχόμενες εκλογές της 2ας Ιουνίου. Το πλήθος από κάτω αλαλάζων ούρλιαζε «Να ’τος, Να ’τος ο πρωθυπουργός!»
Το ΠΑΣΟΚ έπρεπε να «απαντήσει». Είχε όμως την απάντηση; Ο Παπανδρέου έλεγε πως με τη Νέα Δημοκρατία στην Κυβέρνηση η Ελλάδα, με την… «Αδέξια Δεξιά», όπως την είχε χαρακτηρίσει, θα περνούσε σε καθεστώτα που θα θύμιζαν Κάστρο και Καντάφι.
Μπορούσε να κάνει την ανατροπή; Κι όμως… Ο Παπανδρέου «πλημμυρίζει» το Σύνταγμα. Η συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη ή ακόμα και αυτή του Μητσοτάκη δεν είναι τίποτα μπροστά σε αυτό που έγινε. 1.200.000 με 1.500.000 εκατομμύριο κόσμου βούλιαξε το κέντρο της Αθήνας και δικαίως χαρακτηρίστηκε η μεγαλύτερη προεκλογική συγκέντρωση της μεταπολίτευσης, ξεπερνώντας ακόμα κι εκείνη του 1981 στο Σύνταγμα (και πάλι από το ΠΑΣΟΚ).
Η ιστορία του (αποτυχημένου) συστήματος της λίστας
Το εκλογικό σύστημα: Αυτή η εκλογική αναμέτρηση είναι η τελευταία που έγινε με το σύστημα ενισχυμένης αναλογικής αλλά και της λίστας. Μία εβδομάδα πριν από τις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου 1982, ο Ανδρέας Παπανδρέου εισήγαγε προς ψήφιση στη Βουλή την κατάργηση του σταυρού και την εισαγωγή της λίστας. Ηταν ένα σύστημα που ψηφίσθηκε με ενθουσιασμό μόνον από τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, εφαρμόστηκε σε μία μόνο εκλογική αναμέτρηση του 1985 και καταργήθηκε με την ευθέως ανάλογη ανακούφιση των πάντων το 1989.
Για τον παντοδύναμο, τότε, Ανδρέα «ήταν ρητή εντολή του λαού από τις 18 Οκτώβρη 1981». O ίδιος προσδιόρισε στη Βουλή στις 13 Οκτωβρίου 1982 ότι με την κατάργηση του σταυρού «θέλουμε να καταξιώσουμε τον βουλευτή ως εκπρόσωπο του έθνους, να ενισχύσουμε το ρόλο των κομμάτων, να τα υποβοηθήσουμε στη μετεξέλιξή τους σε κόμματα αρχών, να θέσουμε τέρμα στον κομματάρχη και στις προσωπικές διαμάχες». H ΝΔ, ως αξιωματική αντιπολίτευση, δεν διαφωνούσε «κάθετα» με την κατάργηση του σταυρού. Απλώς είχε την καχυποψία τού «γιατί τώρα και στα γρήγορα». O πρόεδρός της Ευάγγελος Αβέρωφ παραδέχθηκε τα μειονεκτήματα της σταυροδοσίας, ενώ δεν δήλωσε αντίθετος στην αποδοχή συγκερασμού σταυρού και λίστας, που θα επεξεργαζόταν όμως μια διακομματική επιτροπή. H Αριστερά δεν ενδιαφερόταν για το θέμα. Οπως δήλωσε ο Χαρίλαος Φλωράκης, ενδιαφέρει μόνον η ψήφιση της απλής και «άδολης» αναλογικής.
Η συζήτηση στη Βουλή επί τέσσερις ημέρες είχε βάλει στο στόχαστρο το ρουσφέτι και τη συναλλαγή, τον άγριο πόλεμο μέχρις εσχάτων των συνυποψηφίων του ιδίου κόμματος, που ήταν στυγνότερος της ιδεολογικής μάχης των αντιπάλων, τις προσωπικές συκοφαντίες, τους τραμπουκισμούς, τις δολοπλοκίες. Ολοι τα αναθεμάτιζαν, αλλά στο «διά ταύτα» κολλούσαν. «Το ρουσφέτι θα καταργηθεί, αν αλλάξει κάποτε η νοοτροπία των ψηφοφόρων και υποψηφίων και εκλείψει η γραφειοκρατία και επέλθει πραγματική άνοδος της δημοσίας διοικήσεως», υπογράμμισε ο εισηγητής τότε της ΝΔ (και μετέπειτα ΠτΔ) Κωστής Στεφανόπουλος. Ο Μένιος Κουτσόγιωργας, υπουργός Προεδρίας και ο Γιώργος Γεννηματάς υπουργός Εσωτερικών, ανέλαβαν, με οξύτητα ο μεν και ιδεολογική περιχαράκωση ο δεύτερος, τη σκληρή αντιπαράθεση.
Ο Αβέρωφ δικαιώθηκε χαρακτηρίζοντας το τότε εγχείρημα «μια λαχανιασμένη διαδικασία». Αν κατά τον Γεννηματά στις 13 Οκτωβρίου 1982 έγινε το μνημόσυνο του σταυρού, στις 28 Μαρτίου 1989 εψάλη το μνημόσυνο της λίστας και η νεκρανάσταση του σταυρού. Από το ένα άκρο στο άλλο! Ετσι ήταν ο Ανδρέας. Ηδη πολύ σύντομα, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, από το 1987 και μετά, με δημόσιες δηλώσεις τους παραδέχονταν το λάθος τους.
Ο Ακης Τσοχατζόπουλος προσπαθεί ένα χρόνο αργότερα, τον Μάρτιο του 1989, να κρατήσει τα προσχήματα: Δεν καταφέραμε ως ΠΑΣΟΚ και κόμματα να προωθήσουμε διαδικασίες που να κάνουν αποδεκτές τις επιλογές των κομμάτων ώστε να μη δίδεται η εντύπωση στον πολίτη ότι στερείται του δικαιώματος επιλογής των προσώπων, πέραν του δικαιώματος επιλογής των κομμάτων. Προχωρούμε, λοιπόν, στην επαναφορά του σταυρού, παρά τα μειονεκτήματα…».
Τα αποτελέσματα και το μετά
Τα αποτελέσματα: Το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου κέρδισε με ποσοστό 45,82% εξασφαλίζοντας 161 έδρες. Η Νέα Δημοκρατία με 40,85% έβγαλε 126 έδρες.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, υπό την ηγεσία του Χαρίλαου Φλωράκη, αναδείχθηκε τρίτη πολιτική δύναμη με ποσοστό 9,89% και 12 έδρες.
Μόλις μία έδρα κατέλαβε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας Εσωτερικού με επικεφαλής τον Λεωνίδα Κύρκο, συγκεντρώνοντας ποσοστό 1,84%. Ο Κύρκος έλεγε προεκλογικά: «Μερικοί ταλαντεύονται και λένε: «Μήπως η ψήφος μου πάει χαμένη; Μήπως αν δεν τη δώσω στο ΠΑΣΟΚ ξαναγυρίσει η Δεξιά; Μήπως ξαναγίνει το λάθος τι Παπάγος, τι Πλαστήρας;».
«Ο ελληνικός λαός έδωσε και πάλι στο ΠΑΣΟΚ την εντολή να κυβερνήσει την χώρα, έστω και με πλειοψηφία μειωμένη εν σχέσει με εκείνη του Οκτωβρίου 1981. Το ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με το αποτέλεσμα που προκύπτει μετά την καταμέτρηση του ημίσεος περίπου του συνόλου των ψηφισάντων, συγκεντρώνει ποσοστό 46,5%, έναντι 40,1% της Νέας Δημοκρατίας και σχηματίζει αυτοδύναμη κυβέρνηση. […] Το αποτέλεσμα επιτείνει την πόλωση του ελληνικού λαού, αφού τα δύο μεγαλύτερα κόμματα μοιράσθηκαν συνολικά το 87% περίπου, του συνόλου του εκλογικού σώματος, έναντι του 84% που είχαν αποσπάσει το 1981» έγραφε τότε η «Καθημερινή».
Το μετά: «Είναι μια ιστορική μέρα για την Ελλάδα. Είναι η αναμέτρηση, τελικά, ανάμεσα στις δυνάμεις της προόδου, της δημοκρατίας, της Αλλαγής, με τις δυνάμεις της αντίδρασης, της εξάρτησης, του αυταρχισμού. Και ήταν κρίσιμη επίσης γιατί ο ελληνικός λαός δεν εκαλείτο μόνον να πει ναι ή όχι στην Αλλαγή ή την Απαλλαγή, αλλά με την ψήφο του να κατακυρώσει, να εγκρίνει περίπου τέσσερα χρόνια κυβέρνησης της Αλλαγής» είπε στο νικητήριο διάγγελμά του ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Το ΠΑΣΟΚ ακύρωσε τον εαυτό του
Οι εκλογές του 1985 μπορεί κάλλιστα να θεωρηθούν ένα παράγωγο των εκλογών του 1981, αλλά και των κοινωνικών αποτελεσμάτων της διακυβέρνησης 1981-85. Η κοινωνική πόλωση που κυοφορήθηκε κατά τη διάρκεια της πρώτης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ θα αποτυπωθεί και εκλογικά. Το συγκεκριμένο εκλογικό αποτέλεσμα βιώθηκε έντονα από τις κυριαρχούμενες τάξεις ως μεγάλη νίκη, δημιουργώντας ανάμεσά τους μεγαλύτερο ενθουσιασμό και ευφορία από ό,τι το 1981.
Εγγράφηκε έτσι, αντικειμενικά, στην πολιτική σκηνή μια σημαντική δυναμική, την οποία όμως θα ακυρώσει με βίαιο τρόπο το ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Εξι μόλις μήνες μετά (Οκτώβριος 1985), θα έρθει σε κατά μέτωπο ρήξη με τα κοινωνικά του ερείσματα, χάρις στα οποία διατηρήθηκε κοινοβουλευτικά στην εξουσία.
Η στροφή που θα πραγματοποιήσει στην οικονομική του πολιτική θα αποβεί μοιραία. Κορυφαία εκδήλωση της θεμελιακής αντίφασης που το χαρακτήρισε ως κόμμα στη μεταπολιτευτική περίοδο, αντίφαση που θα οξύνει στο έπακρο η δεύτερη φάση της διακυβέρνησής του και θα αποβεί η αρχή της πτώσης του το 1989.
Είναι αρκετοί εκείνοι που δεν είχαν κατανοήσει καθόλου ή δεν ήθελαν να παραδεχθούν το στοιχείο της ταξικής πόλωσης που συμπυκνώθηκε στις εκλογές του 1985, πόλωση που εκφράστηκε κυρίως στην αντίθεση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Η δυναμική όμως εκείνου του αποτελέσματος αποδείχθηκε εκ των υστέρων ιδιαίτερα σημαντική.
Αυτό που κρίθηκε, στο μέσον της δεκαετίας του ’80, ήταν η σύγκρουση δύο πολιτικών γραμμών για τη διαχείριση της κρατικής εξουσίας και της οικονομικής κρίσης, δύο ριζικά διαφορετικές εκδοχές της διακυβέρνησης.
Η δεύτερη νίκη της «Αλλαγής» σήμαινε για τους μισθωτούς εργαζόμενους που υπερψήφισαν μαζικά το ΠΑΣΟΚ, απόκρουση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης. Το ΠΑΣΟΚ διατηρήθηκε στην εξουσία, μόνο χάρις στην εκπληκτική κοινοβουλευτική κινητοποίηση των λαϊκών μαζών…