Περιεχόμενα
Το να μετατρέπει κανείς μια τραγωδία σε επιχειρηματική ευκαιρία είναι κάθε άλλο παρά ηθικό (για να μην πούμε κάτι πιο βαρύ) σε πρώτο άκουσμα. Αν το καλοσκεφτούμε όμως, είναι κάτι σύνηθες. Μέσω της τέχνης. Βιβλία, ταινίες, σειρές, ζωγραφική. Ο τρόπος έχει σημασία, διαφοροποιεί. Ο Γιέρζι Κοζίνσκι δεν έκανε συνεπώς κάτι το πολύ διαφορετικό. Απλά είδε το «παραθυράκι».
Χρόνια αφότου αυτός και η εβραϊκής καταγωγής εκ Πολωνίας ορμώμενη οικογένειά του είχαν γλιτώσει κυριολεκτικά από του Χάρου (διάβαζε: Ναζί) τα δόντια, και ζώντας πλέον στις ΗΠΑ κατάλαβε πως το Ολοκαύτωμα ήταν μια ιστορία που ο κόσμος δίψαγε να ακούσει.
Μπορεί να ήταν μικρός την εποχή ενός εκ των πιο σκοτεινών κεφαλαίων της ανθρώπινης ιστορίας (ως γεννηθείς το 1933) αλλά είχε ένα πολύ μεγάλο προσόν για συγγραφέας: Καλπάζουσα φαντασία. Μαζί και το ταλέντο για να την μετουσιώσει σε κάτι που αξίζει να ειπωθεί, να διαβαστεί.
Η εκτόξευση μετά την τεράστια επιτυχία με το «Βαμμένο Πουλί»
«Το Βαμμένο Πουλί», που κυκλοφόρησε το 1965, έγινε αμέσως τεράστια επιτυχία. Και ο Γιέρζι Κοζίνσκι, δημοφιλέστατος. Ως σπουδαία πένα, σπάνιο συγγραφικό ταλέντο. Το βιβλίο προκάλεσε παγκόσμια αίσθηση φτάνοντας να γίνει ως και μάθημα σε πανεπιστήμια. Συνεχίζει να εμπνέει ως και σήμερα. Πολύ πρόσφατα (2019) έγινε και ταινία, από τον Τσέχο Βάτσλαβ Μαρκούλ, προκαλώντας τεράστιο ντόρο, αφού κόσμος έφευγε από το σινεμά μην αντέχοντας αυτό που έβλεπε.
Τι δηλαδή; Το πόσο μακριά μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη κτηνωδία μέσα από την ιστορία του Γιόσκα. Ενός 10χρονου αγοριού που διασχίζει την κόλαση της Ανατολικής Ευρώπης αναζητώντας την οικογένειά του την οποία έχει χάσει εξαιτίας του πολέμου. Κτηνοβασίες, βιασμοί, παιδεραστία, βασανιστήρια, ξεφυλλίζοντας τις σελίδες καταλαβαίνεις αυτό που συνοψίζεται και ως «η κόλαση είναι οι άλλοι».
Ο συγγραφέας άφησε εξ αρχής να εννοηθεί πως σε μεγάλο βαθμό η ιστορία ήταν αυτοβιογραφική, πώς δηλαδή πολλά από τα στοιχεία της διαδρομής του κεντρικού ήρωα του βιβλίου ήταν δικές του εμπειρίες. Θα περνούσαν αρκετά χρόνια, και αρκετά ακόμα βιβλία, για να αρχίσουν να μπαίνουν σκιές στην υπόθεση. Μέχρι δηλαδή να αρχίσει να αμφισβητίεται ανοιχτά το κατά πόσο ήταν όντως ο Γιέρζι Κοζίνσκι αυτός που έγραψε το «Βαμμένο Πουλί». Αλλά και τα υπόλοιπα βιβλία (του).
Γιατί ο Γιέρζι Κοζίνσκι βρέθηκε σε θέση κατηγορουμένου
Προς τι η αμφιβολία για την αυθεντικότητα; Εν αρχή για το επίπεδο των αγγλικών του. Μιλούσε μεν αρκετά καλά τη γλώσσα, αλλά στο γραπτό κείμενο δεν ήταν τόσο καταρτισμένος, ειδικά το 1965 κι ενώ ήταν μόλις 8 χρόνια κάτοικος των ΗΠΑ, ώστε να δικαιολογείται το βάθος και η νοηματική-υφολογική-εκφραστική αρτιότητα που τον χαρακτηρίζει.
Οπότε πώς το έκανε σύμφωνα με τους κατήγορους του; Έκλεψε, είπαν, κείμενα. Τόσο από ανθρώπους που είχαν σωθεί από τον εφιάλτη του Ολοκαυτώματος όσο και από άγνωστα στη Δύση προπολεμικά πολωνικά βιβλία μυθοπλασίας. Και έβαλε άλλους να του τα γράψουν.
Πολλοί τον είχαν και στην μπούκα επειδή είχε γίνει διάσημος μιλώντας για κάτι που δεν έζησε. «Δεν ήσουν εκεί ούτε εσύ ούτε η οικογένειά σου», μια μόνιμη κατηγορία που άκουσε από (Εβραίους κυρίως) κριτικούς.
Λες και έπρεπε να απολογηθεί για την τύχη, γιατί περί τέτοιας επρόκειτο, που επέτρεψε στην οικογένειά του να δραπετεύσει πριν ξεχυθεί το κακό από τη Γερμανία. Είχαν αλλάξει εγκαίρως επώνυμο (το κανονικό τους, Λέβινκοπφ, πρόδιδε αμέσως την καταγωγή τους), ενώ τους είχε δώσει καταφύγιο μια οικογενειακή Καθολικών.
Αυτά βέβαια θα γινόντουσαν γνωστά πολύ αργότερα, αφού στον Γιέρζι Κοζίνσκι άρεσαν τα… ψέματα, απολάμβανε το θόρυβο και ένας ψυχολόγος θα μας έλεγε πως είχε και διπολικές τάσεις. Έδινε έτσι, ακούσια ή όχι, πάτημα στους επικριτές του.
Να, για παράδειγμα, είχε πει πως αποχωρίστηκε την οικογένεια του στη διάρκεια του πολέμου και ότι έμενε με κακόβουλους χωρικούς, ζώντας διάφορα φριχτά γεγονότητα. Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν έμεινε δίχως τους δικούς του εκείνη την φουλ ταραγμένη περίοδο.
Και δεν σταματάει εκεί. Είχε δώσει κι άλλες λαβές για σχόλια προκειμένου να τον πλασάρουν ως άτομο αμφιβόλου ηθικής πυξίδας. Όπως το γεγονός πως ο πρώτος του γάμος, το 1962, ήταν ξεκάθαρα ωφελιμιστικός. Με μια πλούσια, αλκοολική χήρα βιομήχανου, κατά πολύ μεγαλύτερη του. Έτσι μπόρεσε να πάρει και την αμερικανική υπηκοότητα.
Η Μέρι Χάουρντ Γουάιρ όπως λεγόταν πέθανε το 1968. Εκείνη την εποχή είχε ήδη αρχίσει η σχέση του με την Κίκι φον Φράουνχοφερ, που καταγόταν από μια αριστοκρατική βαυαρική οικογένεια. Θα γινόταν η σύντροφος της ζωής του. Όσο καιρό ήταν μαζί έγραψε ακόμα 6 μυθιστορήματα, αφιερωμένα όλα σε αυτήν.
Το τραγικό του τέλος είχε ξεκάθαρη αιτία…
Με την Φον Φράουνχοφερ παντρεύτηκε το 1987, περισσότερο για να της ανταποδώσει την αφοσίωση ετών και τη συνεχή βοήθειά της στη δουλειά του και στην καθημερινότητά του. Της ήταν ολότελα άπιστος, κινούμενος στα όρια του σεξομανούς. Το ήξερε, τον συγχωρούσε.
Αυτή ήταν που τον βρήκε νεκρό. Στις 3 Μάϊου του 1991, ο Γιέρζι Κοζίνσκι, 57 χρονών τότε, πήρε μια χούφτα υπνωτικά χάπια, έκατσε στην μπανιέρα και έδεσε μια πλαστική σακούλα στο κεφάλι του. Αυτοκτόνησε με τρόπο που είχε περιγράψει στο τελευταίο μυθιστόρημά του. Στο αποχαιρετιστήριο σημείωμα του, έγραψε: «Θα κοιμηθώ τώρα για λίγο περισσότερο από το συνηθισμένο. Πείτε το Αιωνιότητα».
Ειπώθηκε τότε πως αποφάσισε να δώσει τέλος στη ζωή του λόγω των καρδιακών προβλημάτων που αντιμετώπιζε, καθώς και λόγω της τρόμου που ένιωσε, επειδή είχε αρχίσει να ξεχνάει πράγματα, πως πάθαινε Αλτσχάιμερ. Αλλά όσοι τον ήξεραν καλά, απέδωσαν ξεκάθαρα σε βαθιά κατάθλιψη την αιτία της πράξης του.
Μια ασθένεια που πήγαζε από την εποχή που άρχισαν να τον αμφισβητούν. Που από τα ψηλά βρέθηκε στα χαμηλά. Ήταν ένας βραβευμένος, ακαδημαϊκός συγγραφέας. Με βιβλία που έκαναν τρελές πωλήσεις και γινόντουσαν ως και κινηματογραφικές μεταφορές, όπως το αριστουργηματικό «Να είσαι εκεί κύριε Τσανς» (Being There) με τον Πίτερ Σέλερς.
Απολάμβανε φήμη και κύρος ως εξέχων μέλος της αμερικανικής λογοτεχνικής κοινότητας και όλοι ήθελαν να τον έχουν πλάι τους (ως και σε ταινία με τον Γουόρεν Μπίτι είχε συμμετάσχει). Και ξάφνου, εν μια νυχτί σχεδόν, είχε γίνει παρίας, απατεώνας…
Οι κριτικοί άρχισαν να τον λοιδορούν, να εξαπολύουν βέλη εναντίον του. Και τι δεν ισχυρίστηκαν. Ότι από πίσω από τον Γιέρζι Κοζίνσκι ήταν στην πραγματικότητα ένας συγγραφέας-φάντασμα, ένας Άγγλος με Οξφορδιανή εκπαίδευση, ονόματι Πίτερ Σκίνερ. Πως είναι μεγαλύτερη λογοτεχνική απάτη των τελευταίων πολλών ετών, ένας σκοτεινός τύπος που εκβίαζε και απειλούσε.
Ο ίδιος ποτέ δεν αρνήθηκε πως είχε βοηθούς, επιμελητές κειμένων. Για να μην κάνει λάθη, για να τον βοηθούν να διατυπώσει με πιο σωστές λέξεις τις σκέψεις του σε μια γλώσσα που δεν ήταν η μητρική του – όσο κι αν είχε έφεση στις ξένες γλώσσες, ήξερε και ρωσικά, γερμανικά. Αλλά επέμενε σταθερά πως η σύλληψη όλων των ιδεών για την πλοκή των έργων του ήταν αποκλειστικά δική του, όπως και οτιδήποτε είχε γραφτεί.
Ουσία είναι πως έπαψε να είναι ο σούπερ σταρ των γραμμάτων. Ακόμα και αρκετοί φαν του άρχισαν να τον προσεγγίζουν με καχυποψία. Εξαφανίστηκε από το προσκήνιο. Σπάνια έκανε δημόσιες εμφανίσεις, ο γάμος του με την Φον Φράουνχοφερ έγινε με μόλις 28 καλεσμένους, τον περισσότερο καιρό βρισκόντουσαν εκτός ΗΠΑ.
Και το 1991, ο Γιέρζι Κοζίνσκι έβαλε τέλος στη ζωή του. Αφήνοντας πίσω του ένα αίνιγμα για το ποιος ήταν πραγματικά. Ένας χαρισματικός αφηγητής ιστοριών ή ένας κοινός λογοκλόπος; Όλα δείχνουν, πάντως, πως η επίθεση που του έγινε ήταν άδικη και σκληρή.
Μπορεί να μην ήταν τόσο δεινός συγγραφικά όσο θεωρήθηκε αρχικά, και όντως πολλά κομμάτια των κειμένων του να ανήκαν στην πραγματικότητα σε άλλους που τέσταραν το πόσο καλά ήταν γραμμένα στα αγγλικά τα κείμενά του ή τον βοηθούσαν να διατυπώσει σωστά τις σκέψεις του. Αλλά αυτό δεν τον κάνει «απάτη». Σε καμία περίπτωση.