Περιεχόμενα
Ο Γουίλιαμ Βέρες είναι ένας άνθρωπος με σκοτεινό παρελθόν και «βαρύ φάκελο»: οι Αρχές τον έχουν κατηγορήσει για παράνομο εμπόριο έργων τέχνης σε όλη την Ευρώπη. Τι αποφάσισε να κάνει ο κύριος Βέρες; Να εξασφαλίσει ότι θα μείνει εκτός φυλακής, αναζητώντας έναν από τους πιο εμβληματικούς πίνακες της Ιστορίας, που αγνοείται εδώ και πολλά χρόνια: το έργο του Καραβάτζιο «Nativity With St. Francis and St. Lawrence».
Σκηνή 1η: Ένας Καραβάτζιο μείον
Το φθινόπωρο του 1969, μετά από μια νύχτα σφοδρών καταιγίδων και βροντών, μια επιστάτις βγήκε αλαφιασμένη από μια μπαρόκ εκκλησία στην παλιά πόλη του Παλέρμο, στη Σικελία. Δακρυσμένη, η γυναίκα μόλις είχε ανακαλύψει ότι ένας ανεκτίμητος πίνακας του Καραβάτζιο που κρεμόταν πάνω από το βωμό είχε κλαπεί.
Περισσότερο από μισό αιώνα μετά, η τύχη του πίνακα αυτού, που δημιουργήθηκε το 1609 και κοστολογείται για τουλάχιστον 20 εκατομμύρια δολάρια, αγνοείται – κι όχι μόνο αγνοείται, αλλά παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα άλυτα μυστήρια του κόσμου της τέχνης. Υπάρχει η έντονη υποψία ότι βρέθηκε στα χέρια της ιταλικής Μαφίας – όπως και να έχει, το FBI έχει κατατάξει την υπόθεση Καραβάτζιο στο Top-10 εγκλημάτων τέχνης στον κόσμο.
Περισσότερα από 50 χρόνια μετά την εξαφάνιση του πίνακα, ίσως να έχει βρεθεί μια χαραμάδα αισιοδοξίας, ώστε να μπορέσει να βρεθεί και να ανακτηθεί το έργο του Καραβάτζιο. Έστω κι αν η ελπίδα, είναι ένας σκιώδης έμπορος έργων τέχνης, που αναγκάζεται να συνεργαστεί με τις Αρχές για να μην περάσει την υπόλοιπη ζωή του στη φυλακή – μάλλον σοφή επιλογή για έναν άνθρωπο 69 ετών, που δεν έχει όλη τη ζωή μπροστά του: ο Αγγλο-Ούγγρος έμπορος έργων τέχνης ονόματι Γουίλιαμ Βέρες, καλείται να λύσει μια από τις πιο σημαντικές υποθέσεις στην ιστορία των εγκλημάτων τέχνης, που ποτέ δεν ξεχάστηκε και ποτέ δεν μπήκε στο αρχείο.
Σκηνή 2: Καραβατζιο αναζητείται
Ο Βέρες συνελήφθη στο σπίτι του στο Λονδίνο το 2018, κατηγορούμενος από τους εισαγγελείς στη Σικελία ότι διοικούσε ένα πανευρωπαϊκό κύκλωμα λαθρεμπορίου αποτελούμενο από τυμβωρύχους, παραχαράκτες, λαθρέμπορους και διακινητές, μερικοί από τους οποίους σχετίζονται με τη Μαφία της Σικελίας. Ο Βέρες, που ειδικεύεται στα αρχαία νομίσματα και είναι γνωστός σε όσους έχουν «δουλέψει» μαζί του ως «Ο Καθηγητής», συναντήθηκε με την υπηρεσία της Ιταλικής Αστυνομία που μάχεται με τη Μαφία, την «Direzione Investigativa Antimafia» (DIA), η οποία του υποσχέθηκε ότι θα τον βοηθήσει να ξεμπλέξει με τους εισαγγελείς, τα διεθνή εντάλματα και τα μπλεξίματα κάθε είδους, αν καταφέρει να βρει τον πίνακα του Καραβάτζιο.
Η αναζήτηση αυτού του «Άγιου Δισκοπότηρου» και ταυτόχρονα της κάρτας «Βγες από τη Φυλακή» για τον Βέρες, έχει κρατήσει ήδη τρία χρόνια και έγινε μέχρι και πόντκαστ του Σάιμον Γουίλις, με τίτλο «The Professor: The Hunt for the Mafia’s Missing Masterpiece». Ο Βέρες και ο Γουίλις ταξίδεψαν σε όλη την Ευρώπη, συναντώντας εκτελεστές και πληροφοριοδότες της Μαφίας, συνταξιούχους αστυνομικούς και άτομα του υποκόσμου, φτάνοντας εκεί που δεν είχε καταφέρει ποτέ να πατήσει το πόδι της η Ιταλική Αστυνομία.
Οι διασυνδέσεις του Βέρες με άτομα που εργάστηκαν ή εξακολουθούσαν να εργάζονται για λογαριασμό της Μαφίας, αποδείχθηκαν πολύτιμες. «Κάποια στιγμή, κάποιος μέσα στη Μαφία θα πάρει τη μεγάλη απόφαση για το αν θα δώσει πίσω τον πίνακα και με ποιους όρους», ακούγεται να λέει ο Βέρες στο πόντκαστ.
Τον τελευταίο μισό αιώνα, ο πίνακας του Καραβάτζιο έχει γίνει σύμβολο της δύναμης της μαφίας. Το 1989, ένα μέλος της Μαφίας παραδέχτηκε ότι έκλεψε τον πίνακα, αλλά πέραν τούτου, ουδέν για τις Ιταλικές Αρχές. Στο πόντκαστ αποκαλύπτεται πώς μια έρευνα της ιταλικής αστυνομίας για τον πίνακα ματαιώθηκε τη δεκαετία του 1990 και ακούγεται η συζήτηση που έκανε πριν λίγους μήνες ο Σάιμον Γουίλις με τον αξιωματικό που ήταν επικεφαλής για πολλά χρόνια στις έρευνες για τον πίνακα, τον Φερντινάντο Μουσέλα. Ο Μουσέλα, το 1997, ανέκρινε έναν πρώην μαφιόζο, για τον οποίο μάρτυρες είπαν ότι είχε προσπαθήσει να πουλήσει τον πίνακα τη δεκαετία του 1970.
Περίπου την ίδια εποχή, αυτός ο μαφιόζος ήταν σωματοφύλακας ενός ανερχόμενου κατασκευαστή ακινήτων στο Μιλάνο, ονόματι Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Μέχρι το 1997, ο Μπερλουσκόνι είχε υπηρετήσει την πρώτη του θητεία ως πρωθυπουργός και σύντομα θα επέστρεφε στην εξουσία. Σύμφωνα με τον Μουσέλα, έλαβε την εντολή από την Εισαγγελία να σταματήσει τις έρευνες, ενώ η ανάκριση – κατάθεση εκείνου του μαφιόζου και σωματοφύλακα του Μπερλουσκόνι, καταχωνιάστηκε στα συρτάρια. «Δεν νομίζω ότι είναι σκόπιμο να μιλήσουμε για αυτά τα πράγματα», ακούγεται να λέει ο Μουσέλα.
Σκηνή 3: Στα ίχνη του Καραβάτζιο
Ο Βέρες έπρεπε να κάνει τη δική του έρευνα, με τον δικό του τρόπο, τις δικές του διασυνδέσεις και με τον χρόνο να μην είναι σύμμαχός του. Η συμφωνία του με την DIA «διευκολύνθηκε» από τον Άρθουρ Μπραντ, έναν αυτοαποκαλούμενο «ντετέκτιβ τέχνης» γνωστό για την ανάκτηση διάσημων κλεμμένων πινάκων. Οι δυο τους συνθέτουν ένα ετερόκλητο και πολύ ενδιαφέρον δίδυμο. Ο μεν Βέρες, δανδής, πάντα καλοντυμένος και με καλούς τρόπους (λόγω των «κύκλων» όπου κινούνταν σε όλη του την «καριέρα), ο δε Μπραντ ένας τηλεοπτικός σταρ στην Ολλανδία, παρουσιαστής του «De Kunstdetective» («The Art Detective») και συγγραφέας.
Η αναζήτησή τους για τον πίνακα του Καραβάτζιο είναι μια ιστορία για «κλέφτες και αστυνόμους», απατεώνες, παραχαράκτες, εμπόρους ναρκωτικών και διεφθαρμένους πολιτικούς. Ο Βέρες, κινείται μόνιμα στις παρυφές της παρανομίας, διακινδυνεύοντας να υποπέσει σε ακόμα περισσότερα εγκλήματα προκειμένου να πετύχει τον στόχο του. Ο Μπραντ, είναι διατεθειμένος να τον ακολουθήσει ως τα άκρα. «Υπάρχουν μερικοί γ@μημένοι ηλίθιοι σε αυτή την Υπηρεσία, που δεν έχουν ανακτήσει ποτέ τίποτα, που απλώς ζηλεύουν εμένα και άλλους ανθρώπους και λένε πάντα αυτές τις ιστορίες», είπε ο Μπραντ στον Σάιμον Γουίλις.
Τελικά, όσο αμφισβητήσιμη κι αν είναι η τακτική τους, η αναζήτηση του Βέρες έχει φέρει αποτέλεσμα: ο πίνακας του Καραβάτζιο είναι στα χέρια της Μαφίας. Κι αν οι Αρχές θέλουν πραγματικά να τον πάρουν πίσω από τη μαφία, πρέπει πρώτα να εντοπίσουν έναν από τους πιο διαβόητους Μαφιόζους, που ξέρει πώς να κρύβεται καλά…