Η ιστορία του Τόμας Μπρους, 7ου  Λόρδου Έλγιν και του… κατορθώματός του να κλέψει τα Γλυπτά του Παρθενώνα ήλθε στο προσκήνιο πολύ έντονα τις τελευταίες ημέρες. Οι περισσότεροι, βέβαια, εστιάζουν στη αμφιλεγόμενη (στην καλύτερη περίπτωση) προσωπικότητα του Βρετανού ευγενή, την μανία αρπαγής που είχε, τον περιπετειώδη γάμο του, την οικονομική του καταστροφή και την ασθένεια που του παραμόρφωσε το πρόσωπο και του στοίχισε τη ζωή.

Λίγοι έχουν ασχοληθεί με το πιο σημαντικό ζήτημα: Πώς κατάφερε να βάλει χέρι στους θησαυρούς της Ακρόπολης και πώς προσπάθησε με δόλιο τρόπο να λεηλατήσει και άλλους σπάνιους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Ελλάδας.

Αυτό το μέρος της σκοτεινής ιστορίας θα’ πρεπε να μας απασχολεί περισσότερο. Επειδή όσο περνούν τα χρόνια, τόσο εγείρονται και περισσότερα ερωτηματικά για τη νομιμότητα της διαδικασίας αρπαγής. Αυτή η διαδικασία και η εγκυρότητά της είναι το κομβικό επιχείρημα του Βρετανικού Μουσείου, που πράγματι αγόρασε τους θησαυρούς της Ακρόπολης από τον Έλγιν αντί 35.000 στερλινών, αλλά επιμένει ότι ο ίδιος τους είχε αποσπάσει με νόμιμο (για την εποχή) τρόπο: Με φιρμάνι του σουλτάνου Σελήμ Γ’, που του επέτρεπε να κάνει ό,τι έκανε.

Αυτό το φιρμάνι, βέβαια, δεν υπάρχει. Κανείς εν το έχει δει. Υπάρχει μόνο μια μεταγενέστερη μετάφρασή του, μάλιστα στα ιταλικά! Και σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, δεν επρόκειτο καν για φιρμάνι, αλλά για μια επιστολή ενός ανώτερου διοικητικού υπαλλήλου μεν, αλλά πολύ κατώτερου ιεραρχικά από τον σουλτάνο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τον μόνο που είχε το δικαίωμα να υπογράφει φιρμάνια.

Ποιον είδε ο Έλγιν στην Κωνσταντινούπολη;

Ακρόπολη Λόρδος Έλγιν γλυπτά Βρετανία
(Photo by Hulton Archive/Getty Images)

Ας τα πάρουμε από την αρχή.

Δεν είναι σίγουρο αν εξαρχής είχε μπει στο μυαλό του Έλγιν να αποσπάσει τα Γλυπτά ή αν προέκυψε στην πορεία. Πιθανόν να είχε αρχικά στο μυαλό του απλά να εξετάσει από κοντά τους θησαυρούς της Ακρόπολης, να χρησιμοποιήσει τεχνίτες και σχεδιαστές ώστε να φτιάξει εκμαγεία και σχέδια για να τα αναπαράγει για το αρχοντικό, που είχε υποσχεθεί στην (τότε) αγαπημένη του σύζυγο.

Σύμφωνα μ’ αυτά που δέχεται και η ελληνική πλευρά, οι αρχικές επισκέψεις του Έλγιν και της ομάδας του στην Ακρόπολη είχαν ακριβώς αυτό το σκοπό. Βεβαίως, οι Οθωμανοί διοικητές στην Αθήνα λόγω του έντονου ενδιαφέροντος που έδειχνε του έκαναν τη ζωή δύσκολη, προφανώς για να εξασφαλίσουν γερό μπαξίσι. Μετά από ένα ολόκληρο εξάμηνο αναμονής η ομάδα του Έλγιν πήρε την άδεια να επισκεφθεί από κοντά το χώρο, αλλά μόνο όταν υποσχέθηκε «αμοιβή» 5 λιρών στον πασά για κάθε ημέρα που θα περνούσε κοντά στους αρχαιολογικούς θησαυρούς.

Εκεί διαπίστωσε και την απόλυτη αδιαφορία των Οθωμανών για το μνημείο και, όπως δείχνουν τα πράγματα, ωρίμασε η ιδέα αντί να προσπαθήσει να αναπαραστήσει τα μνημεία, να αποσπάσει όσα μπορούσε απ’ αυτά. Όταν οι εργασίες διακόπηκαν βιαίως, επειδή η οθωμανική διοίκηση φοβήθηκε στρατιωτική δράση των Γάλλων και απαγόρεψε την είσοδο στο χώρο (ορισμένα σημεία της Ακρόπολης είχαν χρησιμοποιηθεί ως πυριτιδαποθήκες), ο Έλγινε αποφάσισε να προχωρήσει σε πιο δραστικά μέτρα. Έτσι έκανε το διαβόητο ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, προκειμένου να εξασφαλίσει την «άδεια» του σουλτάνου για να αποσπάσει τους θησαυρούς.

Τι ακριβώς έγινε στην Κωνσταντινούπολη είναι ακόμα πιο σκοτεινό. Αν ο Έλγιν είδε πράγματι τον σουλτάνο Σελήμ Γ’ δεν έχει καταγραφεί, παρ’ ότι υπάρχουν (και διασώζονται ακόμα) λεπτομερέστατα διπλωματικά αρχεία της Αυτοκρατορίας (και μην ξεχνάμε ότι ο Έλγιν ήταν πρεσβευτής, έκτακτος έστω, της Μεγάλης Βρετανίας στην Πύλη), οπότε η συνάντησή του θα είχε καταγραφεί, ο σουλτάνος δεν έκανε ιδιωτικές συναντήσεις με ξένους.

Όσο για το ίδιο το φιρμάνι, δεν βρέθηκε ποτέ. Πολύ παράξενο, επειδή όλα τα φιρμάνια (διαταγές) με την υπογραφή του εκάστοτε σουλτάνου έχουν αρχειοθετηθεί και διατηρούνται σε άριστη κατάσταση. Μάλιστα υπήρξε και σχετική έρευνα από Τούρκους ειδικούς, οι οποίοι τονίζουν ότι δεν βρέθηκε τέτοιο φιρμάνι, αλλά μια επιστολή που γράφτηκε στο (επίμαχο) διάστημα από 27 Ιουνίου-7 Ιουλίου 1801 κι έχει την υπογραφή του καϊμακάμη Σεγκούτ Αμπτουλάχ. Ο καϊμακάμης ήταν τίτλος ανώτερου κρατικού υπαλλήλου, από τον μέγα βεζίρη (πρωθυπουργό) μέχρι κυβερνήτη βιλαετιού (διοικητικής περιφέρειας), οπότε ο συγκεκριμένος ήταν σαφώς σημαίνον πρόσωπο, αλλά σε καμία περίπτωση σουλτάνος.

Σώζεται μόνο το αντίγραφο!

Αυτή η επιστολή, που συντάχθηκε στην αραβική γραφή (με την οποία γραφόταν τότε η τουρκική γλώσσα) μεταφράστηκε στα ιταλικά από τον Πιζιάνι, γραμματέα της βρετανικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη. Το αντίγραφό της είναι το μόνο που σώζεται και περιφέρεται ως αποδεικτικό στοιχείο της νομιμότητας, ωστόσο τα όσα αναφέρει το κείμενο προκαλούν ακόμα μεγαλύτερο μπέρδεμα.

Ακρόπολη Λόρδος Έλγιν γλυπτά Βρετανία

Στο επίμαχο σημείο της επιστολής, στο οποίο υποτίθεται ότι δίνεται άδεια για την απόσπαση θησαυρών, η διατύπωση έχει ως εξής: «Κανένας να μην αναμειχθεί με τα ικριώματα ή τα εργαλεία τους, ούτε να τους εμποδίσει να πάρουν μερικά κομμάτια πέτρας με επιγραφές και γλυπτά». Στα ιταλικά «qualque pezzi di pietra con incrizioni e figure».

Από αυτή τη διατύπωση φαίνεται καθαρά η προσπάθεια θόλωσης της εικόνας. Προφανώς ο Έλγιν είχε δώσει στον καϊμακάμη την εντύπωση ότι θα έπαιρνε κάποια θραύσματα που είχαν ήδη αποκολληθεί από το μνημείο ή θα εκτελούσε ανασκαφές στο γύρω χώρο για να βρει καινούργια στοιχεία, όχι να ξηλώσει τις μετώπες του Παρθενώνα και να πάρει ολόκληρη Καρυάτιδα από το Ερέχθειο.

Το αν και κατά πόσο ο καϊμακάμης (που δεν είχε καν θεσμική σχέση με τη διοικητική περιφέρεια της Αθήνας) είχε δικαίωμα υπογραφής και άδειας για όσα έγιναν είναι κι αυτό πολύ σκοτεινό. Η ουσία είναι ότι ο Έλγιν και η ομάδα του με όπλο αυτό το αμφιλεγόμενο έγγραφο βρήκαν την ευκαιρία να δουλέψουν ανενόχλητοι επί δύο χρόνια και να αποσπάσουν συνολικά 253 αρχαιότητες από το χώρο.

Απορρίφθηκαν λόγω… βάρους οι Λέοντες των Μυκηνών

Ευρέως γνωστό δεν είναι επίσης ότι ο Έλγιν λιγουρευόταν και άλλους αρχαιολογικούς θησαυρούς σε όλη την περιοχή της Ελλάδας και μάλιστα κατάφερε να στείλει στην Αγγλία αρκετά αντικείμενα από πολλές περιοχές, όπως την Αίγινα, τους Δελφούς, τη Νεμέα, την Τίρυνθα και την Ελευσίνα. Πουθενά, όμως, δεν προκάλεσε τόσο εκτεταμένη καταστροφή, όσο στην Ακρόπολη.

Οι λόγοι ήταν περισσότερο τεχνικοί και οικονομικοί, παρά ηθικοί. Για παράδειγμα, ήθελε να ξηλώσει τους Λέοντες της Πύλης από τις Μυκήνες! Όταν, όμως, του εξήγησαν πόσο δύσκολη δουλειά θα ήταν αυτή, λόγω του μεγάλου βάρους των αγαλμάτων, εγκατέλειψε την ιδέα. Παρόμοιος ήταν και ο σκεπτικισμός του για την Αρχαία Ολυμπία, στην οποία μάλιστα έστειλε και τον φίλο του λοχαγό Λέινι. Κρίθηκε ότι θα ήταν οικονομικά ασύμφορο να μεταφερθεί οτιδήποτε από την περιοχή εκείνη στην Αθήνα. Έτσι «γλύτωσαν» αυτοί οι αρχαιολογικοί θησαυροί από την αρχαιοελληνική μανία του Έλγιν, ο οποίος μάλιστα ήθελε να πείσει τους συμπατριώτες του ότι βοηθούσε στη διάσωση των θησαυρών.