Όσοι αγαπάτε τον ελληνικό κινηματογράφο και γνωρίζετε απ’ έξω κι ανακατωτά τίτλους, χαρακτηριστικές σκηνές και ατάκες από τις ελληνικές ταινίες της χρυσής εποχής, σκαλίστε τη μνήμη σας: Θυμάστε μία, έστω μία, ταινία που ο Μάνος Κατράκης γύρισε ερωτική σκηνή με γυμνό;
Μην κοπιάζετε άδικα. Δεν θα βρείτε καμία. Ακόμα κι όταν του δόθηκε η ευκαιρία στο πιάτο, και μάλιστα με παρτενέρ την λαχταριστή Ζωή Λάσκαρη, ο Μάνος Κατράκης το αρνήθηκε κατηγορηματικά. Όχι μόνο λόγω της διαφοράς ηλικίας, αλλά και του γενικότερου προφίλ που καλλιέργησε στο κινηματογραφικό πανί.
Γεννημένος το 1908 στο Καστέλλι Κισσάμου στην Κρήτη, ο Μάνος Κατράκης μπορεί να ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός πριν κλείσει τα 20 του χρόνια (συμμετείχε, μάλιστα, στην πρώτη ελληνική βουβή ταινία, το 1929), όμως η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου ( από το 1955 ως το 1970) τον βρήκε σε ηλικία που δεν θα μπορούσε να παίξει τον ζεν πρεμιέ.
Στις εποχές που ήταν νέος, οι κινηματογραφικές ταινίες είχαν τέτοιο περιεχόμενο που δεν επέτρεπαν καν την υποψία ερωτικής σκηνής με γυμνό. Κι όταν τα κινηματογραφικά ήθη χαλάρωσαν κάπως, ο ίδιος είχε πια φτιάξει το προσωπικό του προφίλ. Διεκδικούσε ρόλους σοβαρούς, του μεγαλογιατρού, του εφοπλιστή, του τσιφλικά, του βιομήχανου, με κύρος και δύναμη στην κοινωνία. Γι’ αυτό και δεν τον επέλεγαν για κωμωδίες.
Ακόμα και στη μοναδική κωμωδία που έπαιξε, το Κακός, Ψυχρός κι Ανάποδος του 1969 με πρωταγωνιστή τον Κώστα Χατζηχρήστο, ο Μάνος Κατράκης υποδύθηκε τον σοβαρό μεγαλογιατρό που τελικά σώζει τον βασικό ήρωα. Στο ρεπερτόριό του δεν είχε ούτε μία αστεία ατάκα.
Το ζήτημα, όμως, που έμεινε στην ιστορία ως απαράβατος όρος ήταν η παρουσία του στην ταινία Ιστορία Μιας Ζωής της Φίνος Φιλμ, το 1965. Μια ιδιαίτερα τολμηρή για τα δεδομένα της εποχής ταινία, που παρουσίαζε την ιστορία μιας χωριατοπούλας, η οποία αναγκάζεται να φύγει από το χωριό της όταν μαθαίνουν την ερωτική σχέση που είχε με τον μεγαλοτσιφλικά της περιοχής (Αθηνόδωρο Προύσαλη) και καταφεύγει στην Αθήνα, όπου μετά από πολλές δουλειές παντρεύεται τον μεγαλοαστό Μικέ Παπαδήμα. Τον οποίο υποδύθηκε ο Μάνος Κατράκης.
Το σενάριο προέβλεπε αρκετές ημίγυμνες παρουσίες της Λάσκαρη, τόσο στις σκηνές με τον χωριάτη Προύσαλη, όσο και στα πρώτα της βήματα στην Αθήνα, όταν στο σπίτι που δουλεύει ως υπηρέτρια της ρίχνεται ο γιος της οικογένειας (Ανδρέας Ντούζος). Η Ζωή Λάσκαρη, άλλωστε, δεν φοβήθηκε ποτέ να δείξει το καλλίγραμμο σώμα της στο φακό, ακόμα και πιο αποκαλυπτικά σε σχέση με τα όσα ίσχυαν τότε (χαρακτηριστική στιγμή το γυμνό στον Κατήφορο, την πρώτη της ταινία το 1961, όταν την τσιτσιδώνει και την εγκαταλείπει στις ερημιές ο Νίκος Κούρκουλος).
Μάνος Κατράκης: Ντροπή αν υπάρξουν τέτοιες σκηνές
Κάποιες σκηνές προέβλεπαν ερωτικές περιπτύξεις και με τον Κατράκη, κατά τη διάρκεια του έρωτά τους. Μόλις, όμως, ο Μάνος Κατράκης διάβασε το σενάριο του Γιάννη Δαλιανίδη, του τηλεφώνησε και του ξεκαθάρισε ότι δεν επρόκειτο να παίξει το ρόλο. Μοναδικός του όρος να μην γυριστούν οι ερωτικές σκηνές ή να αντικατασταθούν από πολύ πιο αθώα πλάνα. Αγκαλιές, χειροφιλήματα, τέτοια.
Ο Δαλιανίδης, που γνώριζε από χρόνια το γκελ που έκανε το γυμνό στο κοινό, επέμεινε. Δεν μπόρεσε, όμως, να κάμψει την αντίσταση του Κατράκη. Ο οποίος είπε ότι δεν είχε γυρίσει ποτέ ερωτική σκηνή στον κινηματογράφο και ούτε επρόκειτο να το κάνει. «Ντροπή, εγώ είμαι 58 ετών κι εκείνη 24», ήταν η χαρακτηριστική του φράση. Είπε, άλλωστε, ότι τέτοιες σκηνές δεν είναι βασικές του σεναρίου κι ενδεχομένως η μεγάλη διαφορά ηλικίας που είχε από την νεαρή ηθοποιό θα σκανδάλιζε το κοινό, παρά θα το ικανοποιούσε.
Τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Η ταινία γυρίστηκε μεν, αλλά όπως ακριβώς ήθελε ο Μάνος Κατράκης. Οι ερωτικές σκηνές δεν λείπουν από το έργο, αλλά δεν περιλαμβάνονται στο ρόλο του Κατράκη. Ο οποίος συνέχισε έτσι και μέχρι το τέλος της καριέρας του.
Η κινηματογραφική ιστορία, βέβαια, τα έφερε έτσι που υπάρχει μια σκηνή με τη Λάσκαρη νεγκλιζέ και τον Κατράκη στο πλάνο, αλλά είναι κάθε άλλο παρά ερωτική. Αρκετά χρόνια αργότερα στην ταινία Αυτοί Που Μίλησαν με το Θάνατο (1970) ο Κατράκης, ως διερμηνέας των Γερμανών κατακτητών, ανακρίνει με βασανιστήρια τη Λάσκαρη, η οποία εμφανίζεται με γαλάζιο μεσοφόρι.