Περιεχόμενα
Το ρεπορτάζ των ελληνικών αθλητικών σάιτ, έλεγε έναν χρόνο πριν: «Στη λίστα της ΑΕΚ για να αναλάβει τον πάγκο της βρίσκεται ο Αργεντίνος προπονητής, Ματίας Αλμέιδα! Ο Αργεντίνος τεχνικός φέρεται να είναι έτοιμος να αποχωρήσει από το MLS και τη Σαν Χοσέ, στην οποία βρίσκεται από το 2018 και η «Ένωση» βρίσκεται σε επαφή μαζί του. Από την ΑΕΚ θεωρείται μία πολύ καλή περίπτωση, ενώ και ο ίδιος φαίνεται πως έχει έντονο ενδιαφέρον για αναλάβει τον πάγκο της. Πρόκειται για έναν προπονητή με πλούσιο βιογραφικό εντός κι εκτός των τεσσάρων αγωνιστικών γραμμών». Έναν χρόνο μετά, οι – όποιες – αμφιβολίες μπορεί να είχαν οι άνθρωποι και οι φίλοι της ΑΕΚ, έχουν πάει περίπατο, ακριβώς όπως και οι – όποιες – δεύτερες σκέψεις μπορεί να είχε ο ίδιος, για το αν πρέπει ή όχι να κάνει το «μετέωρο βήμα» και να έρθει στην Ελλάδα.
Από το 2015, που η ΑΕΚ επέστρεψε στη μεγάλη κατηγορία, μέχρι το ξεκίνημα της τρέχουσας σεζόν, ο πάγκος της δεν έμοιαζε απλά με ηλεκτρική καρέκλα, αλλά με το θρόνο του «Game of Thrones»: όποιος τολμούσε να ξαποστάσει στον κιτρινόμαυρο πάγκο, «έχανε το κεφάλι του» με μια σεμνή τελετή, αργά ή γρήγορα. Τον Δέλλα διαδέχθηκε ο Πογέτ, ήρθε ο Κετσπάγια και έφυγε γρήγορα, ήρθε κι έφυγε ακόμα πιο γρήγορα ο Μοράις. Επέστρεψε ο Χιμένεθ και πήρε το πρωτάθλημα, ακολούθησε ο Ουζουνίδης, είχαμε την «Τρίτη Παρουσία» του Χιμένεθ, τις «ομορφιές» με Καρντόσο, τον «υπηρεσιακό» Κωστένογλου που έγινε μόνιμος και τον Καρέρα. Ξανά Χιμένεθ, μετά Μιλόγεβιτς, μετά Γιαννίκης και Οφρυδόπουλος για να βγει η σεζόν. Με άλλα λόγια, ένας κανονικός χαμός – πόσοι άραγε πίστευαν ότι στο πρόσωπο του Ματίας Αλμέιδα θα έβρισκε η ομάδα έναν προπονητή που μπορεί και να ταυτιστεί με την «τρέλα» των οπαδών και να φτιάξει μια ομάδα που να μπορεί να παίζει ταυτόχρονα ελκυστικό και ανταγωνιστικό ποδόσφαιρο και να μπορεί να αξιοποιήσει τη φόρα και την ώθηση του νέου γηπέδου;
Ο «σκύλος» της μεσαίας γραμμής
Είναι γέννημα – θρέμμα Ρίβερ Πλέιτ. Αμυντικό χαφ «παλαιάς κοπής», όσο σκληρός έπρεπε, όσο «χαιτέος» όφειλε, έκανε εικόνισμα τη φράση «ή ο παίκτης ή η μπάλα» και δεν ντράπηκε ποτέ να λερώσει το σορτσάκι του κάνοντας ένα μεγαλοπρεπές τάκλιν. «Γυάλισε» στη Σεβίλλη, η οποία το 1996 έδωσε 9 εκατομμύρια δολάρια για να τον αποκτήσει, την εποχή που ήταν εκεί και ο Βασίλης Τσιάρτας (Τσάρτας τότε ακόμα) και ο Πέτρος Μαρινάκης. Έπαιξε στη συνέχεια σε Λάτσιο, Πάρμα, Ίντερ, Μπρέσια στην Ευρώπη και στις Ρίβερ Πλέιτ, Κίλμες, Λιν και Ατλέτικο Φένιξ, ενώ υπήρξε και διεθνής με την εθνική Αργεντινής.
Στη Σεβίλλη μπορεί να πέρασε και να μην ακούμπησε, αλλά στη Λάτσιο έγινε «αφίσα – κάρτα κορνίζα»: «Undici Almeyda», «Εντεκα Αλμέιδα» έγραφε το πανό των οπαδών της Λάτσιο για τον Αργεντινό, που σκιζόταν πάντα στο χορτάρι. Κι εκείνος ανταπέδωσε την αγάπη με τάκλιν, πάθος και τίτλους: ένα Πρωτάθλημα, δυο Κύπελλα, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων, ένα Ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ κι ένα ιταλικό Σούπερ Καπ. Όχι κι άσχημα…
Φόρεσε το προπονητικό κοστούμι για χάρη της Ρίβερ
26 Ιουνίου 2011: μαύρη μέρα για τη Ρίβερ Πλέιτ, καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία της υποβιβάστηκε στη δεύτερη κατηγορία της Αργεντινής. Χωρίς πολλή σκέψη, ο Αλμέιδα ανέλαβε να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά: βγήκε μπροστά αναλαμβάνοντας την αγαπημένη του ομάδα στην πιο δύσκολη καμπή της. Η αποστολή του, ήταν να «κάνει γκελ» η ομάδα: να ακουμπήσει ίσα – ίσα στη β’ κατηγορία, να αναπηδήσει και να ανέβει κατευθείαν στη μεγάλη κατηγορία. Τα κατάφερε, την ανέβασε και έφυγε, καθώς τα αποτελέσματα στη συνέχεια δεν ήταν το ίδιο καλά, τον Απρίλιο του 2013 ανέλαβε την Μπάνφιλντ, με την οποία πέτυχε τον ίδιο στόχο, ανεβάζοντας την στην πρώτη κατηγορία ως πρωταθλήτρια. Υπήρχε όμως ο κίνδυνος να γίνει ο Μπάμπης Τεννές ή ο Γιώργος Παράσχος της Αργεντινής: να γίνει αυτός που μπορεί να ανεβάζει ομάδες στην πρώτη κατηγορία αλλά δεν μπορεί να τις πάει παραπάνω. Οπότε, πήγε εκείνος παραπέρα και μετακόμισε στο Μεξικό και την Τσίβας. Εκεί, διέπρεψε: ένα Clausura, δυο Κύπελλα, ένα Τσάμπιονς Λιγκ Κεντρικής Αμερικής. Οι μεξικανοί οπαδοί τον λατρεύουν, αλλά οι σχέσεις του με την οικογένεια Βεργκάρα, τους ιδιοκτήτες της ομάδας, δεν είναι το ίδιο καλές. Και γίνονται ακόμα χειρότερες, όταν τα αφεντικά αθετούν τη συμφωνία για το πριμ κατάκτησης του Τσάμπιονς Λιγκ, όπου με τον Αλμέιδα οδηγούνται μέχρι και στα δικαστήρια και το διαζύγιο είναι μονόδρομος. Τελευταίος του προπονητικός σταθμός, πριν την ΑΕΚ, το MLS και η Σαν Χοσέ Έρθκουεϊκς.
Η «προίκα» του Μελισσανίδη και η ανταπόδοση
Στην ΑΕΚ ευτύχησε να έρθει τη χρονιά του νέου γηπέδου, της μεγάλης αντεπίθεσης και των σοβαρών επενδύσεων στο αγωνιστικό τμήμα. Ο Δημήτρης Μελισσανίδης τον «προικίζει» με παίκτες όπως ο Βίντα, ο Μουκουντί, ο Γκατσίνοβιτς, ο Ελίασον, ο Σιντιμπέ, ο Πινέδα, ο Γιόνσον. Αλλά η ποιότητα από μόνη της δεν αρκεί – θέλει και το κατάλληλο χέρι να βάλει τα κομμάτια του παζλ στη σωστή θέση.
Ο Αλμέιδα δεν αργεί να βρει πού μπαίνει τι και δεν διστάζει να ανακατέψει την τράπουλα: Λιβάι παιδί μου, στην κορυφή της επίθεσης. Αραούχο, all – around. Γκατσίνοβιτς, εξτρέμ. Στα χέρια του, όλοι οι παίκτες βελτιώθηκαν, βρήκαν ρόλο, έγιναν χρήσιμοι και λειτουργικοί είτε ξεκινούσαν ως βασικοί, είτε έμπαιναν αλλαγή, είτε βρίσκονταν στο rotation του. Κυρίως ο Αλμέιδα τους «έπεισε» όλους πως στα δικά του αποδυτήρια υπάρχει αξιοκρατία και ισονομία, ότι δεν υπάρχουν «παιδιά και αποπαίδια», ότι δεν έχει αδυναμία σε κάποιον ιδιαίτερα, αλλά στην πειθαρχία, στην τάξη και στην ομαδική λειτουργία. Και κάπως έτσι, όποιος κι αν κληθεί να παίξει, παίζει σαν πρωταγωνιστής, ο «απαξιωμένος» Μάνταλος ξανάνιωσε, ο «φευγάτος» Άμραμπατ τα δίνει όλα, ο Μήτογλου ή ο Τζαβέλλας δεν αφήνουν το κενό του Βίντα ή του Μπουκουντί να φανεί, ο Ρότα θυμίζει Γιούρκα, η μεσαία γραμμή είναι συμπαγής, η επίθεση βγάζει φωτιές με εκφραστές τον Λιβάι, τον Αραούχο, τον Τσούμπερ, τον Πινέδα, τον Γκατσίνοβιτς.
«Almeyda: Life and Soul»
15 Μαϊου 2011. Ρίβερ εναντίον Μπόκα. Το πάθος ξεχειλίζει και ο Αλμέιδα αρπάζεται με τον Κλεμέντε Ροντρίγκες, παρόλο που ήταν συμπαίκτες στην Εθνική. Ακολουθεί γενική σύρραξη, ο Αλμέιδα αποβάλλεται αλλά στο δρόμο προς τα αποδυτήρια κάνει μια στάση μπροστά από τη θύρα 12 των φανατικών οπαδών της Μπόκα και φιλάει το «ριβερόσημο» στη φανέλα του. Τρεις αστυνομικοί πέφτουν πάνω του για να τον σώσουν και τον πηγαίνουν σηκωτό στα αποδυτήρια. Ο «καραφλός» άλλωστε, δεν «μάσησε» ποτέ. Γιατί «καραφλός» (pelado), παρότι πάντοτε μαλλιάς και περήφανος «χαιτέος»; Ένας προπονητής του στις ακαδημίες της Ρίβερ Πλέιτ, ο Φεντερίκο Βάιρο, τον φώναζε έτσι γιατί ως πιτσιρικάς ο Αλμέιδα είχε πολύ κοντό μαλλί.
Καραφλός δεν έγινε ούτε όταν το είχε κάνει τάμα να ξυρίσει το κεφάλι του, αν επανέφερε τη Ρίβερ, ως προπονητής, στην πρώτη κατηγορία – απλά τα κούρεψε πολύ κοντά. Αλλά στην άνοδο της Μπάνφιλντ, δεν γλίτωσε την «ψιλή»: τότε οι ποδοσφαιριστές του, τον κούρεψαν στα αποδυτήρια σχεδόν γουλί. Το… απόλυτο γουλί, το εντελώς pelado, το είδαμε τελικά το 2020, όταν κυκλοφόρησε μια φωτογραφία του, κατά τη διάρκεια της καραντίνας, χωρίς ίχνος τρίχας, αφήνοντας μόνο ένα μουστάκι όλο κι όλο.
Όταν εκδόθηκε η αυτοβιογραφία του με τον τίτλο «Almeyda: Life and Soul», μερικές αναφορές του για το ιταλικό ποδόσφαιρο προκάλεσαν σάλο και έντονες αντιδράσεις. «Στην Πάρμα μας δόθηκε ένα IV drip πριν από τους αγώνες. Είπαν ότι ήταν ένα μείγμα βιταμινών, αλλά πριν μπω στο γήπεδο, κατάφερα να πηδήξω ψηλά ως το ταβάνι. Οι παίκτες δεν κάνουν ερωτήσεις, αλλά τα επόμενα χρόνια υπάρχουν περιπτώσεις πρώην παικτών που πεθαίνουν από καρδιακά προβλήματα, υποφέρουν από μυϊκά προβλήματα και άλλα. Νομίζω ότι είναι συνέπεια των πραγμάτων που τους έχουν δοθεί», αναφέρει σχετικά για το θέμα του ντόπινγκ. Στη συνέχεια κάνει λόγο για στημένα παιχνίδια, με την Ιταλία λίγα χρόνια αργότερα πάντως να ταράζεται από το σκάνδαλο «Calciopoli». Αφήνει να εννοηθεί πως η Πάρμα, στην οποία αγωνιζόταν τότε, «έδωσε» ένα παιχνίδι στη Ρόμα, με τους «τζαλορόσι» στο φινάλε της σεζόν 2000/01 να κατακτούν το πρωτάθλημα. Αναφέρεται επίσης στη Μαφία, η οποία απειλούσε τους ποδοσφαιριστές όταν αυτοί είχαν διαφωνίες με τη διοίκηση και τον πρόεδρο. Για την περίοδο του στην Πάρμα, έγραψε επίσης για μια διαφωνία με τον πρώην πρόεδρο και ιδιοκτήτη Στέφανο Τάντσι και είπε για άνδρες που εισέβαλαν στο σπίτι του. «Υπήρχε ένα μήνυμα στον τοίχο, γραμμένο με λάδι μηχανής, ένα μήνυμα από τη Μαφία. Η γυναίκα μου είχε πρόωρο τοκετό μετά από αυτό. Μετά το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, δεν επέστρεψα ποτέ στην Πάρμα».
Στην αυτοβιογραφία του, αναφέρει και ορισμένες καταχρήσεις που έκανε: Ποτό αλλά και τσιγάρο, τον συνόδευαν κατά τη διάρκεια της καριέρας του και ακόμη περισσότερο κατά την παρουσία του στην Ίντερ. Κι όταν το 2005 κρέμασε τα παπούτσια του (παρότι δύο χρόνια μετά επέστρεψε στην ενεργό δράση για τη νορβηγική Λιν), πάλεψε με το τέρας της κατάθλιψης στην αρχή και τον αλκοολισμό. Στις πιο κακές του μέρες, αλκοόλ και αντικαταθλιπτικά μαζί. Πήρε δύναμη από την οικογένειά του και ξαναπάτησε γερά στα πόδια του. «Μια μέρα είδα ένα σχέδιο της κόρης μου που έδειχνε ένα ηλικιωμένο λιοντάρι που ήταν λυπημένο. Ήμουν εγώ αυτό, ήταν κάτι που με χτύπησε εσωτερικά και με έκανε να αρχίσω να συνέρχομαι».
Φωτογραφίες: Eurokinissi, Instagram: @peladoalmeyda