Το «Rolex Daytona Paul Newman», δεν είναι απλά ένα ρολόι. Είναι το «Εξκάλιμπερ» των ρολογιών ή ένα Άγιο Δισκοπότηρο χειρός.
Ο Πολ Νιούμαν, στην πραγματικότητα, δεν χρειάζεται συστάσεις. Αρκεί να τον έχεις δει σε δυο – τρεις ταινίες και καταλαβαίνεις για ποιο λόγο υπήρξε τόσο σπουδαίος: εξωπραγματικά όμορφος, που όμως δεν εγκλωβίστηκε ποτέ στην «εικόνα της τελειότητας», αλλά δούλεψε, εξελίχθηκε, «τσαλακώθηκε» και δοκιμάστηκε σε πράγματα διαφορετικά και απαιτητικά. Ο «νέος Μάρλον Μπράντο» όπως τον αποκαλούσαν, που κατάφερε να ξεγλιστρήσει απ’ αυτή την τόσο βαριά σκιά και να χαράξει τη δική του διαδρομή. Ανασφαλής και εύθραυστος, παρά το ταλέντο και την ομορφιά του, πάλεψε με δαίμονες, νικήθηκε, έπεσε αλλά κατάφερε να σηκωθεί, κυρίως διότι στο πλευρό του υπήρξε παντοτινή σύντροφος και στήριγμα η Τζόαν Γούντγουορντ. Η μοναδική γυναίκα της ζωής του, που αγαπήθηκαν βαθιά και αληθινά, που δεν γύρισε ποτέ ο ένας την πλάτη στον άλλο, που ταξίδεψαν παρέα σε κάθε ερωτικό μονοπάτι, που δεν πλανεύτηκαν από καμία «Σειρήνα» και κανέναν πειρασμό και έμειναν μαζί, πιστοί, ερωτευμένοι και αγαπημένοι, μέχρι την τελευταία τους ανάσα.
Ο Πολ Νιούμαν, πέρα απ’ όλα τα άλλα, ήταν και ένας ταλαντούχος οδηγός αγώνων – είχε αγωνιστεί ακόμα και στις «24 ώρες του Λεμάν». Όχι απλά ένας διάσημος που έκανε το κομμάτι του παριστάνοντας πως τρέχει σε αγώνες, αλλά ένας «κανονικός», «επαγγελματίας οδηγός», τρομερά προσηλωμένος και πειθαρχημένος, γρήγορος, με τα μπλε μάτια του να σκίζουν το δρόμο όσο κινούνταν στο όριο. Το 1972, η Τζόαν του έκανε δώρο ένα ρολόι «Rolex Daytona», μοντέλο 6239, με μια φράση χαραγμένη στο πίσω μέρος της θήκης: «Drive Carefully Me». Αυτό το ρολόι, που αγοράστηκε από το «Tiffany’s» για 210 δολάρια, ο Νιούμαν ουσιαστικά δεν το έβγαλε ποτέ από το χέρι του. Το φορούσε όταν οδηγούσε, στην καθημερινότητά του, στις πρόβες, στις ταινίες, παντού. Όπως «δεν άλλαξε» ποτέ γυναίκα, δεν άλλαξε ποτέ και ρολόι. Πιστός σε όλα του, συνειδητοποιημένος, συναισθηματικός, άνθρωπος που όταν έβρισκε αυτό ή αυτήν που του άρεσε, δεν ένιωθε καμία ανάγκη να ψάξει ή να ψαχτεί για κάτι άλλο. Το ρολόι, ήταν κάτι σαν το φυλαχτό του, ήταν το δώρο της Τζόαν, ήταν αυτό που τον συντρόφευε όταν η δουλειά τους κρατούσε μακριά.
Το ρολόι αυτό, που αρχικά το σχεδίασε η Rolex για εργάτες και για ανθρώπους που ήθελαν να φοράνε κάτι που δεν σπάει, για ανθρώπους που βούταγαν στα βαθιά και δεν ήθελαν να «μπάζει νερά», στο χέρι του Πολ Νιούμαν απέκτησε αξία, υπόσταση και έφτιαξε το δικό του μύθο. Δανείστηκε λίγη από τη λάμψη του διάσημου ηθοποιού, έγινε status – symbol και αντικείμενο του πόθου όχι απαραίτητα για ανθρώπους εθισμένους στην ταχύτητα και την αδρεναλίνη, αλλά για αυτούς που ήθελαν να έχουν στο χέρι τους « το ρολόι του Πολ Νιούμαν». Κι όταν τελικά η Τζόαν έκανε δώρο ένα άλλο Rolex στον Πολ, το 1984, με το μήνυμα που χαράχθηκε στη θήκη αυτή τη φορά να γράφει «Drive Slowly, Joanne», ο Νιούμαν αποφάσισε να χαρίσει εκείνο το πρώτο ρολόι στον φίλο της κόρης του, Τζέιμς Κοξ. «Μου το χάρισε όταν προσφέρθηκα να επισκευάσω το δεντρόσπιτο στο σπίτι του, στο Γουέστπορτ του Κονέκτικατ», θυμάται ο Κοξ.
25 Οκτωβρίου 2017. Εννιά χρόνια μετά το θάνατο του Πολ Νιούμαν, ο οίκος δημοπρασιών «Philips» εμφανίζει ένα σπάνιο, μοναδικό και πολύτιμο αντικείμενο προς πώληση: το «Rolex Daytona Paul Newman». Όχι κάποιο από τη σειρά, αλλά το δικό του, το αυθεντικό, αυτό που είχε χαρίσει στον «γαμπρό» του. Για 12 λεπτά στη δημοπρασία, γίνεται κανονικός «πόλεμος». Η πρώτη (τηλεφωνική) προσφορά, είναι 10 εκατομμύρια δολάρια! Το πλήθος τρελαίνεται, καθώς στην αίθουσα υπάρχουν 700 άτομα και η δημοπρασία μεταδίδεται και διαδικτυακά. Ακολουθούν «χτυπήματα» από δέκα πλειοδότες και τελικά το αποκτά κάποιος, τηλεφωνικά, για 17,8 εκατομμύρια δολάρια. Όχι κι άσχημα για το ρολόι που κάποτε αγοράστηκε για 210 δολάρια…