Περιεχόμενα
Κόλαση. Βιβλική καταστροφή. Τραγωδία. Έννοιες που χρησιμοποιούνται πια όλο και περισσότερο, υπερβολικά, στα δημοσιογραφικά κείμενα για να συγκινήσουν, ειδικά όταν καταγράφεται κάποιος σεισμός. Όταν διαβάζεις τις μαρτυρίες απ’ όσους έζησαν από κοντά το τετραήμερο 9-12 Αυγούστου στα νότια Επτάνησα (Ζάκυνθος, Κεφαλλονιά, Ιθάκη) αναρωτιέσαι αν ακόμα κι αυτές οι ακραίες εκφράσεις μπορούν να περιγράψουν το σκηνικό τρόμου, με πρωταγωνιστές τους κατοίκους τριών ολόκληρων νησιών.
Η γη άρχισε να τρέμει από το πρωί της Κυριακής 9 Αυγούστου 1953 και η ένταση συνεχώς αυξανόταν. Την Τετάρτη 12 Αυγούστου, ακριβώς 70 χρόνια από σήμερα, έφτασε στο αποκορύφωμά της, με τον ισχυρότατο σεισμό μεγέθους 7,2 βαθμών Ρίχτερ, ο οποίος ισοπέδωσε στην κυριολεξία τα 2/3 της Κεφαλλονιάς και σύμφωνα με τις μετρήσεις την ανύψωσε 60 εκατοστά (!) από την επιφάνεια της θάλασσας.
Τα συνολικά θύματα των σεισμών στην Κεφαλλονιά, τη Ζάκυνθο και την Ιθάκη, ανεπισήμως ανέρχονται στα 871. Σύμφωνα με τις επίσημες μετρήσεις του κράτους, καταγράφηκαν 455 νεκροί, 2.412 τραυματίες και 21 αγνοούμενοι. Η μεγάλη απόκλιση υπάρχει επειδή στον τελικό αριθμό των νεκρών υπολογίστηκαν οι τραυματίες που δεν τα κατάφεραν, όσοι έχασαν τη ζωή τους από τη φωτιά στη Ζάκυνθο και οι αγνοούμενοι.
Αριθμοί τεράστιοι, αλλά ακόμα κι έτσι ψυχροί. Δεν μπορούν να μεταφέρουν την αίσθηση της απόγνωσης, του απόλυτου φόβου και της εγκατάλειψης που ένιωσαν οι κάτοικοι των νησιών. Οι οποίοι ήταν ψυχολογικά ευάλωτοι σε κάθε θεωρία συνωμοσίας που εξυφαινόταν και κυκλοφορούσε στόμα με στόμα, της ολοκληρωτικής απώλειας της περιουσίας τους και της αίσθησης ότι το ελληνικό κράτος δεν μπορεί (ή δεν θέλει) να κάνει τίποτα γι’ αυτούς.
Ο ισχυρότερος σεισμός της σύγχρονης Ιστορίας
Ο πρώτος μεγάλος σεισμός καταγράφηκε την Κυριακή 9 Αυγούστου 1953 με επίκεντρο στο χωριό Σταυρός της Ιθάκης. Το μέγεθός του ήταν 6,4 βαθμοί Ρίχτερ. Προκάλεσε πολλές καταστροφές σε σπίτια του χωριού και των κοντινών οικισμών και περίπου 60 τραυματισμούς. Οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν συγκεντρωμένοι στις εκκλησίες και παρακολουθούσαν την κυριακάτικη λειτουργία, αλλιώς ο αριθμός των απωλειών που προκάλεσε ο σεισμός θα ήταν σίγουρα μεγαλύτερος.
Τα χειρότερα, όμως, δεν είχαν έλθει ακόμα. Ενώ η σεισμική ακολουθία έδειχνε να εξασθενεί, νέος ισχυρότατος σεισμός 6,8 βαθμών Ρίχτερ σημειώθηκε τα ξημερώματα της Τρίτης 11 Αυγούστου, με επίκεντρο τη θαλάσσια περιοχή βορειοδυτικά της Ζακύνθου. Μεγάλες καταστροφές σημειώθηκαν στους μεγαλύτερους οικισμούς της Κεφαλλονιάς και της Ζακύνθου, ο κόσμος είχε τρομοκρατηθεί, καθώς η γη δεν σταματούσε να τρέμει. Οι τουλάχιστον 10 μετασεισμοί που καταγράφηκαν μέσα στην ημέρα είχαν μέγεθος πάνω από 5 βαθμούς Ρίχτερ.
Το τελειωτικό χτύπημα ήλθε στις 11.25 το πρωί της Τετάρτης 12 Αυγούστου, όταν σημειώθηκε ο μεγαλύτερος σεισμός που έχει καταγραφεί στη σύγχρονη ελληνική ιστορία: 7,2 βαθμοί Ρίχτερ, με επίκεντρο τη νοτιοανατολική περιοχή της Κεφαλλονιάς. Από την μανία του Εγκέλαδου ισοπεδώθηκαν οι μεγαλύτερες πόλεις των νησιών, το Αργοστόλι, το Ληξούρι και η Ζάκυνθος, σε σκηνικό που θυμίζει βομβαρδισμένο τοπίο. Στη Ζάκυνθο, μάλιστα, ξέσπασε και μεγάλη πυρκαγιά, η οποία έκαιγε για μέρες και ολοκλήρωσε την καταστροφή. Μέσα στην ημέρα σημειώθηκαν και τουλάχιστον 20 μετασεισμοί, με τον ισχυρότερο να έχει μέγεθος 6,3 βαθμούς Ρίχτερ.
Η γη συνέχισε να τρέμει για τους επόμενους δύο μήνες, εντείνοντας τον πανικό των κατοίκων. Κανείς δεν μπορούσε να πάει με ασφάλεια στα ερείπια του σπιτιού του για να σώσει ό,τι σωζόταν. Ο σεισμός είχε τρομακτικές συνέπειες: Οι κατοικίες στα τρία νησιά καταστράφηκαν ολοσχερώς σε ποσοστό πάνω από 80% και ελάχιστα σπίτια έμειναν όρθια ακόμα και στις πόλεις, όπου οι κατασκευές ήταν καλύτερες.
Το βουητό, οι κατολισθήσεις και η εγκατάλειψη
Οι μαρτυρίες των ανθρώπων που έζησαν τους σεισμούς είναι συγκλονιστικές. Το σκηνικό του φόβου ξεκινούσε μ’ ένα δυνατό βουητό, το οποίο σημειωνόταν σε όλους τους μεγάλους σεισμούς. Δεν υπήρχε μόνο ισοπέδωση των κτιρίων, αλλά και ρωγμές που σημειώθηκαν στα χωράφια και πολλές κατολισθήσεις, οι οποίες κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος του οδικού δικτύου. Το χειρότερο, όμως, που βίωσε ο κόσμος δεν ήταν ο σεισμός, ήταν η αίσθηση εγκατάλειψης.
Υποτίθεται ότι από τις 11 Αυγούστου, πριν ακόμα τον μεγάλο σεισμό, η κυβέρνηση Παπάγου είχε εγκρίνει την αποστολή βοήθειας στους πληγέντες μέσω υγειονομικών συνεργείων του στρατού και του ναυτικού. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η βοήθεια άργησε να φτάσει και πρόλαβαν ξένες δυνάμεις. Το πρώτο πλοίο που έφτασε στο λιμάνι του Αργοστολίου για βοήθεια ήταν ένα πολεμικό πλοίο του Ισραήλ. Στη Ζάκυνθο και την Κεφαλλονιά έσπευσαν πολεμικά πλοία που βρίσκονταν στη Μεσόγειο από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γαλλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Μόνο μετά τις 15 Αυγούστου, όταν και αποκαταστάθηκε κάπως η επικοινωνία με τα νησιά και δημοσιεύτηκαν στις αθηναϊκές εφημερίδες οι πρώτες μαρτυρικές ανταποκρίσεις, η κυβέρνηση έλαβε μέτρα έκτακτης ανάγκης. Το σύνολο του στόλου διατάχθηκε να σπεύσει στα νησιά με εφόδια πρώτης ανάγκης. Η ελληνική βοήθεια έφτασε αρκετές ημέρες αργότερα, όταν οι κάτοικοι είχαν ήδη ξεκινήσει την αναδιοργάνωση της ζωής τους μετά την φοβερή καταστροφή που τους βρήκε.
Το κύμα αγανάκτησης εναντίον του κράτους έγινε ακόμα πιο σφοδρό όταν ανακοινώθηκε η απόφαση της κυβέρνησης για απαγόρευση μετακίνησης. Η κυβέρνηση φοβήθηκε ο σεισμός θα ερήμωνε τα νησιά και θα υπήρχε τεράστιο κύμα εσωτερικής μετανάστευσης, οπότε απαγόρευσε την έξοδο οποιουδήποτε κατοίκου με οποιοδήποτε μέσο. Ο κόσμος φώναζε ότι η κυβέρνηση τον καταδικάζει σε θάνατο, δεδομένου ότι εκείνες τις ημέρες που η γη έτρεμε ακόμα κυκλοφορούσαν ακόμα πιο τρομακτικές φήμες, ότι θα γίνονταν ακόμα μεγαλύτερος σεισμός που θα εξαφάνιζε τα νησιά από το χάρτη. Ο φόβος αυτός συνέχισε να υπάρχει για χρόνια.
Έφυγε ένας στους τέσσερις κατοίκους
Η αλήθεια είναι ότι οι πόλεις άρχισαν να ανοικοδομούνται μετά από έναν χρόνο. Η οικονομική δραστηριότητα, όμως, αδυνάτισε τόσο πολύ, που πολλοί κάτοικοι αποφάσισαν να μετακινηθούν προς τις μεγάλες πόλεις, όταν έληξε η απαγόρευση. Στην απογραφή του 1951 ο πληθυσμός των τριών νησιών (Ζακύνθου, Ιθάκης, Κεφαλλονιάς) ήταν 92.706 κάτοικοι. Το 1971 μειώθηκε σε 66.929, δηλαδή κατά σχεδόν 28%.
Τα πρόχειρα ξύλινα παραπήγματα και οι σκηνές έδωσαν τη θέση τους σε μόνιμες κατοικίες από το 1954 και μετά. Η ανοικοδόμηση των νησιών μετά τις καταστροφές που άφησε πίσω του ο σεισμός κράτησε μέχρι τα μέσα της επόμενης δεκαετίας. Χτίστηκαν περισσότερα από 27.000 καινούργια σπίτια. Η αρχιτεκτονική τους, όμως, δεν είχε καμία σχέση με την παλιά, με μοναδική εξαίρεση τα δημόσια κτίρια της Ζακύνθου, που ακολούθησαν κάποια στοιχεία των παραδοσιακών επτανησιακών κτισμάτων.
Ουσιαστικά το μόνο μέρος που έμεινε αναλλοίωτο από τους σεισμούς είναι το βόρειο τμήμα της Κεφαλλονιάς και ειδικά το πασίγνωστο γραφικό χωριό Φισκάρδο. Όποιος το επισκεφθεί μπορεί να πάρει μια γεύση από την αρχιτεκτονική των νησιών πριν τους σεισμούς που άλλαξαν άρδην και τη ζωή τους, αλλά και την εικόνα του τόπου τους.