Η γη άρχισε να τρέμει εντελώς ξαφνικά. Δεν υπήρξε βουητό. Δεν υπήρξε κι αυτή η προειδοποίηση των λίγων δευτερολέπτων, πριν κορυφωθεί ο σεισμός. Εκεί που βλέπεις τα κρεμαστά φώτα να κουνιούνται, ακούς τα πιατικά και τα γυαλικά να χτυπούν μεταξύ τους, και μετά έρχεται το κύριο τμήμα του σεισμού, που φέρνει την καταστροφή. Το μεσημέρι της 7ης Σεπτεμβρίου 1999 η βόρεια περιοχή της Αττικής χόρεψε έναν απόλυτα βίαιο χορό με τον εγκέλαδο. Έναν χορό που κράτησε μόνο δέκα δευτερόλεπτα, αλλά καταγράφηκε ως ο πιο καταστροφικός σεισμός που έχουμε ζήσει σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Το μέγεθος του σεισμού μετρήθηκε σε 5,9 Ρίχτερ. Στο άκουσμά του δεν τρομάζει, στην Ελλάδα έχουμε ζήσει πολύ μεγαλύτερους. Ήταν, όμως, η εγγύτητα του επίκεντρου με κατοικημένες περιοχές που τον έκανε φονικό. Συνολικά 143 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, περισσότεροι από 2.000 τραυματίστηκαν και 50.000 έμειναν άστεγοι. Όσο ο πληθυσμός μιας μεγάλης επαρχιακής πόλης.
Κατέρρευσαν χιλιάδες σπίτια, καταστήματα, ακόμα και ολόκληρα εργοστάσια, που έσπειραν το θάνατο σε εργαζόμενους, οι οποίοι εκείνη την ώρα έβγαζαν μεροκάματο. Αν κάτι έμεινε μετά να μνημονεύουμε είναι η χαρακτηριστική ατιμωρησία όσων κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν τη Δικαιοσύνη για κακοτεχνίες στα κτίρια που κατέρρευσαν σαν πύργοι από τραπουλόχαρτα. Και μια υπέρτατη αγωνία, μάλιστα σε ζωντανή μετάδοση. Λόγω της εγγύτητας της καταστροφής στην Αττική, έγιναν πολυήμερες ζωντανές συνδέσεις των αθηναϊκών τηλεοπτικών καναλιών με τους τόπους της τραγωδίας και παρακολουθήσαμε, πολλές φορές με κομμένη την ανάσα, την προσπάθεια απεγκλωβισμού ανθρώπων, που στάθηκαν τυχεροί μέσα στην ατυχία τους.
Σεισμός 1999: Καταστροφές, φόβος και συγκίνηση
Ο σεισμός έγινε στις 7 Σεπτεμβρίου 1999. Ξεκίνησε στις 14:56:50 και μέσα σε δέκα δευτερόλεπτα είχε ολοκληρωθεί. Σύμφωνα με τα όσα ανακοινώθηκαν αργότερα, δεν επρόκειτο για έναν σεισμό, αλλά για δύο, που έγιναν με διαφορά 3,5 δευτερολέπτων ο ένας από τον άλλο! Ο πρώτος είχε μέγεθος 5,9 Ρίχτερ κι ο δεύτερος 5,5. Οι ειδικοί λένε ότι αυτή η ακολουθία προκάλεσε και τις μεγαλύτερες ζημιές. Το επίκεντρό του εντοπίστηκε 18 χιλιόμετρα βόρεια από το κέντρο της Αθήνας, ανάμεσα στις Αχαρνές και τον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας. Τα ρήγματα που ενεργοποιήθηκαν έφταναν μέχρι τον κόλπο της Ελευσίνας, ωστόσο οι μεγαλύτερες καταστροφές έγιναν στην περιοχή γύρω από το επίκεντρο.
Οι προσεισμοί που είχαν καταγραφεί από το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο, σχεδόν 20 λεπτά πριν την κύρια δόνηση, έφταναν μέχρι τα 3,2 Ρίχτερ, αλλά κανείς δεν τα είχε αντιληφθεί για να ανησυχήσει. Ακόμα και οι ειδικοί, που παρατήρησαν το φαινόμενο, ήταν ήσυχοι, επειδή είχε εκτιμηθεί ότι δεν ήταν δυνατό να προκύψει πολύ μεγάλος σεισμός από το συγκεκριμένο ρήγμα. Όπως αποδείχτηκε, η εκτίμηση ήταν λανθασμένη. Και οδήγησε σε μια έντονη φημολογία, ότι επίκειται ακόμα μεγαλύτερος σεισμός, αφού ενεργοποιήθηκε το ρήγμα. Για αρκετές ημέρες μετά τον σεισμό η Αττική ολόκληρη κοιμήθηκε σε πλατείες και ξέφωτα, αλλά και μέσα σε αυτοκίνητα, από το φόβο μήπως επιβεβαιωθεί αυτό το σενάριο και τελικά ο σεισμός αυτός που βίωσαν όλοι δεν ήταν ο κύριος.
Ο αριθμός των θυμάτων που άφησε πίσω του ο σεισμός υπολογίστηκε σε 143. Ήταν, δηλαδή, η πιο θανατηφόρα σεισμική δόνηση που έγινε στην Ελλάδα τα τελευταία 50 χρόνια. Αυτοψία έγινε σε 111 από τα θύματα του σεισμού κι έδειξε ότι 36 άνθρωποι πέθαναν από τραύματα, 38 άνθρωποι έφεραν τραύματα από τα οποία κινδύνευε η ζωή τους ενώ 31 πέθαναν από ασφυξία. Από τους υπόλοιπους, έξι έχασαν τη ζωή τους λόγω εμφράγματος, δύο από τραύματα όταν πήδηξαν από το κτίριο στο οποίο βρίσκονταν και ένας όταν χτυπήθηκε από αντικείμενο.
Ο σεισμός του 1999 ήταν η πιο καταστροφική φυσική καταστροφή που έχει πλήξει ποτέ τη χώρα μας από πλευράς ζημιών. Ο πλήρης υπολογισμός ανεβάζει την αποτίμηση στο ιλιγγιώδες ποσό των 3 δις δολαρίων (τότε ακόμα το επίσημο νόμισμα της Ελλάδας ήταν η δραχμή και όλες οι αποτιμήσεις γίνονταν σε δολάρια).
Οι περιοχές που επλήγησαν περισσότερο από το σεισμό ήταν τα Άνω Λιόσια, οι Αχαρνές, οι Θρακομακεδόνες, η Μεταμόρφωση, η Φυλή και οι βόρειοι συνοικισμοί της Κηφισιάς. Στους Θρακομακεδόνες το 84% των σπιτιών χαρακτηρίστηκε κόκκινο ή κίτρινο, στα Άνω Λιόσια το 64% και στη Φυλή το 56%.
Για γέλια οι αποζημιώσεις
Μεγάλα εργοστάσια που βρίσκονταν στη περιοχή και υπέστησαν σοβαρές ζημιές από το σεισμό, ήταν των Ricomex ΑΕ, Αφοί Φουρλή ΑΕΒΕ, Παπουτσάνης ΑΒΕΕ και Φαράν ΑΒΕΕ. Όλες είχαν σημαντικές οικονομικές απώλειες λόγω του σεισμού. Ακόμα και το στάδιο «Νίκος Γκούμας» στη Νέα Φιλαδέλφεια υπέστη τόσες ζημιές, ιδίως στις θύρες 3 και 16, ώστε επιταχύνθηκε η απόφαση να κατεδαφιστεί. Συνολικά ο σεισμός προκάλεσε την κατάρρευση 110 κτιρίων. Ακόμα 5.222 κτίρια κρίθηκαν κατεδαφιστέα.
Στο εξαώροφο κτίριο της Ρικομέξ στην περιοχή των Αχαρνών, όπου στεγάζονταν οι εταιρείες Ρικομέξ και Εστία εμπορική, έχασαν τη ζωή τους συνολικά 39 άνθρωποι, ανάμεσα στους οποίους δύο έγκυες γυναίκες. Συνολικά για τις καταστροφές που προκάλεσε ο σεισμός κατηγορήθηκαν 33 άνθρωποι για την κατάρρευση του εργοστασίου, αλλά όλοι απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες με ασαφή αιτιολογία. Σε συγγενείς μερικών από τα θύματα δόθηκαν αποζημιώσεις που έφταναν 17.000 ευρώ για νεκρό αδελφό, 30.000 ευρώ για νεκρό γονιό και 40.000 ευρώ για κάθε νεκρό παιδί. Πολλά χρόνια αργότερα, τον Μάιο του 2010, το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάσισε ότι η Υπερνομαρχία Αττικής έχει αυτοτελείς ευθύνες, καθώς δεν διενήργησε σωστά τους προληπτικούς και κατασταλτικούς ελέγχους στην κατασκευή του εργοστασίου και πρέπει να αποζημιώσει τα θύματα με συνολικό ποσό 18 εκ. ευρώ.
Αυτές ήταν και οι μόνες υποθέσεις που έφτασαν έστω στο επίπεδο της αποζημίωσης. Για την κατάρρευση άλλων κτιρίων (πολυκατοικία στη Νέα Φιλαδέλφεια, εργοστάσιο Faran κτλ.) που προκάλεσε ο σεισμός κατηγορήθηκαν δεκάδες τεχνικοί εκπρόσωποι και εργολάβοι, όμως όλοι είτε αθωώθηκαν, είτε τους επιβλήθηκαν ποινές με αναστολή, είτε τα αδικήματα παραγράφηκαν.
Από τις ιστορίες που συγκλόνισαν και τις παρακολούθησε το πανελλήνιο σε ζωντανή μετάδοση, όπως αναφέραμε, ξεχωρίζει αυτή της Εύης Σοφίλου. Η σύζυγος του δημοσιογράφου Χρήστου Βασιλόπουλου, εργαζόμενη τότε της Ρικομέξ, θάφτηκε ζωντανή στα ερείπια του κτιρίου που κατέστρεψε ο σεισμός και επέζησε για 46 ώρες στα χαλάσματα, πριν ανασυρθεί από τα σωστικά συνεργεία σε μια θύελλα ενθουσιασμού. Ακόμα και οι συνομιλίες της με τους διασώστες της μεταφέρονταν μετά από δευτερόλεπτα στον τηλεοπτικό αέρα και η προσπάθεια να διατηρήσει τις αισθήσεις της ήταν συγκλονιστική. Η Σοφίλου απαίτησε αργότερα αποζημίωση μαμούθ από τη Ρικομέξ, ύψους πάνω από 1,2 δις δραχμές (σχεδόν 4 εκ. ευρώ), για την ψυχική οδύνη που της προκάλεσε όλη αυτή η φρικιαστική περιπέτεια, αλλά πέραν των κρατικών αποζημιώσεων δεν έλαβε ούτε πεντάρα τσακιστή.