Ένα βράδυ του 1939, η 24χρονη εκκολαπτόμενη Μπίλι Χόλιντεϊ, τραγουδά για πρώτη φορά στο Café Society, ένα εναλλακτικό νυχτερινό κέντρο της Νέας Υόρκης, έξω από το Χάρλεμ, το «Strange Fruit».
Σε συνθήκες κατάνυξης, με το κοινό να κάνει απόλυτη ησυχία και έναν προβολέα μόνο να φωτίζει το πρόσωπό της, η Χολιντέϊ, που προσπαθούσε εκείνη την περίοδο να εισχωρήσει στην συνείδηση των Αμερικανών, ως τζαζ καλλιτέχνις, ερμήνευσε ένα κομμάτι που έμελλε να αλλάξει την ιστορία της ζωής της, αλλά και της διχασμένης Αμερικής που ταλανιζόταν με φυλετικούς διαχωρισμούς.
Όπως παραδέχτηκε η ίδια αργότερα, φοβόταν να τραγουδήσει το Strange Fruit και, μάλιστα, στιγμιαία το μετάνιωσε. «Δεν ακούστηκε ούτε ένα χειροκρότημα όταν τελείωσα». Τότε, άλλωστε, τα τραγούδια διαμαρτυρίας – διότι περί αυτού ήταν και το Strange Fruit- ήταν ένα άγνωστο είδος. «Μέχρι που ένας άνδρας άρχισε να χειροκροτεί. Τότε ξαφνικά όλοι χειροκροτούσαν». Το τραγούδι έγινε από εκείνη τη νύχτα, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά της τραγούδια που θα τη συνόδευε μέχρι το τέλος της ζωή της, που την έφερε αντιμέτωπη ακόμα και με το FBI.
Πριν λίγα χρόνια, δε, το Q Magazine, χαρακτήρισε το Strange Fruit ως ένα από τα 10 τραγούδια που άλλαξαν, ουσιαστικά, τον κόσμο. Και όπως κάθε επαναστατική πράξη, συνάντησε κι αυτό εξίσου μεγάλη αντίσταση.
Τα τελευταία χρόνια πολλοί καλλιτέχνες -από την Carmen McRae, τη Nina Simone, τον Sting, μέχρι την Cassandra Wilson- έχουν ηχογραφήσει το «Strange Fruit». Ακόμα, και ο βραβευμένος με Πούλιτζερ ιστορικός, Leon Litwak, το χρησιμοποιεί στα μαθήματά του στο Berkeley. Είναι, μάλιστα, και το τραγούδι που έβαλε ο Μίκυ Ρουρκ στο πικάπ για να αποπλανήσει την Κιμ Μπάσινγκερ, στην ταινία του Άντριαν Λάιν, το 1986, Εννέα 1/2 εβδομάδες.
H Μπίλι Χολιντέϊ, από μικρή ηλικία είχε βιώσει τον ρατσισμό. Κι ενώ τα βιώματά της την έκαναν να είναι ανθεκτική, δεν τα είχε μετουσιώσει και στους στίχους της. Μέχρι να εμφανιστεί το Strange Fruit, το οποίο και επέμενε να τραγουδά σε κάθε live της. Ένα τραγούδι διαμαρτυρίας κατά του λιντσαρίσματος, ένα σύμβολο κατά του ρατσισμού, που της θύμιζε τον πατέρα της, ο οποίος έπασχε από πνευμονία το 1937, αλλά τα νοσοκομεία αρνήθηκαν να τον περιθάλψουν εξαιτίας του χρώματός του.
Strange Fruit: Η στοχαστική μπαλάντα που ξεκίνησε ως ποίημα και στην πορεία έγινε τραγούδι
To 1937, ο 30χρονος τότε Εϊμπέλ Μίροπολ, καθηγητής γυμνασίου και συγγραφέας, καθώς και μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος των Ηνωμένων Πολιτειών, έπεσε πάνω σε μια φωτογραφία του Lawrence Beitler -την οποία τράβηξε το 1930- που τον ενέπνευσε να γράψει το ποίημα «Bitter Fruit». Η εν λόγω φωτογραφία απεικόνιζε δύο έγχρωμους άντρες -των Thomas Shipp και Abram Smith- στο Marion της Indiana, κρεμασμένους από ένα δέντρο, με φανερά σημάδια κακοποίησης από το οργισμένο πλήθος.
Ο Εϊμπέλ Μίροπολ που έγραφε ασταμάτητα ποιήματα, μπαλάντες, θεατρικά έργα και τα υπέγραφε ως «Λούις Άλαν», τα ονόματα των δύο βιολογικών παιδιών του, θυμήθηκε αργότερα πως αυτό που είχε δει «τον στοίχειωνε για μέρες». Το ποίημα ήταν αρχικά να κυκλοφορήσει στο κομμουνιστικό περιοδικό «The New Masses», αλλά εν τέλει κυκλοφόρησε πρώτα στο τεύχος Ιανουαρίου του 1937, του «The New York Teacher».
Σημειώνεται πως τα λιντσαρίσματα, στα οποία οι έγχρωμοι άντρες δολοφονούνταν με ανείπωτη βαρβαρότητα, συχνά με ατμόσφαιρα καρναβαλιού, ήταν ανεξέλεγκτα στο Νότο, ωστόσο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1930 γίνονταν όλο και πιο σπάνια. Δεν σταμάτησαν ποτέ εντελώς, αφού μέχρι και το 1941, η Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Έγχρωμων Ατόμων, προσπαθούσε συστηματικά να πιέσει το Κογκρέσο, να θεσπίσει ομοσπονδιακή νομοθεσία κατά του λιντσαρίσματος. Φυσικά, χωρίς αποτέλεσμα.
Ο ίδιος ο Μίροπολ αργότερα χάρισε μελωδία στο ποίημα του, μιας και κανένας μουσικός δεν δέχτηκε να τον βοηθήσει. Το τραγούδι παιζόταν κυρίως σε αριστερούς κύκλους, ερμηνεύοντας το η σύζυγός του, Λάουρα Ντάνκαν. Θα μπορούσε να πει κανείς πως το μελοποιημένο Bitter Fruit γνώρισε επιτυχία, με το ντουέτο να το ερμηνεύει στο Madison Square Garden. Χρειαζόταν όμως κάτι μεγαλύτερο για να γίνει γνωστό στο ευρύτερο κοινό.
Ο Ρόμπερτ Γκόρντον διηύθυνε μια παράσταση στον πρώτο όροφο του άρτι αφιχθέν τότε, Cafe Society, το οποίο είχε ανοίξει τις πόρτες του, στα τέλη Δεκεμβρίου του 1938. Το Cafe Society ήταν ένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης, με αριστερή ιδεολογία, που είχε χαρακτηριστεί γρήγορα «ως το λάθος μέρος για τους σωστούς ανθρώπους».
Το Cafe Society αντιπροσώπευε μια μοναδική σύνθεση πολιτισμών, συνδυάζοντας τα πολιτικά ριζοσπαστικά καμπαρέ του Βερολίνου και του Παρισιού, με τα τζαζ κλαμπ και τις επιθεωρήσεις του Χάρλεμ. Γι’αυτό και ήταν το μόνο μέρος στην Αμερική, όπου θα μπορούσε να ακουστεί το Bitter Fruit.
Μια ημέρα, λοιπόν, στις αρχές του 1939, ο Εϊμπέλ Μίροπολ, έκατσε στο πιάνο του Cafe Society και έπαιξε στη Μπίλι Χολιντέϊ -η οποία ήδη έκανε εμφανίσεις εκεί- το τραγούδι. Για τον ίδιο, η Χολιντέϊ φάνηκε να μην εντυπωσιάζεται. «Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, δεν πίστευα ότι ένιωθε πολύ άνετα με το τραγούδι, γιατί ήταν τόσο διαφορετικό από τα τραγούδια στα οποία ήταν συνηθισμένη να τραγουδά», έγραψε αργότερα ο Μίροπολ.
Παρ΄όλα αυτά, η Χολιντέϊ υιοθέτησε το τραγούδι, υπό νέα ονομάσια πια, δηλαδή Stranger Fruit, ίσως γιατί της θύμιζε την τραγωδία του πατέρα της. Την πρώτη φορά που το ερμήνευσε, «έδωσε μια εκπληκτική, πιο δραματική ερμηνεία, που τραβούσε τα βλέμμα οποιουδήποτε», είχε πει αργότερα ο Μίροπολ. Η Χολιντέϊ έκλεινε κάθε της παράσταση με αυτό, αλλά προτού ξεκινήσει να το τραγουδά, έπρεπε όλοι να σταματήσουν να κάνουν οτιδήποτε. Όταν τελείωνε, το χειροκρότημα ήταν πάντα βροντερό, αλλά η Χολιντέϊ δεν έκανε ποτέ υπόκλιση, απλά αποχωρούσε αθόρυβα από την σκηνή. Οι άνθρωποι έπρεπε να θυμούνται, άλλωστε, το Strange Fruit.
Σύντομα, το Cafe Society άρχισε να διαφημίζει όχι μόνο τη Χολιντέϊ – αλλά και το ίδιο το Strange Fruit. H Χολιντέϊ έπεισε τότε τον Μιλτ Γκάμπλερ, έναν επιχειρηματία που είχε ξεκινήσει την Commodore Records να ηχογραφήσει το τραγούδι, τραγουδώντας το α καπέλα, κάνοντας τον Γκάμπλερ να κλάψει από συγκίνηση. Από την άλλη, η Columbia records είχε αρνηθεί να τη βοηθήσει, φοβούμενη τις αντιδράσεις του Νότου.
Στις 20 Απριλίου του 1939, η Χόλιντεϊ και οι μουσικοί που τη συνόδευαν– ο Σόνι Γουάιτ στο πιάνο, ο Φράνκι Νιούτον στην τρομπέτα, ο Ταμπ Σμιθ στο άλτο σαξόφωνο, ο Κένεθ Χόλον και ο Σταν Πέιν στο τενόρο σαξόφωνο, ο Τζίμι ΜακΛιν στην κιθάρα, ο Τζον Γουίλιαμς στο μπάσο, ο Έντι Ντόγκερτι στα ντραμς – ηχογράφησαν το Strange Fruit.
Ο δίσκος πούλησε 10.000 αντίτυπα την πρώτη κιόλας εβδομάδα. Ο Μίροπολ έμαθε ότι ηχογραφήθηκε όταν ένας φίλος του έφερε ένα αντίγραφο. Παρόλα αυτά, πήρε τα τυπικά πνευματικά δικαιώματα, λαμβάνοντας δύο σεντς ανά δίσκο. Το Strange Fruit έφτασε στο Νο. 16 των charts τον Ιούλιο του 1939 και έγινε ευρέως γνωστό.
Στο μεταξύ, την ίδια περίοδο, ο παραγωγός Τζον Χάμοντ, ο οποίος είχε ανακαλύψει τη Χολιντέϊ όταν τραγουδούσε στο κλαμπ Covan’s για δύο μόνο λεπτά, αποκάλεσε το Strange Fruit ως «η αρχή του τέλους για τη Μπίλι» και «καλλιτεχνικά το χειρότερο πράγμα που της συνέβη ποτέ». Στον αντίποδα, η Χολιντέϊ είχε γίνει η αγαπημένη των αριστερών διανοούμενων και των ομοφυλόφιλων. Η «Lady D» όπως την αποκαλούσαν, πλέον μεσουρανεί στη Νέα Υόρκη. Στο ρεπερτόριό της προσθέτει το ένα αριστούργημα μετά το άλλο: «Lover Man», «Fine and Mellow», «Don’t Explain», «God bless the child».
Το FBI εναντίον της για το Strange Fruit
Όσο η Μπίλι Χολιντέϊ γινόταν όλο και περισσότερο δημοφιλής, τόσο οι εχθροί της.. έσκαγαν. Το FBI έβαλε στον στενό της κύκλο, τον Τζίμι Φλέτσερ, έναν μυστικό ομοσπονδιακό που την κατέδωσε προδίδοντας την εμπιστοσύνη της προς αυτόν. H κυβέρνηση με πρόσχημα τον εθισμό της στα ναρκωτικά, έδωσε εντολή να την καταστρέψουν, αν δεν διέγραφε το Strange Fruit από το ρεπερτόριο της. Η ίδια συνελήφθη, τελικά, και καταδικάστηκε για χρήση ναρκωτικών.
Μέχρι το τέλος της ζωής της η Χολιντέϊ, όμως, δεν σταμάτησε να τραγουδά το «Strange Fruit». Το 1954, παρουσίασε το τραγούδι σε ευρωπαϊκή περιοδεία, εμπνέοντας έναν Παριζιάνο ονόματι Ανρί-Ζακ Ντυπουί να το μεταφράσει στα γαλλικά. Όμως το Strange Fruit αποδείχθηκε εξίσου προβληματικό και στο εξωτερικό. «Με όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Γάλλοι αυτή τη στιγμή με τους έγχρωμους στην Ινδοκίνα και τη Βόρεια Αφρική, δεν νομίζω ότι θα είναι δυνατό να έχουμε μια σημαντική ηχογράφηση της έκδοσης του κυρίου Ντυπουί», έγραψε ο Ρούντι Ρεβίλ, ένας Γάλλος συνθέτης, στον Μίροπολ.
Η Χόλιντει έφυγε από τη ζωή το 1959, από κύρωση. Για πολλούς, το τραγούδι παρέμεινε μοναδικά δικό της. Η Abbey Lincoln, η οποία ασχολήθηκε με το Strange Fruit, στο άλμπουμ της το 1987, Abbey Sings Billie, είπε ότι δεν είχε κανένα πρόβλημα να τραγουδήσει το τραγούδι. Η δουλεία είχε τελειώσει και το λιντσάρισμα, επίσης. Στόχος της δεν ήταν να ασχοληθεί με τη μαύρη θυματοποίηση αλλά να αποτίσει φόρο τιμής στην ίδια τη Χόλιντεϊ.
Με πληροφορίες από Vanity Fair