Περιεχόμενα
Σύνορα Ελλάδας, μια… ταλαίπωρη και μπερδεμένη (για πολλούς) ιστορία… Λογικό μιας και τα σημερινά σύνορα της χώρας μας διαμορφώθηκαν μόλις το 1947 με την προσάρτηση της Ρόδου και αρκετών από τα… 111 (μην απορείτε, τόσα είναι συνολικά) νησιών που σήμερα αποκαλούμε Δωδεκάνησα.
Ούτε φυσικά τα πρώτα σύνορα της Ελλάδας, σχεδόν του 1/3 από ό,τι σήμερα, διαμορφώθηκαν με τη λήξη της Ελληνικής Επανάστασης το 1929 αλλά μόλις τρία χρόνια αργότερα. Σαν σήμερα, 21 Ιουλίου 1932.
Μήπως λοιπόν θα έπρεπε σήμερα να είχαμε… εθνική εορτή;
Κάλενταρ Κιόσκ
Επισήμως αναγράφεται ως «Τελικός Διακανονισμός της Κωνσταντινούπολης», στα τούρκικα θα το βρείτε το γεγονός ως «Κάλενταρ Κιόσκ». Και είναι η γραπτή συμφωνία που συνήφθη για τον τελικό διακανονισμό μεταξύ της Ελλάδας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και με την οποία η δεύτερη αποδεχόταν τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους με συγκεκριμένη οριοθεσία, ως αποτέλεσμα του ένοπλου ελληνικού αγώνα της ανεξαρτησίας των ετών 1821 – 1829, που είχε προηγηθεί.
Διότι ως τότε οι Οθωμανοί αναγνώριζαν μεν (μετά και την ήττα στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου) την ήττα τους αλλά αρνούνταν να πουν «ναι» σε ανεξάρτητο ελληνικό κράτος. Δέχονταν μόνο ένα κράτος ελληνικό μεν, υπό τον έλεγχο και την κυριαρχία τους δε. Ε, δεν πάει έτσι…
Τα πρώτα ελληνικά σύνορα
Ως τότε η Ελλάδα, χάρη στις ενέργειες του Ιωάννη Καποδίστρια, είχε ήδη πετύχει την υπογραφή διαφόρων διεθνών συνθηκών, με τις οποίες αποκτούσε κρατική υπόσταση.
Η Διάσκεψη του Πόρου το 1828, αμέσως μετά τη Ναυμαχία του Ναυαρίνου, είχε το πρωταρχικό καθήκον να χαράξει τα μελλοντικά σύνορα του ελληνικού κράτους. Ο Καποδίστριας παρουσίασε δύο σενάρια για τα χερσαία σύνορα. Τη γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού και 3,5 χιλιόμετρα βορείως του Αμβρακικού ή τη γραμμή Αλιάκμονας – Μέτσοβο – Ιόνιο.
Πρώτη από αυτές τις συνθήκες λοιπόν, δια της οποίας είχε καταστεί αυτόνομη (αλλά υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου) ήταν το δεύτερο Πρωτόκολλο του Λονδίνου (τον Νοέμβριο του 1828), η οποία προέβλεπε σύνορα έως και τον Ισθμό της Κορίνθου, περιλαμβανομένων της Πελοποννήσου, των παρακείμενων νησιών του Σαρωνικού και των Κυκλάδων. Όχι όμως της Ρούμελης…
Ακολούθησε το τρίτο Πρωτόκολλο του Λονδίνου (τον Μάρτιο του 1829), όπου τα σύνορα προβλέπονταν να επεκταθούν έως την οριοθετική γραμμή Παγασητικού – Αμβρακικού με ενσωμάτωση ολόκληρης της Στερεάς Ελλάδας. Οι Βρετανοί αντέδρασαν εντόνως λόγω του ενδιαφέροντός τους να κρατήσουν τη χώρα μακριά από το βρετανικό προτεκτοράτο των Ιονίων Νήσων.
Και, κατόπιν, και το τέταρτο Πρωτόκολλο του Λονδίνου (τον Φεβρουάριο του 1830), όταν η συνοριακή γραμμή συμφωνήθηκε στο μέσο της κοίτης των ποταμών Αχελώου και Σπερχειού, στην ελληνική δε επικράτεια εντάσσονταν οι Σποράδες και η Αμοργός. Ωστόσο η Σάμος γινόταν αυτόνομη και η Κρήτη παρέμενε υπό αιγυπτιακή κυριαρχία…
Σύνορα Ελλάδας – Ο τελικός διακανονισμός
Έπειτα από διαπραγματεύσεις περίπου έξι μηνών, τον Ιούλιο του 1832, υπογράφτηκε η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολη (στο link το πλήρες κείμενο, στα αγγλικά), ήτοι ο τελικός διακανονισμός με τον οποίο η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποδέχτηκε από κοινού, μαζί με τις τρεις «εγγυήτριες δυνάμεις» (Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία) και αναγνώρισε (επιτέλους…) την ανεξαρτησία της Ελλάδας, αλλά και τη γραμμή συνόρων Παγασητικού – Αμβρακικού.
Ως τότε, ήτοι το έκτο και τελευταίο Πρωτόκολλο του Λονδίνου (που υπεγράφη τον Αύγουστο του 1832) η περιοχή της Λαμίας (τότε ονομαζόταν «Ζητούνι»), την οποία διεκδικούσε η Τουρκία καθώς δεν είχε ελευθερωθεί από ελληνικά όπλα, επιδικάσθηκε στην Ελλάδα. Παράλληλα, οι τρεις εγγυήτριες χώρες εξέδωσαν διακήρυξη δια της οποίας ανακοινώθηκε η «αποπεράτωση του ελληνικού ζητήματος».
Τον Σεπτέμβριο έως και τον Νοέμβριο του ιδίου έτους, μια επιτροπή οριοθετών χάραξε τα τελικά και οριστικά έως τότε, σύνορα των δυο κρατών. Το ανεξάρτητο ελληνικό βασίλειο, το Φεβρουάριο του 1833, με την έλευση του Όθωνα, εκτεινόταν σε 47.516 τετραγωνικά χιλιόμετρα (περιλαμβανομένης και της Εύβοιας) και αριθμούσε 750.000 κατοίκους.
H Συνθήκη του Καλεντέρ Κιόσκ υπογράφτηκε μεταξύ του Σουλτάνου και του Άγγλου Πρεσβευτή Στράτφορντ Κάνινγκ μια μέρα σαν κι αυτή, 21 Ιουλίου 1832, προκειμένου η Ελλάδα να γίνει κράτος ανεξάρτητο.
Σκληρό παζάρεμα για την αποζημίωση της Τουρκίας
Ενώ με την ανατολή του 1832 οι τρεις δυνάμεις είχαν συμφωνήσει με τον Λουδοβίκο της Βαυαρίας για την ενθρόνιση του (γιου του) Οθωνα στο «υπό κατασκευήν» Βασίλειον της Ελλάδος, και επρόκειτο την άνοιξη να οριστικοποιήσουν την εκλογή του πρίγκιπα η Αγγλία, στην προσπάθειά της να καταστήσει την Ελλάδα βρετανικό προτεκτοράτο, έστειλε απ’ τον Ιανουάριο του ‘32 τον Στράτφορντ Κάνινγκ στην Κωνσταντινούπολη να διαπραγματευτεί με τους αντιπροσώπους της Γαλλίας και της Ρωσίας, ώστε από κοινού να πείσουν την Οθωμανική Πύλη να δεχτεί τις διαθέσεις και τις προτάσεις τους.
Ο Κάνινγκ, λοιπόν, με τη σύμφωνη γνώμη των υπόλοιπων Ευρωπαίων πρεσβευτών καθώς και με τη χρήση της ατράνταχτης επιχειρηματολογίας και της εθνικής πολιτικής του (δολοφονημένου από τον Σεπτέμβριο του 1931) Καποδίστρια, ειδικά στο ζήτημα της διεύρυνσης των συνόρων, ξεκίνησε κοπιώδεις διαπραγματεύσεις φανερά και επίσημα με τον Τούρκο υπουργό εξωτερικών Μεχμέτ Περτέφ, αλλά και μυστικά και ανεπίσημα με τον Σουλτάνο Μαχμούτ Β’, εκμεταλλευόμενος παράλληλα και τη δύσκολη θέση της Τουρκίας εξαιτίας του πολέμου της με τον Μεχμέτ Αλί της Αιγύπτου.
Οι διαπραγματεύσεις αυτές, που κράτησαν στην ουσία πάνω από πέντε μήνες λόγω της κωλυσιεργίας των πληρεξούσιων της Πύλης και της αναμονής της απόφασης της Διασκέψεως του Λονδίνου «περί επικυρώσεως της εκλογής του Οθωνος», ολοκληρώθηκαν στις 21 Ιουλίου 1832, αφού πλέον έγινε γνωστό στις διπλωματικές αυλές και το memo-randum του Βαυαρού Ντε Τσέτο. Στην πραγματικότητα αυτές οι διαπραγματεύσεις δεν ήταν τίποτ’ άλλο, παρά ένα σκληρό παζάρεμα για την αποζημίωση της Τουρκίας, η οποία εκ των πραγμάτων ήταν αναγκασμένη να πουλήσει ένα μικρό τμήμα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, ώστε στο τμήμα αυτό οι τρεις δυνάμεις και η Βαυαρία να εγκαθιδρύσουν ένα μικρό κρατίδιο, το Βασίλειον της Ελλάδος, υπό την εγγύηση και τον πλήρη έλεγχο των προστάτιδων.
Για λογαριασμό των Ελλήνων, ερήμην των Ελλήνων…
Κι αφού λοιπόν… το παζάρεμα ανάμεσα στον Κάνινγκ και τον Σουλτάνο ολοκληρώθηκε επιτυχώς και για τις δύο πλευρές, υπογράφτηκε ο Διακανονισμός της Κωνσταντινουπόλεως. Μια συνθήκη που έμοιαζε με… συμβόλαιο αγοραπωλησίας, στο οποίο πωλητής εμφανίζεται ο Σουλτάνος και αγοραστής ο Άγγλος πρεσβευτής Κάνινγκ. Και η αγοραπωλησία αυτή έγινε για λογαριασμό των επαναστατημένων Ελλήνων, ερήμην των Ελλήνων, οι οποίοι τόσο στο ξεκίνημα, όσο και στην πορεία της επανάστασης είχαν άλλες επιδιώξεις και άλλους στόχους. Ωστόσο και οι ίδιοι με τις διενέξεις και την πολιτική υποτέλειας δεν έμειναν αμέτοχοι στη δημιουργία των συνθηκών που ευνόησαν την επέμβαση και την κηδεμονία.
Εκτός από τα βόρεια σύνορα της Ελλάδας, που ορίστηκαν τελικά στη γραμμή Αμβρακικού – Παγασητικού, ορίστηκε και αποζημίωση για την Τουρκία στα 40 εκατομμύρια γρόσια (462.480 λίρες στερλίνες), η καταβολή της οποίας αποζημίωσης θα γινόταν τον Δεκέμβριο του 1832 με ταυτόχρονη εκκένωση από τα τουρκικά στρατεύματα των εδαφών που κατείχαν νότια της συνοριακής γραμμής.
Η χάραξη της συνοριακής γραμμής αποφασίστηκε να γίνει από οροθέτες των τριών δυνάμεων, με συμμετοχή Τούρκου οροθέτη – εντός έξι μηνών χωρίς την παρουσία Έλληνα αντιπροσώπου!
Οι Έλληνες πλήρωσαν επί 132 χρόνια για να πάρουν πίσω τη γη τους…
Συν τοις άλλοις οι εγγυήτριες δυνάμεις συμφώνησαν μεταξύ τους ότι τα έξοδα των Βαυαρικών δυνάμεων, που σε λίγο καιρό θα κυβερνούσαν την Ελλάδα, καθώς και η αποζημίωση στην Τουρκία, θα καλύπτονταν από συμμαχικό δάνειο 2.400.000 λιρών (!).
Τελικά στις 26 Δεκεμβρίου 1832 η Πύλη, αφού έλαβε την αποζημίωση, αποδέχτηκε τη ρύθμιση των συνόρων και αναγνώρισε το Βασίλειο της Ελλάδος. Το άλλο πρωί οι Έλληνες ξύπνησαν και πληροφορήθηκαν ότι χρωστούν το αμύθητο ποσό των 2.400.000 λιρών, σε κυρίως αγγλικές τράπεζες, για την εξαγορά της πατρίδας των! Ο μεγαλειώδης αγώνας του ελληνικού λαού και η επανάσταση για την ανεξαρτησία μετατράπηκε σε βαριά και συνεχή φορολόγηση, που για το συγκεκριμένο και μόνο δάνειο κράτησε ως το… 1964!
Ήτοι, οι Έλληνες πλήρωναν επί 132 χρόνια τη θυσία τους για να πάρουν πίσω τη δική τους γη…
Εμφύλιος και Οθωνας
Στο μεταξύ, ο αιματηρός εμφύλιος στην Ελλάδα, οι αρπαγές και οι λεηλασίες (παρά την παραίτηση Αυγουστίνου Καποδίστρια στις 28 Μαρτίου – είχε διαδεχθεί τον δολοφονημένο αδερφό του) κατέστρεφαν το έργο του Ιωάννη Καποδίστρια. Μετά τη νίκη των «συνταγματικών» στον Ισθμό, ο Ιωάννης Κωλέττης προέλασε στο Άργος και στο Ναύπλιο, ενώ ο Αυγουστίνος Καποδίστριας διέφυγε στην Κέρκυρα – παίρνοντας μαζί και τη σωρό του αδερφού του, για να ταφεί εκεί.
Η νέα διοικητική επιτροπή (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Ιωάννης Κωλέττης, Ανδρέας Ζαΐμης και άλλοι) δεν μπόρεσε να επιβληθεί. Άτακτοι (που υποκινούνταν από το αγγλόφιλο και το ρωσόφιλο κόμμα, καθώς Ρωσία και Αγγλία συνεργάζονταν πλέον κατά της Γαλλίας) διέλυσαν τη νέα συντακτική Εθνοσυνέλευση, που συνήλθε στο Ναύπλιο.
Η συνέλευση αυτή είχε προλάβει (στις 27 Ιουλίου) να επικυρώσει την απόφαση των Δυνάμεων για επιλογή του Οθωνα ως βασιλιά της Ελλάδας και να ακυρώσει το Σύνταγμα της Ε΄ Εθνοσυνέλευσης. Στις 24 Αυγούστου ορίστηκε τριμελής Επιτροπή (Πλαπούτας, Μιαούλης, Μπότσαρης) που θα ταξίδευε στο Μόναχο για να επιβεβαιώσει την απόφαση επικύρωσης της εκλογής του Όθωνος. Στο Ναύπλιο ο Κωλέττης –μέλος της νέας Διοικητικής Επιτροπής μαζί με τους Μεταξά και Ζαΐμη– κυβερνούσε χάρη στην απροκάλυπτη παρουσία γαλλικού στρατού. Στην ύπαιθρο κυριαρχούσε ο Κολοκοτρώνης. Όλοι ανέμεναν πλέον τον ερχομό του Βαυαρού πρίγκιπα, που είχε διοριστεί βασιλεύς της Ελλάδος…
Η χώρα θα έμπαινε σε μια μαύρη, βαυαρική 30ετία…