Περιεχόμενα
Η εξιχνίαση της απαγωγής και δολοφονίας του Μάριου Παπαγεωργίου, θα έπρεπε λογικά να είναι και το τέλος αυτής της μακάβριας ιστορίας. Πολύ περισσότερο η καταδίκη των τεσσάρων κατηγορούμενων που βάσει πρωτόδικης αλλά και εφετειακής απόφασης απήγαγαν τον Μάριο, ζήτησαν λύτρα από τη μητέρα του αλλά εν μέσω διαπραγματεύσεων δολοφόνησαν, έκαψαν και έθαψαν τον 26χρονο.
Ωστόσο τίποτα από τα παραπάνω δεν φαίνεται να έχει την παραμικρή σημασία για την Βαρβάρα Θεοδωράκη. Η μητέρα ζητά ένα κλείσιμο. Έστω ένα μικρό ίχνος από τη σορό του γιου της, για να πράξει το καθήκον της σαν σύγχρονο πρόσωπο αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Μία ταφή που θα αναπαύσει την ψυχή του γιου της και θα επιφέρει μία κάποια ισορροπία ανάμεσα στον κόσμο του φυσικού και του μεταφυσικού. Του υλικού και του πνευματικού.
Μετά από έντεκα ολόκληρα χρόνια γεμάτα δάκρυα, κατάρες και οδύνη, αναζητήσεις και απογοητεύσεις, ο φάκελος παραμένει ανοικτός, όπως και η συνδυασμένη αστυνομική και δικαστική έρευνα. Νέες συλλήψεις, παλιοί ύποπτοι μετατρέπονται σιγά σιγά σε νέοι κατηγορούμενοι. Στην γκρίζα ζώνη των διώξεων και της αξιολόγησης των ενδείξεων ως στοιχείων, ο ένας μετά τον άλλο παρελαύνουν εμπρός του ανακριτή. Έντεκα χρόνια μετά, ο μακρύς δρόμος που διανύθηκε μοιάζει να φαίνεται μικρός μπροστά στην αναπροσαρμογή του στόχου.
Η απαγωγή και οι αγωνιώδεις διαπραγματεύσεις
Η τελευταία φορά που είδε κάποιος τον 26χρονο Μάριο ήταν η Πέμπτη 9 Αυγούστου του 2012. Ο νεαρός βρισκόταν στο Διακοπτό Αχαΐας, στο εξοχικό της οικογένειας μαζί με τη μητέρα του. Χωρίς να υπάρχει κάποιος ξεκάθαρος λόγος, ενδεχομένως για μία απλή βόλτα, πήρε το αυτοκίνητό του και κατευθύνθηκε προς το Αίγιο.
Κάποιες πληροφορίες τόνιζαν, πως ο νεαρός ο οποίος εργαζόταν ως οπτομέτρης, είχε πάρει μαζί του ένα ποσό της τάξεως των 6.000 ευρώ με σκοπό ν’ αγοράσει μία ειδική συσκευή.
Το βράδυ δεν επέστρεψε. Την επόμενη ημέρα, ένας άνδρας κάλεσε τη μητέρα του, Βαρβάρα Θεοδωράκη. Το πρώτο αίτημα κατατέθηκε. «620.000 ευρώ για τη ζωή του γιου σου».
Η μητέρα του Μάριου προσπάθησε να διατηρήσει την ψυχραιμία της. Αμφιταλαντευόμενη αν αυτά που άκουγε ήταν αλήθεια, μπλόφα, φάρσα, ή κάτι χειρότερο, απευθύνθηκε στον Πέτρο Μιχαλεάκο. Πρόκειται για έναν οικογενειακό φίλο, ο οποίος αργότερα καταδικάστηκε ως ο «εγκέφαλος» της απαγωγής του Μάριου.
«Ο Μάριος θα είναι σε καμιά παραλία με κανένα γκομενάκι», φέρεται να της είπε, όπως επίσης την απέτρεψε από το να πάει στην Αστυνομία, επειδή οι αστυνομικοί είναι διεφθαρμένοι. Η τραγική ειρωνεία βεβαίως είναι πως ο Μιχαλεάκος είχε κάθε λόγο να πιστεύει τα παραπάνω για τους αστυνομικούς. Δύο από τους νέους υπόπτους της υπόθεσης, είναι οι δύο αστυνομικοί γιοι του…
- -Σας παρακαλώ θέλω να μιλήσω με το παιδί μου…
- – Αν δώσεις τα λεφτά, θα το έχεις το παιδί σου αύριο στην αγκαλιά σου. Σου μιλάω έντιμα. Εντάξει; αύριο το πρωί θα είναι σπίτι. Στις δέκα η ώρα το πολύ…
- – Ακούστε, κύριε, είμαι μάνα, θερμή παράκληση, σας παρακαλώ πολύ! Εγώ νομίζω ότι το έχετε σκοτώσει το παιδί μου…
- – Όχι, όχι. Σε διαβεβαιώ ότι δεν είναι σκοτωμένο το παιδί…
- – Τα λεφτά μου θα τα κάψω, δεν τα θέλω, τα καίω. Πού ξέρω εγώ αν δεν είστε δολοφόνοι και μου έχετε σκοτώσει το παιδί μου;
- – Όχι! Στο ορκιζόμαστε αυτό…
Η παραπάνω στιχομυθία αποτελεί τον διάλογο της μάνας με έναν από τους απαγωγείς, όπως διαβάστηκε στο δικαστήριο. Ενδεχομένως εκείνη την ημέρα όπου ο διάλογος λάμβανε χώρα, ο Μάριος να ήταν ήδη νεκρός.
Οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονταν. Ο Πέτρος Μιχαλεάκος, ο οικογενειακός φίλος, ήταν εκείνος που λειτουργούσε ως σύμβουλος της μητέρας για το πως να χειριστεί τις δραματικές διαπραγματεύσεις.
Μέχρι εκείνες τις ημέρες εκείνη είχε μαζέψει 350.000 ευρώ και έψαχνε για τα υπόλοιπα λύτρα. Η οφθαλμίατρος και διδάκτορας του Πανεπιστημίου Αθηνών ζήτησε ένα σημάδι ζωής από τον γιο της πριν καταβάλει τα πρώτα χρήματα, με την ελπίδα να κερδίσει λίγο χρόνο. Όταν οι απαγωγείς αρνήθηκαν, έφτασε η ώρα της Αστυνομίας. Η μητέρα έφτασε να δηλώσει την απουσία του γιου της στις 17 Αυγούστου. Οκτώ εφιαλτικές ημέρες μετά την πρώτη εξαφάνισή του, για να ξεκινήσει ένας πόλεμος νεύρων μεταξύ των δύο πλευρών και την Αστυνομία πλέον στο ρόλο του επιτηρητή.
Οι πρώτες συλλήψεις
Από εκείνο το σημείο και έπειτα οι επικοινωνίες αραιώνουν έως και σταματούν. Οι Αρχές έχουν ξεκινήσει τις έρευνες χωρίς όμως πολύ σημαντικά αποτελέσματα. Παρ’ όλα αυτά για εβδομάδες θέτουν σε παρακολούθηση τη μητέρα, οπότε και διαπιστώνουν πως έξω από το σπίτι της, ανά τακτά χρονικά διαστήματα βρίσκεται ένα μαύρο βαν με τρεις άνδρες.
Μετά από τους απαραίτητους ελέγχους, η Αστυνομία καταλήγει στο συμπέρασμα πως πρόκειται για μέλη της ομάδας των απαγωγέων. Μέχρι εκείνες τις ημέρες δεν υπήρχε σαφή εικόνα για το πλήθος των ατόμων που εμπλέκονται. Κατά τις Αρχές, οι απαγωγείς φέρονται να είχαν βάλει στόχο ν’ απαγάγουν και εκείνη ή ακόμη και να τη ληστέψουν καθώς δεν είχαν ικανοποιηθεί οικονομικά. Τον Οκτώβριο του 2012, η ΕΛ.ΑΣ. αφού αντιλαμβάνεται τον ρόλο του μαύρου βαν, ξεδιπλώνει το κουβάρι και προχωρά σε επτά συλλήψεις. Μία ταυτόχρονη επιχείρηση σε πολλαπλά μέτωπα ξεδιπλώθηκε και οι συνδέσεις οριστικοποιήθηκαν.
Στα χέρια των Αρχών τότε βρέθηκαν ο Πέτρος Μιχαλεάκος, ο Αριστείδης Κορέντιος, οι Βασίλειος, Γεράσιμος και Ευγενία Ταμπακάκη, ο Αναστάσιος Μπασάντης, ο Παναγιώτης Χαϊκάλης.
Η επιχείρηση στέφεται με επιτυχία, ωστόσο η υπόθεση δεν είχε δεθεί από άκρη σε άκρη. Η ΕΛ.ΑΣ. είχε την υποψία πως ο αριθμός των απαγωγέων ήταν μεγαλύτερος από αυτόν που είχε παρουσιαστεί μπροστά τους. Ήταν μεν μία καλή αρχή, ωστόσο τα στοιχεία στέρευαν. Από την πρώτη στιγμή άλλωστε δεν υπήρξε ούτε μία ομολογία ή έστω μία κατάθεση που να έδινε μία νέα κατεύθυνση στην Αστυνομία. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός πως εκείνη την εποχή, με τη μερική εξιχνίαση ουσιαστική της υπόθεσης, η συνέχιση της έρευνας φρέναρε. Ενώ στη δικογραφία υπήρχαν πράγματα που να αναζωπυρώσουν τα ίχνη για την ανεύρεση της σορού του νεαρού, ενώ στις συνομιλίες μεταξύ των δραστών υπήρχαν ενδείξεις, η ένταση των ερευνών ατόνησε.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως τα κενά που προέκυψαν παρά την επίπονη έρευνα, προκάλεσαν κάποιες αρρυθμίες στην κύρια ανάκριση. Η Ευγενία Ταμπακάκη αφέθηκε ελεύθερη, ενώ αντιστοίχως, τον Γενάρη του 2013 η σύζυγος του Μιχαλεάκου, Παρασκευή Σιούταλου συνελήφθη και προφυλακίστηκε μετά την άσκηση ποινικής δίωξης από την τακτική ανακρίτρια.
Το αυτοκίνητο του Μάριου
Την ώρα που ο χρόνος μέχρι το όριο των 18μηνων προφυλάκισης έτρεχε, οι Αρχές έμοιαζαν «παγωμένες». Η υπόθεση είχε περάσει στα χέρια των δικαστικών Αρχών και η Αστυνομία είχε αδρανήσει περιμένοντας διαταγές. Από την κύρια ανάκριση δεν είχε προκύψει η παραμικρή ένδειξη για το που βρίσκεται η σορός του οπτομέτρη.
Χρειάστηκε να φτάσουμε στις αρχές του καλοκαιριού του 2013 για να προκύψουν νέα στοιχεία. Μετά από έρευνα της δημοσιογράφου-ερευνήτριας Αγγελικής Νικολούλη, αποκαλύφθηκε πως το ανθρακί Audi του Μάριου Παπαγεωργίου δεν είχε ελεγχθεί πλήρως από τις Αρχές όπως και από τη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών. Το αυτοκίνητο είχε εντοπιστεί σχεδόν με τη σύλληψη των παραπάνω, στη συμβολή της οδού Αφροδίτης και λεωφόρος Ποσειδώνος, όπου και εξετάστηκε σχεδόν επί τόπου. Δεν μεταφέρθηκε ποτέ όμως στα εργαστήρια της Σήμανσης, ενώ μετά το τέλος της εξέτασης δόθηκε στην οικογένεια του Μάριου.
Τότε ήταν που η Αγγελική Νικολούλη με τη βοήθεια του διδάκτορα γενετιστή Γιώργου Φιτσιάλου, εντόπισαν με ειδικό εξοπλισμό κηλίδες αίματος σε έναν μικρό πυροσβεστήρα, στο πορτ παγκάζ του οχήματος, όπως και στη ρεζέρβα. Η αποκάλυψη έπεσε σαν βόμβα. Οι Αρχές ναι μεν είχαν συνδέσει το παζλ της απαγωγής, δεν είχαν όμως κάνει την παραμικρή πρόοδο αναφορικά με τον μηχανισμό θανάτου του 26χρονου. Μέχρι τότε υπήρχαν απλώς εικασίες πως ο Μάριος έχει πεθάνει και έχουν εξαφανίσει το πτώμα του. Τότε, για πρώτη φορά ένα εξαιρετικό κομμάτι της ιστορίας εμφανίστηκε μπροστά στα μάτια σύσσωμης της ελληνικής κοινωνίας.
Οι δραματικές καταθέσεις
Η ώρα της (πρώτης) κρίσης έφτασε τον Μάρτιο του 2014. Σε μία σειρά από δίκες όπου η ένταση ήταν μονίμως σε μεγάλα ύψη, ενώ δεκάδες ήταν οι συγγενείς, οι φίλοι αλλά και υποστηρικτές της οικογένειας του Παπαγεωργίου που ζητούσαν την καταδίκη όλων των εμπλεκομένων. Η μητέρα του αδικοχαμένου Μάριου όμως εξακολουθούσε να είναι συγκεντρωμένη στη σορό του γιου της. Το ερώτημα που βρίσκεται το σώμα του, ή έστω ένα οστό ήταν αυτό που την «έκαιγε».
Η αγόρευση της εισαγγελέως της έδρας στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών δεν άφηνε κανένα περιθώριο αμφισβήτησης. Η εισαγγελική λειτουργός ήταν πεπεισμένη πως η συμμορία, σχεδόν στο σύνολό της ήταν υπεύθυνη τόσο για την απαγωγή όσο και για τον θάνατο του Μάριου. Ο δε Μιχαλεάκος ήταν ο αδιαμφησβήτητος πρωταγωνιστής του φρικτού θρίλερ που συντάραξε το πανελλήνιο, ενώ έσυρε σε μία ανεπανάληπτη κόλαση τη μητέρα του αδικοχαμένου άντρα. Και όλα αυτά, για τα λεφτά.
Πριν φτάσουμε σε αυτό το σημείο όμως, μία σειρά από κρίσιμα γεγονότα ήρθαν στην επιφάνεια τα οποία αφορούσαν δύο εν ενεργεία τότε αστυνομικούς, τους δύο από τους τρεις συνολικά γιους του Μιχαλεάκου. Από τα στοιχεία που συλλέχθηκαν και παρουσιάστηκαν στη δικαστική αίθουσα, οι δύο ένστολοι φαίνεται να έπαιξαν διάφορους ρόλους κατά τη διάρκεια των ερευνών. Κανείς από τους δύο δεν ήταν κατηγορούμενος στην υπόθεση, ωστόσο οι αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσαν ψύλλιασαν για τα καλά πλέον το δικαστήριο. Τα ονόματά τους μπήκαν στο καρνέ των δικαστικών Αρχών, ενώ δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, οι υποψίες των αστυνομικών Αρχών επαληθεύτηκαν: Από το εδώλιο του κατηγορουμένου απουσίαζαν και άλλα πρόσωπα που πήραν μέρος στο ειδεχθές έγκλημα. Άλλωστε, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης προέκυψαν περαιτέρω στοιχεία που έδειχναν το δεύτερο οργανωμένο σχέδιο που αποσκοπούσε στην απαγωγή της μητέρας.
Καθοριστικό ρόλο βεβαίως έπαιξαν οι καταθέσεις της Αγγελικής Νικολούλη και του Γιώργου Φιτσιάλου, οι οποίοι με την έρευνά τους και την επιστημονική τεκμηρίωση των ευρημάτων στο πορτ παγκάζ, για πρώτη φορά δόθηκε μία πιθανή εικόνα σοβαρού, ίσως και θανατηφόρου τραυματισμού του Μάριου. Κάποιος φέρεται, σε ανύποπτο χρόνο, ν’ άρπαξε τον μικρό πυροσβεστήρα του αυτοκινήτου του Μάριου και να το χρησιμοποίησε σαν σφυρί στο κεφάλι του 26χρονου. Από αυτό το χτύπημα φέρεται να προκλήθηκε η αιμορραγία, την οποία και εντόπισε η Αγγελική Νικολούλη.
Η CIA και οι… εύπιστοι αστυνομικοί
Από τα στοιχεία της δικογραφίας που εξετάστηκαν στο δικαστήριο, ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε το γεγονός πως αστυνομικοί ομάδας ΔΙ.ΑΣ. έφτασαν μία ανάσα από το να θέσουν τον «εγκέφαλο» της υπόθεσης ενώπιον της δικαιοσύνης… πριν της ώρας του. Κι αυτό διότι κατά τη διάρκεια ελέγχου του αυτοκινήτου του Μιχαλεάκου, εντόπισαν όπλο μέσα στο αυτοκίνητό του. Ωστόσο δεν προχώρησαν στα δέοντα, αφού ο Μιχαλεάκος επέδειξε ταυτότητα της… CIA! Για κάποιο λόγο οι αστυνομικοί τον πίστεψαν και μάλιστα φέρονται ν’ απολογήθηκαν για την… ενόχληση.
Πλήρως χαρακτηριστική είναι η συνομιλία δύο μελών της συμμορίας, όπως καταγράφηκε από τις Αρχές:
- Α: Σκάνε λοιπόν τρεις μηχανές της ΔΙΑΣ ενώ ήμασταν στο αμάξι. Κατεβαίνει ο ένας και μου λέει: «πόση ώρα είστε εδώ;». «Γιατί» του λέω εγώ; Μου λέει «γιατί σας βλέπουμε ώρα». Και τότε εγώ τον ρωτάω με την σειρά μου «Και τι έγινε που είμαστε ώρα εδώ. Καθόμαστε και μιλάμε». Μέχρι τότε ο Πέτρος (σ.σ. Μιχαλεάκος) δεν είχε πει τίποτε!
- Β. Και τι έγινε;
- Α: Με ρώτησε «έχετε κάτι παράνομο μαζί σας»; «Οχι» του λέω! «Άμα θέλεις να ψάξεις, ψάξε». Όμως εκείνη την ώρα κατευθύνεται στο άλλο αμάξι που ήταν ο Πέτρος
- Β: Ναι, ε;
- Α: Στο πίσω, στο δικό του! Έχει τη «μπουμπού» μέσα (σ.σ. εννοεί το όπλο) έχει τη Romeo μέσα, τα έχει όλα, ε;
- Β: Ναι, ε; Και τι συνέβη;
- Α: Τότε ο αστυνομικός βρίσκει το όπλο. Και τότε ο Πέτρος του λέει «κάτσε, περίμενε». Και του βγάζει την ταυτότητα…
- Β: Και τι έλεγε αυτή;
- Α: C.Ι.Α.
- Β: Τι, τι;
- Α: C-I-A.
- B: Σώπα ρε μάγκα! Στο όνομα του;
- Α: Ναι! Και του έφυγε η μαγκιά του αστυνομικού…
- Β: Σώπα ρε!
- Α: Ο τύπος είναι υπεύθυνος της ασφαλείας του Υπουργού Πρεσβείας των Αμερικανών! (σ.σ. σαφώς πρόκειται για πλασματική ιδιότητα)
- Β: Σοβαρά μιλάς;
- Α: Ναι, και δεν ξέρεις πόσα συγγνώμη του ζητήσανε! «Συγγνώμη ρε παιδιά, δεν το ξέραμε» του είπαν οι αστυνομικοί…
- Β:Σοβαρά, ε;
- Α: Κι ο Πέτρος του είπε «έλα σου κλείνω το μάτι. Μπορεί να είμαι σε αποστολή. Εδώ που είμαι με παρακολουθούν δέκα δορυφόροι», του λέει.
Ο Μιχαλεάκος φέρεται να είχε πείσει ακόμη και τους φίλους του ότι ήταν αρχηγός του κλιμακίου της CIA στην Ελλάδα! Μάλιστα ήταν κάτι το οποίο δεν έκρυβε και συχνά πυκνά χρησιμοποιούσε αυτή την επωδό για να κάνει επίδειξη μεγαλείου και σπουδαιότητας στον περίγυρό του. Σε άλλες περιπτώσεις εμφανιζόταν ως μέλος της ΕΥΠ και σε άλλους ως μέλος της αμερικανικής βάσης του Ελληνικού.
Κατά πληροφορίες στο αυτοκίνητό του είχε αστυνομικό φάρο, ενώ όποτε εμφανιζόταν κάποιο πρόβλημα στο φιλικό του περιβάλλον, έσπευδε να διαφημίσει τις δήθεν διασυνδέσεις του προκειμένου να έχει χάρες για να «εξαργυρώνει» αργότερα. Όπως και να ‘χει, αυτή την ιδιότητα του δήθεν μυστικού πράκτορα εκμεταλλεύτηκε προκειμένου να χειραγωγήσει τη μητέρα του Μάριου, ώστε να φανεί ως ο άνθρωπος που τη βοηθούσε πραγματικά για να βρει τον γιο της.
Οι καταδίκες
Το δικαστήριο δεν έφυγε μακριά από τις εισηγήσεις της εισαγγελέως. Εν τέλει, ο Πέτρος Μιχαλεάκος καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση και σε 23 χρόνια για σύσταση συμμορίας, διάπραξη κακουργήματος, αρπαγή κατά συναυτουργία και απόπειρα εκβίασης. Η σύζυγός του Βούλα Σιούταλου, επιβλήθηκε ποινή 18 χρόνων για αρπαγή από κοινού, απλή συνέργεια σε απόπειρα εκβίασης και σύσταση συμμορίας για διάπραξη κακουργήματος.
Στον Αναστάσιο Μπασαντή, επιβλήθηκε η ποινή των 6 χρόνων με αναστολή, για άμεση συνέργεια σε απόπειρα εκβίασης. Ο Αριστείδης Κορέντιος καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 4 χρόνων με αναστολή, για την ένταξη σε συμμορία προς διάπραξη κακουργήματος. Τα αδέλφια Γεράσιμος και Βασίλης Ταμπακάκης καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης 3 και 2 χρόνων αντίστοιχα, που ήταν εξαγοράσιμες. Οι τελευταίοι τρεις, σύμφωνα με τη δικαστική απόφαση, συμμετείχαν στην απόπειρα απαγωγής της μητέρας του Μάριου. Οι υπόλοιποι, Παναγιώτης Χαϊκάλης και Ευγενία Ταμπακάκη, αθωώθηκαν λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων.
Η αναζήτηση της σορού
Από εκείνο το σημείο και έπειτα, ξεκίνησε η αγωνιώδης προσπάθεια της οικογένειας προκειμένου να εντοπιστεί η σορός του Μάριου. Μέχρι εκείνη την εποχή η Αστυνομία δεν είχε μπορέσει να εντοπίσει το ακριβές σημείο στο οποίο είχε ταφεί το πτώμα. Η οικογένεια του Μάριου προχώρησε στην πρόσληψη ενός ειδικού ερευνητή από τον Καναδά, του οποίου ο ρόλος αποδείχθηκε καθοριστικός για την ανάλυση του μηχανισμού θανάτου του Μάριου, του πλαισίου στο οποίο θα κρατούνταν όμηρος, αλλά και της ανάλυσης όλων των «περασμάτων» των απαγωγέων, διαμορφώνοντας έτσι μία αλυσίδα τοποθεσιών, οι οποίες ήταν όλες υποψήφιες για να ξεφορτωθούν τη σορό του αδικοχαμένου οπτομέτρη.
Σύμφωνα με την έρευνα του Καναδού απόμαχου αστυνομικού, προέκυψαν πολλά και σημαντικά στοιχεία για το πως εξελίχθηκε η υπόθεση. Ο Μάριος Παπαγεωργίου φέρεται να έπεσε νεκρός έπειτα από διαμάχη με τρεις άνδρες, σχεδόν με την πρώτη τους επαφή. Από την πρώτη κιόλας ημέρα της εξαφάνισής του. Αυτή η ανατροπή διέλυσε τα σχέδια των απαγωγέων, οι οποίοι βάλθηκαν να παλέψουν σε δύο διαφορετικά μέτωπα.
Στο ένα μέτωπο θα προσπαθούσαν να πείσουν τη μητέρα του αδικοχαμένου άνδρα να καταβάλει τα λύτρα χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τον ήδη νεκρό Μάριο. Στο άλλο μέτωπο έπρεπε να σκαρφιστούν τον τρόπο που θα εξαφάνιζαν τη σορό του 26χρονου οπτομέτρη. Παράλληλα καθίσταται σαφές πως στην υπόθεση εμπλέκονται όχι μία, αλλά δύο ομάδες κρούσης. Σύμφωνα με τον Καναδό, η ΕΛ.ΑΣ. εστίασε στη δεύτερη ομάδα, εκείνη που ετοιμαζόταν ν’ απαγάγει τη μητέρα. Ο ερευνητής ανέσυρε στοιχεία τα οποία φέρονται ν’ αποδεικνύουν την παρουσία τουλάχιστον εννιά ατόμων ως μέλη της πρώτης ομάδας, αυτής που απέτυχε να κρατήσει τον Μάριο στη ζωή και να τον ανταλλάξει με το ποσό των 620.000 ευρώ.
Στο πόρισμα του Καναδού, αναφέρεται ως επικρατέστερο σημείο ταφής του Μάριου, σημείο στην περιοχή του Σοφικού. Αντιστρέφοντας το μονοπάτι που ακολούθησαν οι δράστες, πριν το Σοφικό, ο Καναδός ερευνητής εκτιμά πως η αμέσως προηγούμενη στάση ήταν ο Κιθαιρώνας στα Βίλια, η Νέα Πέραμος αλλά και η Νέα Σμύρνη. Ο Καναδός μιλά δηλαδή για μία συνάντηση παράτυπης συνδιαλλαγής στην εκκλησία της Αγίας Φωτεινής στα νότια προάστια και τη μεταφορά των δύο μερών στη Νέα Πέραμο για την ολοκλήρωση του deal. Όταν τα πράγματα πήγαν στραβά, οι δράστες φέρονται να μετέφεραν το πτώμα σε στρατιωτική βάση στον Κιθαιρώνα, μέχρι να πάρουν την απόφαση να το μεταφέρουν στο Σοφικό. Γι’ αυτό τον σκοπό φέρονται να χρησιμοποίησαν ένα βαν, γεμάτο με κάρβουνο ώστε να περιορίσουν τη μυρωδιά της σορού. Σύμφωνα με τον Καναδό ο Μάριος κάηκε και ότι απέμεινε θάφτηκε σε αυτές τις δύσβατες περιοχές.
Αργότερα έως και πρόσφατα, υπήρξαν μαρτυρίες που μιλούσαν για το πραγματικό σημείο στο οποίο ενταφιάστηκε η σορός του Μάριου. Αττική, Βοιωτία, Αρκαδία, Αχαΐα, Κορινθία. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, εντοπίστηκαν οστά, σε καμία από αυτές όμως δεν ήταν του αδικοχαμένου Μάριου.
Το Εφετείο και οι πυροβολισμοί
Παράλληλα όμως με τις έρευνες, εκκρεμούσαν και οι δικαστικές εξελίξεις. Μετά από αλλεπάλληλες αναβολές, η έφεση εκδικάστηκε τον Σεπτέμβριο του 2018. Λίγους μήνες νωρίτερα και συγκεκριμένα τον Μάιο του 2017 ένας θείος του Μάριου άρχισε να πυροβολεί στον αέρα και μάλιστα μπροστά στις κάμερες. Επικράτησε πανδαιμόνιο, ενώ εκείνος συνελήφθη και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης 2 ετών και 2 μηνών με αναστολή.
Στην κύρια δίκη πάντως, η έδρα ήταν αποφασισμένη να κάνει τους κατηγορούμενους να δώσουν απαντήσεις: «Ακολουθήσατε μια γραμμή στο πρωτόδικο δικαστήριο και ήταν καταδικαστική. Έχετε άλλη μια ευκαιρία να μιλήσετε, ίσως είναι η τελευταία. Η αλήθεια είναι πάντα λυτρωτική για όλους», έλεγε η πρόεδρος στους εμπλεκόμενους.
Αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν χειρότερα γι’ αυτούς καθώς μια πρώην συγκρατούμενη της συζύγου του Μιχαλεάκου κατέθεσε εγγράφως στο δικαστήριο ότι η γυναίκα τής είχε αποκαλύψει μέσα στις φυλακές Ελαιώνα πως ο Μάριος είχε απαχθεί για λύτρα. Και πρόσθεσε ότι τον δολοφόνησαν και τον έκαψαν κάπου στο Άνω Διακοφτό.
Οι κατηγορούμενοι δεν έδωσαν πειστικές απαντήσεις. Στην αγόρευσή της η εισαγγελική λειτουργός εμφανίστηκε πεπεισμένη ότι ο Μάριος δεν ζει, παρά τους αντίθετους ισχυρισμούς του κατηγορούμενου. «Ο Μάριος δεν έχει επιστρέψει και δεν θα επιστρέψει, γιατί είναι νεκρός. Τον σκότωσε ο Πέτρος Μιχαλεάκος με τους συνεργούς του. Του κατάφεραν το θανατηφόρο πλήγμα. Οι ενέργειες του Μιχαλεάκου δεν ήταν τυχαίες. Οι χειρισμοί του ήταν προσεκτικά σχεδιασμένοι. Γιατί σκότωσε το Μάριο; Μόνο εκείνος και οι συνεργοί του ξέρουν». Η έδρα αποφάσισε ομόφωνα τη νέα καταδίκη όλων των εμπλεκομένων. Με τη διαφορά όμως, πως η εισαγγελέας ζήτησε τη μεταβίβαση της δικογραφίας στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, καθώς υπάρχουν σοβαρότατες ενδείξεις συμμετοχής και άλλων προσώπων. Όπερ και εγένετο.
Καθυστερήσεις, συλλήψεις, ανωμοτί καταθέσεις
Έπρεπε να περάσουν σχεδόν πέντε χρόνια από τότε μέχρι να υπάρξουν νέες χειροπιαστές εξελίξεις αναφορικά με την υπόθεση του Μάριου. Από το 2018 και έπειτα συνεχίστηκαν εις μάτην οι έρευνες για την ανεύρεση της σορού του 26χρονου. Την ίδια στιγμή η δικαστική έρευνα είχε βαλτώσει. Χρειάστηκε η παρέμβαση της μητέρας, η οποία απευθύνθηκε στον Άρειο Πάγο προκειμένου να ανακατευτεί εκ νέου η τράπουλα και νέοι δικαστικοί λειτουργοί να τρέξουν την υπόθεση. Ταυτόχρονα δε, είχε επικηρύξει την περίφημη πρώτη ομάδα των απαγωγέων που στην πλειοψηφία τους διαφεύγουν της σύλληψης.
Μόλις πριν από λίγες ημέρες η ΕΛ.ΑΣ. κατάφερε να φτάσει στα ίχνη δύο φερόμενων εμπλεκομένων, οι οποίοι ωστόσο αφέθηκαν ελεύθεροι. Πρόκειται για πρόσωπα που είχαν σχέσεις με τον «εγκέφαλο», ενώ φέρονται να είχαν συμμετάσχει στη διαδικασία απόκρυψης της σορού του Μάριου. Ταυτόχρονα όμως, μέσα στην ερχόμενη εβδομάδα αναμένεται να κληθούν για ανωμοτί κατάθεση ως ύποπτοι οι δύο αστυνομικοί (ο ένας εν ενεργεία μέλος του ΤΑ Βούλας, πρώην αστυνομικός ο άλλος) γιοι του Μιχαλεάκου. Εκτός από τους τέσσερις προαναφερθέντες, φέρονται άλλοι τέσσερις στο κάδρο των ερευνών…
Photo credits: Evrokinissi