Περιεχόμενα
Έπρεπε να περάσουν σχεδόν δέκα χρόνια εμφύλιου σπαραγμού στην Υεμένη για να πέσουν πάνω της τα φώτα της διεθνούς κοινότητας. Κι αυτό έγινε όταν το πρόβλημα από εσωτερικό έγινε διεθνές. Η απειλή του καθεστώτος των φιλοϊρανών ανταρτών Χούθι, που ελέγχει το βόρειο τμήμα της χώρας, να επιτεθούν σε αμερικανικά (και φιλικά προς τις ΗΠΑ) πλοία στο στενό της Ερυθράς Θάλασσας, ένα από τα πιο πολυσύχναστα του κόσμου, μόνο κούφια δεν είναι.
Οι Αμερικανοί είναι έτοιμοι να ξεκινήσουν μια «διεθνή» εκστρατεία για να αντιμετωπίσουν τους Χούθι στην Υεμένη. Στην ουσία, δηλαδή, τα βάζουν με τους αντιπροσώπους του Ιράν, με τους οποίους ήδη πολεμούν ανοιχτά οι Σαουδάραβες. Σ’ έναν πόλεμο που μπορεί πολύ γρήγορα να γίνει και δικός μας. Με ποιον τρόπο;
Τον Οκτώβριο του η Ελλάδα υπέγραψε αμυντική συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Η οποία προβλέπει ότι η μία χώρα θα συνδράμει την άλλη στρατιωτικά σε περίπτωση επίθεσης από τρίτη χώρα. Η συμφωνία μπορεί να ενεργοποιηθεί οποιαδήποτε στιγμή, καθώς τα Εμιράτα δέχονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα επιθέσεις από τους Χούθι, με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones). Αλλά δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε αν δούμε καμιά ελληνική φρεγάτα να κατηφορίζει στην Ερυθρά Θάλασσα.
Τα όσα συμβαίνουν στην Υεμένη έχουν και τεράστια σημασία για την ελληνική ναυτιλία. Η Υεμένη βρίσκεται σ’ ένα πολύ κρίσιμο σημείο, ελέγχει την έξοδο της Ερυθράς Θάλασσας προς την Αραβική Θάλασσα, τον Περσικό Κόλπο και τα λιμάνια της Άπω Ανατολής.
Υεμένη: Νότια κι ευλογημένη
Αλ γιαμάν στα αραβικά σημαίνει απλά «νότιος». Η Υεμένη, δηλαδή, κατά την πιο επικρατούσα εκδοχή είναι απλά η «νότια» χώρα. Κατά μια άλλη εκδοχή, το όνομα της χώρας προέρχεται από την επίσης πρωτο-αραβική λέξη «γιαμ», που σημαίνει «ευτυχισμένος», «ευλογημένος».
Από εκεί, λένε αυτοί που το υποστηρίζουν, βρήκαν οι Ρωμαίοι την ιδέα και ονόμασαν την περιοχή Arabia Felix, δηλαδή «Ευδαίμων Αραβία». Σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειοψηφία της Αραβικής χερσονήσου, η περιοχή ειδικά στα δυτικά είναι εύφορη, χωρίς ερήμους και αμμόλοφους, και χωρίς απάνθρωπες θερμοκρασίες.
Οι αρχαίοι κάτοικοι της ευτυχισμένης αυτής περιοχής ήταν οι Σαβαίοι. Οι οποίοι ανήκαν στο βασίλειο του Σαβά. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, τον καιρό που βασίλευε στο Ισραήλ ο Σολομώντας έφτασε στην Ιερουσαλήμ η βασίλισσα του Σαβά φορτωμένη χρυσάφια και μπριλάντια και μπαχαρικά και έκανε αίσθηση με την δύναμη και την ομορφιά της. Τέτοια ομορφιά, που ο Σολομώντας της έκανε κι ένα παιδί.
Γενικά η περιοχή είναι πολύ εύφορη, και για αιώνες ήταν ονομαστή και για τον καφέ της. Ο καφές «μόκα» πήρε το όνομά του από την ομώνυμη πόλη.
Η περιοχή της Υεμένης ήταν στο μεγαλύτερο μέρος των τριών τελευταίων αιώνων χωρισμένη σε δύο μέρη, τη Βόρεια και τη Νότια. Τα δύο κομμάτια ενώθηκαν το 1990 κι από τότε η Υεμένη παραμένει ενιαίο κράτος. Ο διαχωρισμός εκείνος ήταν κυρίως αποτέλεσμα πολιτικών και στρατιωτικών συμφερόντων, όμως έδινε και μια ιδέα του τι συνέβαινε εκεί.
Διότι ναι μεν υπήρχε Υεμένη, αλλά όχι και Υεμενίτες. Εθνική συνείδηση σ’ αυτή την περιοχή, που σήμερα αριθμεί σχεδόν 30 εκατομμύρια κατοίκους, δεν υπήρξε ποτέ (με την έννοια που της δίνουμε εμείς π.χ. Ελλάδα-Έλληνες, Βουλγαρία-Βούλγαροι κτλ.) και ούτε υπάρχει. Η περιοχή εξαρχής ήταν διαιρεμένη φυλετικά, σε διάφορες φυλές και φατρίες, που πολεμούσαν μεταξύ τους. Κι αυτό κάνουν και τώρα, σ’ ένα παιχνίδι που δεν είναι πια δικό τους, αλλά διεθνές.
Εμφύλιος δι’ αντιπροσώπων
Για την ακρίβεια, οι τρεις παρατάξεις που πολεμούν μεταξύ τους τα τελευταία χρόνια στην Υεμένη έχουν από πίσω τους μια περιφερειακή δύναμη, που τους στηρίζει για δικό της συμφέρον, βέβαια. Σε τέτοιο σημείο φτάνει η στήριξη, που ο εμφύλιος πόλεμος της Υεμένης χαρακτηρίζεται πια ως ένας πόλεμος Σαουδικής Αραβίας-Ιράν, με ολίγον από Εμιράτα, κι όλα αυτά δι’ αντιπροσώπων!
Δεν χρειάζεται να γίνει ανάλυση όλων των διαφορετικών φυλών που υπάρχουν στην Υεμένη. Χρειάζεται, όμως, ένα «ξεσκόνισμα» στη θρησκεία. Οι κάτοικοι είναι μουσουλμάνοι σε ποσοστό 99%. Αλλά τι μουσουλμάνοι; Οι μισοί είναι σιίτες (από τη σχολή των ζαϊντι, πιο συγκεκριμένα) και οι μισοί σουνίτες. Οι σιίτες είναι συγκεντρωμένοι στις βόρειες επαρχίες και οι σουνίτες σε όλη την υπόλοιπη χώρα.
Ο πρώτος ζαϊντιστής ιμάμης έφτιαξε το πρώτο κράτος του στην περιοχή της Υεμένης το 897 μ.Χ. Ακολούθησαν το κήρυγμά του μόνο οι βόρειες φυλές της σημερινής χώρας, όπως και αυτές των σημερινών νοτιοδυτικών επαρχιών της Σαουδικής Αραβίας (Νατζράν κτλ.). Με τον καιρό το κράτος αναπτύχθηκε τόσο πολύ, που έφτασε να ελέγχει σχεδόν όλη την ανατολική ακτή της Ερυθράς Θάλασσας και επεκτάθηκε μέχρι την περιοχή του Ντοφάρ, στο σημερινό Ομάν. Όλους αυτούς τους αιώνες ανεβοκατέβαιναν διάφορες δυναστείες και τα σύνορα επεκτείνονταν ή συρρικνώνονταν ανάλογα με τα συμφέροντα και τη δύναμη των φυλών.
Οι Πορτογάλοι, που πέρασαν πρώτοι το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας κι άρχισαν εμπορικές παρτίδες με τις Ινδίες για τα μπαχαρικά, κατάλαβαν την αξία της περιοχής. Ο θαλασσοπόρος Αλφόνσο ντε Αλμπουκέρκε αποφάσισε να καταλάβει το λιμάνι του Άντεν το 1513, αλλά τα βρήκε σκούρα. Οι Οθωμανοί έδειξαν επίσης όρεξη να καταλάβουν την περιοχή, δήθεν για να ασφαλίσουν τις ιερές πόλεις Μέκκα και Μεδίνα που κατείχαν ήδη, αλλά ουσιαστικά κι αυτοί για να ελέγξουν το δρόμο των μπαχαρικών.
Πίεζαν τους Μαμελούκους της Αιγύπτου να εκστρατεύσουν, αλλά το πράγμα δεν ήταν εύκολο. Συνολικά οι Μαμελούκοι έστειλαν πάνω από 80.000 στρατό στην Υεμένη, από τους οποίους υπολογίζεται ότι επιβίωσαν μόνο οι 7.000! Τελικά οι Οθωμανοί συμμάχησαν με κάποιες φυλές και εκμεταλλεύθηκαν τις παραδοσιακές έριδες για να βάλουν πόδι στην περιοχή. Το λάθος τους, όμως, ήταν ότι αποκάλεσαν τους ζαϊντί «απίστους». Κι έτσι άρχισε ένας διαρκής ανταρτοπόλεμος, με τους ζαϊντί πλέον να αισθάνονται ιερό καθήκον τους να διώξουν τους σουνίτες Τούρκους από τα μέρη τους. Σιγά-σιγά ροκάνιζαν την Οθωμανική κυριαρχία και το 1634 έδιωξαν και την τελευταία φρουρά, από την πόλη της Μόκα.
Η όρεξη του τότε ιμάμη των Υεμενιτών άνοιξε και έφτασε στο σημείο να κυριεύσει μέχρι και τη Μέκκα. Αλλά πλέον πάτησε τον ιερό… «κάλο» των Οθωμανών, που δεν μπορούσαν να διανοηθούν να χάσουν την ιερή πόλη του Ισλάμ. Την επανακατέλαβαν, λοιπόν, και για σχεδόν δύο αιώνες υπήρξε μια σιωπηρή συμφωνία. Δεν με πειράζεις, δεν σε πειράζω. Στο μεταξύ, οι νότιες (σουνιτικές) φυλές της Υεμένης έφτιαξαν δικά τους ανεξάρτητα σουλτανάτα, που συχνά πολεμούσαν μεταξύ τους.
Οι Βρετανοί και ο χωρισμός
Οι απαρχές του διαχωρισμού της Υεμένης βρίσκονται στα βρετανικά συμφέροντα. Οι Βρετανοί, ήδη κύριοι των Ινδιών, έψαχναν για ασφαλή λιμάνια ανεφοδιασμού των πλοίων τους. Στην αρχή απευθύνθηκαν στον ζαϊντί ιμάμη του βορρά αφού είχαν βάλει στο μάτι τη Μόκα, αλλά τελικά κατέληξαν σε συμφωνία με τον σουλτάνο του Λαχέτζ στο νότο, ο οποίος τους παραχώρησε το Άντεν. Όλα αυτά το 1839. Αμέσως οι Βρετανοί έκαναν συμφωνίες «φιλίας και προστασίας» με τα τριγύρω κρατίδια, για να ασφαλίσουν το λιμάνι από επιθέσεις. Το Άντεν, βέβαια, έγινε ακόμα πιο στρατηγικό σημείο μετά το 1869, όταν άνοιξε η διώρυγα του Σουέζ και μειώθηκε κατά πολύ ο δρόμος προς τις Ινδίες.
Η κινητικότητα των Βρετανών στο νότο θορύβησε τους Οθωμανούς. Οι οποίοι, ειδικά μετά το άνοιγμα του Σουέζ, αποφάσισαν να δράσουν. Μετά από συνεχείς εκστρατείες, τα οροπέδια των βόρειων φυλών όπου βρίσκεται η σημερινή πρωτεύουσα Σανάα υποτάχθηκαν το 1873 και η περιοχή έγινε ένα βιλαέτι, μια διοικητική περιφέρεια, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η κατάκτηση δεν ήταν ποτέ εύκολη. Η περιοχή βρισκόταν σε αναβρασμό σχεδόν πάντα και το 1911 οι Οθωμανοί αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τις βόρειες περιοχές, όπου τις διαφέντευε ήδη ένας πανούργος ιμάμης, ο Γιαχία Ελ Μουταβακίλ. Η βόρεια περιοχή της Υεμένης ουσιαστικά έγινε ανεξάρτητη τότε. Οι μεσαίες περιοχές, που συνόρευαν με τα βρετανικά προτεκτοράτα του νότου, παρέμειναν στους Οθωμανούς μέχρι και την ουσιαστική διάλυση της Αυτοκρτηςρίας το 1918. Τότε οι βόρειοι Υεμενίτες με αστραπιαίες κινήσεις κατέκτησαν και τις μεσαίες επαρχίες.
Ο ιμάμης Γιαχία δεν κοίταξε να τα βάλει με τους Βρετανούς στο νότο, κυρίως γιατί αντιμετώπιζε μια άλλη απειλή, τον ιμπν Σαούντ. Ο οποίος ξεκινώντας από τη γενέτειρά του στην περιοχή του Νετζντ (εκεί που βρίσκεται το σημερινό Ριάντ) έφτιαξε το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας κατακτώντας ό,τι του γυάλιζε στο μάτι. Ο Γιαχία, για να αποφύγει τον πόλεμο, έδωσε στη Σαουδική Αραβία τρεις επαρχίες του (Ασίρ, Νατζράν και Τζαζάν) το 1934. Η συμφωνία ήταν για 20 χρόνια αρχικά, αλλά ακόμα οι περιοχές αυτές παραμένουν υπό τον έλεγχο της Σαουδικής Αραβίας.
Στο βορρά εμφύλιος, στο νότο μαρξιστές
Στο νότο, οι Βρετανοί έδωσαν ειδικό καθεστώς στο Άντεν (το οποίο είχε εξελιχθεί πια σε μια πολυεθνική πόλη με μια τεράστια βρετανική ναυτική βάση) και τα 23 σουλτανάτα και εμιράτα τα «γκρούπαραν» σε μια ενιαία υποτίθεται οντότητα, την Ομοσπονδία της Νότιας Αραβίας.
Η δεκαετία του 1960 έφερε φοβερές εξελίξεις στην περιοχή. Πρώτον, ο εμφύλιος πόλεμος στο βορρά (την Αραβική Δημοκρατία της Υεμένης), που ξέσπασε μετά τον θάνατο του ιμάμη Γιαχία και κράτησε 8 χρόνια (1962-70). Αυτός ο εμφύλιος ενέπνευσε και το κίνημα αντίστασης στο νότο, όπου ήδη δρούσαν πολύ δυνατές εργατικές οργανώσεις. Οι Βρετανοί έφυγαν από το νότο το 1967 και η περιοχή απέκτησε την ανεξαρτησία της ως η «Λαϊκή Δημοκρατία της Υεμένης», με καθαρά μαρξιστικό προσανατολισμό.
Οι δύο Υεμένες έφτασαν στο σημείο να πολεμήσουν μεταξύ τους το 1972 και το 1979. Το 1986 ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος στη Νότια Υεμένη, ο οποίος επιτάχυνε τις διαδικασίες της ένωσης. Οι δύο Υεμένες ενώθηκαν το 1990, με τον βορρά να κυριαρχεί και πληθυσμιακά, αλλά και πολιτικά.
Ο πρόεδρος της Βόρειας Υεμένης, Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ, έγινε πρόεδρος όλης της Υεμένης και ο πρόεδρος της Νότιας Υεμένης Αλί Σαλίμ αλ Μπέιντ έγινε αντιπρόεδρος. Το πρώτο μεγάλο ζήτημα προέκυψε σχεδόν αμέσως, με την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ και την επέμβαση των Αμερικάνων. Η Υεμένη ήταν η μοναδική αραβική χώρα της περιοχής που ήταν εναντίον της επέμβασης, κι αυτό χτύπησε καμπανάκια στους Σαουδάραβες. Επιπλέον, στις ανατολικές περιοχές άρχισαν να δρουν ισλαμιστικές ομάδες, η Αλ Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου, με κορυφαίο χτύπημα την επίθεση αυτοκτονίας στο αμερικάνικο σκάφος Κόουλ στο λιμάνι του Άντεν το 2000.
Ο ιμάμης Χούθι που έγινε καθεστώς
Από το 1994 ήδη ξεκίνησε μια προσπάθεια χωρισμού της Νότιας Υεμένης, η οποία απέτυχε. Έδειξε, όμως, ότι η περίφημη ένωση ήταν κάτι τεχνητό. Το 2004 καταγράφηκε η πρώτη εξέγερση των ζαϊντί στις βόρειες επαρχίες. Επικεφαλής της ο ιμάμης Χουσείν Μπαντρετίν Αλ Χούθι, που έδωσε το όνομά του σε όλο το κίνημα. Πλέον οι υποστηρικτές του από τότε ονομάζονται συνολικά «Χούθι», αν και φυσικά δεν ανήκουν όλοι στην οικογένεια. Στόχος τους, να εγκαθιδρύσουν θεοκρατικό καθεστώς στην Υεμένη, ανάλογο με αυτό των (σιιτών επίσης) μουλάδων στο Ιράν. Κι αυτή η θρησκευτική συγγένεια έχει δρομολογήσει την απόλυτη σχεδόν εξάρτηση των Χούθι από το Ιράν σε όπλα και χρήματα. Βεβαίων οι Ιρανοί επισήμως αρνούνται κάθε ανάμιξη και στήριξη.
Την τελευταία δεκαετία η Υεμένη βίωσε επανάσταση (2011), που εκθρόνισε τον Σαλέχ από την προεδρία, πραξικόπημα (2014-15), εμφύλιο πόλεμο (2014 ως σήμερα) και επέμβαση της Σαουδικής Αραβίας, η οποία στηρίζει το δικό της πρόεδρο, τον σουνίτη Αλ Χαντί. Η Σαουδική Αραβία πολεμά τους Χούθι και το καθεστώς που στηρίζει ελέγχει τις κεντρικές και ανατολικές επαρχίες της χώρας.
Ο τρίτος παίκτης είναι, όπως αναφέρθηκε, τα Εμιράτα. Τα οποία στηρίζουν μια άλλη οργάνωση, το Νότιο Μεταβατικό Συμβούλιο, που ελέγχει το Άντεν και την γύρω περιοχή. Στόχος αυτής της παράταξης είναι να δημιουργήσει πάλι ανεξάρτητο κράτος στη Νότια Υεμένη.
Η επιρροή της Αλ Κάιντα, άλλοτε κυρίαρχη ειδικά στην επαρχία, έχει περιοριστεί τώρα σε κάποιους θύλακες στις ανατολικές επαρχίες. Το παιχνίδι έχει χοντρύνει επικίνδυνα, και ουσιαστικά οι αναλυτές λένε ότι υπάρχει ένας ακήρυχτος πόλεμος συμφερόντων μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν. Αυτό έχει οδηγήσει σε απίστευτες στερήσεις τον ντόπιο πληθυσμό. σύμφωνα με διεθνείς οργανώσεις από το 2016 ολόκληρη η Υεμένη βρίσκεται σε καθεστώς λιμού, με πάνω από 50.000 παιδιά να πεθαίνουν κάθε χρόνο από υποσιτισμό. Πρόσφατα εκδηλώθηκε και μεγάλη επιδημία χολέρας, από την οποία μολύνθηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι.
Τι θα γίνει εκεί; Κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει ποιος εκ των Σαουδικής Αραβίας ή Ιράν θα επικρατήσει τελικά, δεδομένου ότι οι χώρες είναι πανίσχυρες περιφερειακά και μια ήττα τους, έστω και δι’ αντιπροσώπων, θα θεωρηθεί εθνική προσβολή. Οι Εμιράτιοι μπήκαν σφήνα προκρίνοντας ως μέσο εκτόνωσης τον χωρισμό του νότου, αλλά οι Σαουδάραβες δεν αισθάνονται καλά με το να ελέγχουν το νότιο κομμάτι. Ο βοράς είναι που τους καίει και η γειτνίαση των Χούθι με τις δικές τους νοτιοδυτικές επαρχίες, τις οποίες οι Υεμενίτες θεωρούν δικό τους έδαφος. Δεν είναι εύκολο να αποδεχτούν ένα καθεστώς σε γειτονική χώρα, το οποίο θα αμφισβητεί ανοιχτά την κυριαρχία τους. Ειδικά όταν γνωρίζουν ότι από πίσω βρίσκονται οι μουλάδες της Τεχεράνης.
To Ιράν είδε την εξέγερση των Χούθι ως μια εξαιρετική ευκαιρία να βάλει πραγματικό πόδι στη χερσόνησο και να προσθέσει ένα αγκάθι στη Σαουδική Αραβία. Υπολογίζεται ότι οι σιίτες που υπάρχουν στο έδαφος της Σαουδικής Αραβίας φτάνουν μέχρι και το 15% του πληθυσμού και είναι συγκεντρωμένοι στα ανατολικά παράλια, αυτά που «βλέπουν» προς το Ιράν και κολυμπάνε στο πετρέλαιο. Ο ρόλος των ΗΠΑ και ο τρόπος που θα αποφασίσουν να επέμβουν προφανώς θα καθορίσει τις άμεσες εξελίξεις.